Αρχείο Θόδωρου Ανδρεάδη Συγγελάκη

ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΜΕ ΤΙΠΟΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ, ΘΟΔΩΡΕ ΑΝΔΡΕΑΔΗ ΣΥΓΓΕΛΑΚΗ

Εδώ και 30 χρόνια μας στέλνει ρεπορτάζ απ' τη Ρώμη, ακούμε σχεδόν καθημερινά τη χαρακτηριστική φωνή του αλλά ο ίδιος καταφέρνει να παραμένει ένα μυστήριο. Μια συζήτηση για τη ζωή και την καριέρα του στο Magazine.

Η κουβέντα έγινε μέσω βιντεοκλήσης, αναγκαστικά, γιατί περιττό να πω που βρισκόταν ο Θόδωρος Ανδρεάδης Συγγελάκης το μεσημέρι που μιλήσαμε. Αν κάποιος δεν το γνωρίζει ήδη αυτό, μάλλον δεν έχει δει ειδήσεις τα τελευταία 28 χρόνια και πιθανότατα στη συνέχεια της συνέντευξης, όταν τα λόγια του έμπειρου ρεπόρτερ αρχίζουν να ξεπηδούν ανάμεσα στις γραμμές, δεν θα τα διαβάσει και με τη χαρακτηριστική του φωνή. Οι υπόλοιποι απλά δοκιμάστε να μην τα διαβάσετε με το ηχόχρωμα και την προφορά του. (Δεν γίνεται).

Ένας άνθρωπος που απασχολεί μόνο με τη δουλειά του, που έχει ταυτίσει το όνομά του με τις ειδήσεις απ’ την Ιταλία και που για κάποιον λόγο παραμένει μέχρι σήμερα ένα μυστήριο.

Γιατί βρίσκεται στη Ρώμη; Από πότε; Πού μεγάλωσε; Γιατί έχει δύο επίθετα; Απλές ερωτήσεις, που σε έναν άνθρωπο που είναι τόσα χρόνια μπροστά απ’ την κάμερα, θα απέφευγες να τις κάνεις για να “μην τον κουράσεις”, για να “μην τον βάζεις να πει πάλι τα ίδια και τα ίδια”.

Εδώ όμως τις θέσαμε προτού προχωρήσουμε στις πιο ουσιαστικές, προτού μιλήσουμε για την πολύχρονη καριέρα του, τα σημαντικότερα ρεπορτάζ του, τις βραβεύσεις και τα βιβλία του, και φυσικά για το γενναίο coming out που έκανε το 2013, όταν ακόμα το έδαφος στη χώρα μας δεν προσφερόταν για τέτοιου είδους αποκαλύψεις.

Έξω απ' την Ένωση Ξένων Ανταποκριτών στην ιταλική πρωτεύουσα. Αρχείο Θόδωρου Ανδρεάδη Συγγελάκη

Καταρχάς Θόδωρε, πού έχεις μεγαλώσει; Πώς βρέθηκες στην Ιταλία;
Γεννήθηκα εδώ στις 31 Ιουλίου του 1973 -στην πραγματικότητα γεννήθηκα την 1η Αυγούστου γιατί ήταν 00.15 όταν γεννήθηκα, είχε αλλάξει η μέρα, αλλά οι γιατροί έκαναν λάθος (σ.σ. γελάει).

Οι δικοί μου είχαν φύγει απ’ την Ελλάδα απ’ το 1968 λόγω της δικτατορίας και γνωρίστηκαν εδώ στη Ρώμη. Ο πατέρας μου τελείωνε ένα διδακτορικό και εργαζόταν ως δημοσιογράφος, και η μητέρα μου εργαζόταν ως ηθοποιός και στην ελληνική εκπομπή της RAI.

Έφυγαν μετά από κάποιο επεισόδιο ή ήταν έτσι μια απόφαση που πήραν;
Γνωρίζω ότι για τη μητέρα μου, ναι, υπήρξε ένα θέμα… Της είχαν προτείνει μία θέση στη λογοκρισία ταινιών και εκείνη αρνήθηκε. Έμαθε όμως από έναν άνθρωπο που γνώριζε τυχαία στην αστυνομία ότι αν δεν έφευγε, θα τη συλλαμβάνανε. Έφυγε απ’ το σπίτι και λίγες ώρες μετά όντως πήγαν εκεί αστυνομικοί. Ευτυχώς ίσχυε το διαβατήριό της και έτσι αργότερα κατάφερε να φύγει για την Ιταλία.

Η μητέρα μου είχε μια δική της εκπομπή στο ραδιόφωνο των Ενόπλων πριν γίνει το πραξικόπημα, η οποία κόπηκε αμέσως. Προσπάθησε αργότερα να επιβιώσει με όποιον τρόπο μπορούσε, ακόμη και παραδίδοντας μαθήματα ιταλικών, αλλά τελικά αποφάσισε να φύγει.

Ο πατέρας μου άνηκε σε μια αντιστασιακή οργάνωση την 20ή Οκτώβρη, μετά έκανε διδακτορικό στη Γαλλία, και στη συνέχεια ήρθε εδώ στην Ιταλία.

Η Ελληνική Πρεσβεία όταν γεννήθηκα δεν ήθελε να μου δώσει την ελληνική υπηκοότητα -παράνομα προφανώς. Έτυχε όμως να είναι πρόξενος ένας πρώην συμφοιτητής της μητέρας μου, τους πίεσε και έτσι μετά από ώρες αποφάσισαν να μου δώσουν το διαβατήριο.

Οπότε πήγες σχολείο στη Ρώμη;
Ναι, ιταλικό σχολείο έβγαλα. Ερχόμασταν, βέβαια, πολύ συχνά στην Ελλάδα.

Δεν έχεις μείνει όμως εδώ για ένα μεγάλο διάστημα; Για ένα χρόνο για παράδειγμα;
Όχι, αν και σου λέω ότι ερχόμασταν πάρα πολύ συχνά και λόγω των συγγενών αλλά και γιατί η μητέρα μου ήταν ανταποκρίτρια της ΕΡΤ επί πολλά χρόνια οπότε ερχόταν για τη δουλειά της. Δηλαδή σχεδόν το ένα τρίτο της χρονιάς, ή κάτι λιγότερο τέλος πάντων, το περνούσαμε στην Ελλάδα.

Αλλά ιταλικό σχολείο και πανεπιστήμιο έβγαλα, αν και στη νεοελληνική φιλολογία πήρα το πτυχίο μου -παράλληλα με τη δουλειά οπότε ήθελε λίγη προσπάθεια παραπάνω.

Τα ελληνικά τα έμαθα παρακολουθώντας και τη δουλειά της μητέρας μου, η οποία επέμενε πολύ, με διόρθωνε κτλ. Ο πατέρας μου, επίσης, είναι πανεπιστημιακός και συγγραφέας, με πολύ ευρύ πεδίο γνώσεων, άνθρωπος που μαθαίνεις πάντα κάτι καινούριο μιλώντας μαζί του.

Αρχείο Θόδωρου Ανδρεάδη Συγγελάκη

Την είχες δει στο θέατρο τη μητέρα σου;
Θέατρο είχε παίξει περισσότερο στην Ελλάδα -για παράδειγμα στο θέατρο Κουν, με τον Αλεξανδράκη, με τον Τίτο Βανδή, όταν εγώ ακόμα δεν είχα ακόμη γεννηθεί.

Εδώ εμφανίστηκε σε θεατρικά που έκανε τότε η τηλεόραση της RAI και τελευταία φορά που έπαιξε γενικά ήταν σε μια ιταλική ταινία σε συνέχειες, της Rai πάντα, όταν εγώ ήμουν 10 χρόνων. Οι δικοί μου χώρισαν όταν ήμουν μικρός και αρνήθηκε αρκετές επαγγελματικές προτάσεις για να μην με αφήνει σε φίλους και γνωστούς. Θεωρούσε ότι στο παιδί σου πρέπει να αφιερώνεις χρόνο, όσο περισσότερο μπορείς.

Και πώς δεν σε τράβηξε να γίνεις και εσύ ηθοποιός;
Κοίταξε, γιατί αφενός όταν μεγάλωνα δούλευε κυρίως ως δημοσιογράφος, αφετέρου νομίζω ότι το επάγγελμα του ηθοποιού είναι απ’ τα πιο δύσκολα για να το αποδώσεις καλά. Συνδέεται με το ταλέντο.

Βέβαια, και ο δημοσιογράφος πρέπει να έχει ένα είδους ταλέντου αλλά δεν νομίζω ότι είναι ακριβώς συγκρίσιμα αυτά τα δύο πράγματα.

Μια μικρή παράσταση μπορούμε να πούμε ότι τη δίνεις μπροστά στην κάμερα.
Ε, ναι. Στο λύκειο ήμουν και στη θεατρική ομάδα.

Πρέπει να σου πω πάντως ότι σε ένα βαθμό με είχαν αποθαρρύνει και κάποιες ιστορίες που μου είχε διηγηθεί η ίδια με τον χώρο του θεάτρου, παρ’ όλο που το λάτρευε.

Θυμάμαι μια ιστορία με τον κορυφαίο Νίκο Γκάτσο, ο οποίος ήταν φίλος της. Της είχε πει “πόσο λυπάμαι που κάποια στιγμή θα σταματήσεις να παίζεις”, και όταν τον ρώτησε γιατί το λέει αυτό, αν πιστεύει ότι δεν έχει ταλέντο, της απάντησε “ταλέντο έχεις, δεν είναι αυτό το θέμα. Παρασκηνιακό ταλέντο δεν έχεις”.

Και προτίμησες τον πολύ καθαρό χώρο της δημοσιογραφίας, έτσι;
Ναι, αυτό είναι ένα θέμα… Αλλά πρέπει να πω ότι ίσως η απόσταση από την Ελλάδα να με βοήθησε ως έναν βαθμό.

Άρχισα πάρα πολύ νέος, 19 χρονών το 1992, μόλις είχα τελειώσει το λύκειο και ήταν η περίοδος που είχαν δημιουργηθεί σχετικά πρόσφατα τα ιδιωτικά κανάλια. Υπήρχε ένας ενθουσιασμός.

Θυμάμαι πηγαίναμε ένα ταξίδι στην Κρήτη και διάβαζα την Ελευθεροτυπία και έγραφε μέσα ότι δημιουργείται ένας σταθμός από τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο, ο “ΩΧ FM”. Και είπα στη μητέρα μου “δεν θα μπορούσες να ρωτήσεις αν θέλουν ανταποκριτή στην Ιταλία;”. Τους το ‘πε, είπαν “ναι” και έτσι ξεκίνησα.

Μετά από πολύ λίγο πήγα στο New Channel που είχε κάνει ο Κωνσταντάρας με την Μένια Παπαδοπούλου, ξεκίνησα και με την ελληνική εκπομπή του BBC και μετά από δύο χρόνια πήγα στον τότε ΣΚΑΙ τότε που μετά έγινε Alpha.

Πόσα χρόνια δηλαδή συνεχόμενα είσαι εκεί;
Από το ‘94 μέχρι σήμερα. Μια ζωή.

Το 1998 μαζί με τη Ρίτα Λεβί Μονταλτσίνι, κάτοχου βραβείου Νόμπελ Ιατρικής. Αρχείο Θόδωρου Ανδρεάδη Συγγελάκη

Όταν είπα σε έναν φίλο μου ότι θα σου κάνω συνέντευξη, μου είπε έτσι ως αστείο “ρώτησέ τον γιατί σταμάτησε μόνο στα δύο επίθετα”;
(σ.σ. γελάμε) Στην Ιταλία συνηθίζεται περισσότερο να έχει κανείς δύο επίθετα. Το έκανα για να τιμήσω και τους δύο γονείς μου.

Οπότε να πούμε ότι το “Συγγελάκης” είναι το επίθετο της μητέρας σου…
…και το “Ανδρεάδης” είναι του πατέρα μου. Γιάγκος Ανδρεάδης και Αθανασία Συγγελάκη με λίγα λόγια. Εδώ συνηθίζεται και για άλλους λόγους, για παράδειγμα υπάρχουν και οικογένειες ευγενών που έχουν από 15 επίθετα η κάθε μία.

Στην Ιταλία όταν υπογράφεις τα χρησιμοποιείς και τα δυο;
Στις εφημερίδες που έχω συνεργαστεί όπως τη Manifesto, τη Messaggero, την l’Unità (η οποία δεν υπάρχει πια) ή όταν βγαίνω στην τηλεόραση να με ρωτήσουν κάτι για την Ελλάδα, ναι. Τα χρησιμοποιώ και τα δύο, παρόλο που στην Ιταλία και μόνο ένα ελληνικό όνομα είναι τρομερά δύσκολο να το προφέρουν.

Έχεις φτάσει ποτέ κοντά στο να μετακομίσεις μόνιμα στην Ελλάδα;
Μου το είχε προτείνει ο Νίκος Χατζηνικολάου όταν ήταν διευθυντής σε μας στον Alpha, αλλά δεν το έκανα, αν και το είχα σκεφτεί.

Ήμουν 32 χρονών τότε και σκέφτηκα ότι αν ερχόμουν δεν θα ξαναγύριζα ποτέ εδώ. Βλέποντάς το σήμερα από απόσταση ίσως να έκανα και καλά γιατί μετά από λίγα χρόνια ξέσπασε η κρίση. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν θα γίνει στο μέλλον, ίσως με μια πρωτότυπη ιδέα. Αγαπώ πολύ την Ελλάδα, ούτως ή άλλως αισθάνομαι κυρίως Έλληνας. Και παρόλο που σπούδασα ιταλικά και γεννήθηκα εδώ, νιώθω πραγματική ευχαρίστηση να μιλάω ελληνικά πολύ περισσότερο από ιταλικά.

Πριν πέντε χρόνια, μάλιστα, αρνήθηκα πρόταση της Rai να παρουσιάσω πέντε εκπομπές πολιτιστικού περιεχομένου, διότι τα γυρίσματα απαιτούσαν να λείψω τρεις εβδομάδες από την Ρώμη. Αν “έσκαγε” μεγάλο θέμα, δεν ήθελα να κινδυνεύσω να μην μπορώ να το καλύψω για την Ελλάδα, λόγω των γυρισμάτων της εκπομπής στη Σικελία, στη Νάπολη και στο Τορίνο.

Γιατί είναι καλύτερο να είναι κανείς δημοσιογράφος στην Ιταλία από ότι στην Ελλάδα;
Εγώ έτσι κι αλλιώς δουλεύω κυρίως για την Ελλάδα γιατί χίλια πράγματα μαζί δεν γίνονται.

Στην Ιταλία παλιότερα ήταν ένα καλό αμειβόμενο επάγγελμα, τώρα συνεχίζει να είναι έτσι μόνο για κάποιους. Για τους περισσότερους είναι ένα επάγγελμα το οποίο αμείβεται λίγο και περιστασιακά -αναλόγως με τις ανάγκες του εργοδότη.

Επίσης εδώ ισχύει, ίσως και περισσότερο απ’ την Ελλάδα, το ότι μπαίνεις σ’ αυτόν τον κύκλο με προσωπικές ή ακόμη περισσότερο, με πολιτικές γνωριμίες. Στο λέω για να μην εξιδανικεύουμε τις συνήθειες και την πραγματικότητα των άλλων.

Σε εκπομπή του ιταλικού τηλεοπτικού καναλιού LA7. Αρχείο Θόδωρου Ανδρεάδη Συγγελάκη

Έψαξα σε ποια θέση βρίσκεται η δημοσιογραφία της Ιταλίας όσον αφορά την ελευθερία του Τύπου και είδα ότι είναι στη θέση 58. Δεν είναι τόσο χάλια όσο είναι η Ελλάδα που βρίσκεται στην 108η θέση, αλλά δεν είναι και πολύ ψηλά.
Δυστυχώς ή ευτυχώς, όπως και στην Ελλάδα, υπάρχει κι εδώ πρόβλημα με την πώληση των εφημερίδων. Υπάρχει, βέβαια, μεγαλύτερη πρόσβαση και ευκολία στο διαδίκτυο με ό, τι αυτό σημαίνει γιατί δεν είναι και εύκολο να μαζεύεις έσοδα στο διαδίκτυο.

Πάντως όπως θα γνωρίζεις, οι τηλεοράσεις του Μπερλουσκόνι, μετά από 30 χρόνια συζήτησης παραμένουν στον όμιλο Μπερλουσκόνι. Κανείς δεν τις άγγιξε. Είναι τρία κανάλια εθνικής εμβέλειας, που συγκεντρώνουν μαζί με μία άλλη ιδιωτική την μισή και πλέον τηλεθέαση.

Οπότε ένας απ’ τους λόγους που είναι χαμηλά είναι το ότι τα ΜΜΕ είναι συγκεντρωμένα στα χέρια κάποιων λίγων; Φαντάστηκα ότι μπορεί να έχει να κάνει και με το οργανωμένο έγκλημα -βέβαια αυτό πουλάει, με το που ακούμε “Ιταλία”, θέλουμε αμέσως να ακούσουμε για τη μαφία…
Κοίταξε έχουν υπάρξει έρευνες δημοσιογράφων για το οργανωμένο έγκλημα. Ξέρουμε όλοι τον Ρομπέρτο Σαβιάνο, ο οποίος είναι και δημοσιογράφος και συγγραφέας, αλλά ήταν και άλλοι όπως ο Πεπίνο Ιμπαστάντο στη Σικελία που είχε ένα πολύ μικρό ραδιόφωνο και ο οποίος δολοφονήθηκε γιατί είχε καταγγείλει τους νονούς της Κόζα Νόστρα. Υπήρχε ο Τζιανκάρλο Σιάνι στη Νάπολη, πολλά χρόνια πριν, που επίσης δολοφονήθηκε από τη Καμόρα.

Σίγουρα δεν αισθάνεσαι ότι ζεις σε μια απόλυτη ελευθερία όταν το οργανωμένο έγκλημα επιβάλλεται έτσι.

Απ’ την άλλη υπάρχουν και κάποιοι που το βλέπουν με τρόπο εκ διαμέτρου αντίθετο, δηλαδή αναρωτιούνται “πρέπει κανείς να καταγγέλει τα κακώς κείμενα της μαφίας ή πρόκειται για δυσφήμιση της χώρας”; Αυτό σε σχέση με τον Σαβιάνο είναι μία συζήτηση κύριας σημασίας.

Α, δεν περίμενα ότι θα υπάρχει αυτό το debate για τον Σαβιάνο. Το θεωρούσα δεδομένο ότι αυτό που έχει κάνει είναι γενικώς αποδεκτό.
Όχι, υπάρχουν πολλοί που εκτός απ’ αυτό, του λένε ότι είναι και “εξ επαγγέλματος αντιμαφιόζος” και ότι είναι πλέον το κύριο χαρακτηριστικό που του αποφέρει χρήματα.

Ο Ρομπέρτο Σαβιάνο, συγγραφέας του θρυλικού "Γόμορρα", που βοήθησε στην απομυθοποίηση της ναπολιτάνικης μαφίας με κίνδυνο της ζωής του. AP Photo/Salvatore Laporta

Δεν θεωρώ όμως ότι είναι και τόσο “κερδισμένος” στη ζωή του όταν ζει τόσα χρόνια με αυστηρή αστυνομική προστασία.
Ακριβώς, όπως καταλαβαίνεις δεν το ασπάζομαι αυτό που λένε.

Πάντως είναι ακόμα δύσκολο για τους εμπόρους σε πολλές περιοχές της νότιας Ιταλίας να μην πληρώνουν το “πίτσο”, δηλαδή τον υποχρεωτικό δασμό προστασίας στους μαφιόζους. Κάποιοι δεν το κάνουν αλλά τους έχουν κάψει το μαγαζί πέντε φορές.

Εσύ έχεις συναντήσει κάποιους όπως τον Σαβιάνο; Έχεις προσπαθήσει να κάνεις κάποιο σχετικό ρεπορτάζ;
Με τον Σαβιάνο έχω προσπαθήσει και υπήρχε θέληση αλλά τελικά ήθελε να του αφιερωθεί πολύ περισσότερος χρόνος στην εκπομπή από όσο ήταν δυνατόν εκείνη τη στιγμή, και έτσι δεν έγινε.

Έχω μιλήσει με κάποιους άλλους ανθρώπους όμως, περισσότερο από τον χώρο της πρώην τρομοκρατίας, παραδείγματος χάριν με τον Σερτζιο Σέτζιο, που κινούταν μεταξύ άκρας αριστεράς και τρομοκρατίας.

Κρίνοντας απ’ το τι συμβαίνει στην Ιταλία, νομίζω πως στην Ελλάδα υπάρχει μια παρεξήγηση σ’ αυτό το θέμα, μία ιδιαίτερη αντίληψη… Σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει μια υπερβολική ωραιοποίηση ή ηρωοποίηση των δεδομένων της τρομοκρατίας.

Εγώ είμαι της άποψης ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να αφαιρεί τη ζωή του άλλου με οποιαδήποτε ιδεολογική κάλυψη. Πιστεύω ότι αν έχεις την ικανότητα, παλεύεις στον στίβο της πολιτικής.

Νομίζω ότι αυτό είναι που έχει μείνει και στην Ιταλία ως διαπίστωση, γιατί η δολοφονία του Άλντο Μόρο ήταν για τη χώρα ένα τεράστιο τραύμα όπως ήταν και για την Ελλάδα ένα τραύμα η δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη.

Έχει υπάρξει φορά που να έχεις κινδυνέψει;
Το 2001, στη Γένοβα ως έναν βαθμό, τότε που έγινε το G8. Ήμασταν μέσα στους αστυνομικούς, οποίοι βρίσκονταν σε μια κατάσταση αρκετά ακραία και δεν έδιναν σημασία αν ήσουν δημοσιογράφος ή διαδηλωτής εκείνη τη στιγμή.

Θυμάμαι είχα τρεις αστυνομικούς γύρω μου, στο ένα χέρι είχα το κινητό γιατί μετέδιδα και με το άλλο κουνούσα σαν τρελός την κάρτα του δημοσιογράφου για να τη δουν. Όταν έφτασαν τα κλομπ από πάνω μου, κατάλαβαν ότι προφανώς είμαι δημοσιογράφος και δεν με χτύπησαν. Άλλοι συνάδελφοι όμως που ήταν δίπλα μου δεν γλίτωσαν. Ήταν μια κατάσταση πολύ σοκαριστική. Προχωρούσες στον δρόμο και έβλεπες παντού λίμνες αίματος. Ήταν το βράδυ που σκοτώθηκε ο Τζιουλιάνι.

Σέβομαι τη δουλειά των πολεμικών ανταποκριτών, θεωρώ όμως ότι άλλο τόσο σημαντικό -και ίσως παραγνωρισμένο- είναι το γεγονός ότι ο δημοσιογράφος δεν είναι μόνο για να πηγαίνει σε ζώνες κινδύνου, είναι και για να δίνει μία διαφορετική άποψη, να δείχνει ότι η αλήθεια δεν είναι μόνο μία, είναι πολλές. Και να βοηθά τη σκέψη και τον προβληματισμό με μία όσο γίνεται πιο ψύχραιμη και αναλυτική προσέγγιση.

Σε αυτό βασίζομαι περισσότερο και νομίζω ότι είναι λίγο παραγνωρισμένο στην Ελλάδα, ότι ίσως ορισμένες φορές δεν το εκτιμούμε όσο θα έπρεπε.

Στους δρόμους της Γένοβας το 2001. Αρχείο Θόδωρου Ανδρεάδη Συγγελάκη

Γιατί συχνά οι ειδήσεις που φτάνουν στην Ελλάδα από την Ιταλία είναι σαν να βγήκαν από σεξοκωμωδίες του ‘80; Δηλαδή “η σέξι υπουργός που είχε κρυφή σχέση με τον τάδε”, “τα πάρτι του Μπερλουσκόνι”, η “τάδε Ιταλίδα τηλεπαρουσιάστρια που έκανε αυτό…”.
Υπάρχει ένα ενδιαφέρον για ειδήσεις που έχουν λίγο αυτό το χρώμα. Είναι κάτι που και οι Ιταλοί το έχουν ψηλά στην επικαιρότητά τους;

Θεωρώ ότι σε ένα βαθμό είναι αποτέλεσμα της εποχής Μπερλουσκόνι, ο οποίος έδινε ένα σχετικά μεγάλο βάρος στην εμφάνιση -είχαμε για παράδειγμα τη Μάρα Καρφάνια, η οποία όμως εξελίχθηκε και σε ικανή πολιτικό. Είχαμε και τα διάφορα πάρτι του Μπερλουσκόνι, είχαμε και τη γνωστή αδυναμία του στις καλλονές… Νομίζω η επικαιρότητα επηρεάστηκε σε ένα βαθμό από αυτό.

Δεν είναι όμως μόνο αυτές οι ειδήσεις, τουλάχιστον αυτές που δίνω εγώ. Αυτές είναι η μειοψηφία.

Κάποιο ρεπορτάζ για το οποίο να νιώθεις πολύ περήφανος; Κάποιο που να ξεχωρίζεις;
Θυμάμαι την επίσκεψη του Πάπα Ιωάννη του Παύλου του Β’ στην Αθήνα που είχε προκαλέσει αντιδράσεις, ήταν λίγο πριν από το G8, θυμάμαι την αποστολή στην Ισπανία για τις τρομοκρατικές επιθέσεις το 2004…

Συγγνώμη αλλά επειδή πάνε είκοσι χρόνια, θυμάσαι γιατί είχε προκαλέσει αντιδράσεις η επίσκεψη του Πάπα;
Δεν τον ήθελαν κάποιοι ακραίοι, που έλεγαν “τι δουλειά έχει εδώ”, και “είναι ο Αντίχριστος”, και κάτι τέτοια ασύλληπτα. Εν τω μεταξύ ζήτησε και συγγνώμη τότε για την Τέταρτη Σταυροφορία, γιατί ίσως κατά κάποιον τρόπο να ένιωθε ότι ο κόσμος αλλά και η τότε ηγεσία της εκκλησίας μας να ήθελε μία κίνηση καλής θέλησης.

EUROKINISSI EUROKINISSI/ΜΠΟΝΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ

Πού είναι πιο δυνατή και παρεμβατική η εκκλησία; Στην Ιταλία ή στην Ελλάδα; Θα τις σύγκρινες; Μοιάζουν σ’ αυτό;
Έχουν ομοιότητες σε κάποιους τομείς και σε κάποιους άλλους, όχι. Η καθολική εκκλησία εδώ ήταν πανίσχυρη, τόσο που το κόμμα της Χριστιανικής Δημοκρατίας που κυβέρνησε ως κύριο κόμμα επί σαράντα χρόνια, αναφερόταν στις χριστιανικές και καθολικές αξίες, χωρίς να είναι κόμμα εκκλησιαστικό, αλλά οι σχέσεις του με την εκκλησία ήταν πολύ στενές. Με την πάροδο του χρόνου αυτό έχει κάπως μειωθεί.

Θυμάμαι όταν πήγαινα στο γυμνάσιο ότι ηχούσε κάπως περίεργα που δεν παρακολουθούσα τα θρησκευτικά επειδή είμαι ορθόδοξος. Αργότερα, βέβαια, όταν πήγα στο πιο γνωστό αριστερό λύκειο της Ρώμης, από την εποχή του 68, όπου ήμασταν περισσότεροι αυτοί που δεν παρακολουθούσαμε τα θρησκευτικά, εκεί δεν υπήρχε πρόβλημα.

Η εκκλησία εδώ έχει ακόμα τους τρόπους να παρεμβαίνει στην κοινωνική πραγματικότητα.

Σου δίνω ένα παράδειγμα: πριν λίγες ημέρες είχαμε δημοτικές εκλογές και στη Βερόνα αναμετρούνταν ένας πρώην ποδοσφαιριστής, ο Νταμιάνο Τομάζι, ο οποίος στηριζόταν απ’ τον προοδευτικό και κεντρώο χώρο, και ένας υποψήφιος της κεντροδεξιάς. Βγήκε, λοιπόν, ο τοπικός επίσκοπος και είπε “μην ψηφίζετε εκείνους που στηρίζουν τις διεκδικήσεις των ομοφυλόφιλων”.

Βέβαια, απ’ την άλλη βγήκαν κάποιοι απλοί κληρικοί που είπαν “και ποιοι είμαστε εμείς που θα λέμε τι πρέπει να ψηφίσει ο κόσμος”. Τελικά κέρδισε ο Τομάζι, η παρέμβαση λειτούργησε μάλλον αρνητικά. Υπάρχει όμως ακόμα μία παρεμβατικότητα, αυτό είναι ξεκάθαρο.

Εκεί υπάρχουν τα αντίστοιχα γραφικά δημοσιεύματα με καθολικούς γέροντες που κάνουν προφητείες ότι “θα πάρουμε πίσω τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία” κλπ;
Όχι τόσο, και ειδικά αυτά με τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία δεν υπάρχουν για έναν απλούστατο λόγο: την είχε εκθειάσει και μυθοποιήσει ο φασισμός, και έτσι με το που έπεσε, αυτά κόπηκαν, γιατί αλλιώς γίνεται αμέσως αυτή η σύνδεση στο μυαλό του κόσμου. Θυμάται τον Μουσολίνι. Εκείνος έλεγε η “Νέα Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία” και “η επικράτηση μας στη μεσόγειο” κλπ.

Και για να είμαστε και ειλικρινείς, δεν υπάρχουν και για έναν άλλον ιστορικό λόγο: η Ιταλία δεν έχασε την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας όπως εμείς, δεν έχουν ένα αντίστοιχο συλλογικό τραύμα, οπότε δεν στηρίζεται κάπου ένα τέτοιο συναίσθημα.

Ωστόσο, υπάρχουν κι εδώ κάποια φαινόμενα αλλά δεν είναι τόσο γραφικά.

Σε διέκοψα πριν που μου έλεγες για τα αγαπημένα σου ρεπορτάζ.
Στα ρεπορτάζ που θυμάμαι είναι σαφώς και οι σεισμοί της Λ’Άκουιλα το 2009 και της Αμαρτρίτσε το 2016.

Θεωρώ σημαντική και μια αναλυτική συνέντευξη που είχα πάρει εδώ το 1999 από τον Οτσαλάν όπου ουσιαστικά ζητούσε βοήθεια από την Ελλάδα και ήταν λίγο πριν φύγει για την Κένυα και τον συλλάβουν.

Κάποια στιγμή με έστελναν και πολύ στο εξωτερικό, στη Γαλλία για παράδειγμα για να καλύψω διαδηλώσεις φοιτητών ή των συνοικιών με μετανάστες. Μου άρεσε γιατί ήταν μία κοινωνική πραγματικότητα, και τότε πριν το ίντερνετ, υπήρχαν άλλοι ρυθμοί και μπορούσες να διηγηθείς πιο αναλυτικά, να κάνεις πιο μεγάλα ρεπορτάζ.

Ξεκίνησα αυτήν τη δουλειά επειδή πίστευα στον κοινωνικό ρόλο της δημοσιογραφίας, συνεχίζω να το πιστεύω και προσπαθώ όσο μπορώ να το υπηρετώ, αλλά λόγω γρήγορων ρυθμών -δεν λέω ότι φταίει το ίντερνετ- αλλά τέλος πάντων λόγω μίας διαφορετικής πραγματικότητας, υπάρχει τόσο μεγάλη παροχή πληροφορίας που κάποιες φορές τα πράγματα ξεχνιούνται πολύ πιο εύκολα, είναι πιο δύσκολο να παίξουν έναν ρόλο, να προκαλέσουν αντιδράσεις και να σε βοηθήσουν να σκεφτείς. Αναγκαστικά η σκέψη απαιτεί και κάποιο χρόνο, κάπως πιο αργούς ρυθμούς.

Αρχείο Θόδωρου Ανδρεάδη Συγγελάκη

Έχεις νιώσει πόσο γνωστός είσαι στην Ελλάδα; Το εισπράττεις όταν έρχεσαι εδώ;
Συμβαίνει ναι, δεν θέλω να είμαι υποκριτής και να πω “α, όχι” κλπ… Συμβαίνει και χαίρομαι γιατί νομίζω ότι υπάρχει μια συμπάθεια και ελπίζω να μη μένει εκεί, να είναι και μια εκτίμηση.

Ξέρω επίσης ότι η αποφώνηση “από τη Ρώμη για τον Alpha” είναι πολύ γνωστή. Ελπίζω να είναι και το αποτέλεσμα μίας κάποιας ποιοτικής δουλειάς ή τέλος πάντων μία δουλειάς που να έχει ένα νόημα -ας μην υπερβάλλουμε κιόλας.

Σου έχουν κάνει κάποια πλάκα με αυτήν τη χαρακτηριστική αποφώνηση που έχεις; Θυμάσαι κάποιο αστείο περιστατικό;
Ναι, έχει τύχει. Μου έχουν ζητήσει να τους πω “από τη Ρώμη για τον Alpha” κάποιοι που συνταξιδεύαμε στο αεροπλάνο ή μου το έχει ζητήσει και μια ιδιαιτέρα υπουργού… Έχω νιώσει μια συμπάθεια και από διάφορους πολιτικούς ιθύνοντες που έχουν κάνει επισκέψεις, λέγοντας ότι το όνομά μου είναι σημείο αναφοράς, ότι τόσα χρόνια συνδέεται με την Ιταλία κλπ. Και αυτό με χαροποιεί σίγουρα, αλλά μέχρι εκεί, δεν έχει γίνει κάτι άλλο.

Έχουν περάσει εννιά χρόνια από εκείνο το άρθρο που δημοσίευσες στην Εφημερίδα των Συντακτών και αποκάλυπτες ότι είσαι ομοφυλόφιλος. Ήσουν απ’ τους πρώτους που μίλησαν τόσο ανοιχτά. Πώς βλέπεις από τότε την κατάσταση, έχει βελτιωθεί;
Νομίζω πως ναι. Σίγουρα έχει βελτιωθεί στην Ιταλία, αλλά νομίζω και στην Ελλάδα. Η αναγνώριση των σχέσεων είναι κάτι το σημαντικό. Είναι θετικό να υπάρχει στην κοινωνία μεγαλύτερη ελευθερία και να μπορούν να μιλούν κάποιοι άνθρωποι με πολύ φυσικό τρόπο για το πλήρες φάσμα της ζωής τους.

Βέβαια, μπορούν να γίνουν ακόμη κι άλλα βήματα για μία πλήρη ισότητα και για μια πραγματικά ισότιμη αντιμετώπιση από όλη την κοινωνία.

Προσωπικά εισέπραξα θετικές αντιδράσεις στη συντριπτική τους πλειοψηφία, και από την Ελλάδα και από την Ιταλία. Ήταν ελάχιστες έως και ανύπαρκτες οι αρνητικές. Ήταν κάτι που ήθελα να κάνω, αλλά από εκεί και πέρα νομίζω πως η ζωή ενός ανθρώπου καθορίζεται από χίλια πράγματα και όχι μόνο από αυτό. Θεωρώ όμως ότι, επειδή είναι ακριβώς κάτι το πολύ νορμάλ, δεν πρέπει να αποτελεί ταμπού ή μυστικό.

Σίγουρα χαίρομαι για το ότι δεν υπήρξε κανενός είδους πρόβλημα -και ούτε και πίστευα ότι θα υπάρξει- και ελπίζω να κατάφερα να προσθέσω κι εγώ ένα λιθαράκι σ’ αυτήν την πορεία αύξησης των ατομικών και συλλογικών ελευθεριών.

Σκέφτηκα πότε το έκανες και ποιοι άλλοι είχαν μιλήσει τότε ανοιχτά και πρέπει να ήταν ελάχιστοι, ενώ τώρα είναι πιο συχνό, τώρα είναι πιο εύκολο να πεις “ναι, είμαι και εγώ”.
Ήταν πιο σπάνιο τότε. Επομένως μπορούμε να πούμε ότι “το ρεπορτάζ επιβεβαιώνει ότι όντως η κατάσταση έχει βελτιωθεί” (σ.σ. γελάμε).

Σαφώς έχουν γίνει βήματα προόδου, θεωρώ όμως ότι πρέπει να γίνουν ακόμα πολλά ιδίως στην επαρχία διότι νομίζω ότι άλλη είναι η κοινωνική πραγματικότητα στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και σε κάποιες άλλες μεγάλες πόλεις και άλλη σε μικρές επαρχιακές πόλεις ή σε χωριά. Νομίζω ότι ιδίως στην επαρχία πρέπει να γίνει μεγάλη προσπάθεια για την ενίσχυση των δικαιωμάτων και μιας πραγματικής ισότητας, για να μην πρέπει κανείς να ντρέπεται ή να κρύβεται, πότε.

Έχεις αγάπη για την ποίηση και είδα ότι έχεις εκδώσει και μια δική σου ποιητική συλλογή.
Μου αρέσει και λόγω των σπουδών προφανώς. Έχω βγάλει εδώ στην Ιταλία μία μικρή ποιητική συλλογή, την “Giorni allo specchio” (“Μέρες στον καθρέφτη”). Έχω γράψει και κάποια ποιήματα στα ελληνικά, ίσως κάποια στιγμή να τα εκδώσω.

Δουλεύω στην επικαιρότητα κι έτσι σαγηνεύομαι από πράγματα τα οποία αντέχουν στον χρόνο, τα οποία νομίζω ότι είναι και αυτά που έχουν μια μεγαλύτερη αξία.

Στην Ελλάδα έχω βγάλει κι ένα βιβλίο το “Άρωμα Ιταλίας” με μικρές ιστορίες για την Ιταλία, με σύντομα κείμενα και πρόσωπα, απ’ τον Σάντρο Περτίνι τον σοσιαλιστή πρόεδρο μέχρι μια “διανοούμενη πορνοστάρ”. Ιστορίες που δεν είναι γνωστές στην Ελλάδα και που ήθελα να διηγηθώ.

Το 2017 είχες πάρει επίσης το βραβείο Μaria Grazia Cutuli.
Αυτό το βραβείο δίνεται εδώ και σε Ιταλούς και σε ξένους δημοσιογράφους, που έχουν διακριθεί για τη δουλειά τους. Έχει το όνομα μίας συναδέλφου που δυστυχώς έχασε τη ζωή της στο Αφγανιστάν, και προκειμένου να μείνει ζωντανή η μνήμη της, το καθιέρωσαν η Corriere della Sera, όπου δούλευε, μαζί με τον δήμο της Σικελίας, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε.

Είναι ένα βραβείο που χαίρει κύρους εδώ.

Στην απονομή του δημοσιογραφκού βραβείου Maria Grazia Cutuli, μαζί με τις δημοσιογράφους της RAI, Καρμέλα Τζίγκλιο και Λάουρα Μπουονασέρα. Αρχείο Θόδωρου Ανδρεάδη Συγγελάκη

Καμπιονάτο βλέπεις; Τι ομάδα είσαι;
Είμαι φίλαθλος της Ρόμα, αλλά χαλαρά. Μικρός ήμουν περισσότερο, πήγαινα και καμιά φορά στο γήπεδο. Ήμουν κι εγώ οπαδός του Τότι όπως όλη η Ρώμη. Είχαμε μιλήσει και μια φορά, κάπου το 2000 όταν του είχαμε δώσει το βραβείο του καλύτερου ποδοσφαιριστή με την Ένωση Ξένων Ανταποκριτών. Σίγουρα δεν είμαι απ’ αυτούς που θα πάνε κάθε Κυριακή στο γήπεδο.

Έχεις σχέσεις με Έλληνες δημοσιογράφους; Όταν έρχεσαι στην Ελλάδα με ποιον θα πας για ένα ποτό, ένα φαγητό;
Όταν κατεβαίνω βλέπω και φίλους και συγγενείς, όχι μόνο συναδέλφους, είναι μία καλή ευκαιρία. Ωστόσο βρίσκομαι και με συναδέλφους που γνωρίζω πολλά χρόνια, μία από αυτούς είναι η Ιωάννα Κολοβού την οποία αγαπάω ιδιαίτερα. Δουλέψαμε μαζί πριν από 30 χρόνια στον ΩΧ FM και τη θεωρώ μία από τις πιο μορφωμένες και καλλιεργημένες δημοσιογράφους.

Αυτές τις μέρες κινδυνεύει να χάσει το σπίτι της για ένα χρέος μόλις 15 χιλιάδων ευρώ και πιστεύω ότι πρέπει να κάνουμε όλοι ό, τι μπορούμε για να σταθούμε στο πλευρό της και ουσιαστικά και συμβολικά και για να τη στηρίξουμε ψυχολογικά.

Γιατί εμάς μας ενδιαφέρει τόσο πολύ η Ιταλία και δεν μας ενδιαφέρει π.χ. η Σερβία και δεν έχουμε εκεί έναν μόνιμο ανταποκριτή; Από τη στιγμή κιόλας που δεν είναι μία χώρα η οποία παίρνει αποφάσεις για το μέλλον μας, δεν είναι πχ η Γερμανία.
Γιατί υπάρχει μεταξύ μας πολύ μεγάλη κοινωνική ομοιότητα, θεωρούμε ότι είναι η χώρα της δυτικής Ευρώπης με την οποία μοιάζουμε περισσότερο.

Ας μην ξεχνάμε ότι τουλάχιστον στη δεκαετία του ‘70 ήταν ένα πολιτικό εργαστήρι και για την Ελλάδα ή αργότερα τα “5 Αστέρια” που δημιουργήθηκαν εδώ προκάλεσαν μεγάλο ενδιαφέρον. Επίσης στο ενδιαφέρον συμβάλλει και το ειδικό βάρος του ιταλικού τρόπου ζωής (από τη μόδα μέχρι το φαγητό) αλλά και το ότι χιλιάδες Έλληνες σπούδασαν εδώ και έγιναν λίγο “Ιταλοί”.

Νομίζω ότι υπάρχουν πολλά θέματα και πολλές ομοιότητες και βέβαια υπάρχει και η συμπάθειά μεταξύ των δύο λαών. Νομίζω σε γκάλοπ βγαίνει σταθερά η Ιταλία ως η πρώτη ή δεύτερη αγαπημένη χώρα μας στην Ευρώπη. Το ότι αγαπάμε τους Ιταλούς παρά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, νομίζω ότι τα λέει όλα…

Και κάτι τελευταίο. Αναρωτιέμαι αν υπάρχει ένας αντίστοιχος Ιταλός “Ανδρεάδης Συγγελάκης” στην Ελλάδα, γιατί φαντάζομαι και εκείνοι θα έχουν ανταποκριτές εδώ αλλά απ’ την άλλη μου φαίνεται δύσκολο να βγαίνει κάθε μέρα κάποιος για να δώσει μία είδηση για την Ελλάδα.
Ένας αντίστοιχος δημοσιογράφος ακριβώς σαν και μένα δεν υπάρχει. Υπάρχει ο Αντόνιο Φεράρι, ένας από τους πολύ καλούς, σοβαρούς Ιταλούς δημοσιογράφους που δουλεύει επί χρόνια ως ανταποκριτής και αναλυτής της Corriere della Sera, υπάρχει και η Λουτσία Γκοράτσι, η επί χρόνια ανταποκρίτρια της RAI στην Κωνσταντινούπολη, η οποία κάλυπτε κι αυτή την Ελλάδα με πολλά ρεπορτάζ. Πήρε υποδειγματική, “δυνατή” συνέντευξη από τον Ερντογάν και πολλοί την θεωρούν την ικανότερη Ιταλίδα δημοσιογράφο. Αλλά κάποιος μονιμότερος που να κάνει ακριβώς την ίδια τηλεοπτική δουλειά δεν υπάρχει.

Μας αγαπούν οι Ιταλοί, αλλά μας γνωρίζουν λιγότερο από ότι τους γνωρίζουμε εμείς. Μια πρόκληση για το μέλλον, να καταφέρουμε να μειώσουμε, δημιουργικά, αυτή την διαφορά.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα
Exit mobile version