Παστρικιά σημαίνει καθαρή

Παστρικιά σημαίνει καθαρή
pixabay.com

Η απλυσιά, η πάστρα και οι Σταυροφόροι.

Παλιότερα έλεγαν τις ιερόδουλες παστρικές – και όχι μόνον αυτές, αλλά και κάθε άλλη γυναίκα με επιλήψιμη διαγωγή. Γιατί όμως ο καθαρός, που σημαίνει το επίθετο παστρικός, έφτασε να σημαίνει κάτι τόσο κοινωνικά απαράδεκτο;

Γιατί, απλούστατα, οι πόρνες, ήταν αναγκασμένες από το επάγγελμά τους να πλένονται συχνά, να είναι καθαρές, κάτι που προφανώς δε συνέβαινε με πολλές τίμιες, εντός εισαγωγικών, οι οποίες, όπως και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς τους, δεν είχαν καθόλου καλή σχέση με το νερό και το σαπούνι…

Για την ιστορία, να αναφέρουμε πως τα πρώτα σύγχρονα έργα ύδρευσης στην Αθήνα, ας πούμε, ξεκίνησαν το 1925. Μέχρι τότε, οι νοικοκυρές έφερναν το νερό από τις δημοτικές βρύσες με τις στάμνες, ή το αγόραζαν από τους νερουλάδες, οπότε η ατομική καθαριότητα δεν ήταν μια απλή υπόθεση ανοίγματος μιας βρύσης… Όσοι λοιπόν έκαναν μπάνιο κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα, όταν έβλεπαν τις ιερόδουλες να πλένονται, τις κατακεραύνωναν από τα ύψη και τα βάθη της δυσώδους τιμιότητάς τους.

 Τώρα, η λέξη “παστρικός” να πούμε πως προέρχεται από τη λέξη “πάστρα”, από το ρήμα “παστρεύω”, καθαρίζω, αφαιρώ τη βρομιά από κάτι, που προκύπτει από το μεσαιωνικό “σπαρτεύω”, δηλαδή “καθαρίζω με σκούπα από το φυτό σπάρτο”. Επίσης, “ξεπαστρεύω” σημαίνει “εξοντώνω, φονεύω, εξαφανίζω”.

Συνδυάζοντας τις δύο έννοιες, δεν ξέρω γιατί, αλλά μου έρχονται στο μυαλό οι Σταυροφόροι, όλοι αυτοί οι αριστοκράτες βρωμύλοι της Δύσης. Οι περισσότεροι από αυτούς είδαν εξοπλισμένο λουτρό για πρώτη φορά στην Κωνσταντινούπολη το 1204, όπου και έμαθαν τί θα πει πάστρα, δηλαδή καθαριότητα, αφού ξεπάστρεψαν ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων της.

Από πού κρατάει η σκούφια μας

Κάθε λέξη κρύβει μια ιστορία. Η ετυμολογία της, δηλαδή η αναζήτηση της προέλευσής της και της αρχικής της σημασίας, μπορεί να μας οδηγήσει πολύ μακριά, τόσο στα ονόματα των ανθρώπων και των τόπων, όσο και στις λέξεις που περιγράφουν αντικείμενα και αφηρημένες έννοιες.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα