Ο ΜΙΧΑΛΗΣ ΣΑΡΑΝΤΗΣ ΜΑΓΕΙΡΕΥΕΙ ΤΗ ΣΥΝΤΑΓΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΟΥΤΛΗ
Το εμβληματικό έργο για την εργασία και την καθημερινότητα που τρώει όνειρα, ελπίδες και ζωή, «Η Κουζίνα», έπεσε στα μαγικά χέρια του Γιώργου Κουτλή με τον Μιχάλη Σαράντη πρωταγωνιστή. Δεν ανυπομονείς;
Κάθε καινούργιο project του Γιώργου Κουτλή, του σκηνοθέτη των πολυπληθών θιάσων και της… φασαρίας με βάζει σε θέση αναμονής και αγωνίας. Τι θα δούμε πάλι, πώς το καταφέρνει αυτό το θέαμα, πώς κουμαντάρει τόσους ανθρώπους σε τέτοιο χαμό καταφέρνοντας πάντα να περνά και το μήνυμα. Πάντα ένα μήνυμα να μας υπενθυμίζει πόσο η ανθρωπιά, η δημοκρατία, η ελευθερία λείπουν στις μέρες μας.
Αυτή τη φορά, σε τούτη την επιλογή, θα πρωταγωνιστεί ανάμεσα σε τόσους, ο Μιχάλης Σαράντης, ο Μιχάλης των μοναδικών θεατρικών στιγμών μας. Είναι μεγάλη λέξη να πω «τεράστιος» αλλά για μένα ο Μιχάλης Σαράντης είναι και ακόμη περισσότερο θα παραμείνει όσο ο ίδιος δεν αισθάνεται ότι τα καταφέρνει όπως θα ήθελε και αναζητά ακόμη κάτι και ακόμη κάτι και ακόμη κάτι.
Φέτος κρατάμε την όρεξή μας για μια καλοκουρδισμένη Κουζίνα, όπου οι άνθρωποι πάλλονται μέσα στους ήχους της και οι ψυχές τους εξατμίζονται από τις αιματηρές εργασιακές συνθήκες.
Εσύ Γιώργο θα κάνεις κάποτε ένα έργο όπου δύο άνθρωποι θα κάθονται σε ένα καναπέ και πίνουν τσαγάκι;
Γιώργος Κουτλής: Στις πρόβες το σκέφτομαι καμιά φορά, αλλά νομίζω ότι τελικά το το ζητάει ο οργανισμός μου, το ευχαριστιέμαι. Περνάω καλά. Εχει κούραση, έχει δυσκολίες αλλά το γεγονός ότι είναι τόσα άτομα σημαίνει πως δημιουργείται μία παρέα. Πάντα στη ζωή μου, ήμουν με μεγάλες παρέες σε μία άλλη ατμόσφαιρα που είναι λίγο πιο εορταστική, ας το πω έτσι.
Ναι, έχεις δίκιο, αλλά απλώς μου φαίνεται τρομερά χαοτικό να μπορείς να το ελέγξεις αυτό το πράγμα. Δηλαδή μου φαίνεται ότι μονίμως κάποιος θα κάνει κάτι που θα πρέπει να το ξαναπάς από την αρχή. Δεν ξέρω πώς να το πω δηλαδή. Εκτός αν είναι όλοι τόσο πειθαρχημένοι. Ξέρεις δηλαδή δεν ξέρω, μου φαίνεται τρομερά δύσκολο είναι. Μιχάλη, πώς είναι;
Μιχάλης Σαράντης: Είναι σύνθετη διαδικασία πράγματι αλλά αξίζει κάθε της στιγμή. Και αξίζει πάνω από όλα γιατί σε τέτοιες συγκυρίες έχεις την ευκαιρία να γιορτάσεις αυτό το «μαζί» που δεν είναι δεδομένο πια. Είμαστε 14 άτομα επί σκηνής και 6-7 συντελεστές από κάτω εδώ και δύο μήνες, σχεδόν κάθε μέρα. Και είναι όλοι υπέροχοι! Συναναστρέφομαι τόσο ξεχωριστούς ανθρώπους της εποχής και του καιρού μου που δεν θα είχα την ευκαιρία να τους γνωρίσω αν έκανα κάποιο άλλο επάγγελμα ας πούμε. Το τονίζω γιατί αυτή είναι μια αρετή της δουλειάς μας κάπως παραγκωνισμένη μέσα στα χρόνια.
O Γιώργος, δε, πέραν από το ότι είναι πραγματικά σπουδαίος και ταλαντούχος, έχει μια τρομερή ικανότητα να χειρίζεται μεγάλα ανσάμπλ. Φαίνεται στα μάτια του, τον ενθουσιάζει να δουλεύει με τόσους ανθρώπους, τον κινητοποιεί! Προβάρουμε μια σεκάνς και στις διορθώσεις έχει να πει για τον κάθε έναν ξεχωριστά τι πρέπει να ρυθμίσει, τι πρέπει να εντείνει, τι πρέπει να προσέξει και στη παραμικρή λεπτομέρεια. Εχει μάτια για όλους, είναι τρελό. Σε όλο αυτό το δαιδαλώδες σύστημα με έναν παρανοϊκό τρόπο αισθάνομαι ότι νιώθει ασφάλεια! Και κατ’ επέκταση νιώθουμε και εμείς.
Κι εκείνος πρέπει να νιώθει ότι και εσείς είστε σίγουροι για όσα κάνετε.
Μ. Σ. : Μα ναι, είναι αμφίδρομη η σχέση. Φαντάζομαι ότι για να προχωρήσει και να πάει στο επόμενο βήμα τη διαδικασία όπως την έχει στο μυαλό του, πρέπει να νιώσει ότι η ομάδα του και οι ηθοποιοί του είναι παρόντες, είναι μαζί του και συνένοχοι. Και ειδικά σε ένα έργο σαν αυτό, που κατά τη γνώμη μου υπάρχει μεν μια πολύ ρεαλιστική και γραμμική ροή αλλά παράλληλα και μια βαθιά συνεχής αλληγορία, πρέπει να είμαστε «συνεννοημένοι» για το τι αφηγούμαστε. Είναι πολύ ιδιαίτερη πρόβα, ιδιαίτερα τεχνική, απαιτεί μεγάλη διαθεσιμότητα.
Γιώργο, προγραμματίζεις τα πάντα για να μπορείς να έχεις τον έλεγχο ή αφήνεις χώρο για αυτοσχεδιασμό;
Γ. Κ. : Αρχικά, στους μεγάλους θιάσους, μ’ αρέσει η δημιουργικότητα των ανθρώπων. Οπότε, μία δυσκολία είναι να καταφέρεις να τους αφήσεις όλους ελεύθερους και να μην δημιουργηθεί χάος – συχνά, μάλιστα, γίνεται κουραστικό γιατί υπάρχει πολύ θόρυβος. Πρέπει να νιώθουν όλοι άνετα και ταυτόχρονα να μην διαλυθεί η πρόβα, να μην χαθεί ο ρυθμός. Αυτό που κάνουμε πολύ μουσικό και ηχητικό, οπότε υπάρχει μεγάλη καταπόνηση με τη δόνηση να ενισχύεται αφού χρησιμοποιούνται τα εργαλεία και η ίδια η κουζίνα σαν μουσικό όργανο.
Oσο για την πρόβα, προσωπικά λειτουργώ με… τεμάχια: δοκιμάζω μικρά αυτοσχεδιαστικά τεμάχια, συγκεντρώνω τα καλύτερα από τους ηθοποιούς και τα καλύτερα που έχω σκεφτεί εγώ και μετά τα οργανώνω. Αυτό σημαίνει απλά ότι πρέπει να μπορείς να λειτουργείς γρήγορα. Δηλαδή, μέσα σε δυόμισι μήνες πρόβες, να καταφέρεις να φτάσεις στο επίπεδο οργάνωσης και ακρίβειας που απαιτεί αυτή η παράσταση. Νομίζω ότι το κλειδί για να πας γρήγορα σε μια πρόβα είναι το καλό καστ.
Και λέγοντας καλό, δεν εννοώ μόνο να είναι καλοί οι ηθοποιοί, αλλά να σταθούν σωστά στους ρόλους τους. Να έχεις καταλάβει την ψυχοσύνθεση, την ενέργεια, τον τρόπο υποκριτικής, όλα όσα χρειάζονται από τον καθένα για να κουμπώνει σωστά μια ομάδα.
Αυτά, μπορεί να τα ανακαλύψεις και εκείνη τη στιγμή.
Γ. Κ. : Προφανώς. Είναι και λίγο θέμα ενστίκτου. Δημιουργείς μια παράσταση ξεκινώντας από έναν άνθρωπο. Μετά συνδέεις κάποιον άλλον με βάση την ενέργεια του πρώτου ανθρώπου που έχεις επιλέξει. Αυτή η σύνδεση, όπως το ηλιακό σύστημα, πρέπει να είναι σωστή για να λειτουργήσει. Στη σχολή μας έλεγαν ότι το 60% της επιτυχίας μιας παράστασης είναι το καλό καστ. Μετά, αν έχεις κάνει καλή δουλειά με τους ηθοποιούς και τη δυναμική μεταξύ τους, πρέπει να τους αφήσεις να κάνουν αυτό που ξέρουν.
Μιχάλη, από τον Αίαντα στην Κουζίνα. Ετη φωτός διαφορά έτσι; Πού αισθάνεσαι καλύτερα;
Μ. Σ. : Μα δεν είναι μόνο ότι από εκεί που ήμαστε 3 και κάναμε Σοφοκλή τώρα είμαστε είκοσι και κάνουμε Wesker. Κυρίως είναι ότι από εκεί που ήμουν με ανθρώπους που με ξέρουν από παιδί και είμαστε σαν αδέρφια, βρέθηκα σε μια πρόβα που, αν εξαιρέσω τον Σαπουντζή, δεν έχω ξαναδουλέψει με κανέναν. Ούτε ηθοποιό ούτε συντελεστή! Πρώτη μέρα στο σχολείο, κανονικά.
Απλώς στα σαράντα μου πρώτη μέρα στο σχολείο δεν σημαίνει άγχος και αμηχανία, σημαίνει ευκαιρία να είμαι ξανά ανοιχτός, ενθουσιασμένος που ξεκινάω από το μηδέν και να μην έχω τίποτα προετοιμασμένο σε σχέση με την σκηνική μου ταυτότητα. Μπήκα πολύ συνειδητά έτσι στην πρόβα και μέχρι στιγμής δουλεύουμε πάρα πολύ δημιουργικά και με συνέπεια. Η συνάντηση μου με τον Γιώργο και τα παιδιά είναι πραγματικά η καλύτερη συνθήκη που θα μπορούσα να μπω μετά τον Αίαντα.
Ας περάσουμε στην ουσία του έργου…
Μ. Σ. : «Η Κουζίνα» αφηγείται τη ζωή μιας ομάδας ανθρώπων, μιας μικροκοινωνίας μέσα σε μια εργασιακή γαλέρα. Απλώς το κάνει με πολύ διασκεδαστικό τρόπο! Κατ’ αρχάς να πούμε πως το έργο ουσιαστικά έχει ξαναγραφτεί. Κρατώντας τον κορμό του Wesker, ο Κουτλής μαζί με τον Τσινικόρη και τον Πητίδη, πήραν συνεντεύξεις από ανθρώπους που δουλεύουν τώρα σε κουζίνες και έφεραν πιο κοντά στον παρόντα χρόνο το έργο και τις αγωνίες του.
Όχι ότι έχουν αλλάξει και πολύ βέβαια τα πράγματα…Ουσιαστικά μιλάμε για όλους τους ανθρώπους που εργάζονται σήμερα και δεν προλαβαίνουν να ζήσουν. Δεν προλαβαίνουν να ονειρευτούν, δεν προλαβαίνουν να ανασάνουν. Η δουλειά και η παραγωγή τους τους έχει αποκτηνώσει, τους έχει καταπιεί σε τέτοιο βαθμό που τρέχουν σαν χάμστερ σε μια ρόδα χωρίς να μπορούν να σταθούν ούτε ένα λεπτό. Ή ακόμα και να σταθούν, νιώθουν ενοχές γιατί δεν είναι παραγωγικοί! Η κουζίνα είναι μια μικρογραφία κάθε εργασιακού χώρου που απαιτεί τον καλύτερο σου εαυτό μέχρι να ξεχάσεις ποιος είσαι από την πολύ δουλειά και την πρέσα. Σου θυμίζει τίποτα;
Να πούμε, επίσης, ότι το συγκεκριμένο έργο είναι το πρώτο που γράφτηκε για εργασιακό χώρο. Εκεί που γράφανε στην Αγγλία για σαλόνια και αστούς ο Wesker τοποθετεί το κέντρο σε μια βρώμικη κουζίνα που παράγει κακό φαγητό. Σαν να κάνει φόκους εκεί που δεν θέλουμε να βλέπουμε.
Η αδελφή σου η Ελένη, του εκπληκτικού ιταλικού εστιατορίου Osteria Mamma που είναι και σεφ, συνέδραμε;
Μ. Σ: Ναι συνέδραμε! Η Ελένη μας έχει βοηθήσει πολύ σε σχέση με τα μαγειρικά αντικείμενα και την χρήση τους, έστησε ουσιαστικά τους πάγκους μας για να έχουν μια ρεαλιστική απεικόνιση. Μας βοήθησε επίσης με την ορολογία της κουζίνας και με την αργκό τους, το πώς μιλάνε, τι λέξεις έχουν δικιές τους. Έχω και μια αίσθηση ότι ενέπνευσε και τα παιδιά για έναν ρόλο.
Εσύ, Γιώργο, τι γνώμη έχεις; Τι ένιωσες;
Γ. Κ. : Συμφωνώ απόλυτα με όλα όσα είπατε. Για μένα, ο πυρήνας της αξίας του έργου είναι η ανθρωπιά του. Είναι βαθιά, πικρή, αλλά όμορφη ανθρωπιά. Η κουζίνα αυτή είναι σαν ένας μικρόκοσμος ολόκληρης της κοινωνίας, ολόκληρου του κόσμου. Βλέπεις μια κουζίνα και φαίνεται σαν να είναι ο πλανήτης μέσα.
Μια κουζίνα που εκπροσωπεί ένα αδηφάγο καπιταλιστικό σύστημα το οποίο έχει αναγάγει την παραγωγικότητα σε νέα θρησκεία. Πρέπει να είσαι παραγωγικός μέχρι να εξαντλήσεις τις πρώτες ύλες του εαυτού σου, μέχρι θανάτου. Και βλέπουμε ανθρώπους που είναι στα όρια της εξάντλησης, της κατάρρευσης και της αποξένωσης, χάνοντας κάθε έννοια ρομαντισμού, ελπίδας και ονείρου.
Κάπου είχα διαβάσει μια φράση που μου άρεσε: «είναι μια διασκεδαστική τραγωδία». Ετσι είναι- μοιάζει ένα σύμπαν χαρούμενο, αλλά στην πραγματικότητα αυτοί οι άνθρωποι καταρρέουν, οδηγούνται σε νευρικό κλονισμό. Οι στιγμές που διασκεδάζουν, τραγουδούν, χορεύουν, παίζουν μουσική, όλες αυτές οι στιγμές είναι προσπάθειες επιβίωσης μέσα σε μια μηχανή που τους αλέθει.
Αυτό το έργο είναι μια υπενθύμιση και στον εαυτό μου γιατί την τελευταία πενταετία έκανα περισσότερες δουλειές απ’ όσες μπορούσα και σταμάτησα να ζω τελείως. Εν τω μεταξύ απέκτησα παιδί μόλις και νομίζω ότι χρησιμοποιώ την παράσταση ως καθαρτικό για τον εαυτό μου. Ο σκοπός είναι να δει ο κόσμος το έργο και να αγχωθεί για το πού οδηγούμαστε από αυτή την ασταμάτητη εργασιομανία, την εξάντληση. Να νιώσει την αίσθηση ότι η ζωή δεν είναι μόνο δουλειά και να έρθει η κάθαρση μέσα από την επιθυμία να σκεφτείς ξανά ότι πρέπει να κλείσεις το μέιλ και να ζήσεις. Στέλνουμε ένα άγριο, αλλά και ένα πολύ φωτεινό μήνυμα.
Στην παράσταση δεν παίζουν μόνο Ελληνες.
Μ. Σ. : Όχι και έχει και αυτό τη σημασία του με την έννοια ότι το θέμα δεν είναι τοπικό, δεν είναι μικρό, ό, τι συμβαίνει εκεί μέσα θα μπορούσε να συμβεί οπουδήποτε και σε οποιονδήποτε.
Γ. Κ. : Το πολυπολιτισμικό στοιχείο είναι πολύ ενδιαφέρον για την παραβολή του έργου, και στο επίπεδο του πώς αυτό το χωνευτήρι συγκεντρώνει ανθρώπους από διαφορετικούς πολιτισμούς, οι οποίοι κάτω από το σύστημα βρίσκονται όλοι στην ίδια θέση. Το έργο έχει ανέβει σε πολλές χώρες και πάντα έχει διασκευαστεί για να επικοινωνεί με την εκάστοτε εποχή.
Το μόνο που θέλω να προσθέσω είναι η απουσία της γυναίκας στην κουζίνα.
Γ. Κ. : Το έργο έχει μια πολύ δυνατή γυναικεία παρουσία, η οποία μάλιστα είναι και πολύ ριζοσπαστική για την εποχή της. Δεν είναι όμως σεφ γιατί εκεί θέλαμε να κρατήσουμε την ουσία που καθρεφτίζει μια καθαρά πατριαρχική, τοξική δομή.
Οι κουζίνες θυμίζουν φυλακές ή πειρατικά καράβια. Και δεδομένου ότι μιλάμε για μια εργασιακή γαλέρα, το έργο είναι φτιαγμένο πατριαρχικά από το αφεντικό που εκπροσωπεί όλο αυτό το σύστημα. Επίσης, αυτό το εστιατόριο λειτουργεί σαν… κομμωτήριο, σερβίροντας τα πάντα από κοτομπουκιές μέχρι ουρές αστακού και από μπέργκερ μέχρι μενού γκουρμέ.
Και αυτό συμβαίνει ακριβώς για να εξυπηρετήσει το γεγονός ότι οι άνθρωποι δουλεύουν σε μια γαλέρα όπου το φαγητό που βγάζουν δεν είναι ποιοτικό – τι νόημα να έχει για σένα το να δουλεύεις τόσες ώρες σε τέτοιες συνθήκες για βγάλεις σάπιο φαγητό; Όταν, λοιπόν, σου αφαιρούν και τον σκοπό της δουλειάς, την ομορφιά της, τότε η κατάσταση γίνεται πραγματικά αποκαρδιωτική.
Συντελεστές:
Μετάφραση: Ελένη Κουτσιούμπα | Σκηνοθεσία: Γιώργος Κουτλής
Διασκευή: Μιχάλης Πητίδης, Γιώργος Κουτλής
Δραματουργία: Πρόδρομος Τσινικόρης
Σκηνικά – Κοστούμια: Ελένη Στρούλια
Sound design και Μουσική: Παναγιώτης Μανουηλίδης
Sound design και Ηχοληψία : Αγγελος Κονταξής
Ρυθμική διδασκαλία: Γιώργος Μπουκαούρης
Χορογραφία – Κινησιολογία: Αλέξανδρος Σταυρόπουλος
Φωτισμοί: Ελίζα Αλεξανδροπούλου
Βοηθός σκηνοθέτη: Θάλεια Γρίβα
Φωτογραφίες – trailer: Χρήστος Συμεωνίδης
Παίζουν (αλφαβητικά):
Σαμουήλ Ακινόλα, Πολύδωρος Βογιατζής, Ιωάννα Δεμερτζίδου, Δανάη Καλούτσα, Ιλιάννα Καραπασιά, Γιώργος Κατσής, Ειρήνη Μακρή, Γιώργος Μπουκαούρης, Gary Salomon, Χρήστος Σαπουντζής, Μιχάλης Σαράντης, Αναστασία Στυλιανίδη, Πήτερ Τζέικς, Γιλμάζ Χουσμέν κ.ά.
Θέατρο ΚΙΒΩΤΟΣ, Πειραιώς 115, τηλ. 210 3427 426
Προπώληση:
https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/i-kouzina-se-skinothesia-giorgou-koutli