Άντζελα Δημητρακάκη: Τραγικό να συγχέεις το φλερτ με τη σεξουαλική παρενόχληση

Άντζελα Δημητρακάκη: Τραγικό να συγχέεις το φλερτ με τη σεξουαλική παρενόχληση
Γυναίκα διαδηλώνει μπροστά από τη Βουλή AP

Η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και συγγραφέας Άντζελα Δημητρακάκη μιλά στο Νews 24/7 για τη γυναικεία χειραφέτηση, το κίνημα του φεμινισμού τώρα και στο παρελθόν και για το κρίσιμο ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχλησης.

Τι ακριβώς πρεσβεύει εν έτει 2019 η γιορτή της γυναίκας; Είναι απελευθερωμένη η σύγχρονη γυναίκα σήμερα ή πέφτει ακόμη θύμα της σχεδόν ανίκητης πατριαρχίας; Τι ακριβώς γίνεται με το κίνημα εναντίον της σεξουαλικής παρενόχλησης; Πρόκειται για ερωτήματα που “καίνε”. Ισως να μην υπήρχε πιο κατάλληλη γυναίκα να απαντήσει από την Αντζελα Δημητρακάκη, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και συγγραφέα η οποία, μιλώντας στο Νews 24/7, αναλύει πολλές από τις πιο ενδιαφέρουσες εκδοχές των θεμάτων που θέτουν τα ερωτήματα με λόγο τολμηρό αλλά, κυρίως, τεκμηριωμένο.

Το γεγονός ότι κόσμος γιορτάζει παγκόσμια ημέρα για τη γυναίκα δεν σας φαίνεται αρκετά “ύποπτο” από μόνο του για τη “συμπεριφορά” που επεφύλαξε σ’ αυτήν διαχρονικά;

Η 8η Μαρτίου έχει μεγάλη ιστορία που είναι κομμάτι της ιστορίας της Αριστεράς. Καθιερώνεται από το Διεθνές Συνέδριο των Σοσιαλιστριών ως δημόσια αργία μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και μόνο στη δεκαετία του ’70 την υιοθετούν τα Ηνωμένα Έθνη. Δεν νομίζω ότι θα έπρεπε, ή ότι μπορούμε, ν’ αγνοήσουμε αυτή την ιστορία, κυρίως σήμερα που βλέπουμε να αναπτύσσεται ένα νέο, παγκόσμιο αυτή τη φορά, φεμινιστικό κίνημα υπό την αιγίδα της Διεθνούς Απεργίας των Γυναικών.

Το 2017 υπήρξε μια καθοριστική χρονιά ως προς αυτές τις εξελίξεις, όταν προτείνεται το σύνθημα «Για ένα φεμινισμό του 99%». Πρόσφατα εκδόθηκε και το σχετικό βιβλίο-μανιφέστο με τον ίδιο τίτλο που έχει ήδη μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.

Συμφωνώ ωστόσο ότι έως πρόσφατα, και πριν από αυτές τις εξαιρετικά σημαντικές εξελίξεις, ο εορτασμός της Ημέρας της Γυναίκας έτεινε να είναι τυποποιημένος: κάτι σαν την Ημέρα της Μητέρας, που τη γιορτάζουμε μια φορά το χρόνο με λουλούδια ενώ συνεχίζεται απρόσκοπτα η εκμετάλλευση και η καταπίεση τον υπόλοιπο χρόνο. Είχα και η ίδια παραπονεθεί δημόσια για το πώς είναι ενταγμένη μια μέρα τις γυναίκες στη δημόσια συνείδηση. Όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει και οι κινητοποιήσεις που γίνονται – ειδικά από το 2016 και μετά, καθώς η εκλογή του Τραμπ αλλά και γενικότερα η επίθεση στα δικαιώματα των γυναικών σε χώρες όπως η Πολωνία – χρειάζονται στήριξη και υποστήριξη.

Γιατί, μετά από τόσα χρόνια αγώνων, συχνά και αιματηρών, υπάρχουν διακρίσεις εναντίον των γυναικών ακόμη και στον αναπτυγμένο κόσμο;

Γιατί οι έμφυλες διακρίσεις είναι δομικό στοιχείο του σύγχρονου πατριαρχικού καπιταλισμού και όχι ένα τυχαίο υπόλειμμα παλαιότερων εποχών. Θέλω να πω ότι όταν βλέπουμε πώς είναι ενταγμένη στο σύστημα η απλήρωτη εργασία στο σπίτι ως αθέατη πλευρά της οικονομίας, κατανοούμε ότι πόσο το σύστημα στηρίζεται σε αυτή. Τον Οκτώβριο του 2018 δημοσιεύτηκε μια μελέτη για την αξία της απλήρωτης οικιακής εργασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο: πάνω από 1 τρις εκατ. λίρες. Είναι τρομακτικό, πραγματικά, και μιλάμε μόνο για μία χώρα. Οι διακρίσεις λοιπόν δεν είναι τυχαίες. Ούτε η έμφυλη βία που απαιτείται για να μείνουν οι γυναίκες στη θέση τους είναι τυχαίο φαινόμενο. Όλα αυτά είναι στοιχεία ενός παζλ που εμφανίζεται σε διαφορετικό βαθμό σε όλες τις σύγχρονες κοινωνίες.

Γυναίκες διαδηλώνουν στο Λος Αντζελες AP

Εκφράζεται η άποψη ότι σε χώρες όπως η Ελλάδα, που “φλερτάρουν” και με την Ανατολή, ουσιαστικά το φεμινιστικό κίνημα δεν άνθισε ποτέ. Ισχύει αυτό και αν γιατί; Ποια είναι η άποψή σας;

Ασφαλώς δεν ισχύει αυτό. Η Ελλάδα (όπως και η Τουρκία) έχει φεμινιστικό κίνημα από το 19ο αιώνα. Το ότι το ελληνικό κράτος έχει αφαιρέσει από την σχολική εκπαίδευση τα ίχνη αυτής της μακράς και περίπλοκης ιστορίας ενώ επιβάλει στα παιδιά πατριαρχικές μυθολογίες περί Αδάμ και Εύας μέσα από τα Θρησκευτικά λέει πολλά. Ουσιαστικά οι γυναίκες – και οι Ελληνίδες – αποκόπτονται από την ιστορία των αγώνων τους. Και μαζί τους, αποκόπτονται και οι άντρες, με αποτέλεσμα την άγνοια και την συνέχιση των γνωστών μοτίβων συμπεριφοράς.

Σίγουρα υπήρξε κάποια μικρή καθυστέρηση στην Ελλάδα ως προς την έκφραση του καλούμενου Δεύτερου Κύματος του φεμινισμού, που αλλού στη Δύση εμφανίζεται ήδη από τη δεκαετία του ’60. Εδώ, εφόσον είχαμε τη δικτατορία του «Πατρίς Θρησκεία Οικογένεια» βλέπουμε το κίνημα να ανθεί από τη Μεταπολίτευση και μετά. Και να καταρρέει σταδιακά όταν υπάρξουν οι πρώτες αλλαγές με βάση τις διεκδικήσεις, λες και εξαντλήθηκε το θέμα μέσα από στοιχειώδεις μεταρρυθμίσεις. Το ’90 μεθοδεύτηκε πολύ έξυπνα το αφήγημα του μετα-φεμινισμού – και στην Ελλάδα. Σήμερα όμως υπάρχουν – επίσης, και στην Ελλάδα – έντονες κινητοποιήσεις που συνθέτουν ένα νέο φεμινιστικό κίνημα, τόσο μέσω του ακτιβισμού όσο και μέσω της θεωρητικής ανάλυσης.

Η πατριαρχία είναι ακόμη παρούσα εν έτει 2019, σχεδόν παντού. Μήπως ευθύνονται και οι γυναίκες γι’ αυτό;

Η ερώτηση-κλειδί. Θα έλεγα πως σε κάποιο βαθμό ευθύνονται και οι γυναίκες. Οι λόγοι έχουν – επίσης, σε κάποιο βαθμό – αναλυθεί μέσα από ψυχαναλυτικά κείμενα, όπως εκείνο που της Joan Riviere, “Womanliness as a Masquerade” (1929) για την επιθυμία να είναι αρεστές στους άντρες. Έχουν γραφτεί κι άλλα πολλά.

Η γενικότερη εικόνα ωστόσο είναι πως όταν μεταφράζεται σε ανάλυση της προσωπικής ζωής η αφύπνιση που επιχειρεί ο φεμινισμός μπορεί να είναι πολύ τραυματική, γιατί η γυναίκα (μόνη, ως άτομο) κρίνει ότι ξαφνικά βρίσκεται στη θέση του θύματος, ότι έχει θυματοποιηθεί ακριβώς από όσα συνθέτουν τη μόνη πραγματικότητα που γνωρίζει. Και κανείς – και καμία – δεν θέλει να ταυτιστεί με τη θέση θύματος, υπάρχει πάντα τεράστια εσωτερική αντίσταση ως προς αυτό. Είναι πολύ πιο εύκολο ψυχολογικά να συνεχίσει να ζει μια γυναίκα (αλλά και ένας άντρας) σε βολικές δομές κομφορμισμού που αναπαράγουν το οικείο – έστω και το καταπιεστικά οικείο – ειδικά αν και οι περισσότερες γυναίκες γύρω σου ζουν έτσι.

Ακριβώς για τους παραπάνω λόγους, ο φεμινισμός προσπαθεί πάντα να λειτουργήσει κινηματικά, να μην αφεθεί στο να μεταφραστεί απλώς ως «προσωπικός αγώνας». Ο προσωπικός αγώνας είναι ένας μύθος γιατί κανείς και καμία δεν χειραφετείται ατομικά αλλά μέσω κάποιας συλλογικής στήριξης – έστω από δομές κρατικές ή από φιλικές σχέσεις. Η έννοια του sisterhood πρόσφερε, και προσφέρει, ένα τέτοιο δίχτυ στήριξης και ριζοσπαστικής αλληλεξάρτησης. Είμαστε κοινωνικά όντα, και άρα δεν μπορούμε να λειτουργούμε ατομικά, λες και είμαστε ο μόνος άνθρωπος στον πλανήτη. Πάντα υπάρχει κάποια διάδραση, κάποια αλληλεπίδραση.

Ένα φεμινιστικό κίνημα προσφέρει αυτή τη διάδραση, την υποστήριξη, ώστε να υπάρξει διαδικασία αφύπνισης στο προσωπικό πεδίο. Το σύνθημα «το προσωπικό είναι πολιτικό» του Δεύτερου Φεμινιστικού Κύματος υπήρξε καθοριστικό, αλλά ξεχάστηκε όταν το κίνημα έσβησε. Πολλές γυναίκες δεν κατάφεραν να κάνουν αυτό το σύνθημα καθημερινή πρακτική. Και ας μην ξεχνάμε πόσο δύσκολο είναι να κάνεις το σύνθημα αυτό καθημερινή πρακτική όταν η νομοθεσία είναι εναντίον σου ή όταν για όποιους λόγους στερείσαι τη συλλογική υποστήριξη. Ή όταν η συλλογική υποστήριξη σου προσφέρεται για να νιώσεις καλά στον ρόλο σου: για παράδειγμα, η ιδεολογία που λέει «στη δική μας οικογένεια, η μάνα όριζε τα πάντα στο σπίτι» εννοώντας ότι η μάνα έχει κάποιου τύπου εξουσία στον ιδιωτικό χώρο, του σπιτιού. Και λοιπόν; Αυτό που κοιτάμε δεν είναι αν κάποιες γυναίκες έχουν εξουσία στον γυναικωνίτη, αλλά τη θέση τους συνολικά στην κοινωνία σε σύγκριση με τους άντρες.

Ο διαχωρισμός της ιδιωτικής και της δημόσιας σφαίρας ως έμφυλη πραγματικότητα ισχύει ακόμη έντονα στην Ελλάδα, όπως και σε όλες σχεδόν τις χώρες. Όχι τόσο όσο στη Σαουδική Αραβία, αλλά ισχύει. Στην Ελλάδα λείπει ιδιαίτερα ένας διάλογος γύρω από την κοινωνική αναπαραγωγή (social reproduction). Και καλλιεργείται συστηματικά – και στην καλύτερη περίπτωση – η εικόνα της γυναίκας που και φροντίζει την οικογένεια και φέρνει το δεύτερο (ή και μοναδικό) μισθό και γενικά είναι μια super-woman: η τέλεια μάνα, η τέλεια ερωμένη, η τέλεια εργαζόμενη. Και όταν δεν είναι, την κάνουν να νιώθει προσωπικά αποτυχημένη. Αυτά τα έλεγαν οι φεμινίστριες το ’80, όμως δεν σημαίνει ότι άγγιξαν το μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνίας.

Φωτογραφία αρχείου AP

Πολλοί ισχυρίζονται ότι στο κίνημα εναντίον της σεξουαλικής παρενόχλησης υπάρχει υποκρισία και ότι στο τέλος θα ποινικοποιηθεί ακόμη και το φλερτ… Ισχύει ή είναι ένα ακόμη αντρικό άλλοθι;

Ε, ασφαλώς, θα λεγόταν κάτι τέτοιο. Πάντα υπάρχουν καλές δικαιολογίες για να συνεχίζεται η κατάσταση πραγμάτων. Εδώ είχαμε (και έχουμε) αριστερούς άντρες σε πολλές χώρες που προσπάθησαν να αναχαιτίσουν τον φεμινισμό λέγοντας ότι είναι «ξενόφερτος», «δυτικός», κλπ. Επίσης, και σε σχέση με την προηγούμενη ερώτηση, βρέθηκαν εκατό γυναίκες από τον χώρο του πολιτισμού στη Γαλλία να ταχθούν κατά του κινήματος που αποκαλύπτει το μέγεθος της σεξουαλικής παρενόχλησης – τέτοιος φόβος και δουλοπρέπεια.

Είναι τραγικό ότι τόσοι άνθρωποι δεν μπορούν να αποταυτίσουν το φλερτ από τη σεξουαλική παρενόχληση, ότι λειτουργούν σαν πιόνια στην αναπαραγωγή της πατριαρχίας χωρίς να τολμούν να φανταστούν ή να βιώσουν κάτι διαφορετικό. Ευτυχώς, κάποιες ζήσαμε, και ζούμε, διαφορετικά ως προς αυτό. Όχι πως είναι εύκολο, αν και για κάποια περίοδο δεν ήταν και δύσκολο. Ξέρετε, θυμάμαι, ότι πολύ πριν γίνει θέμα δημόσιας συζήτησης, όταν ήμουν στα νησιά κι έβλεπα (κυρίως Ιταλούς) να πειράζουν συνέχεια, και συχνά χυδαία, γυναίκες στο δρόμο, πάντα έκανα παρέμβαση. Και ο εκάστοτε φίλος μου να λέει «σταμάτα, γιατί εγώ θα τις φάω».

Δεν σταμάτησα. Ούτε ανέχτηκα ποτέ κάτι τέτοιο προς το πρόσωπό μου, ακόμη κι όταν ήμουν έφηβη. Νομίζω στάθηκα κάπως τυχερή, αλλά ας μην μιλήσω προσωπικά, εκτός για να πω κάτι θετικό: ως γυναίκες, έχουμε κάθε δικαίωμα να κάνουμε εμείς το πρώτο βήμα (όπως και το ν’ αλλάξουμε γνώμη). Και κάποιες το κάναμε και το κάνουμε, και δεν υπήρξε κανένα πρόβλημα. Ή μάλλον, γινόταν πολύ γρήγορα σαφές τι άνθρωπο είχαμε προσεγγίσει, αν θέλαμε να προχωρήσουμε ή όχι. Για να λειτουργήσει όμως μια γυναίκα έτσι πρέπει να έχει αυτοπεποίθηση, να κινείται πέρα από στεγανά παθητικής αποδοχής απλώς της αντρικής επιθυμίας. Και είναι απελευθερωτικό και για τους άντρες, το να μην οφείλουν να παίρνουν εκείνοι πάντα την πρωτοβουλία, το να νιώσουν επιθυμητοί.

Πρόκειται για στοιχειώδη πράγματα που όμως είναι δύσκολο να γίνουν αποδεκτά στην ετεροκανονικότητα (heteronormativity) και στα πρότυπα ενεργητικό-παθητικό που ενστερνίζεται. Τώρα ωστόσο είναι μια πολύ πιο συντηρητική στιγμή κατά την οποία η πατριαρχία αντεπιτίθεται – και όλοι αυτοί οι «φόβοι» ποινικοποίησης του φλερτ είναι μέρος αυτής της αντεπίθεσης, τη στιγμή που είναι σαφής η σχέση της κουλτούρας παρενόχλησης και της κουλτούρας βιασμού και των γυναικοκτονιών. Το κίνημα «ούτε μία λιγότερη» είναι συμπληρωματικό του metoo: και τα δύο μας βοηθούν να αποκτήσουμε μια εφ’ όλης της ύλης εικόνα για τις διαβαθμίσεις της έμφυλης βίας. Ας μην ξεχνάμε και τον μισογυνισμό του κινήματος των Incel (involuntary celibates) που αισθάνονται διαρκώς σε απόρριψη και έχουν ανάγει το «γουστάρω και παίρνω» σε τρόπο ζωής. Η σχέση τους με την άκρα δεξιά και το νέο-φασισμό είναι γνωστή. Όμως πόσο απέχουν από τις «νορμάλ» συμπεριφορές;

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα