Οι πρώτοι Έλληνες κλιματικοί μετανάστες είναι εδώ

Διαβάζεται σε 15'
Κακοκαιρία Ντάνιελ
Κακοκαιρία Ντάνιελ SOOC

Κακοκαιρία Ντάνιελ, δύο χρόνια μετά. Η κλιματική αλλαγή και οι αλλεπάλληλες φυσικές καταστροφές που πλήττουν τη χώρα αναγκάζουν πολλούς Έλληνες σε φυγή από τις εστίες τους.

Για τον Άκη Ράγια και την οικογένεια του, ο Σεπτέμβριος του 2023 θα μείνει αξέχαστος. Όντας διακοπές στην Εύβοια, έβλεπαν τις εικόνες από την κακοκαιρία Daniel στη Θεσσαλία με μια μείξη έκπληξης και τρόμου. Το χωριό τους, ο Κοσκινάς, λίγα χιλιόμετρα από την κωμόπολη του Παλαμά Καρδίτσας, ήταν στο επίκεντρο της καταστροφής. Όπως αφηγείται ο κ. Ράγιας, οι κάτοικοι μαζεύτηκαν στην ταράτσα τριών τριώροφων σπιτιών για να γλιτώσουν τον πνιγμό. «Είμαστε τυχεροί που δεν είμαστε εκεί. Τα παιδιά από το χωριό δεν το έχουν ξεπεράσει, είναι ακόμα στα χαμένα,» λέει.

Η επιστροφή ήταν επώδυνη, καθώς στο σπίτι τους το νερό είχε φτάσει στα δύο μέτρα. Ακόμη και όταν υποχώρησαν τα νερά ήταν πλέον μη κατοικήσιμο, με την οικοσκευή να είναι σε άσχημη κατάσταση. «Δεν είχαμε πού να πάμε, όλο το χωριό ήταν πνιγμένο,» θυμάται. Τελικά κατέφυγαν στην Άρτα, τόπο καταγωγής της συζύγου του, καθώς ήταν δύσκολη η εύρεση σπιτιού τις πρώτες εβδομάδες. Όπως καταγγέλλει ο κ. Ράγιας, για να βρεθεί δωμάτιο σε ξενοδοχείο ή για ενοικίαση στην περιοχή γύρω από την Καρδίτσα χρειαζόταν πολιτικό μέσο, ενώ τα ενοίκια ανέβηκαν δραματικά. «Για να βρω σπίτι έπρεπε να πάω σε βουλευτή. Προτίμησα να πάω στην πεθερά μου σε μια γκαρσονιέρα και να κοιμόμαστε στο πάτωμα,» εξηγεί.

Όταν είδαν ότι δεν ήταν εφικτή η επιστροφή, έγραψαν τα τέσσερα παιδιά τους στο σχολείο στην Άρτα, ενώ ο ίδιος βρήκε δουλειά ως οδηγός. «Για μένα ήταν άγνωστο μέρος, ερχόμουν μόνο για βόλτα. Μου πήρε καιρό να μάθω τους δρόμους, τα χωριά, τις συμπεριφορές των ανθρώπων,» λέει ο κ. Ράγιας για την Άρτα. Πλέον η επιστροφή μοιάζει αδύνατη. Ωστόσο για μια οικογένεια μεγαλωμένη στην ελευθερία της φύσης, η προσαρμογή στην πόλη ήταν δύσκολη. «Τα παιδιά ήταν μαθημένα στο λιβάδι, σαν κοτόπουλα ελευθέρας βοσκής. Όταν είδαν ότι δεν έχει ούτε μεγάλα πεζοδρόμια στην Άρτα, έπαθαν σοκ. Πλέον όταν κατεβαίνουμε στον Παλαμά μας δίνουν το χέρι για να περπατήσουν.»

Κλιματική μετανάστευση εντός της χώρας

Η οικογένεια του κ. Ράγια δεν είναι η μόνη που έχει εκτοπιστεί υπό τέτοιες συνθήκες. Οι αλλαγές στο κλίμα επιτείνουν τη μετακίνηση πληθυσμών, είτε αλλάζοντας σταδιακά την οικονομική ζωή ενός τόπου, είτε άμεσα λόγω φυσικών καταστροφών. H Παγκόσμια Τράπεζα υπολογίζει ότι έως το 2050 περίπου 216 εκατομμύρια άνθρωποι θα μετακινηθούν εντός της χώρας τους λόγω της κλιματικής αλλαγής, κυρίως στην υποσαχάρια Αφρική και την ανατολική Ασία. Σύμφωνα με στοιχεία του Κέντρου για την Παρατήρηση της Εγχώριας Μετανάστευσης (IDMC), την περίοδο 2014 με 2023 περίπου 235 εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάστηκαν να μετακινηθούν εσωτερικά λόγω φυσικών καταστροφών, κυρίως κλιματικών αλλά και γεωφυσικών όπως σεισμοί. Συνολικά, έως και 1 δις. άνθρωποι παγκοσμίως είναι πιθανό να μετακινηθούν λόγω της κλιματικής αλλαγής έως τα μέσα του αιώνα.

Όντας στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, η χώρα μας αντιμετωπίζει ήδη ένα κύμα εξωτερικής μετανάστευσης που σε κάποιες περιπτώσεις σχετίζεται με το κλίμα, όπως από χώρες της Αφρικής που πλήττονται από ξηρασία. Ωστόσο, ένα κομμάτι αυτής της μετανάστευσης συμβαίνει ήδη εντός της χώρας. Παρότι δεν υπάρχουν ακριβή στατιστικά για την έκταση του φαινομένου, δεδομένης της δυσκολίας μέτρησης των αιτιών των εσωτερικών μετακινήσεων, είναι σαφές ότι οικογένειες όπως αυτή του κ. Ράγια είναι οι πρώτοι εγχώριοι κλιματικοί μετανάστες, κυρίως από την ύπαιθρο προς τις πόλεις. Η πλημμύρα Daniel, που έπληξε τη Θεσσαλία το Σεπτέμβριο του 2023, ήταν αποτέλεσμα των εξαιρετικά υψηλών θερμοκρασιών εκείνου του καλοκαιριού σύμφωνα με επιστήμονες. «Τα επόμενα χρόνια θα έχουμε όλο και περισσότερους εσωτερικούς περιβαλλοντικούς μετανάστες. Αν δεν μπορούν να ζήσουν σε έναν τόπο οι άνθρωποι, θα μετακινούνται,» λέει ο κ. Παύλος Μπαλτάς, δημογράφος στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (Ε.Κ.Κ.Ε.).

Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει με διάφορους τρόπους το δημογραφικό προφίλ της χώρας. Έκτακτα φαινόμενα όπως οι πυρκαγιές αυξάνουν τη θνησιμότητα σε περιοχές με ηλικιωμένο πληθυσμό, λόγω καρδιοαναπνευστικών προβλημάτων. Η ερημοποίηση περιοχών, ειδικά στην κεντρική Ελλάδα, αργά αλλά σταθερά πιέζει τον πληθυσμό προς τα αστικά κέντρα. Εξίσου ευάλωτες μακροπρόθεσμα θεωρούνται οι νησιωτικές και παράκτιες περιοχές λόγω ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Πολλές φορές η κλιματική αλλαγή έρχεται να επιδεινώσει την κατάσταση σε περιοχές όπου προϋπάρχει μια τάση φυγής, ειδικά στην ύπαιθρο, όπου οι νεότεροι κάτοικοι πηγαίνουν στα αστικά κέντρα για σπουδές και εργασία και δεν ξαναγυρνούν. Στην περίπτωση της Θεσσαλίας, όπως λέει ο κ. Μπαλτάς, η περιβαλλοντική και οικονομική καταστροφή μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες δημογραφικές επιπτώσεις. «Οι φυσικές καταστροφές που αλλάζουν το τοπίο μιας περιοχής και την παραγωγική της ικανότητα οδηγούν σε εσωτερική μετανάστευση. Αν κάποιος δεν μπορεί πλέον να εκμεταλλευτεί τη γη γιατί στον υδροφόρο ορίζοντα έχει φερτά υλικά, ζώα, χημικά, πρέπει να βρει κάτι άλλο να κάνει. Είναι λογικό να μετακινηθεί, γιατί αναγκάζεται να αναζητήσει αλλού δουλειά. Στη Θεσσαλία, αν η γη δεν μπορεί να καλλιεργηθεί, πολλοί άνθρωποι θα μετακινηθούν προς τις πόλεις.»

Τη δημογραφική κρίση επιβεβαιώνει και ο Δήμαρχος του Παλαμά Καρδίτσας κ. Σωκράτης Δασκαλόπουλος, του οποίου το σπίτι καταστράφηκε κι αυτό από τις πλημμύρες. «Η πληθυσμιακή αφαίμαξη είναι τεράστια, και από τον Παλαμά και τα γύρω χωριά. Ο κόσμος πήγε στις διπλανές πόλεις, Καρδίτσα, Λάρισα και όπου αλλού είχαν συγγενείς. Μέγιστος αγώνας του Δήμου είναι να ξαναφέρει πίσω τους κατοίκους του,» εξηγεί. Συνολικά 660 οικίες καταστράφηκαν μερικώς ή ολοσχερώς, ενώ τις πρώτες εβδομάδες έφυγαν περίπου 3,000 κάτοικοι, από τους οποίους μέσα σε ένα χρόνο επέστρεψε το 70 με 80%. Όπως λέει ωστόσο, ο κίνδυνος μόνιμης φυγής παραμένει: «Αν δεν γίνουν καινούργια σπίτια, αν δεν πέσουν χρήματα στην αγορά, θα έχουμε μεγάλη διαρροή.» Βασικές παράμετροι για την οριστική μετεγκατάσταση, όπως εξηγεί, είναι τα ελλιπή αντιπλημμυρικά έργα και η καθυστέρηση στην απόδοση αποζημιώσεων λόγω χρονοβόρων γραφειοκρατικών διαδικασιών και λογιστικών λαθών, παρότι τα χρήματα προέρχονταν από το ταμείο ανάκαμψης της Ε.Ε. «Μετά από ένα χρόνο πολλοί άνθρωποι δεν είχαν αποζημιωθεί για τα σπίτια τους. Πολλές επιχειρήσεις ήταν στον αέρα, με τον κόσμο να ζει σε σπίτια φίλων και συγγενών.»

Ο δήμαρχος του Παλαμά κ. Σωκράτης Δασκαλόπουλος
Ο δήμαρχος του Παλαμά κ. Σωκράτης Δασκαλόπουλος

Παραδόξως, οι αλλαγές στο κλίμα δεν αποτυπώνονται πάντα στον τρόπο που αντιλαμβάνονται οι ίδιοι οι πληγέντες τους λόγους μετακίνησης τους. «Την κλιματική αλλαγή δεν την εισπράττει ο κόσμος, δεν είναι πεπεισμένοι ότι συμβαίνει. Οι αγρότες την αντιλαμβάνονται πιο έντονα ως καταστροφή της σοδειάς ή ως μια πλημμύρα, αλλά δεν είναι πλήρως πεπεισμένοι για αυτήν. Ωστόσο επηρεάζει την εικόνα για το που είναι καλό να ζουν οι άνθρωποι, » λέει ο κ. Απόστολος Παπαδόπουλος, καθηγητής γεωγραφικής και κοινωνικής ανάλυσης του χώρου στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο. Όπως προσθέτει, το κλίμα αποτελεί λόγο μετακίνησης από την ύπαιθρο στις πόλεις αλλά συχνά και το αντίστροφο, δεδομένης της αίσθησης ότι δεν υπάρχει προστασία ούτε στις πόλεις, παραδείγματος χάριν από καύσωνες. Αντίθετα, οι περιοχές που θεωρούνται ότι είναι ασφαλείς είναι οι παράκτιες και οι νησιωτικές, όπου σύμφωνα με τα δεδομένα της τελευταίας απογραφής αυξάνεται ο πληθυσμός. Παρότι και εκεί οι επιπτώσεις της κλιματική αλλαγής είναι έντονες, με την ξηρασία ήδη να δείχνει το σκληρό πρόσωπο της, δεν το εισπράττει ακόμη ο κόσμος, όπως λέει ο κ. Παπαδόπουλος: «Προέχουν οι ευκαιρίες απασχόλησης. Η κλιματική αλλαγή είναι στο πίσω μέρος του μυαλού, αλλά αυτό που καθορίζει την επιλογή μετανάστευσης είναι η οικονομική ευκαιρία.»

«Σε μια ημέρα έχεις τα πάντα, την άλλη τίποτα.»

Ένας από αυτούς που αναγκάστηκαν πρόσφατα να αφήσουν το σπίτι τους ήταν ο κ. Βάιος Γιατρόπουλος, ιδιωτικός υπάλληλος, 53 ετών. Το μοιραίο βράδυ το Σεπτέμβριο του 2023, όντας ανήσυχος μην μπει το νερό στο σπίτι του στον Παλαμά, έμεινε ξύπνιος έως τις τρεις το πρωί. Στις τέσσερις, όπως θυμάται, τον ξύπνησαν τα σκυλιά του, και πατώντας στα νερά συνειδητοποίησε ότι ήδη είχαν φτάσει στο ένα μέτρο. Στις επτά το πρωί, είχαν πλέον φτάσει τα 1.80 μέτρα. Μαζί με το γιο του και τα σκυλιά τους ανέβηκαν στην οροφή του ημιφορτηγού τους, όπου παρέμειναν εννιά ώρες χωρίς βοήθεια. Αν του έχει μείνει χαραγμένο κάτι στο μυαλό, είναι η εικόνα του γιου του να τον ρωτάει δακρυσμένος: «Τι κάνουμε τώρα μπαμπά; Τα χάσαμε όλα.»

Σήμερα, η οικογένεια του έχει μετακομίσει στο κοντινό χωριό Καλυβάκια, όπου το σπίτι τους είναι τρία μέτρα πιο ψηλά. «Δεν θέλουμε να γυρίσουμε. Δεν θέλω να έχω αυτό το φόβο με κάθε ψιχάλα. Επί δύο μήνες φοβόμασταν μη γίνει πλημμύρα κάθε βράδυ. Ήθελα να πάω στον ψυχολόγο,» εξηγεί. Το κρεοπωλείο στον Παλαμά στο οποίο δούλευε καταστράφηκε, ενώ από το σπίτι τους έμεινε μόνο το ψυγείο. Ωστόσο, θεωρεί την οικογένεια του τυχερή μέσα στην ατυχία της, γιατί βρήκαν αμέσως σπίτι στην περιοχή, ενώ πολλοί άλλοι κατέφυγαν σε κοντινές πόλεις λόγω έλλειψης στέγης. «Οι άνθρωποι γέρασαν μέσα σε λίγους μήνες. Έφυγαν στη Λάρισα, στην Καρδίτσα, ακόμη στην Αθήνα, για να μη βλέπουν τον τόπο τους κατεστραμμένο,» θυμάται. Για τον ίδιο ωστόσο, η φυγή δεν είναι λύση. «Καινούργια ζωή ξανά από την αρχή; Πού αλλού να πάμε; Σε μια ημέρα έχεις τα πάντα, την άλλη τίποτα. Ό,τι είχαμε, το χάσαμε σε λίγες ώρες.»

Κακοκαιρία Ντάνιελ
Κακοκαιρία Ντάνιελ SOOC

Ελλιπής κρατική αρωγή

Η εσωτερική μετανάστευση δεν είναι νέο φαινόμενο στη χώρα μας, καθώς ο πληθυσμός ανέκαθεν μετακινούνταν αναζητώντας ευκαιρίες εργασίας και εκπαίδευσης. Σύμφωνα με τον κ. Παπαδόπουλο από το Χαροκόπειο, η μετακίνηση από την ύπαιθρο στις πόλεις ήταν η κυρίαρχη τάση έως τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Κατόπιν, αυξήθηκε η αντίστροφη μετακίνηση σε περιφερειακά αστικά κέντρα και προάστια μεγάλων πόλεων σε αναζήτηση καλύτερων συνθηκών, κάτι που είχε παρατηρηθεί νωρίτερα στη Δυτική Ευρώπη. Την περίοδο της οικονομικής κρίσης σημειώθηκε μια τάση επιστροφής στην ύπαιθρο, ειδικά για όσους είχαν κάποια ιδιοκτησία σε αυτή, όπως και κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Παράλληλα όμως, όπως σημειώνει, υπάρχει και η αντίστροφη ροπή, με τους νέους της επαρχίας να συρρέουν στις πόλεις, συχνά από τα χωριά στα αστικά κέντρα των περιφερειών.

Είναι εφικτό να συγκρατηθεί ο πληθυσμός στην ύπαιθρο μέσω μιας συντονισμένης πολιτικής που θα συμπεριλαμβάνει μέτρα διαχείρισης της κλιματικής αλλαγής; «Πρέπει να υπάρχει πολιτική συγκράτησης του πληθυσμού,» απαντά ο κ. Παπαδόπουλος σε αυτό το δύσκολο ερώτημα. «Δεν πρέπει να αφήνονται όλα στη βούληση των ανθρώπων. Με κίνητρα και ευκαιρίες, όχι εξαναγκασμό.». Όπως επισημαίνει, μέτρα όπως η χαμηλή φορολογία και τα μόρια για πρόσληψη στο δημόσιο δεν έχουν αποτρέψει τη φυγή των νέων, ενώ απουσιάζουν οι ψηφιακές υποδομές. «Αν το κράτος σχεδίαζε τη μετακίνηση, θα είχε πιο στοχευμένα μέτρα. Όσα έχουν παρθεί κατά καιρούς είναι εισοδηματικά, που σημαίνει ότι είναι οριζόντια, χωρίς να έχουν αποτέλεσμα για συγκεκριμένες περιοχές.»

Τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής επιδεινώνει ο τρόπος άσκησης γεωργικής δραστηριότητας και η ανυπαρξία μακροπρόθεσμου πλάνου ανάπτυξης, ειδικά στην περίπτωση της Θεσσαλίας όπου η ερημοποίηση είναι προ των πυλών, σύμφωνα με τον κ. Παπαδόπουλο. «Η Θεσσαλία χάνει πόντους, οι άνθρωποι φεύγουν από τον αγροτικό τομέα,» επισημαίνει. «Το επιχειρηματικό μοντέλο εντατικής αγροτικής παραγωγής που εστιάζει στην παγκόσμια αγορά είναι προβληματικό όσον αφορά την κλιματική αλλαγή. Θα μπορούσε να στραφεί σε μικρότερης κλίμακας καλλιέργειες προσανατολισμένες στην ποιότητα, π.χ. λαχανικά που να πηγαίνουν στην τοπική αγορά.» Στην περίπτωση της Πελοποννήσου, στο νοτιοανατολικό κομμάτι η παραγωγή λαδιού μειώνεται εξαιτίας των ολοένα και υψηλότερων θερμοκρασιών, κάτι που ενδεχομένως θα οδηγήσει σε λιγότερες θέσεις εργασίας στη γεωργία.

Ο κ. Απόστολος Παπαδόπουλος, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο
Ο κ. Απόστολος Παπαδόπουλος, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο

Όπως εξηγεί ο κ. Παπαδόπουλος, μια έμμεση συνέπεια της κλιματικής αλλαγής θα είναι η σταδιακή εξαφάνιση των μικροπαραγωγών. «Αυτοί που πλήττονται περισσότερο και θα φύγουν πιο εύκολα μετά από μια καταστροφή είναι οι μικροί αγρότες. Αν κάποιοι αξιοποιήσουν τη γη, θα είναι αυτοί που έχουν μεγάλη περιουσία. Ουσιαστικά θα επιταχύνει τη διαδικασία συγκέντρωσης της γης σε λιγότερα χέρια, το οποίο σημαίνει λιγότερο κόσμο στην ύπαιθρο.» Χαρακτηριστική περίπτωση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι μικρότεροι αγρότες και κτηνοτρόφοι, όπως εξηγεί ο κ. Ράγιας, είναι ο πατέρας του, κτηνοτρόφος στην Καρδίτσα που έχασε όλα του τα πρόβατα από πνιγμό το Σεπτέμβριο του 2023, ενώ ο ίδιος σώθηκε τελευταία στιγμή κολυμπώντας. «Πώς θα ξαναφτιαχτεί αυτός ο σταύλος;» αναρωτιέται. «Υπάρχουν κτηνοτρόφοι με 100-120 πρόβατα που έβγαζαν €10.000 το χρόνο. Αυτοί δεν έχουν τη δύναμη να ξαναπατήσουν στα πόδια τους.»

Μετά από μια φυσική καταστροφή όπως η κακοκαιρία Daniel, η άμεση αποκατάσταση των ζημιών είναι κρίσιμη για τη συγκράτηση του κόσμου. «Κατέρρευσαν οι γεωργικές υποδομές, αλλά και η αντίληψη ότι υπάρχει οργανωμένο κράτος. Καθυστέρησαν πάρα πολύ οι αποζημιώσεις. Ακόμη και σήμερα δεν είμαστε σίγουρα αν έχει γίνει αποκατάσταση,» λέει ο κ. Παπαδόπουλος, προσθέτοντας: «Ένα μεγάλης κλίμακας γεγονός αποπέμπει αρκετό κόσμο από τη γεωργική παραγωγική δραστηριότητα και επηρεάζει τα σχέδια άλλων που ενδεχομένως να γύριζαν, ειδικά όταν πιστεύουν ότι το κράτος δεν είναι παρόν.» Παρότι υπαρκτή, η κλιματική αλλαγή μπορεί να λειτουργεί και ως δικαιολογία για κρατική αβελτηρία, προσθέτει. «Η κρίση στη Θεσσαλία είχε να κάνει και με το έλλειμμα πρόνοιας του κράτους. Μπορεί η κυβέρνηση να κατηγορεί την κλιματική κρίση, αλλά ουσιαστικά αυτό που βγήκε στην επιφάνεια ήταν η αδυναμία να φτιάξει σοβαρές υποδομές τα προηγούμενα χρόνια.» Με την άποψη αυτή συμφωνεί και ο πλημμυροπαθής κ. Ράγιας, καθώς όπως λέει, μετά τον κυκλώνα Ιανό το 2021, δεν έγιναν όσα ήταν απαραίτητα για να προστατευτεί η περιοχή από έντονα καιρικά φαινόμενα, όπως παρατήρησε ο ίδιος όταν βοηθούσε στον καθαρισμό των καναλιών. «Τα κατεβάζαμε μόλις 20 πόντους,» θυμάται χαρακτηριστικά. «Πώς θα φύγει το νερό όταν ένα κανάλι πρέπει να κατεβεί δύο μέτρα, να καθαριστεί, να έχει ροή, και εμείς το κατεβάζαμε 20 πόντους;»

κακοκαιρία Daniel
κακοκαιρία Daniel EUROKINISSI ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ

Οι άμεσες κρατικές αποζημιώσεις είναι εξίσου καθοριστικός παράγοντας για την παραμονή του πληθυσμού. Στην περίπτωση του Παλαμά, όπως καταγγέλλει ο κ. Ράγιας, υπήρξαν ατασθαλίες, με τις αποζημιώσεις να δίνονται μέσω πολιτικών διασυνδέσεων, ενώ μεγάλο μέρος της βοήθειας που στάλθηκε από απλούς πολίτες δεν έφτασε σε όσους είχαν ανάγκη, όπως η δική του πολυμελής οικογένεια. «Ενώ υπήρχε βοήθεια από τον απλό κόσμο, το κράτος μας θυμήθηκε μετά από σχεδόν τρεις μήνες. Υπήρχε πίεση λόγω των δημοτικών εκλογών. Σου έβαζαν τη θηλιά στο λαιμό κρατώντας σε όμηρο για την ψήφο. Με το που έπαιρνες τηλέφωνο, την επόμενη μέρα μπαίνανε στο λογαριασμό τα 6,600 ευρώ. Πατήσανε πάνω στο κακό.» Όπως λέει με αρκετή πικρία, ένας λόγος της φυγής της οικογένειας του είναι η απογοήτευση από την έλλειψη αλληλεγγύης και την κακή διαχείριση, με κάποιους συντοπίτες του να παίρνουν μεγαλύτερες αποζημιώσεις από αυτές που δικαιούνταν. «Κάποιος που είχε μια απλή πλίνθινη κατασκευή ως αποθήκη το δήλωνε για σπίτι για να πάρει αποζημίωση,» λέει.

Όπως προβλέπουν οι επιστήμονες, ακραία καιρικά φαινόμενα όπως πλημμύρες, παρατεταμένοι καύσωνες και ξηρασία θα είναι όλο πιο συχνά. «Πάντα είχαμε πλημμύρες, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό. Φαινόμενα όπως τον Ιανό και τον Daniel δεν τα είχαμε ξαναζήσει, και έχουν γίνει δύο φορές μέσα σε τρία χρόνια,» λέει ο δήμαρχος Παλαμά κ. Δασκαλόπουλος. Ο ίδιος πιστεύει ότι η λύση για την αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων είναι η πρόληψη με τη δημιουργία υποδομών, όπως φράγματα στα ορεινά της Θεσσαλίας για συγκράτηση των υδάτων. «Αν δεν γίνουν φράγματα, ούτε με την άρδευση θα ξεμπερδέψουμε, ούτε με την ασφάλεια μας. Η περιοχή δεν θα επιβιώσει, ειδικά τώρα με την κλιματική αλλαγή. Άλλο ένα τέτοιο χτύπημα όπως με τον Daniel και θα ξεκληριστούμε όλοι, θα φύγουμε.» Tην αίσθηση αυτή επιβεβαιώνει και ο πληγέντας κ. Άκης Ράγιας. «Ο κόσμος είναι φοβισμένος. Σε κάθε βροχή, ρίχνει στα ορεινά και λέμε ότι θα πνιγούμε στα πεδινά,» εξηγεί. «Θέλω να γυρίσω στο χωριό μου για τα παιδιά μου, όχι για μένα. Αλλά μόνο εφόσον γίνουν όσα πρέπει να γίνουν για να είμαστε ασφαλείς.»

*To ρεπορτάζ αυτό πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του οργανισμού The Arena Climate Network

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα