Μπερναρντίν Εβαρίστο Ανδρέας Σιμόπουλος

ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΙΝ ΕΒΑΡΙΣΤΟ ΣΤΟ NEWS 24/7: “ΑΝΑΡΩΤΙΕΜΑΙ ΑΠΟ ΠΟΙΟΥΣ ΥΠΟΝΟΜΟΥΣ ΒΓΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΤΡΟΛ ΤΩΝ SOCIAL MEDIA”

Η καταξιωμένη συγγραφέας, ακτιβίστρια και καθηγήτρια πανεπιστημίου, η πρώτη μαύρη γυναίκα που τιμήθηκε με το βραβείο Booker, επισκέφτηκε την Αθήνα και μίλησε στο Magazine για το πώς είναι να υπομένεις επί δεκαετίες τον ρατσισμό. Αλλά και γιατί θεωρεί ότι είναι προτιμότερο να προσπαθείς να αλλάξεις το σύστημα από μέσα, και όχι πετώντας του πέτρες όπως έκανε στα νιάτα της.

«Κέρδισα το Βραβείο Booker στα εξήντα, που ήταν η τέλεια ηλικία για να μου συμβεί κάτι τέτοιο, αν και είναι εκπληκτικό το ότι συνέβη. Σ’ αυτή τη φάση της ζωής μου, όχι μόνο έχω αναπτύξει φοβερό εργασιακό ήθος, αλλά ξέρω ότι δεν θα επαναπαυθώ στις δάφνες μου. Έχω μάθει πώς λειτουργεί ο κόσμος και ο χαρακτήρας μου είναι πια σταθερός και ακλόνητος» γράφει η Μπέρναρντιν Εβαρίστο στην αυτοβιογραφία της με τίτλο «Μανιφέστο» (μτφρ. Ρένα Χατχούτ, εκδ. Gutenberg), το αμέσως επόμενο βιβλίο της μετά το «Κορίτσι, Γυναίκα, Άλλο» (μτφρ. Ρένα Χατχούτ, εκδ. Gutenberg), το εξαιρετικό της μυθιστόρημα για το οποίο διακρίθηκε το 2019, αποκτώντας ως η πρώτη μαύρη γυναίκα βραβευμένη με Booker (εξ ημισείας με τη Μάργκαρετ Άτγουντ) εν μία νυκτί τη διεθνή αναγνώριση που δεν μπορούσε καν να διανοηθεί, όσο κι αν, όπως τονίζει στο Magazine, πίστευε στον εαυτό της, τις τέσσερις δεκαετίες που προηγήθηκαν.

Κατά τη διάρκειά τους η Εβαρίστο παρέμενε σε συνεχή δημιουργική επαγρύπνηση, ξεκινώντας από το underground πειραματικό θέατρο στα 80s, περνώντας στην ποίηση και τη λογοτεχνία στα 90s, βιοποριζόμενη παράλληλα ως πανεπιστημιακός και χτίζοντας συνολικά μια ακριβοθώρητη, πολυσχιδή καριέρα παρά τις αντιξοότητες και το ρατσισμό εναντίον της εξαιτίας της κατά το ήμισυ νιγηριανής της καταγωγής της, του φύλου, της τάξης και της πάλαι ποτέ ρευστής σεξουαλικότητάς της.

«Ήταν μακρύς ο δρόμος από τότε που μεγάλωνα στη δεκαετία του ’60 σε μια οικογένεια την οποία είχαν βάλει στο στόχαστρό τους ρατσιστές που αντιμετώπιζαν ένα σπίτι γεμάτο μικρά παιδιά σαν να ήταν ο εχθρός σε μια πολεμική ζώνη» γράφει. «Στο πέρασμα των δεκαετιών όμως η βρετανική κοινωνία άλλαξε, έγινε πολύ πιο συμπεριληπτική κι εγώ απέκτησα τη δυνατότητα να δουλέψω μέσα στο σύστημα» είπε στο Magazine η, μεταξύ άλλων, Πρόεδρος της Βασιλικής Εταιρείας Λογοτεχνίας του Ηνωμένου Βασιλείου, με αφορμή την πρόσφατη επίσκεψή της στην Αθήνα και την Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. «Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι μια συμβιβασμένη, συστημική προσωπικότητα. Ή μάλλον είμαι συστημική αλλά ταυτόχρονα είμαι και ο ίδιος άνθρωπος που ήμουν πριν από σαράντα χρόνια. Συνεχίζω να παλεύω για μια κοινωνία με ίσες ευκαιρίες για όλους. Αυτές τις θέσεις αντιπροσωπεύω μέσα στο σύστημα που ανήκω πια. Δεν είμαι εκεί για να χειροκροτώ και να εγκρίνω την κουλτούρα των ελίτ. Είμαι εκεί για να κάνω το σύστημα πιο ανοιχτό στους υπόλοιπους».

Το λογοτεχνικό σας ντεμπούτο κυκλοφόρησε πριν από περίπου δύο δεκαετίες. Σήμερα είστε πια συγγραφέας παγκοσμίου φήμης. Κατά πόσο έχει αλλάξει για εσάς η αίσθηση του κέρδους που αποκομίζετε αλλά και του κόστους που επωμίζεστε, εννοώ σε υπαρξιακό επίπεδο, μέσα από τη συγγραφή ενός βιβλίου;
Το σίγουρο είναι ότι για πολλά χρόνια δεν έγραφα για να βγάζω τα προς το ζην. Ναι, τώρα έχω αυτή τη δυνατότητα αλλά μέχρι να κερδίσω το βραβείο Booker δεν έβγαζα χρήματα της προκοπής από τα βιβλία μου. Τα εισοδήματά μου προέρχονταν από άλλες πηγές, σχετικές μεν με το γράψιμο, άλλα όχι με το γράψιμο βιβλίων. Γράφω λοιπόν γιατί όλο αυτό για μένα έχει να κάνει με το πώς υπάρχω μέσα στον κόσμο, με το ποια είμαι, με το πώς επεξεργάζομαι και κατανοώ όσα συμβαίνουν γύρω μου στην κοινωνία αλλά και όσα έχουν συμβεί στην ανθρώπινη ιστορία, τους διαφορετικούς πολιτισμούς αυτού του πλανήτη. Η συγγραφή μου δίνει τη μεγαλύτερη συναισθηματική και δημιουργική ικανοποίηση, ακριβώς γιατί η ίδια η διαδικασία είναι η ανταμοιβή μου.

Πότε νιώθετε καλύτερα; Όταν ξεκινάτε ένα νέο βιβλίο; Όταν έχετε προχωρήσει αρκετά και αντιλαμβάνεστε ότι αργά ή γρήγορα θα το ολοκληρώσετε; Ή όταν έχετε γράψει την τελευταία λέξη;
Σε όλα αυτά τα στάδια, απλά με διαφορετικό τρόπο. Όταν ξεκινάω να γράφω ένα μυθιστόρημα, δεν βάζω το χέρι μου στη φωτιά ότι η ιδέα μου όντως θα πραγματωθεί. Γι’ αυτό είναι πολύ συναρπαστικό, μαγικό θα έλεγα, να καταλαβαίνω ότι αρχίζει να συμβαίνει, δηλαδή ότι η ιστορία μου θα συνεχίσει στέκει σε όλη τη διάρκεια του βιβλίου. Εξίσου συναρπαστική είναι και η τεχνική πλευρά της δημιουργικής διαδικασίας, όταν για παράδειγμα διαβάζεις όλα αυτά που έχεις γράψει και τα διορθώνεις ή τα ξαναγράφεις μέχρι να πάρουν, σαν γλυπτό, τη μορφή που θέλεις. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν σε κατακλύζει έντονος εκνευρισμός αν η διαδικασία πάρει πολλά χρόνια. Στο τέλος όμως έρχεται η ικανοποίηση. Λες εντάξει, τελείωσα, τώρα το βιβλίο θα φύγει από μένα, θα το πάρει ο κόσμος και θα δούμε τι θα συμβεί.

Κατά πόσο είναι διαφορετικό όλο αυτό που περιγράφετε στη μετά Booker εποχή;
Δεν έχω γράψει ακόμα κανένα μυθιστόρημα αφότου κέρδισα το βραβείο, οπότε δεν είμαι σίγουρη.

Ναι, αλλά φαντάζομαι ότι όλο και κάποια ιδέα θα επεξεργάζεστε.
Ακόμη δεν έχω δοκιμάσει να ξεκινήσω. Τα τελευταία χρόνια έχω γράψει ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο («Μανιφέστο – Πώς να μην τα παρατάς ποτέ», εκδ. Gutenberg, μτφρ. Ρένα Χατχούτ), αλλά πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό από τη μυθοπλασία. Ήταν σχετικά εύκολο να το κάνω, πολύ πιο εύκολο σε σχέση με ένα μυθιστόρημα. Έχω επίσης γράψει πολλά διηγήματα και essays τα τελευταία χρόνια. Μόνο όμως όταν ξεκινήσω το επόμενο μου μυθιστόρημα θα καταλάβω αν νιώθω πίεση εξαιτίας του Booker. Αν και έχω αποφασίσει ότι δεν θα νιώσω την παραμικρή πίεση.

Είστε απολύτως βέβαιη;
Ναι! Θα βγω νικήτρια από αυτή την αναμέτρηση. Όλες αυτές τις φωνές στο κεφάλι μου που λένε: «Αυτό που γράφεις δεν είναι τόσο καλό» θα τις πετάξω από το παράθυρο. Γιατί όχι και μέσα στο Αιγαίο!

Στα απομνημονεύματά σας αστειευόμενη γράφετε ότι είστε μια περίπτωση τεράστιας επιτυχίας από τη μια μέρα στην άλλη, όμως χρειάστηκε να περάσουν τέσσερις δεκαετίες για να σας συμβεί αυτό. Θυμάστε από πού αντλούσατε δύναμη για να συνεχίσετε;
Καταρχάς λάτρευα να γράφω. Αλλά ανέκαθεν κάποιοι αναγνώριζαν την ποιότητα της δουλειάς μου. Απλά αυτή η αναγνώριση δεν ήταν μεγάλης κλίμακας. Υπήρχαν πάντα άνθρωποι που εκτιμούσαν αυτό που έκανα, που πίστευαν ότι η δουλειά μου ήταν σημαντική, συναρπαστική και διασκεδαστική. Ακόμη και όταν ξεκίνησα να γράφω για το θέατρο, σε ηλικία 19-20 ετών, πάντα υπήρχαν άνθρωποι που τους άρεσε πολύ η δουλειά μου. Όλη αυτή η ενθάρρυνση ήταν απίστευτα σημαντική για μένα. Ομολογώ όμως ότι παρόλο που η ίδια η δημιουργική διαδικασία είναι ανταμοιβή για μένα, με ικανοποιεί δηλαδή απίστευτα πολύ, ξέρω ότι κανείς δεν γράφει για τον εαυτό του. Γράφεις για να διαβαστείς.

Όλη η λογοτεχνία αποτελεί ένα συνεχές ρεύμα. Η αληθινά σπουδαία σύγχρονη λογοτεχνία έχει τις ρίζες της στα κλασικά αριστουργήματα του παρελθόντος, οπότε νιώθω συνδεδεμένη με αυτά κατά κάποιο τρόπο, παρόλο που τα τελευταία χρόνια δεν τα διαβάζω.

Ως συγγραφέας ακολουθείτε κάποια συγκεκριμένη διαδικασία; Σχεδιάζετε, για παράδειγμα, τον σκελετό του βιβλίου ή ξεκινάτε να γράφετε κι όπου σας βγάλει;
Έχω γράψει οχτώ βιβλία και η διαδικασία υπήρξε διαφορετική για το καθένα. Σε ένα από τα βιβλία μου, το “The Emperor’s Babe” ξεκίνησα από το τέλος του. Σε άλλα δουλεύω βλέποντας και κάνοντας. Σε άλλα έχω μια σχετική δομή κατά νου. Κάθε βιβλίο μου ξεκινάει διαφορετικά. Και καταλήγει διαφορετικά. Σίγουρα όμως δεν λειτουργώ «επιστημονικά», έχοντας δηλαδή δέκα ξεκάθαρα βήματα στην πλοκή, με βάση τα οποία πρέπει να πορευτώ. Λειτουργώ πολύ με το ένστικτό μου.

Διαβάζετε βιβλία άλλων όταν γράφετε;
Ναι, τώρα πια το κάνω. Υπήρξαν περίοδοι που έγραφα μυθοπλασία και μου ήταν δύσκολο να διαβάσω άλλη μυθοπλασία. Κυριευόμουν από άγχος ότι όλοι είναι καλύτεροι από μένα.

Ως αναγνώστρια κατά κανόνα προτιμάτε να διαβάζετε σύγχρονούς σας συγγραφείς ή τους κλασικούς;
Η αλήθεια είναι ότι μου στέλνουν διαρκώς πολλά βιβλία. Θα έλεγα ότι σε κάποιο βαθμό έτσι διαμορφώνονται οι αναγνωστικές μου συνήθειες. Είμαι δηλαδή πολύ ενημερωμένη σχετικά με τη σύγχρονη μυθοπλασία, ειδικά με τη μαύρη βρετανική μυθοπλασία. Εδώ και πολύ καιρό δεν ασχολούμαι με τα κλασικά. Την ίδια στιγμή όμως όλη η λογοτεχνία αποτελεί ένα συνεχές ρεύμα. Η αληθινά σπουδαία σύγχρονη λογοτεχνία έχει τις ρίζες της στα κλασικά αριστουργήματα του παρελθόντος, οπότε νιώθω συνδεδεμένη με αυτά κατά κάποιο τρόπο, παρόλο που τα τελευταία χρόνια δεν τα διαβάζω. Σε κάθε περίπτωση, όταν όντως διάβαζα όλα αυτά τα αριστουργήματα, μετά ένιωθα κι εγώ σαν αγωγός τους με τα δικά μου κείμενα.

Ποια η γνώμη σας λοιπόν για τη σύγχρονη λογοτεχνία;
Είναι συναρπαστική! Υπάρχουν πολλοί χαζούληδες συνάδελφοί μου εκεί έξω που λένε ότι το μυθιστόρημα έχει πεθάνει. Ξέρετε όμως γιατί το λένε; Tι πιστεύουν στ’ αλήθεια; Ότι μόνο τα δικά τους βιβλία αξίζουν, τα υπόλοιπα είναι σκουπίδια. Ανοησίες!

Η φωτογράφιση της Μπερναρντίν Εβαρίστο έγινε στο New Hotel. Ανδρέας Σιμόπουλος


Τον τελευταίο καιρό γίνεται μεγάλη συζήτηση με αφορμή τις παρεμβάσεις που γίνονται σε βιβλία επανεκδόσεις βιβλίων μετά από παρεμβάσεις των λεγόμενων «αναγνωστών ευαισθησίας» (sensitivity readers), με πιο πρόσφατο παράδειγμα τα βιβλία της Αγκάθα Κρίστι. Η γνώμη μου είναι ότι πρόκειται για μια στρεβλή, αν όχι και νοσηρή εκδοχή της πολιτικής ορθότητας. Η δική σας;
Προφανώς όταν γράφω δεν αποτυπώνω μόνο τα προσωπικά μου βιώματα. Τα ξεπερνάω, δημιουργώ φανταστικούς κόσμους. Αυτό σημαίνει μυθοπλασία. Προσωπικά δε νιώθω ότι δεν έχω ανάγκη τους «αναγνώστες ευαισθησίας». Δίνω όμως τα χειρόγραφά μου σε μερικούς ανθρώπους των οποίων τη γνώμη εκτιμώ. Για παράδειγμα αν «γεννάω» ένα γκέι χαρακτήρα, αργά ή γρήγορα θα δώσω το κείμενο σε ένα γκέι φίλο μου και θα τον ρωτήσω αν αυτά που γράφω είναι εντάξει. Οπότε δεν χρειάζεται να ακολουθήσω την επίσημη οδό των συγκεκριμένων αναγνωστών.

Πιστεύετε ότι είναι απαραίτητοι;
Θεωρητικά στην εποχή μας θα μπορούσαν να είναι χρήσιμοι. Δυστυχώς η κατάσταση συχνά γίνεται ακραία. Αν όμως ένα μυθιστόρημα είναι γεμάτο από τη λέξη «νέγρος», οι περισσότεροι άνθρωποι θα έκριναν ούτως ή άλλως ότι αυτό δεν είναι αποδεκτό με βάση τα σημερινά δεδομένα. Όχι ότι παλιότερα ήταν, αλλά τέλος πάντων.

Άρα ένας συγγραφέας που πιστεύει ότι το βιβλίο του χρειάζεται λέξεις όπως «νέγρος», «χοντρός» ή «κοντοπίθαρος», δεν πρέπει να τις χρησιμοποιήσει;
Εξαρτάται από το πώς θα χρησιμοποιήσεις τη λέξη «νέγρος». Θεωρητικά αν τη χρησιμοποιήσεις ως υποτιμητικό επιθετικό προσδιορισμό, σήμερα είναι απαράδεκτο. Αλλά και πάλι όλα εξαρτώνται από τα συμφραζόμενα. Είναι προφανώς δύσκολο ζήτημα και πρέπει να αντιμετωπίζεται κατά περίπτωση. Όλος αυτός ο πρόσφατος ντόρος με τα βιβλία του Ρόαλντ Νταλ γιατί θεωρήθηκε προσβλητική η χρήση της λέξης «χοντρός», κατά τη γνώμη μου είναι ακραίος. Η λέξη «χοντρός» είναι επίθετο, είναι περιγραφή, δεν χρησιμοποιείται κατ’ ανάγκη με αρνητική χροιά. Προσωπικά την έχω χρησιμοποιήσει πολλές φορές στα βιβλία μου.

Πέρα από αυτό όμως, δεν είναι κοντόφθαλμη και με προοπτικές μπούμερανγκ όλη αυτή η εκ των υστέρων παραχάραξη της ιστορίας μέσα από μία πρώτου επιπέδου προσαρμογή στα κελεύσματα της εποχής όσον αφορά έργα τέχνης που δημιουργήθηκαν σε μια άλλη;
Εννοείται διότι αν ξεκινήσεις, δεν υπάρχει σταματημός και δεν γίνεται να ξαναγράψεις τα πάντα. Προφανώς αν απομονώσεις μερικές λέξεις του Ρόαλντ Νταλ και τις παρουσιάσεις από μόνες τους στα νέα παιδιά, είναι σαν να τους λες ότι είναι αποδεκτό να χρησιμοποιούν αυτή την ορολογία. Είναι όμως αποδεκτό στον 21ο αιώνα; Φυσικά δεν είναι. Γι’ αυτό επιμένω ότι έχουν σημασία τα συμφραζόμενα.

Όσον αφορά τα δικά σας βιβλία, όπως είπατε νωρίτερα είναι διαφορετικά το ένα από το άλλο. Δεν διακρίνετε όμως κάποιο δομικό στοιχείο στον τρόπο γραφής σας που μένει ίδιο κι απαράλλαχτο από βιβλίο σε βιβλίο;
Είναι δύσκολο να πω κάτι τέτοιο γιατί και όλοι οι άλλοι μου λένε ότι τα βιβλία μου τους φαίνονται πολύ διαφορετικά μεταξύ τους. Ίσως η κλωστή που τα ενώνει να είναι ακριβώς αυτή η μεταξύ τους διαφοροποίηση. Θεωρώ ότι πάνω απ’ όλα είμαι τολμηρή συγγραφέας. Πειραματίζομαι.

Θα θέλατε όμως το αναγνωστικό κοινό να αντιλαμβάνεται από τις πρώτες κιόλας γραμμές ενός βιβλίου ότι είναι δικό σας;
Δεν ξέρω αν συμβαίνει, ούτε αν μπορεί να συμβεί. Και δεν μπορώ να εξετάζω τη δουλειά μου μέσα από αυτό το πρίσμα, είμαι υπερβολικά συνδεδεμένη με τις λέξεις και τα βιβλία μου.

Γράφετε έχοντας κάποια αίσθηση ευθύνης ως πνευματικός άνθρωπος απέναντι στους εν δυνάμει αναγνώστες σας;
Αν υπάρχει κάποια τέτοια αίσθηση ευθύνης έχει να κάνει με την αφρικανική διασπορά που ως γνωστόν κεντρίζει το ενδιαφέρον μου. Θέλω να μεταφέρω εκεί έξω τέτοιες ιστορίες που στο παρελθόν δεν έχουν εξερευνηθεί αρκετά. Όμως η βασική μου ευθύνη όταν δημιουργώ μια τέτοια ιστορία είναι πρώτα και πάνω απ’ όλα απέναντι στην ίδια την ιστορία. Ταυτόχρονα είμαι ένας πολιτικοποιημένος άνθρωπος. Έχω επίγνωση του τι κάνω. Αλλά δεν νιώθω ότι με αυτά που γράφω έχω ευθύνη απέναντι σε συγκεκριμένους ανθρώπους ή κοινωνικές ομάδες. Αυτό θα επηρέαζε υπερβολικά τη δημιουργικότητά μου. Θα κατέληγε σε κάποιου τύπου λογοκρισία που θα επέβαλλα η ίδια στη δουλειά μου. Πρέπει να νιώθω απόλυτη δημιουργική ελευθερία για να γράψω.

Κατά δική σας ομολογία στο παρελθόν υπήρξατε οργισμένη εξαιτίας του ότι οι μαύρες γυναίκες δεν ήταν ορατές στη βρετανική λογοτεχνία. Σήμερα δεν επηρεάζεται ούτε στο ελάχιστο η δημιουργική σας διαδικασία από το γεγονός ότι ο κόσμος περιμένει κατά κάποιο τρόπο ένα μεγάλο statement από τα γραπτά σας; Αναρωτιέμαι δηλαδή αν η επίγνωση αυτών των προσδοκιών κάνει λιγότερο διασκεδαστικό το γράψιμο.
Δεν νομίζω ότι όντως περιμένει ο κόσμος από μένα ένα μεγάλο, βαρυσήμαντο statement. Στο «Κορίτσι, γυναίκα, άλλο» υπήρχαν δώδεκα βασικοί χαρακτήρες, εκ των οποίων οι έντεκα ήταν γυναίκες και μάλιστα πολύ διαφορετικές μεταξύ τους. Οπότε αν έκανα κάποιο statement, αυτό είχε να κάνει με το πόσο ετερογενείς είναι οι μαύρες Βρετανίδες. Προερχόμαστε από διαφορετικά κοινωνικά και οικονομικά background, κάνουμε διαφορετικές δουλειές και είμαστε πολύ διαφορετικές η μία από την άλλη. Δεν υπάρχει κανένα άλλο μεγάλο statement από τη μεριά μου πέρα από την αξία του πλουραλισμού.

Στο πέρασμα των δεκαετιών όμως η βρετανική κοινωνία άλλαξε, έγινε πολύ πιο συμπεριληπτική κι εγώ απέκτησα τη δυνατότητα να δουλέψω μέσα στο σύστημα. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι μια συμβιβασμένη, συστημική προσωπικότητα.

Σήμερα δεν πετάτε πια πέτρες, όπως έχετε πει, κατά του συστήματος. Κάποτε όμως το κάνατε. Πότε αρχίσατε να συνειδητοποιείτε ότι αλλάζετε ως άνθρωπος; Και πότε συμφιλιωθήκατε με αυτή την αλλαγή;
Η αλλαγή έγινε σταδιακά σε βάθος δεκαετιών. Στα 20 μου ήμουν σίγουρα αουτσάιντερ. Η βρετανική κοινωνία τότε ήταν πολύ διαφορετική. Ο ρατσισμός ήταν πολύ πιο έντονος και βαθύς. Ενηλικιώθηκα ως θεατράνθρωπος σε μια χώρα που οι μαύρες γυναίκες αποκλείονταν από ρόλους, οι ιστορίες μας δεν θεωρούνταν ενδιαφέρουσες, οπότε συνδημιούργησα με δυο φίλες μου τη δική μας θεατρική ομάδα, το «Θέατρο των Μαύρων Γυναικών» (Theatre of Black Women). Κανείς δεν μας υπολόγιζε, ήμασταν αουτσάιντερ ως ομάδα. Στο πέρασμα των δεκαετιών όμως η βρετανική κοινωνία άλλαξε, έγινε πολύ πιο συμπεριληπτική κι εγώ απέκτησα τη δυνατότητα να δουλέψω μέσα στο σύστημα. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι μια συμβιβασμένη, συστημική προσωπικότητα. Ή μάλλον είμαι συστημική αλλά ταυτόχρονα είμαι και ο ίδιος άνθρωπος που ήμουν πριν από σαράντα χρόνια. Συνεχίζω να πιστεύω στην συμπεριληπτικότητα και να παλεύω για μια κοινωνία με ίσες ευκαιρίες για όλους. Αυτές τις θέσεις αντιπροσωπεύω μέσα στο σύστημα που ανήκω πια. Δεν είμαι εκεί για να χειροκροτώ και να εγκρίνω την κουλτούρα των ελίτ. Είμαι εκεί για να κάνω το σύστημα πιο ανοιχτό στους υπόλοιπους.

Είναι όντως η κατάσταση πολύ καλύτερη σήμερα σε σχέση με τα χρόνια της νιότης σας;
Δεν μπορείς καν να συγκρίνεις το 1983 με το 2023. Έχουν συμβεί πολλά από τότε. Και παρόλο που σήμερα υπάρχει ένα κάποιο backlash απέναντι στις προοδευτικές ιδέες και πολιτικές, είμαστε χωρίς αμφιβολία σε πολύ καλύτερο σημείο.

Η κατάσταση είναι αισθητά καλύτερη ακόμη και σε σχέση με πέντε χρόνια νωρίτερα;
Ναι, σίγουρα.

"Μπορεί να μη σου αρέσουν οι πολιτικές επιλογές του, όμως σήμερα η Βρετανία έχει πρωθυπουργό ασιατικής καταγωγής. Και αυτό είναι ένδειξη προόδου για μια κοινωνία." Ανδρέας Σιμόπουλος


Το Brexit δεν επηρέασε καθόλου την πρόοδο της χώρας σας;
Το Brexit ήταν η αποστολή αυτοκτονίας της Βρετανίας, με τη στήριξη πολλών ανόητων ψηφοφόρων που δεν ήξεραν τι τους γίνεται, γι’ αυτό και πίστεψαν τα γελοία επιχειρήματα μερικών γελοίων πολιτικών. Είναι θλιβερό, αλλά συνέβη. Αυτό όμως που δεν ξέρουν ή έστω προσπερνάνε τόσοι και τόσοι άνθρωποι από το εξωτερικό είναι ότι σχεδόν ο μισός πληθυσμός της χώρας μου ψήφισε κατά του Brexit. Δεν πίστεψε δηλαδή σύσσωμος ο βρετανικός λαός στην ανοησία του Brexit. Ευτυχώς όμως σήμερα παραμένουμε μια πολύ πιο προοδευτική κοινωνία σε σχέση με πριν από δεκαετίες. Το Brexit δεν το σταμάτησε αυτό. Μπορεί να μη σου αρέσουν οι πολιτικές επιλογές του, όμως σήμερα η Βρετανία έχει πρωθυπουργό ασιατικής καταγωγής. Και αυτό είναι ένδειξη προόδου για μια κοινωνία.

Ως συγγραφέας ποιος είναι ο αγαπημένος σας τρόπος να τεμπελιάζετε και να αναβάλλετε τη δουλειά για αργότερα;
Σερφάρω στο ίντερνετ. Αυτό δεν κάνουν όλοι;

Δεν ανήκετε δηλαδή σε εκείνη τη συνομοταξία συγγραφέων -στο μυαλό μου έχω τον Τζόναθαν Φράνζεν- που κλείνουν το wi-fi και απομονώνονται για να γράψουν;
Έχω πια αποδεχθεί τις αδυναμίες μου, μία εκ των οποίων είναι ότι αποσπάται εύκολα η προσοχή μου. Κάνω όμως τη δουλειά που πρέπει να κάνω. Δεν με αποτρέπει από το να είμαι δημιουργική, από το να γράφω βιβλία, από το να σκέφτομαι σε βάθος τα πράγματα τόσο γύρω μου όσο και στις σελίδες μπροστά μου.

Έχει παγιωθεί βέβαια και αυτή η νέα ψηφιακή δυναμική στη σχέση των καλλιτεχνών και του κοινού. Παλιότερα οι δύο πλευρές είχαν ελάχιστη διάδραση. Τώρα οι fans θεωρούν αυτονόητη την πρόσβαση στην προσωπική ζωή όσων δημιουργούν την κουλτούρα που καταναλώνουν.
Προσωπικά χρησιμοποιώ τα social media κυρίως για λόγους marketing. Είναι ένας τρόπος για να ενημερώσεις τον κόσμο για αυτά που κάνεις. Ο κόσμος όμως δεν ξέρει αυτά που σκέφτομαι κάθε στιγμή – αν και μερικές φορές θα εκφράσω τη γνώμη μου για κάποιο ζήτημα ή μπορεί να ανεβάσω στο instagram μερικές φωτογραφίες από την Ελλάδα όταν επιστρέψω στο σπίτι μου. Προφανώς όλο αυτό με τα social media δημιουργεί στους ακόλουθους σου την αίσθηση ότι σε γνωρίζουν περισσότερο, ενώ παλιότερα το πολύ πολύ να σε έβλεπαν σε μια παρουσίαση βιβλίου ή να διάβαζαν μια συνέντευξη σου στην εφημερίδα. Ναι, κάποιος που με ακολουθεί στα social, ξέρει πράγματα για μένα. Στο τέλος της ημέρας όμως όλο αυτό συμβαίνει οnline, όχι στην πραγματική, καθημερινή ζωή. Όλοι αυτοί οι followers δεν κάθονται δίπλα μου στο μετρό.

Άρα δεν σας αφορούν ενδεχόμενες συζητήσεις που μπορεί να γίνονται για εσάς χωρίς εσάς στα social media;
Όπως όλοι έτσι και ’γώ έχω πέσει θύμα τρολαρίσματος κάνα δυο φορές από ανόητους τύπους που έχουν μια σταλιά μυαλό. Μερικές φορές αναρωτιέμαι από ποιους υπονόμους βγαίνουν, σαν τα ερπετά, τα τρολ των social media και χωρίς κανένα λόγο σε κακολογούν. Ευτυχώς δεν το έχω ζήσει πολλές φορές. Όποτε συμβαίνει τους μπλοκάρω, δεν θέλω να τα βλέπω όλα αυτά. Νομίζω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι στο twitter, η λειτουργία του οποίου δυστυχώς βασίζεται σε έξαλλους χρήστες, τους δίνει τη δυνατότητα να εκφράσουν δημόσια τη γνώμη τους, ενώ είναι αδύνατο να κάνουν εποικοδομητικό διάλογο. Ίσως κάποτε να μπορούσες να κάνεις διάλογο στο twitter. Όχι πια. Έχει καταντήσει βόθρος και προσπαθώ να μην πέφτω στα βαθιά του.

Σας λείπει κάτι από την εποχή που ήσασταν μία ταλαντούχα μεν, άσημη δε συγγραφέας; Θα θέλατε να αποκτήσετε με κάποιο μαγικό τρόπο την ευκαιρία να δώσετε έστω μία συμβουλή στο νεότερο εαυτό σας;
Η μεγαλύτερη Εβαρίστο θα αντιμετώπιζε στοργικά τη νεότερη. Καλό μου κορίτσι, θα της έλεγε, δεν έχεις ιδέα τι θα φέρει στο δρόμο σου η ζωή, έτσι δεν είναι; Από την άλλη η νεότερη Εβαρίστο στην αρχή θα κοιτούσε τη μεγαλύτερη και θα σκεφτόταν: Κοιτάξτε την προδότρια! Είναι Πρόεδρος στη Βασιλική Εταιρία Λογοτεχνίας! Πώς κατάντησε έτσι; Μετά όμως αν άνοιγε συζήτηση με τη μεγαλύτερη Εβαρίστο, θα τη λάτρευε, θα καταλάβαινε από πού προέρχεται, ότι κατά κάποιο τρόπο δεν έχει αλλάξει, ότι είναι απλώς πιο ώριμη. Και στο τέλος σίγουρα θα γελούσαν μαζί αυτές οι δύο.

Τα βιβλία της Μπερναρντίν Εβαρίστο κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Gutenberg. Η συνέντευξη έγινε με αφορμή τη συζήτηση που έγινε μαζί της στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα