Οι Μεθυσμένοι που μας δείχνουν ποιοι πραγματικά είμαστε

Διαβάζεται σε 13'
Οι Μεθυσμένοι που μας δείχνουν ποιοι πραγματικά είμαστε

Στους “Μεθυσμένους” δεκατέσσερις ετερόκλητοι χαρακτήρες ζουν μια νύχτα γεμάτη παράλογες καταστάσεις, σε ένα έργο για τη μέθη, την αποξένωση και τις ανθρώπινες σχέσεις!

Μετά από μια επιτυχημένη σεζόν στη Θεσσαλονίκη και μια δυναμική περιοδεία στη Βόρεια Ελλάδα, η παράσταση «Οι Μεθυσμένοι» του Ivan Vyrypaev, σε σκηνοθεσία Ανδρέα Παράσχου, έρχεται στην Αθήνα, στο Θέατρο OLVIO.

Η Bloom Theatre Group παρουσιάζει  το έργο του σημαντικότερου εκπρόσωπου του νέου ρωσικού δράματος και πρωτοποριακου σκηνοθέτη, Ivan Vyrypaev, κάθε Δευτέρα και Τρίτη, από τις 6 Οκτωβρίου, για 8 μόνο παραστάσεις.

Δεκατέσσερις χαρακτήρες, από τον διευθυντή ενός μεγάλου φεστιβάλ κινηματογράφου μέχρι μια πόρνη πολυτελείας, όλοι τους βρίσκονται στις πιο παράλογες καταστάσεις, κατά τη διάρκεια μιας μόνο νύχτας. Τους συνδέει το γεγονός ότι ο καθένας από αυτούς είναι τύφλα στο μεθύσι, αλλά όχι μόνο αυτό.

Σε μία εποχή που υπάρχει μια συνεχόμενη μέθη με αυτά που μας «ποτίζουν», αυτοί οι άνθρωποι είναι γυμνοί, αποκαλύπτοντας τον εαυτό τους με τα φωτεινά αλλά και τα σκοτεινά τους στοιχεία. Είναι άνθρωποι του 21ου αιώνα, βυθισμένοι και «μεθυσμένοι» στην σκέψη, τη θλίψη και τον υπαρξισμό.

Λίγο πριν την αθηναΐκή πρεμιέρα μας μίλησαν για το έργο του Ivan Vyrypaev.

Ανδρέας Παράσχος – “Οι χαρακτήρες είναι και μεταφορικά μεθυσμένοι”

“Η μέθη είναι το στοιχείο που διαπερνά όλους τους χαρακτήρες του έργου μας” λέει ο σκηνοθέτης Ανδρέας Παράσχος. Μέσα από αυτήν οι χαρακτήρες ανακαλύπτουν τον πραγματικό τους εαυτό και προβαίνουν σε σκληρές εξομολογήσεις. Στην παράσταση έχει διττή σημασία: από τη μία οι χαρακτήρες είναι πραγματικά μεθυσμένοι και ζαλισμένοι κι από την άλλη μεταφορικά είναι μεθυσμένοι και «βυθισμένοι» στο υπαρξιακό αδιέξοδό τους.”

Βέβαια μέσα από αυτό το πρόσχημα του μεθυσιού οι χαρακτήρες έρχονται αντιμέτωποι με βαθιά υπαρξιακά ερωτήματα που τους βασανίζουν. “Αναρωτιούνται συνεχόμενα τι είναι ο Θεός και που βρίσκεται, τι είναι η αγάπη και πόσο διαφορετική είναι για τον καθένα, καθώς κι αν σε αυτόν τον κόσμο είναι εν τέλει όλα προαποφασισμένα. Ερωτήματα και ζητήματα που σκεφτόμαστε καθημερινά, περιμένονταςς (μάταια;) να πάρουμε μια απάντηση.”

Και η ερώτηση κλειδί: Πώς μπορούμε σε αυτόν τον κόσμο “συνεχόμενης μέθης” να βρούμε ξανά την επαφή; “Την επαφή θα την βρούμε μόνο αν έρθουμε ειλικρινά αντιμέτωποι με τις δικές μας αδυναμίες και ανασφάλειες. Να σκάψουμε βαθιά μέσα μας και να ανακαλύψουμε τον πραγματικό μας εαυτό. Μόνο τότε θα μπορούμε να κοιτάξουμε τον άλλον στα μάτια και θα μπορέσουμε να του κάνουμε μια ουσιαστική αγκαλιά και ένα ζεστό χάδι.”

Άννα Μαρία Γάτου – “Έχουμε χάσει την επαφή με την πραγματική πραγματικότητα”

Η ηθοποιός Άννα Μαρία Γάτου μας λέει: “Ο κάθε χαρακτήρας έχει να αντιμετωπίσει κάποια προσωπικά «σκοτάδια», είτε υπαρξιακής φύσης, είτε σε σχέση με κάποια πρόσφατα γεγονότα ζωής. «Η μητέρα μου ζει, πριν από μερικά λεπτά μίλησα μαζί της στο τηλέφωνο», λέει ο Καρλ στο τραπέζι, μετά από το μνημόσυνο της μητέρας του, προσπαθώντας ίσως να «αναιρέσει» αυτό που έχει συμβεί, ή να το «τακτοποιήσει» κάπως στο μυαλό του. Όλα τα πρόσωπα έρχονται αντιμέτωπα με την δική τους προσωπική αλήθεια, προσπαθώντας να αντέξουν όσα συμβαίνουν γύρω τους και να βρούνε έναν τρόπο να υπάρξουν σε αυτό τον κόσμο. Η «μέθη» τους είναι περισσότερο ένα υπαρξιακό ταξίδι αναζήτησης του εαυτού.”

Μας εξηγεί  κάποια από τα αδιέξοδα των πρωταγωνιστών: “Η Ρόζα αναζητά έναν τρόπο να είναι αληθινή, μέσα από τους ρόλους που αναγκάζεται να υποδυθεί λόγω της σεξεργασίας. Νιώθει μετέωρη σε μία κοινωνία που περιμένει από αυτήν να είναι «κάτι», ενώ η ίδια προσπαθεί απλώς να πετάξει από πάνω της όλα αυτά που της έχουν φορέσει. Γυρνάει κάθε πρωί κατάκοπη από τη δουλειά της και τότε είναι που «ακούει τον ψίθυρο του Θεού στη καρδιά της» και έρχεται σε ουσιαστική επαφή με αυτό που είναι πραγματικά.  Η Μάγδα έχει μόλις παντρευτεί και αμφισβητεί την σχέση της με τον Λόρενς, περνώντας από μία ακραία κυκλοθυμική κατάσταση μέχρι να τον εμπιστευτεί ξανά. Μέσα από μία σειρά απροσδόκητων συναντήσεων προσπαθεί να ανακαλύψει έναν τρόπο να αγαπήσει ξανά τον σύντροφό της και φυσικά τον εαυτό της. Η Λόρα, έχοντας συνηθίσει να είναι τα πάντα «τακτοποιημένα» στον «τέλειο» γάμο της, προσπαθεί να βρει την ισορροπία ανάμεσα στην «εικόνα» και σε αυτό που συμβαίνει πραγματικά στη σχέση της με τον Γκούσταβ. Έχει φορέσει, χωρίς να το καταλάβει, το καλούπι που αναλογεί στη κοινωνική της «τάξη», ενώ στη πραγματικότητα αναζητά και αυτή έναν τρόπο να βιώσει την δική της ευτυχία.”

Προσπαθώντας να μιλήσει ανοιχτά για όλο αυτό το παράλογο πράγμα που συμβαίνει γύρω μας τόσο σε πολιτικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο ο Μαξ μετά το μπάτσελορ πάρτι του λέει: «Κι όλα αυτά επειδή έχουμε χάσει την επαφή, έχουμε χάσει την επαφή, την επαφή με το σημαντικότερο πράγμα. Είναι κάτι που έχουμε αφήσει πίσω μας, είναι κάτι που χωρίς αυτό δεν γίνεται να ζει κανείς. Έχουμε χάσει την επαφή με την ‘’πραγματικότητα’’, με αυτή την πραγματική πραγματικότητα στην οποία βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή. Όλοι οι νόμοι μας, όλες οι απαιτήσεις μας, όλος αυτός ο γαμημένος φιλελευθερισμός μας, αυτή η γ@μημένη ανεκτικότητά μας, αυτή η ηλίθια πολιτική μας, όλες οι αποφάσεις που παίρνουμε , όλα αυτά είναι εντελώς εκτός πραγματικότητας.»

Γιώργος Κωνσταντινίδης – “Βρισκόμαστε σε ένα μεταίχμιο, εκκρεμείς”

Ο ηθοποιός Γιώργος Κωνσταντινίδης μας λέει ότι: Η «μέθη» θεωρώ πως κυριαρχεί σε όλο το έργο και αποτελεί τη βασική του προϋπόθεση είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά. Είναι αυτό που ξεκλειδώνει και πυροδοτεί τους χαρακτήρες και παράλληλα την εξέλιξη του έργου. Αποτελεί έναν μοχλό κίνησης τόσο της δραματουργίας όσο και της διαδρομής του κάθε χαρακτήρα από τη στιγμή που τον συναντάμε πρώτη φορά μέχρι που μας αποχαιρετούν. Μέσα από αυτήν την κατάσταση οι χαρακτήρες λυγίζουν ή κάνουν εκρήξεις κατά τις οποίες φαίνονται οι ρωγμές τους.”

Ταυτόχρονα όλο το έργο είναι γεμάτο με υπαρξιακές αναζητήσεις του σύγχρονου κόσμου, οι οποίες μάλιστα τίθενται πότε άμεσα και πότε έμμεσα. “Πότε σαν εσωτερικές αναζητήσεις ή αποκαλύψεις και πότε σαν οικουμενικές αλήθειες. Αυτό βέβαια είναι πάντα κάτι που θα αποφασίσουν οι θεατές. Ο Γκούσταβ παραδείγματος χάριν καλείται να αποφασίσει αν είναι ακόμα ερωτευμένος και αν ακόμα και πληγωμένος  αυτός ο έρωτας είναι υπεράνω όλων. Πόσο εύκολο είναι να συγχωρέσουμε πραγματικά; Και πως αυτή η συγχώρεση είναι τελικά η ίδια η ανιδιοτελής αγάπη που όλοι ονειρευόμαστε και αναζητούμε; Αυτά αντιμετωπίζει. Ο Ματίας πιστεύω ότι είναι μάλλον ο πιο δυστυχισμένος χαρακτήρας σε αυτό το έργο. Παθολογικά κυνικός και με μηδενική ενσυναίσθηση, ένας χαρακτήρας τραυματισμένος και εγκλωβισμένος σε μία ζωή χωρίς τρυφερότητα, η οποία σίγουρα υπάρχει μα την καταπιέζει και την κρύβει βαθιά μέσα του. Ένας άνθρωπος που δε θέλει να δεχτεί πως πονά, με το πραγματικό ερώτημα να είναι αν αξίζει να συνεχίσει.”

Ο Γιώργος πιστεύει πως σήμερα βιώνουμε κάτι αρκετά περίπλοκο. “Νιώθουμε πως ο παλιός κόσμος έχει χρεοκοπήσει χωρίς όμως να έχουμε ακόμα κατορθώσει να φτιάξουμε τον επόμενο. Βρισκόμαστε λοιπόν σε ένα μεταίχμιο, εκκρεμείς, με μια μόνιμη ανασφάλεια ριζωμένη. Αυτό δεν αποτελεί μέθη, αποτελεί μάλλον μία σκληρή πραγματικότητα. Η συνεχόμενη μέθη της καθημερινότητας είναι αυτή που κρατά τους ανθρώπους σκυμμένους. Η «μέθη» των μεθυσμένων αντίθετα είναι μια κραυγή για βοήθεια. Μία διέξοδος, ένας τρόπος οι χαρακτήρες να ρίξουν τις μάσκες και να επικοινωνήσουν πραγματικά, να έρθουν σε επαφή τόσο μεταξύ τους όσο και με τον ίδιο τους τον εαυτό. Για να βρούμε την επαφή σήμερα χρειαζόμαστε διαύγεια και νηφαλιότητα. Να αντικρύζουμε εμάς και την κοινωνία κατάματα χωρίς εξωραϊσμούς και φληναφήματα. Να κοιτάμε το πρόβλημα και να μη στρίβουμε το βλέμμα μας από την άλλη. Και να μεθύσουμε με ζωή κι ελευθερία. Όπως έχει γράψει και ο αγαπημένος μου Μπωντλαίρ:

«Πρέπει να ‘σαι πάντα μεθυσμένος.

Εκεί είναι όλη η ιστορία: είναι το μοναδικό πρόβλημα.

Για να μη νιώθετε το φριχτό φορτίο του Χρόνου

που σπάζει τους ώμους σας και σας γέρνει στη γη,

πρέπει να μεθάτε αδιάκοπα. Αλλά με τι;

Με κρασί, με ποίηση ή με αρετή, όπως σας αρέσει.

Αλλά μεθύστε.»

Το «κρασί» λοιπόν σήμερα ρέει άφθονο σε όλες του τις μορφές. Αυτό που λείπει σήμερα είναι η ποίηση και η αρετή.  “

Υρώ Τσάμογλου – “Δεν έχουμε τις απαντήσεις, και είναι εντάξει αυτό”

Για την ηθοποιό Υρώ Τσάμογλου μέσα από την κατάσταση της μέθης καθίσταται μάλλον ευκολότερο το να πει κάποιος αυτό που πραγματικά σκέφτεται χωρίς φραγμούς και καθωσπρεπισμούς, βλέπουμε την αφιλτράριστη αλήθεια του κάθε χαρακτήρα, επιτρέπουν στον εαυτό τους να αποκαλύψει. “Η μέθη λειτουργεί ως μηχανισμός αποσύνδεσης από τις κοινωνικές μάσκες.” Τα υπαρξιακά ερωτήματα της παράσταση; “Τι είναι αληθινή αγάπη, τι σημαίνει πραγματική ελευθερία, το ρόλο της ειλικρίνειας στις ανθρώπινες σχέσεις.”

Και πώς  μπορούμε σε αυτόν τον κόσμο “συνεχόμενης μέθης” να βρούμε ξανά την επαφή; “Επιδιώκοντάς την με ειλικρίνεια. Όταν ο στόχος είναι στα αλήθεια αυτός δεν μπορείς να πάρεις λάθος δρόμο, «αρκεί να μην φοβάσαι να είσαι ο εαυτός σου». Είναι καλό να αφήνουμε να δημιουργούνται μικροί χώροι. Και σε σχέση με τους άλλους ανθρώπους αλλά και μέσα μας. Κάποια στιγμή πρέπει να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι δεν έχουμε τις απαντήσεις, και είναι εντάξει αυτό, ίσως όμως οφείλουμε να αναζητούμε.”

Βασίλης Μπόγδανος – “Όταν η μέθη του ενός συναντά ή συγκρούεται με την μέθη του άλλου”

Τα ερωτήματα του έργου: Με ποιον τρόπο αξίζει να ζήσω αυτή τη ζωή; Τι σημαίνει “δίνω”; Ποια είναι αυτή η φωνή που κάποιες φορές ακούμε μέσα μας και δεν το παραδεχόμαστε; Τι είναι η “αγάπη”; Μπορείς να είσαι πραγματικά ο εαυτός σου όταν ο εαυτός σου σε τρομάζει; μας λέει ο ηθοποιός Βασίλης Μπόγδανος.

“Στο έργο το μεθύσι αποτυπώνεται διαφορετικά σε κάθε χαρακτήρα, με βάση το κοινωνικό background του, τις ανησυχίες του” “Κι όταν η μέθη του ενός συναντά ή συγκρούεται με την μέθη του άλλου, τότε οι άμυνές τους πέφτουν, η γλώσσα τους “λύνεται” κι οι ήρωες απογυμνώνονται και φτάνουν σε μια πνευματική διαύγεια που είναι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, λυτρωτική για όλους.” Και πώς θα γεφυρωθούν τα χάσματα; “Μάλλον με το πιο απλό και ουσιαστικό που λέει ο Μαξ στο έργο, “να αγαπάμε, να αγαπάμε και να αγαπάμε”.

Γιώργος Κωνσταντίνου – “Η μόνη λύση είναι να επενδύσουμε παραπάνω στον άνθρωπο”

Ο ηθοποίος Γιώργος Κωνσταντίνου δίνει μια άλλη διάσταση στη μέθη: “Πέρα από την πραγματική μέθη που βρίσκονται οι χαρακτήρες από το αλκοόλ, στο κείμενό μας υπάρχει και η φράση “Ο Θεός μιλάει με τον κόσμο μέσω των μεθυσμένων”. Σαν δηλαδή, αυτοί οι μεθυσμένοι άνθρωποι μέσα από το μεθύσι τους, να έρχονται σε επαφή με το θείο, που αυτό μπορεί να είναι η ουσία, η αλήθεια τους, ο πραγματικός τους εαυτός, χωρίς φίλτρα και χωρίς τα στυλιζαρισμένα φτιασίδια που επιτάσσει η κοινωνία. Αν κρίνουμε και από την πορεία των χαρακτήρων στο έργο μας, βλέπουμε πως εξαιτίας της μέθης, καταφέρνουν να βάζουν σε πρώτη μοίρα τα θέλω τους, να εκφράζονται ανοιχτά χωρίς φόβο και να λένε πράγματα που υπό άλλες συνθήκες δεν θα κατάφερναν να αρθρώσουν. Όλο αυτό μοιάζει με ένα είδος λύτρωσης, που τους φέρνει πιο κοντά στον εαυτό τους, στους συνανθρώπους τους και κατά μία έννοια στο ανώτερο, στο θείο.”

Μιλώντας για τους ρόλους του μας λέει: “Οι ρόλοι μου είναι ο Λόρενς και ο Μαξ. Το υπαρξιακό ζήτημα που θέτει ο Λόρενς έχει να κάνει με τον φόβο που πολλές φορές έχουμε οι άνθρωποι και αντί να προσπαθούμε να αλλάξουμε κάτι που μας ενοχλεί, τελικά βολευόμαστε πίσω από δικαιολογίες και παραμένουμε αμέτοχοι. Παροτρύνει, ουσιαστικά, να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας, να πάρουμε θέση στα πράγματα και να κυνηγάμε αυτό που επιθυμούμε χωρίς φόβο.

Από την άλλη, αυτό που απασχολεί τον Μαξ είναι το ότι έχουμε χάσει την επαφή και πολλές φορές κάνουμε πράγματα που δεν συνάδουν με την “πραγματικότητα” και στην ουσία ούτε με τα ίδια μας τα θέλω. Επίσης, συνδέει την επαφή με την αγάπη και βρίσκει το νόημα της ύπαρξης του αλλά και της κοινωνίας, στην αγάπη και κατακρίνει την ελευθερία που επιθυμούν οι άνθρωποι. Ελευθερία, δηλαδή το να ζουν ελεύθεροι χωρίς ένα ταίρι, έναν άνθρωπο για να αγαπούν.”

Η λύση για να βρούμε την επαφή; “Νομίζω πως η μόνη λύση για να βρούμε ξανά την επαφή, είναι να επενδύσουμε παραπάνω στον άνθρωπο. Έχουμε λίγο ξεχάσει να υπολογίζουμε τους συνανθρώπους μας. Δεν πρόκειται για κάτι καινούριο, απλά πιστεύω πως τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότερο επενδύουμε σε άλλα πράγματα που θεωρούμε ότι μας είναι χρήσιμα και μας προσφέρουν πληρότητα, με αποτέλεσμα να απομακρυνόμαστε ο ένας απ’ τον άλλον και οι σχέσεις (φιλικές, ερωτικές, οικογενειακές) να μοιάζουν επιπόλαιες. Οπότε, πιστεύω πως θα ήταν καλό να θυμηθούμε τις έννοιες συντροφικότητα, τρυφερότητα, στοργή, ενσυναίσθηση και ίσως να μην φοβόμαστε να είμαστε πραγματικά παρόντες με τους ανθρώπους.”

Προπώληση εισιτηρίων στη More.com

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα