Το burnout της συνεχούς προβολής
Διαβάζεται σε 4'
Σε μια εποχή όπου η ταυτότητα έχει γίνει δημόσιο project, η απουσία προβολής μοιάζει με εξαφάνιση.
- 03 Νοεμβρίου 2025 12:38
Πρόσφατα σκεφτόμουν πόσο μου αρέσει όταν μια καφετέρια δίνει προσωπική πινελιά στο χάρτινο ποτήρι του καφέ που θα σου σερβίρει, ή όταν ένα μπαρ έχει χαραγμένη επάνω στο ποτήρι του μια φράση. Όχι επειδή η κίνηση αυτή θα δώσει κάτι στην ποιότητα του φρέντο εσπρέσσο που θα πιώ το πρωί, ή του τζιν τόνικ που θα πιώ το βράδυ, αλλά επειδή είναι αισθητικά όμορφο και θα το βάλω story. Ούτως ή άλλως -σκέφτηκα- μια φωτογραφία με ένα χαριτωμένο quote στον καφέ μου ταιριάζει απόλυτα με την online εικόνα και το brand μου.
Δεν σκέφτηκα τις παραπάνω πωλήσεις στις οποίες μπορεί να αποσκοπεί ένα κατάστημα όταν δίνει στον καταναλωτή «αφορμές» να το βγάλει φωτογραφία, αλλά το πόσο ταυτόσημη έχουμε την ύπαρξη μας στην καθημερινή ζωή με το χτίσιμο της πλατφόρμας μας, online και offline. Κάθε μέρα είναι μια δοκιμασία προβολής, από τα ρούχα που θα επιλέξεις να φορέσεις στο γραφείο, στο aesthetically pleasing πρωινό σου και το πλατώ τυριών που θα συνοδεύσει το βραδινό σου κρασί.
Η κάθε μας κίνηση είναι πλέον συνδεδεμένη με τη δημιουργία μιας αντίληψης για το ποιοι είμαστε, απλώς και μόνο επειδή υπάρχουμε. Το να ζεις σημαίνει να προβάλλεσαι. Κι αυτό δεν αφορά μόνο όσους είναι influencers ή κάνουν content creation. Είναι μια αίσθηση που βλέπουμε παντού: η παραμικρή κίνηση της καθημερινότητάς μας είναι marketing. Κάθε επιλογή, από το τι τρως μέχρι το πώς μιλάς, κουβαλά μια πρόθεση διαχείρισης εικόνας. Και κάπου εκεί, μέσα στην εμμονή να παρουσιαζόμαστε όπως θέλουμε να μας βλέπουν, αρχίζουμε να κουραζόμαστε από τον ίδιο μας τον εαυτό.
Κάποια στιγμή, αρχίζεις να μην ξέρεις πια αν προτιμάς καφέ από συγκεκριμένο κατάστημα επειδή το θέλεις ή επειδή «ταιριάζει» με την εικόνα σου. Αν βγάζεις φωτογραφίες για να θυμάσαι, ή για να σε θυμούνται. Αυτή η λεπτή γραμμή μεταξύ αυθεντικότητας και παρουσίασης είναι που εξαντλεί. Ζούμε σε μια εποχή όπου η απουσία προβολής μοιάζει σχεδόν με εξαφάνιση κι έτσι, η ανάγκη να είσαι διαρκώς «ενεργός» γίνεται καθήκον σου. Όμως, η διαρκής ανάγκη για παρουσία δεν σπαταλά μονάχα ενέργεια, αλλά φθείρει και την ίδια τη σχέση με τους εαυτούς μας.
Η αίσθηση αυτή δεν είναι τυχαία. Σύμφωνα με την έρευνα “LifeOnSoMe” του Πανεπιστημίου του Bergen, σε δείγμα 3.424 εφήβων, όσοι έδιναν μεγάλη έμφαση στην αυτο-παρουσίασή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εμφάνιζαν υψηλότερα επίπεδα άγχους και καταθλιπτικών συμπτωμάτων. Μια δεύτερη μελέτη της ίδιας ερευνητικής ομάδας κατέγραψε συσχέτιση μεταξύ έμφασης στην εικόνα και τελειομανίας, ενώ για τα κορίτσια, ακόμη και την εμφάνιση διατροφικών διαταραχών.
Η κοινωνία της προβολής δεν είναι πλέον μονάχα ένα σύμπτωμα των social media, αλλά μια νέα κοινωνική νόρμα. Μια οικονομία προσοχής όπου η ορατότητα έχει μετατραπεί σε προϋπόθεση ύπαρξης: για να ακουστείς, πρέπει πρώτα να φανείς, για να θεωρηθείς ενεργός, πρέπει να αφήνεις ίχνη. Η επιμέλεια της εικόνας μας έχει γίνει μια άτυπη μορφή εργασίας, απλήρωτης, αλλά διαρκούς. Ίσως, τελικά, η μεγαλύτερη πρόκληση της εποχής μας να μην είναι πώς θα προβληθούμε καλύτερα, αλλά πώς θα αντέξουμε να υπάρχουμε όταν κανείς δεν μας βλέπει.
*Η Μαρία Σωτηροπούλου είναι πολιτική επικοινωνιολόγος, απόφοιτη Πολιτικής Επιστήμης από το Πανεπιστήμιο Κρήτης και κάτοχος Μεταπτυχιακού Τίτλου στην Ευρωπαϊκή Διακυβέρνηση από το Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λέουβεν.