O συνδυασμός υψηλής θερμοκρασίας με υψηλό ποσοστό υγρασίας μπορεί μας κάνει να νιώθουμε τους 19 βαθμούς Κελσίου ως 41. iStock

ΕΡΧΕΤΑΙ ΚΑΥΣΩΝΑΣ ΠΟΥ ΘΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΨΗΣΕΙ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΜΑΣ

Όπως αλλάζουν όλα, αλλάζουν και οι καύσωνες. Τα ξηρά κύματα αντικαθιστώνται από τα υγρά που μπορούν να μας ψήσουν -κυριολεκτικά.

Το “φύσημα του δράκου” που ζήσαμε τις ημέρες του καύσωνα, όταν ευχόμασταν να σταματήσει ο αέρας που έκανε την ατμόσφαιρα ακόμα πιο αποπνικτική, είναι ό,τι θα ζούμε ως νόρμα στο εγγύς μέλλον, εξαιτίας ενός φαινομένου που θα αφήνει το σώμα μας να ρυθμίσει τη θερμοκρασία του.

Αυτό μοιραία, θα οδηγήσει σε πολλούς θανάτους, με τους καύσωνες κυριολεκτικά να μας ψήνουν, όπως λένε επιστήμονες κλίματος.

Στην παρούσα φάση, υπάρχει μια λύση στο πρόβλημα, αλλά αφενός δεν είναι για όλους, αφετέρου δεν είναι εγγυημένη. Άσε που σε επιδεινώνει και το πρόβλημα που λέγεται κλιματική κρίση.

Τι ζούμε;

Την τελευταία εποχή που ο ιδρώτας μας μπορεί να κάνει αυτό για το οποίο υπάρχει: να μας κρατάει δηλαδή, ζωντανούς στις υψηλές θερμοκρασίες.

Σύντομα, ο θερμοστάτης μας δεν θα λειτουργεί αποτελεσματικά.

Ας δούμε τι μας περιμένει.

Θα βράζουμε στο ζουμί μας

Όταν έχει καύσωνα, ιδρώνουμε και έτσι τα ζωτικά μας όργανα δεν ψήνονται. Θα έχεις παρατηρήσει ωστόσο, πως όταν υπάρχει στην ατμόσφαιρα υγρασία, ο ιδρώτας δεν μπορεί να εξατμιστεί το ίδιο εύκολα. Δηλαδή, δεν δροσιζόμαστε. Τουναντίον, δυσκολευόμαστε να αναπνεύσουμε.

Έρχονται ημέρες που το σώμα μας δεν θα μπορεί να διαχειριστεί τους καύσωνες, όπως αποκαλύπτει το ντοκιμαντέρ του Weathered που προβλήθηκε στο κανάλι PSB Terra στο YouTube και το επιμελήθηκε η science communicator, Maiya May.

Ήλθε η ώρα να μιλήσουμε για τα υγρά κύματα καύσωνα που είναι η πιο θανατηφόρα “έκδοση” του είδους, με αυτήν που ζούμε ως επί το πλείστον στον πλανήτη έως τώρα να είναι τα ξηρά κύματα.

Τα ακραία υγρά κύματα καύσωνα συχνά αναφέρονται ως wet-bulb (υγρού βολβού). Πρόκειται για ένα από τα πιο τρομακτικά υποπροϊόντα της κλιματικής αλλαγής και είναι ο λόγος που αισθανόμαστε ως αποπνικτική την ατμόσφαιρα, όταν έχει ζέστη και υγρασία.

Πάμε να δούμε ποια είναι η διαφορά μεταξύ των δυο κυμάτων και γιατί το υγρό είναι χειρότερος εχθρός μας.

Πώς εγκλωβίζεται ο ζεστός αέρας κοντά στην επιφάνεια της γης και έχουμε καύσωνα ξηρού κύματος. Weathered

Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΞΗΡΟΥ ΚΑΙ ΥΓΡΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ ΚΑΥΣΩΝΑ

Για να καταλάβουμε τι μας περιμένει, είναι απαραίτητο να εξηγήσουμε πώς προκύπτουν οι καύσωνες. Το ξηρό κύμα καύσωνα συνήθως “προκαλείται” από μεγάλα συστήματα υψηλής πίεσης, τα οποία εγκλωβίζουν ζεστό αέρα κοντά στην επιφάνεια.

Tα συστήματα αυτά πιέζουν τον αέρα προς τα κάτω και όπως συμπιέζεται, ζεσταίνεται. Αυτή η διαδικασία λέγεται αδιαβατική θερμότητα. Όσο η υψηλή θερμοκρασία μένει εγκλωβισμένη, η θερμότητα αυξάνεται κάθε ημέρα που δεν έχει σύννεφα ή αέρα να την παρασύρει.

Είναι ό,τι συνέβη στον καύσωνα της Ευρώπης, το 2003. Ήταν το πιο θερμό καλοκαίρι από το 1540 και ο λόγος θανάτου περισσότερων από 70.000 ανθρώπων -μόνο στο Παρίσι έχασαν τη ζωή τους 3.400 άνθρωποι. Οι πιο υψηλές θερμοκρασίες κατεγράφησαν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο.

Σε ό,τι αφορά το υγρό κύμα καύσωνα, η Δρ Casey Ivanovich, επιστήμονας κλίματος στο NASA Goddard Institute for Space Studies εξήγησε ότι «όπως ανεβαίνει η θερμοκρασία μπορεί να συγκρατήσει περισσότερη υγρασία στην ατμόσφαιρα. Αυτό σημαίνει πως εάν σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία οι θερμοκρασίες αέρα ανεβαίνουν με την κλιματική αλλαγή που βρίσκεται σε εξέλιξη, είναι πιθανό πως αν υπάρχει πηγή υγρασίας, η υγρασία επίσης θα αυξηθεί».

Αυτό σημαίνει πως -όπως είπαμε πρωτύτερα- όταν η θερμοκρασία είναι πολύ υψηλή και η υγρασία επίσης αυξημένη, γίνεται δύσκολη η εξάτμιση του ιδρώτα από το ανθρώπινο σώμα και άρα το να δροσιστούμε.

ΤΙ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙ Η ΖΕΣΤΗ ΣΕ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ ΜΕ ΤΗΝ ΥΓΡΑΣΙΑ

Η θερμοκρασία υγρού βολβού (wet-bulb temperature) είναι ένα μέτρο θερμοκρασίας που λαμβάνει υπ’ όψιν τη θερμοκρασία του αέρα και την υγρασία. Μετριέται με θερμόμετρο που είναι τυλιγμένο σε βρεγμένο ύφασμα και δείχνει πόσο αποτελεσματικά μπορεί να εξατμιστεί ο ιδρώτας.

Συγκεκριμένα, ο βολβός του θερμόμετρου είναι καλυμμένος με υγρό ύφασμα, επιτρέποντας την εξάτμιση του νερού που επηρεάζει την καταγραφόμενη θερμοκρασία.

Όσο υψηλότερη είναι η υγρασία, τόσο λιγότερο νερό εξατμίζεται.

Το αποτέλεσμα είναι η θερμοκρασία του υγρού βολβού να πλησιάζει σε αυτήν του αέρα.

Θεωρείται σημαντική μέτρηση, γιατί δείχνει πόσο δύσκολο είναι να δροσιστεί το ανθρώπινο σώμα, μέσω της εφίδρωσης. Όταν η θερμοκρασία υγρού βολβού είναι υψηλή (άνω των 30 βαθμών Κελσίου), η εξάτμιση του ιδρώτα μειώνεται. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε θερμική καταπόνηση έως θερμοπληξία, ειδικά σε συνθήκες καύσωνα.

Ως εκ τούτου, υπάρχουν ήδη θερμοκρασίες υγρού βολβού, στις οποίες ο ιδρώτας δεν μπορεί να εξατμιστεί αρκετά γρήγορα, ώστε να δροσίσει το ανθρώπινο σώμα.

«Μόλις ξεπεραστεί αυτό το όριο, δεν έχει σημασία πόση σκιά έχουμε από πάνω μας ή πόσο νερό πίνουμε. Δεν θα επιβιώσουμε χωρίς περιβαλλοντική ψύξη, όπως είναι ο κλιματισμός» εξηγεί η Δρ Ivanovich.

Οι ηλικιωμένοι κινδυνεύουν περισσότερο λόγω μειωμένης ικανότητας θερμορρύθμισης.

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΥΓΡΑΣΙΑ

Έχουν γίνει πολλές μελέτες, ώστε να διαπιστωθεί πώς η υγρασία με τη ζέστη επηρεάζουν το ανθρώπινο σώμα και -σε δεύτερο χρόνο- να διαπιστωθεί ποια είναι τα όρια μας, πριν ο συνδυασμός γίνει επικίνδυνος για την υγεία και τη ζωή μας.

Ωστόσο, δεν είναι εύκολο να αναγνωριστούν τα ορόσημα του υγρού κύμα καύσωνα, γιατί είναι επικίνδυνα.

Η Δρ Jane Baldwin, επιστήμονας κλίματος και καθηγήτρια στο Τμήμα Συστημάτων Γης στο University of California, Irvine είπε χαρακτηριστικά ότι «είναι προφανής ο λόγος που δεν μπορούμε να βάλουμε κάποιον σε έναν θάλαμο θερμότητας και να τον ψήσουμε, στην κυριολεξία. Θα ήταν ανήθικο.

Αυτό που μπορούμε να κάνουμε, είναι να αυξήσουμε τη θερμοκρασία και την υγρασία και να μετρήσουμε τη θερμοκρασία του οργανισμού ενός ατόμου (όχι τον πυρετό, αλλά αυτόν που έχουμε στο κέντρο του σώματος όπου είναι τα ζωτικά μας όργανα).

Το ζητούμενο είναι να δούμε σε ποιο σημείο αρχίζει να αυξάνεται η θερμοκρασία. Αυτό προσδιορίζεται ως το όριο».

Σχετικό Άρθρο

Όπως γνωρίζουμε ήδη, το ανθρώπινο σώμα κάνει γενικά καλή δουλειά στη ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος, μέσω της εφίδρωσης. Όταν περνάμε όμως, το όριο της βιωσιμότητας (οι επιστήμονες χρησιμοποιούν τον όρο “αποζημιωσιμότητα”), θερμοκρασία στο κέντρο του σώματος αρχίζει να αυξάνεται ανεξέλεγκτα.

Το εύρος του υγρού κύματος είναι στην πραγματικότητα πολύ χαμηλότερο από ό,τι πίστευαν μέχρι πρότινος οι ειδικοί.

«Μελέτη συνόψισε τις καλύτερες και πιο σύγχρονες εκτιμήσεις για αυτά τα ορόσημα. Βλέπουμε λοιπόν, ότι υπάρχει ένα εύρος. Οι θερμοκρασίες υγρού κύματος κυμαίνονται από τους 19 έως τους 32 βαθμούς Κελσίου».

Υπό συνθήκη υγρού κύματος, αισθανόμαστε τους 19 βαθμοί Κελσίου όπως τους 46 βαθμούς, όταν έχει χαμηλά ποσοστά υγρασίας ή τους 32 όταν έχει υψηλότερη υγρασία.

Ο λόγος που υπάρχει εύρος είναι γιατί το ορόσημο εξαρτάται από διάφορες παραμέτρους, όπως το επίπεδο δραστηριότητας, την ακριβή θερμοκρασία του αέρα, την ηλικία και τα επίπεδα υγρασίας.

«Η απόκριση των ηλικιωμένων στη ρύθμιση της θερμοκρασίας είναι χειρότερη. Ιδρώνουν λιγότερο αποτελεσματικά και έχουν υψηλότερο κίνδυνο συννοσηρότητας -πχ καρδιαγγειακές και αναπνευστικές παθήσεις».

ΠΟΥ ΣΤΗ ΓΗ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΤΟ ΒΙΟ ΑΒΙΩΤΟ ΕΞΑΙΤΙΑΣ ΤΟΥ ΥΓΡΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ ΚΑΥΣΩΝΑ

Όλα τα παραπάνω δεν θα γίνουν κάποτε στο μακρινό μέλλον. Στους 2 βαθμούς υπερθέρμανσης του πλανήτη που μπορούν να σημειωθούν σε διάστημα μικρότερο των δυο δεκαετιών, θα ζήσουν την αποπνικτική και επικίνδυνη αυτή ατμόσφαιρα στο 1/3 της ξηράς της Γης.

«Στο 35% της στεριάς του πλανήτη που θα επηρεαστεί βρίσκονται κάποιες από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές της Γης. Αφορά το μεγαλύτερο μέρος της Ινδίας, το μεγαλύτερο ποσοστό κατοικημένων περιοχών της Κίνας και το μεγαλύτερο μέρος του ανατολικού κομματιού των ΗΠΑ».

Αν συνεχίσουμε να αφήνουμε την υπερθέρμανση του πλανήτη να εξελίσσεται, με πιο ραγδαίους ρυθμούς από ποτέ, στους 4 βαθμούς υπερθέρμανσης συγκριτικά με τα προβιομηχανικά επίπεδα το 1960, ποσοστό άνω του 60% της ξηράς της Γης μπορεί να ζήσει τις επικίνδυνες θερμοκρασίες υγρού κύματος.

Στον Ευρωπαϊκό καύσωνα του 2003 μόνο στο Παρίσι πέθαναν 3.400 άνθρωποι. Οι επιστήμονες βρήκαν πως στους δυο επιπλέον βαθμούς υπερθέρμανσης, η ίδια πόλη θα αντιμετωπίζει τέτοιους θανατηφόρους καύσωνες μια φορά σε κάθε λίγα χρόνια. Όχι μια φορά μέσα σε έναν αιώνα. Εν τω μεταξύ, συγκριτικά με ό,τι αναμένεται να συμβεί, το Παρίσι θα ζει μια μέση συνθήκη. Αλλού τα πράγματα θα είναι ακόμα χειρότερα.

H ζωή μας θα εξαρτάται από το ρεύμα

Ιστορικά, υπάρχουν σπάνιες καταγραφές του φαινομένου. Νέες μελέτες ωστόσο, δείχνουν ότι στους δυο βαθμούς Κελσίου υπερθέρμανσης του πλανήτη, πολλές από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές της Γης είναι πιθανό να ζήσουν την εμπειρία.

Όπως διάβασες ήδη, ο μόνος τρόπος να προστατεύσουμε τον εαυτό μας από τις επικίνδυνες wet-bulb θερμοκρασίες είναι να ψύξουμε το περιβάλλον μας.

Τι θα συμβεί όμως, εάν αυτό δεν είναι εφικτό;

Δηλαδή, αν δεν υπάρχει ρεύμα, καθώς παραδοσιακά οι διακοπές ρεύματος προκύπτουν όταν στρεσάρεται το δίκτυο ηλεκτροδότησης, κάτι που γίνεται τις πιο ζεστές ημέρες του χρόνου -λόγω χρήσης κλιματιστικών;

Θα κινδυνεύουμε με θάνατο.

Ο κλιματισμός λοιπόν, θα γίνει ζωτικής σημασίας, όσο ακριβός και ενεργοβόρος και αν είναι. Όσο και αν συμβάλλει στην κλιματική αλλαγή, με ξεκάθαρο τον φαύλο κύκλο που προκύπτει.

Ένα trailer όσων έρχονται είναι αυτό που έγινε το 2015 όταν ακραίος υγρός καύσωνας ρεκόρ έπληξε το Καράτσι του Πακιστάν, με το θερμόμετρο να φτάνει στους 45 βαθμούς και την υγρασία να είναι αποπνικτική.

Σημειώθηκαν ουκ ολίγες διακοπές ρεύματος (μια διήρκεσε 18 ώρες), με την έλλειψη νερού να κάνει τα πράγματα ακόμα χειρότερα. Σε 10 ημέρες πέθαναν τουλάχιστον 1200 άνθρωποι, οι περισσότεροι από θερμοπληξία και αφυδάτωση.

Διαπιστώθηκε πως είχε ξεπεραστεί το όριο της αντοχής των ηλικιωμένων (65+) κατά 8 με 10%. Όταν όμως, η υπερθέρμανση φτάσει στους 2 βαθμούς Κελσίου, θα ξεπεραστεί το όριο και των ανθρώπων ηλικίας από 18 έως 40 ετών.

ΤΑ ΚΛΙΜΑΤΙΣΤΙΚΑ ΜΑΣ ΣΩΖΟΥΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΜΑΣ ΣΚΟΤΩΝΟΥΝ

Αυτό που πρέπει να θυμόμαστε για το όριο μας απέναντι στον καύσωνα υγρού κύματος είναι πως άπαξ και ζήσουμε έναν, ο μόνος τρόπος να επαναφέρουμε τα ζωτικά μας όργανα στην κανονική τους θερμοκρασία είναι με την ψύξη του εαυτού μας, με πάγο ή του περιβάλλοντος μας, με κλιματιστικό.

«Το κλιματιστικό είναι το μέτρο προσαρμογής και προστασίας που έχουμε. Μολονότι θα εξελιχθεί σε μεγαλύτερο εργαλείο επιβίωσης, απέχει πολύ από την τελειότητα», σχολιάζει η Δρ Ivanovich.

Για αρχή, το μηχάνημα αυτό δεν εξαφανίζει τη ζέστη. Αυτό που κάνει είναι να τη μεταφέρει έξω κι έτσι να ζεσταίνει τον αέρα του περιβάλλοντος χώρου. Στις πυκνοκατοικημένες πόλεις, αυτό είναι κάτι που κάνει χειρότερο το φαινόμενο αστικής θερμικής νησίδας.

Το εν λόγω φαινόμενο κάνει σημαντικά υψηλότερη τη θερμοκρασία στις αστικές περιοχές, συγκριτικά με τα προάστια ή τις αγροτικές περιοχές, λόγω και της πυκνής δόμησης, αλλά και των υλικών κατασκευής, όπως το τσιμέντο και η άσφαλτος που απορροφούν και συγκρατούν μεγάλη ποσότητα ηλιακής θερμότητας και την εκπέμπουν ξανά.

Επιπροσθέτως, το κλιματιστικό χρειάζεται ενέργεια και αυτή είναι ακριβή. Άρα, κάνει τη χρήση απαγορευτική για πολλούς. Δηλαδή, πολλοί άνθρωποι δεν θα έχουν τη δυνατότητα να δροσιστούν με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο. Θα είναι οι πιο ευάλωτοι.

Χαρακτηριστικά, στην Ιαπωνία το 91% των νοικοκυριών έχουν κλιματιστικό, ποσοστό που στις ΗΠΑ είναι 90%, στην Κορέα 86%, στη Σαουδική Αραβία 63%. στην Κίνα 60%, με τη Βραζιλία και το Μεξικό να είναι στο 16%. την Ινδονησία στο 9%, τη Νότια Αφρική στο 6% και την Ινδία που θα πληγεί σε πρώτη φάση περισσότερο από όλους, στο 5%.

Το κλιματιστικό είχε πολυδιάστατη προσφορά στην ανθρωπότητα. iStock

Στην Ελλάδα εκτιμάται πως ποσοστό κοντά στο 99% των σπιτιών έχουν air condition, αν και πρόκειται για υπερβολή. Στην Ισπανία είναι μεταξύ 30-33% και στην Ιταλία 30%, με τη Βόρεια Ευρώπη να συστήνεται με τα κλιματιστικά αυτή τη δεκαετία. Νωρίτερα δεν τα είχαν ανάγκη.

Βέβαια, ακόμα και αν αποκτήσουν οι πάντες κλιματιστικό, το δίκτυο δεν μπορεί να υποστηρίξει αυτήν τη ζήτηση.

Κανένα δίκτυο στον πλανήτη δεν έχει αναπτυχθεί για να μπορεί να αντέξει τη χρήση από όλους όσους εξυπηρετεί, την ίδια στιγμή.

«Εάν τα κλιματιστικά είναι ο μόνος τρόπος για να προστατευτούμε, μόλις διακοπεί το ρεύμα, είτε από υπερφόρτωση δικτύου, είτε από ζημιά που θα προκαλέσει ο καιρός σε άλλη υποδομή, αμέσως θα κινδυνεύσουμε όλοι», τονίζει η Δρ Ivanovich.

Μετά υπάρχουν φαινόμενα, όπως οι τυφώνες που μπορεί να οδηγήσουν σε διακοπή ρεύματος. Εμείς έχουμε και τις πυρκαγιές.

Προφανώς και όσο στηριζόμαστε στα κλιματιστικά για την επιβίωση μας, αυξάνουμε το πρόβλημα που λέγεται υπερθέρμανση του πλανήτη. Άρα θα επιταχύνουμε την περαιτέρω αύξηση της θερμοκρασίας.

Στην παρούσα φάση τα κλιματιστικά “φταίνε” για το 3% της εκπομπής αερίων του φαινόμενου του θερμοκηπίου.

Σύμφωνα με το International Energy Agency, ο αριθμός των μονάδων σε όλον τον κόσμο, αναμένεται να τριπλασιαστεί έως το 2050. Εξυπακούεται πως θα αυξηθεί κατακόρυφα και η ζήτηση σε ενέργεια.

Ποια μπορεί να είναι η λύση αυτού του παράδοξου;

Η μεταφορά στην καθαρή ενέργεια. Είναι ο μόνος τρόπος για να ανταποκριθεί ο κόσμος στις απαιτήσεις που αυξάνονται διαρκώς, δίχως να επιδεινώνεται η κλιματική κρίση. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν πολλά άλλα πράγματα που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος για να βοηθήσει ως προς την επιβίωση του (πχ η εγκατάσταση άσπρων ή πράσινων στεγών ή η εμφύτευση δέντρων σε αυτές).

Αλλά 30 χρόνια που ακούμε για την επικινδυνότητα της κλιματικής αλλαγής, αυτοί που παίρνουν τις αποφάσεις δεν συγκινούνται, με τα πιο πρόσφατα COP (φέτος είχαμε το 30ο Climate Change Conference των Ηνωμένων Εθνών) να μην καταλήγουν σε κάποια σωτήρια απόφαση, καθώς οι έχοντες τα θέλουν όλα δικά τους.

Σχετικό Άρθρο

Οπότε, πορευτείτε όπως κρίνετε, γνωρίζοντας τα δεδομένα.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα