Θα αλλάξουν οι κυρώσεις του Τραμπ στον Πούτιν τη μοίρα του πολέμου στην Ουκρανία;
Διαβάζεται σε 9'
Ο Ντόναλντ Τραμπ αλλάζει τακτική και επιβάλλει κυρώσεις στη ρωσική πετρελαϊκή βιομηχανία, προκειμένου να φέρει τον Πούτιν στο τραπέζι για να τερματιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία. Τι προβλέπουν οι ειδικοί για τον αντίκτυπο των μέτρων.
- 23 Οκτωβρίου 2025 09:59
Νέες κυρώσεις κατά των ρωσικών εξαγωγών πετρελαίου επέβαλε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ύστερα από μήνες καθυστέρησης, σε μια προσπάθεια να ασκήσει πιέσεις στον Ρώσο πρόεδρο προκειμένου να επιτευχθεί κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία.
Οι κυρώσεις έρχονται ταυτόχρονα με την ακύρωση της συνόδου Τραμπ-Πούτιν στη Βουδαπέστη, μια και ο αμερικανός πρόεδρος εξέφρασε την απογοήτευση του για το αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων. «Ειλικρινά, το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι κάθε φορά που μιλάω με τον Βλαντίμιρ, έχω καλές συζητήσεις, αλλά μετά δεν καταλήγουν πουθενά. Απλά δεν πηγαίνουν πουθενά», ανέφερε κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με τον ΓΓ του NATO Μαρκ Ρούτε στο Οβάλ Γραφείο, την Τετάρτη (22/10).
Το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε τις κυρώσεις στους ρωσικούς ενεργειακούς ομίλους Rosneft και Lukoil, προσάπτοντας στη Μόσχα «έλλειψη σοβαρής δέσμευσης σε μια ειρηνευτική διαδικασία για να τερματιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία» με τον πρόεδρο Τραμπ να τις χαρακτηρίζει «τεράστιες». Εξέφρασε πάντως την ελπίδα ότι θα είναι ένα ένα βραχυπρόθεσμο μέτρο.
Η κίνηση αυτή σηματοδοτεί σημαντική στροφή στην προσέγγιση του Ντόναλντ Τραμπ για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς είναι η πρώτη φορά που επιβάλλει κυρώσεις από την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο.
Σύμφωνα με την βρετανική εφημερίδα The Guardian, οι ειδικοί παραμένουν διχασμένοι ως προς το πόσο αποτελεσματικές θα είναι στο να μπει ένα τέλος στον πόλεμο της Ουκρανίας και να φέρουν τον Βλαντίμιρ Πούτιν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, με πολλούς να λένε ότι όλα θα κριθούν από το πόσο αυστηρά θα τις εφαρμόσουν οι ΗΠΑ.
Τι προβλέπει το πακέτο κυρώσεων
Οι κυρώσεις που ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομικών θα οδηγήσουν σε «πάγωμα» όλων των περιουσιακών στοιχείων της Rosneft και της Lukoil στις ΗΠΑ και ταυτόχρονα, αμερικανικές εταιρείες και ιδιώτες θα απαγορεύεται να συναλλάσσονται μαζί τους. Τα μέτρα περιλαμβάνουν επίσης κυρώσεις σε δεκάδες θυγατρικές των εταιρειών.
Οι ΗΠΑ απειλούν επίσης με δευτερογενείς κυρώσεις ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που συναλλάσσονται με τη Rosneft και τη Lukoil – κάτι που θα μπορούσε να περιλαμβάνει τράπεζες που διευκολύνουν πωλήσεις ρωσικού πετρελαίου στην Κίνα, την Ινδία και την Τουρκία.
Η Rosneft και η Lukoil είναι οι δύο μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες στη Ρωσία και αντιστοιχούν σχεδόν στο ήμισυ των εξαγωγών ρωσικού αργού πετρελαίου, σύμφωνα με το Bloomberg. Και οι δύο εταιρείες τέθηκαν υπό κυρώσεις από το Ηνωμένο Βασίλειο την περασμένη εβδομάδα, ενώ σήμερα, Πέμπτη, η ΕΕ αναμένεται να ανακοινώσει ένα πακέτο νέων κυρώσεων κατά της Ρωσίας.
Η χρονική συγκυρία
Στην προεκλογική εκστρατεία του 2024, ο Τραμπ υποστήριξε ότι θα τερμάτιζε τον πόλεμο στην Ουκρανία «σε 24 ώρες» αν εκλεγόταν. Όμως, από τότε που επέστρεψε στον Λευκό Οίκο, διαπίστωσε ότι το έργο είναι πιο δύσκολο απ’ όσο φανταζόταν. Η στάση του απέναντι στον πόλεμο, τον Ζελένσκι και τον Πούτιν, έχει μετατοπιστεί πολλές φορές — από τη δήλωση τον περασμένο μήνα ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να ανακτήσει όλη τη γη που χάθηκε μετά την εισβολή του 2022, μέχρι την πρόταση αυτή την εβδομάδα ότι η περιοχή του Ντονμπάς θα πρέπει να «κοπεί» με τρόπο που θα άφηνε το μεγαλύτερο μέρος της υπό ρωσικό έλεγχο.
Αυτή την εβδομάδα, ο Τραμπ ακύρωσε αιφνιδιαστικά την προγραμματισμένη δεύτερη σύνοδο κορυφής με τον Πούτιν στη Βουδαπέστη, εν μέσω αναφορών ότι η κυβέρνησή του είχε απογοητευτεί από τις προϋποθέσεις που έθεσε η ρωσική πλευρά.
Μέχρι τώρα, ο Τραμπ αντιστεκόταν στην πίεση από συμμάχους στο Κογκρέσο να επιβάλει πρόσθετες κυρώσεις, ωστόσο η απροθυμία της Ρωσίας να αλλάξει τη στάση της, σε συνδυασμό με τη διαρκή πίεση από Ευρωπαίους εταίρους, φαίνεται πως άλλαξαν τους υπολογισμούς του.
«Η σημερινή κίνηση είναι ένα καλοδεχούμενο προειδοποιητικό μήνυμα προς τον Πούτιν να σταματήσει τα παιχνίδια και τον μαξιμαλισμό και να σοβαρευτεί για τον τερματισμό του πολέμου», λέει ο Daniel Fried, διακεκριμένος εταίρος της Weiser Family και πρώην υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ για την Ευρώπη στο Atlantic Council.
Ωστόσο, ο John Herbst, ανώτερος διευθυντής του Eurasia Center και πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Ουκρανία, προειδοποιεί πως «ο Πούτιν εξακολουθεί να πιστεύει ότι μπορεί να αντέξει περισσότερο από οποιονδήποτε δυτικό ηγέτη στην προσπάθειά του να επιτύχει τον πόλεμο κατάκτησης».
Πόσο αποδοτικά μπορούν να είναι τα μέτρα;
Οι φόροι από τον ενεργειακό κλάδο αντιστοιχούν περίπου στο ένα τέταρτο του ρωσικού προϋπολογισμού και οι πρόσθετες κυρώσεις θα συμβάλουν στην περαιτέρω περιορισμό της ικανότητας των εταιρειών Rosneft και Lukoil να ασκούν τις δραστηριότητές τους, αυξάνοντας την πίεση στον Ρώσο πρόεδρο.
Ο Marshall Billingslea, αξιωματούχος του Υπουργείου Οικονομικών στην πρώτη θητεία του Τραμπ, δήλωσε πως η απειλή στοχοποίησης τραπεζών που συναλλάσσονται με τις δύο εταιρείες ήταν από τα πιο κρίσιμα μέτρα που ανακοινώθηκαν, καθώς θα δυσκολεύεσει τις εταιρείες που εισάγουν ρωσικό αργό πετρέλαιο. «Ακόμα κι αν τα ινδικά, κινεζικά ή τουρκικά διυλιστήρια θέλουν να συνεχίσουν να αγοράζουν, η τράπεζά τους μπορεί να πει “όχι”.»
Από την πλευρά της Kimberly Donovan, διευθύντρια της πρωτοβουλίας Economic Statecraft στο GeoEconomics Center και πρώην στέλεχος του Λευκού Οίκου και του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, έκανε τη δική της πρόβλεψη στο Atlantic Council. «Θα έχει άμεσο και απευθείας αντίκτυπο στα κέρδη της Ρωσίας από το πετρέλαιο», τόσο από τις νόμιμες πωλήσεις όσο και από εκείνες μέσω του παράνομου στόλου του Κρεμλίνου που παραβιάζει το ανώτατο όριο τιμών.
Οι πρωτογενείς κυρώσεις κατά των Rosneft και Lukoil, σημειώνει η Kimberly Donovan, βασίστηκαν στο Προεδρικό Διάταγμα 14024, κάτι που, όπως λέει, είναι σημαντικό επειδή «φέρει την απειλή δευτερογενών κυρώσεων για ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που συνεχίζουν να συναλλάσσονται με τις εταιρείες υπό κυρώσεις».
Ο Thomas Graham, εταίρος στο Council on Foreign Relations, εμφανίστηκε πιο επιφυλακτικός, λέγοντας στο Bloomberg: «Αν ο Λευκός Οίκος πιστεύει ότι αυτό θα οδηγήσει σε ριζική αλλαγή στη συμπεριφορά του Κρεμλίνου ή στην πολιτική του Πούτιν, πλανάται. Οι κυρώσεις λειτουργούν αργά και το Κρεμλίνο έχει αποδειχθεί πολύ ικανό να παρακάμπτει τέτοιου είδους μέτρα».
Αυτό που επισημαίνεται πάντως από τους ειδικούς είναι πως ο αντίκτυπος των κυρώσεων θα εξαρτηθεί από το πόσο ενεργά θα εφαρμόσουν οι ΗΠΑ τις απειλές τους κατά χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που συναλλάσσονται με τη Rosneft και τη Lukoil. Η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε επιλέξει να μην επιβάλει κυρώσεις στις δύο εταιρείες λόγω ανησυχιών ότι μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να αυξήσει το ενεργειακό κόστος σε μια περίοδο που ο πληθωρισμός άρχιζε επιτέλους να αποκλιμακώνεται.
Οι ειδικοί λένε ότι η προεκλογική δέσμευση του Τραμπ να κρατήσει χαμηλές τις τιμές των καυσίμων και να διαχειριστεί την κρίση κόστους ζωής θα μπορούσε να αποδυναμώσει τον αντίκτυπο των νέων κυρώσεων, αν αρχίσουν να επηρεάζουν δραματικά την τιμή του πετρελαίου.
Τι άλλο θα μπορούσαν να κάνουν οι ΗΠΑ;
Σύμμαχοι της Ουκρανίας εξακολουθούν να πιέζουν τον Τραμπ να προχωρήσει σε επιπλέον μέτρα, μεταξύ άλλων να εφαρμόσει ένα σχέδιο ούτως ώστε να αξιοποιηθούν τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία που «πάγωσαν» στην αρχή του πολέμου για να χρηματοδοτηθεί η άμυνα του Κιέβου
Αυτή την εβδομάδα, οι ηγέτες της ΕΕ αναμένεται να συμφωνήσουν σε άτοκο δάνειο 140 δισ. ευρώ προς την Ουκρανία, με εγγύηση τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια στην Ευρώπη. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι ίδιες οι ΗΠΑ φαίνεται να έχουν απομακρυνθεί από το ενδεχόμενο να στηρίξουν ένα τέτοιο σχέδιο.
Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι συνεχίζει επίσης να πιέζει τις ΗΠΑ για όπλα μεγάλου βεληνεκούς που θα μπορούσαν να πλήξουν βαθιά μέσα στη Ρωσία. Οι προσπάθειες να εξασφαλιστούν πύραυλοι Τομαχόκ σε συνάντηση στον Λευκό Οίκο την περασμένη εβδομάδα ναυάγησαν, έπειτα από τηλεφωνική επικοινωνία του Τραμπ με τον Πούτιν.
Την Τετάρτη, η Wall Street Journal μετέδωσε ότι η κυβέρνηση Τραμπ θα επέτρεπε στην Ουκρανία να χρησιμοποιεί πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς που προμηθεύουν σύμμαχοι για επιθέσεις βαθιά μέσα στη Ρωσία, όπως οι βρετανικοί πύραυλοι κρουζ Storm Shadow που χρησιμοποιήθηκαν πρόσφατα σε πλήγμα σε χημικό εργοστάσιο στο Μπριάνσκ, παρά τις ανησυχίες της Ουάσινγκτον για πιθανή κλιμάκωση της έντασης με το Κρεμλίνο.
Για να πετύχει τον στόχο του τερματισμού του πολέμου, ο Τραμπ πρέπει «να προετοιμαστεί για μια κλιμάκωση της πίεσης προς τη Μόσχα που θα κρατήσει μήνες», λέει ο John Herbst. «Τη δεδομένη στιγμή, ο Πούτιν βλέπει σίγουρα απλά έναν ακόμα γύρο κυρώσεων. Δεν πρέπει να είναι ο τελευταίος γύρος».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες «πρέπει επίσης να κάνουν περισσότερα στο στρατιωτικό σκέλος», υποστηρίζει ο John Herbst. Ακόμη κι αν η κυβέρνηση Τραμπ δεν θέλει τώρα να δώσει πυραύλους Τομαχόκ στην Ουκρανία, διερωτάται: «γιατί να επαναλάβουμε την τακτική Μπάιντεν του να αποκλείονται εκ των προτέρων μέτρα που ανησυχούν το Κρεμλίνο;»
«Ο Τραμπ μπορεί να πετύχει μια διαρκή ειρήνη, μόνο αν πείσει τον Πούτιν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους θα εξοπλίσουν την Ουκρανία σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην είναι δυνατά περαιτέρω ρωσικά στρατιωτικά κέρδη.»