Στις επιστήμες, το denialism είναι η απόρριψη βασικών γεγονότων και εννοιών που είναι αδιαμφισβήτητα, καλά τεκμηριωμένα μέρη μιας επιστημονικής ομοφωνίας επί ενός θέματος -προς χάριν ιδεών που είναι ριζοσπαστικές, αμφιλεγόμενες και κατασκευασμένες. Getty Images

ΜΕ ΠΟΙΟ ΤΕΧΝΑΣΜΑ ΜΑΣ ΠΑΡΑΠΛΑΝΟΥΝ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ

Μεταξύ των τρόπων που διαθέτουν οι απανταχού πολιτικοί για να 'ρυθμίζουν' το λαϊκό αίσθημα, είναι η στρατηγική της άρνησης. Την αποκαλύπτουμε σήμερα.

Ο Jared Del Rosso είναι επίκουρος καθηγητής κοινωνιολογίας και εγκληματολογίας στο University of Denver. Μελετά χρόνια την άρνηση και αναλύσει πώς οι άνθρωποι αγνοούν ξεκάθαρες αλήθειες, χρησιμοποιώντας ρητορική που πείθει και άλλους να τις αρνηθούν.

Ναι, κυρίως μελετά πολιτικούς και τα media που τάσσονται υπέρ τους, με τον Donald Trump να έχει περίοπτη θέση στο έργο του. Ο λόγος που έγραψε ό,τι ακολουθεί στο Conversation ήταν το γεγονός ότι 3 στους δέκα Αμερικανούς πιστεύουν πως ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ δεν έκανε κάτι λάθος, σε ό,τι αφορά τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου του 2021. Δηλαδή, της εισβολής των υποστηρικτών του στο Καπιτώλιο.

Αυτό συμβαίνει ενώ ο επικεφαλής της ειδικής εξεταστικής επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων χαρακτήρισε το συμβάν ως “κορύφωση απόπειρας πραξικοπήματος” και τοποθέτησε τον Trump στο επίκεντρο της συνωμοσίας.

Παρεμπιπτόντως, η δημόσια ακρόαση του πρώην Πλανητάρχη -στο πλαίσιο της έρευνας για την παραπομπή του- ήταν προγραμματισμένη για την Τετάρτη 28/9, αλλά ματαιώθηκε εξαιτίας του Τυφώνα Ίαν.

Έως ότου οριστεί νέα ημερομηνία, ας δούμε κάποια από τα τεχνάσματα που χρησιμοποιούν πολιτικοί, για να γλιτώνουν από κατηγορίες βασανισμών, εξεγέρσεων και άλλων εγκληματικών συμπεριφορών.

Στη βάση βρίσκεται το denialism. Δηλαδή, ο στρουθοκαμηλισμός.

Πιο επίσημα, στη ψυχολογία της ανθρώπινης συμπεριφοράς, το denialism είναι η επιλογή του ανθρώπου να αρνηθεί την πραγματικότητα, ως μέσο να αποφύγει μια αλήθεια που είναι ψυχολογικά δυσάρεστη.

Είναι μια επί της ουσίας, παράλογη πράξη που αρνείται την αποδοχή μιας τεκμηριωμένης ιστορικής εμπειρίας ή ενός ιστορικού γεγονότος (πχ Ολοκαύτωμα).

Στις επιστήμες, το denialism είναι η απόρριψη βασικών γεγονότων και εννοιών που είναι αδιαμφισβήτητα, καλά τεκμηριωμένα μέρη μιας επιστημονικής ομοφωνίας επί ενός θέματος -προς χάριν ιδεών που είναι ριζοσπαστικές, αμφιλεγόμενες και κατασκευασμένες.

Παραδείγματος χάριν τα “δεν υπάρχει AIDS”, “δεν υπάρχει Covid”, “δεν υπάρχει κλιματική αλλαγή” κ.α.

Τα κίνητρα για τον στρουθοκαμηλισμό έχουν να κάνουν με τη θρησκεία, το προσωπικό συμφέρον (είτε είναι οικονομικό, είτε πολιτικό) και τους αμυντικούς μηχανισμούς που διαθέτουμε οι άνθρωποι, για να προστατεύσουμε τη ψυχή μας, από ενοχλητικά γεγονότα και ιδέες”.

Και κάπως έτσι προκύπτουν οι αρνητές και οι συνωμοσιολόγοι.

Η άρνηση είναι στην ανθρώπινη φύση. Getty Images

Πώς χειραγωγούν οι πολιτικοί το λαό μέσω της άρνησης

Τα must είναι δύο: α) η άρνηση και β) ο αντιπερισπασμός.

Η άρνηση είναι στην ανθρώπινη φύση. Πρόκειται για αμυντικό μηχανισμό που λειτουργεί ασυνείδητα, όταν μας συμβαίνει κάτι που δεν αντέχουμε και άρα είναι δύσκολο να το διαχειριστούμε. Έτσι, προσπαθούμε να αρνηθούμε την ύπαρξη του προβλήματος ή μιας πραγματικής συνθήκης, για να κάνουμε λιγότερο επώδυνη τη ζωή μας.

Υπάρχει δυο τύποι:

  1. η άρνηση της παρόρμησης (ασυνείδητα αρνούμαστε να δεχθούμε μια δυσάρεστη είδηση που ακούμε -χαρακτηριστική είναι η φράση “δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό σε εμένα”) και
  2. η άρνηση της πραγματικότητας (συμβαίνει όταν προσπαθούμε να αποφύγουμε την αντιμετώπιση ενός προβλήματος για το οποίο δεν έχουμε βρει λύση).

Πριν προχωρήσω, θα ήθελα να σημειώσεις πως όλα αυτά δεν είναι απαραίτητα κακά. Έχει διαπιστωθεί πως ο συγκεκριμένος μηχανισμός μπορεί και να μας σώσει, σώζοντας τη ψυχική μας υγεία που απειλείται έντονα από μια ακραία κατάσταση.

Στην περίπτωση της χρήσης που κάνουν οι πολιτικοί (ενδεχομένως και οι δικηγόροι όπως και όσοι άλλοι επαγγελματίες έχουν ως στόχο να πείσουν για τις αλήθειες που τους εξυπηρετούν), “η άρνηση είναι και γλωσσική στρατηγική που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι που θέλουν να υποβαθμίσουν την ανάρμοστη συμπεριφορά τους. Και φυσικά, να αποφύγουν την ανάληψη ευθυνών.

Αυτή η τακτική είναι εξαιρετικά προσαρμόσιμοι. Για αυτό και χρησιμοποιούνται από πολιτικούς όλων των παρατάξεων, όταν τίθεται θέμα συγκάλυψης ενός σκανδάλου -όποιο και αν είναι το περιεχόμενο του.

Σε κάθε περίπτωση, η στρατηγική εξελίσσεται με προβλέψιμους τρόπους και για αυτό πολλές φορές βλέπουμε σκάνδαλα να ‘ξεδιπλώνονται’ μέσω συγκεκριμένων σταδίων άρνησης”.

Θα χρειάζεσαι ένα παράδειγμα. Ιδού.

Από το “μεμωνομένο συμβάν” στο “βελτιωμένη ανάκριση”

“Σε προηγούμενη μελέτη επί της άρνησης και των βασανιστηρίων των ΗΠΑ, ανέλυσα πως η κυβέρνηση του George W. Bush και οι υποστηρικτές του στο Κογκρέσο, προσάρμοζαν τις μορφές άρνησης που χρησιμοποίησαν, όπως γίνονταν γνωστές νέες κατηγορίες και αποδεικτικά στοιχεία για καταχρήσεις στον παγκόσμιο “πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας”.

Μετά τη δημοσίευση φωτογραφιών από βασανιστήρια στη φυλακή Abu Ghraib του Ιράκ (την άνοιξη του 2004), όσα αποκαλύφθηκαν χαρακτηρίστηκαν ως “θλιβερό, αλλά μεμονωμένο περιστατικό”.

Βοήθησε ότι έως τότε δεν υπήρχαν διαθέσιμα σοβαρά στοιχεία, για κακοποίηση κρατουμένων σε άλλες φυλακές των ΗΠΑ.

Όταν έγιναν γνωστές οι πρακτικές βασανιστηρίων στο Guantánamo και τις άλλες μυστικές τοποθεσίες που είχε η CIA σε όλον τον κόσμο, για αυτόν τον σκοπό, τα πράγματα άλλαξαν.

Οι κυβερνώντες κατηγορήθηκαν πως είχαν γνώση για όσα συνέβαιναν και είχαν δώσει την άδεια τους -για να γίνονται.

Έτσι άλλαξε και το αφήγημα τους.

Ο Bush και οι υποστηρικτές του άρχισαν να δικαιολογούν τα βασανιστήρια και να τα υποβαθμίζουν. Έτσι, για πολλούς Αμερικανούς αυτό που κάποτε ήταν αξιοθρήνητο, έγινε “αποδεκτό εργαλείο για την εθνική ασφάλεια”. Χαρακτηρίστηκε μάλιστα, ως “βελτιωμένη ανάκριση”.

Πώς είναι οι νόμιμες επισυνδέσεις; Ένα τέτοιο πράγμα.

Οι ίδιοι άνθρωποι που έλεγαν πως καταδικάζουν τα βασανιστήρια, πρόσθεταν ότι υποστηρίζουν πρακτικές βασανιστηρίων ως τρόπο συλλογής πληροφοριών.

Ας κάνουμε ένα ρεζουμέ:

Αρχικά υπήρξε ξεκάθαρη άρνηση

Οι ‘αναληθείς ισχυρισμοί’ έδωσαν την σκυτάλη στην προσπάθεια υποβάθμισης της σοβαρότητας των ισχυρισμών, τη δικαιολογία της συμπεριφοράς και τον αποπροσανατολισμό.

“Κάτι ανάλογο είχε κάνει η κυβέρνηση Obama, όταν δεν μπορούσε πια να αρνηθεί τις απώλειες αμάχων που προκάλεσαν επιθέσεις των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν, με drone.

Σε ομιλία του 2013, για την εθνική ασφάλεια είχε αντιπαραβάλει τις επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, με “τη χρήση συμβατικής αεροπορικής δύναμης ή πυραύλων”. Επίσης, δικαιολόγησε τις επιθέσεις με τα drones, λέγοντας ότι “το να μην κάνουμε τίποτα απέναντι σε τρομοκρατικά δίκτυα, θα είχε ως συνέπεια πολλές περισσότερες απώλειες αμάχων”.

Το “εσείς κάνατε χειρότερα”

Από απλούς πολίτες, έως κορυφαίους πολιτικούς, οι άνθρωποι συχνά απαντούν στους ισχυρισμούς με το να “καταδικάζουν την τους επικριτές” και με το να κατηγορούν τους κατήγορους πως υπερβάλλουν -ή ότι κάνουν χειρότερα από ό,τι εκείνοι.

Αυτή η τακτική έχει όνομα: είναι “επωφελείς συγκρίσεις”.

Η συνέπεια είναι να φαίνονται ως αναξιόπιστοι και υποκριτές όσοι απευθύνουν τις κατηγορίες.

Πρόκειται για τυπικές πρακτικές όσων διαχειρίζονται σκάνδαλα”.

Χαρακτηριστική περίπτωση ήταν η εκτεταμένη προβολή επεισοδίων από τις διαδηλώσεις για το Black Lives Matter, μολονότι στην συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν ειρηνικές.

Ο Ρεπουμπλικανός βουλευτής, Matt Gaetz δήλωσε κατά τη δεύτερη παραπομπή του Trump πως “για μήνες οι πόλεις καίγονταν, αστυνομικά τμήματα καίγονταν και οι επιχειρήσεις μας διαλύονταν. Και δεν είπαν τίποτα για όλα αυτά. Ούτε συγκέντρωσαν χρήματα. Επέτρεψαν να γίνει ό,τι έγινε στην καλύτερη χώρα του κόσμου. Τώρα, κάποιοι χρησιμοποιούν τη μεταφορά πως ο πρόεδρος έβαλε τη σπίθα στη ‘φωτιά’ της εισβολής στο Καπιτώλιο. Εκείνοι άναψαν πραγματικές φωτιές”.

Τέτοιοι τύπου μορφές άρνησης εξυπηρετούν παράλληλα πολλούς σκοπούς. Κατ’ αρχάς κατευθύνουν αλλού την προσοχή -απομακρύνοντας την από το επίκεντρο του σκανδάλου. Έπειτα, ελαχιστοποιούν το ρόλο του Trump στην υποκίνηση βίας στις 6 Ιανουαρίου, με τον ισχυρισμό ότι οι Δημοκρατικοί υποκινούν ακόμα πιο καταστροφικές μορφές βίας.

Και έπειτα, δυσφημούν την έρευνα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι αυτοί που την κάνουν είναι υποκριτές και ενδιαφέρονται πιο πολύ για να κερδίζουν πολιτικούς πόντους, από το να περιορίσουν την πολιτική βία”.

Ο επιστήμονας καταλήγει ότι είναι σημαντικό να μάθουμε τι υπάρχει στο playbook της άρνησης και το οποίο χρησιμοποιούν οι πολιτικοί και τα media, προκειμένου “οι παρατηρητές να μπορούν να διακρίνουν καλύτερα τις γνήσιες πολιτικές διαφωνίες και τις προβλέψιμες αρνήσεις -όπως προστατεύουν τον πιο δυνατό, δικαιολογώντας την ανάρμοστη συμπεριφορά του”.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα