Τράπεζες: “Φθηνότερα” στεγαστικά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο
Διαβάζεται σε 4'
Την τελευταία 3ετία τα σταθερά επιτόκια στεγαστικών δανείων για ένα και πέντε έτη υποχώρησαν κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Δεν ισχύει το ίδιο για σταθερά μεγαλύτερης διάρκεια καθώς και για επιχειρηματικά και καταναλωτικά.
- 10 Σεπτεμβρίου 2025 07:15
Μια ακόμη απόδειξη ότι το εγχώριο πιστωτικό σύστημα έχει «γυρίσει» οριστικά σελίδα και είναι ευθέως ανταγωνιστικό με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά, αποτελεί το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι πλέον σε θέση να προσφέρουν στεγαστικά δάνεια, με επιτόκια που κατατάσσονται από τα «φθηνότερα» στην Ευρώπη.
Αδιάψευστος μάρτυρας είναι τα επίσημα στοιχεία της ΕΚΤ, σύμφωνα με τα οποία, στην Ελλάδα σήμερα το σταθερό επιτόκιο για ένα και πέντε έτη είναι χαμηλότερο από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, καθώς διαμορφώθηκε τον Ιούλιο στο 3,36% και 3,20% αντιστοίχως, έναντι 3,56% και 3,39% που ήταν ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη τον ίδιο μήνα.
Η σύγκλιση και σε ορισμένες περιπτώσεις η «προσπέραση» με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά επιτόκια χρειάστηκε περίπου τρία χρόνια για τις ελληνικές τράπεζες, καθώς την περίοδο που ξεκίνησε η αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, οι ελληνικές τράπεζες ήταν από τις «ακριβότερες» μεταξύ των χωρών με τα υψηλότερα επιτόκια για στεγαστικά δάνεια στις δύο κατηγορίας του ενός και των πέντε χρόνων.
Τραπεζικές πηγές αποδίδουν την συγκεκριμένη εξέλιξη στο γεγονός ότι τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα, κατά την τελευταία τριετία όπου η ΕΚΤ προχώρησε σε διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων, επέλεξαν να συγκρατήσουν τις αυξήσεις, με αποτέλεσμα όχι μόνο να καλύψουν μεγάλο μέρος της διαφοράς που τις χώριζε με τα αντίστοιχα επιτόκια των χωρών της Ευρωζώνης αλλά σήμερα να βρίσκονται κάτω από τον μέσο όρο.
Το συγκεκριμένο επίτευγμα μάλιστα δεν περιλαμβάνει τις μειώσεις επιτοκίου που προβλέπει για τους δικαιούχους το πρόγραμμα «Σπίτι μου» και αποτελούν το μέσο συμβατικό επιτόκιο που ισχύει σήμερα για όσους θέλουν να προχωρήσουν στην αγορά κατοικίας μέσω δανεισμού.
Ακριβότερες οι “μεγάλες διάρκειες”
Βεβαίως υπάρχουν και οι κατηγορίες στεγαστικών δανείων όπου οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν ακόμη σημαντικά «ακριβότερες» και πιο συγκεκριμένα οι κατηγορίες με σταθερό επιτόκιο σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, δηλαδή άνω των πέντε ετών, που είναι στη χώρα μας και τα πιο δημοφιλή.
Για παράδειγμα το σταθερό επιτόκιο για διάρκεια δανείου από πέντε έως 10 χρόνια για την αγορά κατοικίας διαμορφώνεται σήμερα στη χώρα μας στο 4,34%, όταν το αντίστοιχο στην Ευρωζώνη είναι 3,45%, ενώ ακόμη μεγαλύτερο είναι το περιθώριο στις μεγαλύτερες διάρκειες άνω των 10 ετών, όπου το μέσο επιτόκιο σήμερα στη χώρα μας διαμορφώνεται στο 3,74%, ενώ το αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό είναι 3,12%.
Δυσβάστακτα τα καταναλωτικά
Παρά την στρατηγική επιλογή από πλευράς των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων να βγουν «επιθετικά» στα επιτόκια στεγαστικών δανείων, εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η εικόνα στην επιχειρηματική αλλά και στην καταναλωτική πίστη.
Συγκεκριμένα το μέσο επιτόκιο των ελληνικών τραπεζών για καταναλωτικά δάνεια διαμορφώθηκε τον Ιούλιο στο 10,45% έναντι 7,46% στην Ευρωζώνη, ενώ διαφοροποιήσεις υπάρχουν και στα επιχειρηματικά δάνεια, όπου το μέσο επιτόκιο δανεισμού για τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι υψηλότερο σε σχέση με αυτό με το οποίο δανείζονται οι ευρωπαϊκές.
Ενδεικτικά, το μέσο επιτόκιο δανεισμού των επιχειρήσεων διαμορφώθηκε τον Ιούλιο στη χώρα μας στο 4% έναντι 3,52% στην Ευρωζώνη, αλλά θα πρέπει να σημειωθεί ότι μεγάλο μέρος των επιχειρηματικών δανείων είναι σήμερα επιδοτούμενο μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς και μέσω άλλων ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως της ΕΤΕΠ, ενώ προς τις μικρές επιχειρήσεις ο κύριος όγκος δίνεται μέσω της ΕΑΤ με ευνοϊκούς όρους.
Υστερούμε και στα επιτόκια καταθέσεων
Και ενώ στα σταθερά στεγαστικά οι ελληνικές τράπεζες επέλεξαν να συγκρατήσουν την πτώση δεν ακολούθησαν την ίδια στρατηγική και σε ότι αφορά στις καταθέσεις.
Έτσι, το μέσο επιτόκιο των προθεσμιακών καταθέσεων για τα νοικοκυριά διαμορφώνεται σήμερα στο 1,16% έναντι 1,77% στην Ευρωζώνη, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο για τις καταθέσεις των επιχειρήσεων διαμορφώνεται στο 1,69% έναντι 1,89% στην Ευρωζώνη.
Οι αποδόσεις των κλασικών προθεσμιακών καταθέσεων έχουν ήδη υποχωρήσει σημαντικά σε σχέση με πέρυσι και θα κινηθούν σε ακόμη πιο χαμηλά επίπεδα τους επόμενους μήνες.
Ως εκ τούτου τα περίπου 34 δισ. ευρώ που παραμένουν έως και σήμερα τοποθετημένα σε προθεσμιακές καταθέσεις από φυσικά πρόσωπα, καθώς οι ανανεώσεις των λογαριασμών προθεσμίας που θα λήγουν τους επόμενους μήνες θα γίνονται, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, με δυσμενέστερους όρους σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, λειτουργώντας μάλιστα ως αντικίνητρο για τους καταθέτες.