Ο Χέγκσεθ είπε σε Αμερικανούς στρατιώτες στο Ιράκ να αγνοούν τον στρατιωτικό νόμο
Διαβάζεται σε 6'
Η αποκάλυψη έρχεται τη στιγμή που ο Χέγκσεθ βρίσκεται στο στόχαστρο για τη φονική επιχείρηση στην Καραϊβική, με Αμερικανούς γερουσιαστές να εξετάζουν ακόμη και το ενδεχόμενο διάπραξης εγκλήματος πολέμου.
- 02 Δεκεμβρίου 2025 16:53
Σφοδρές αντιδράσεις έχει προκαλέσει η παραδοχή του υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ, ότι στο Ιράκ είχε δώσει εντολή στους στρατιώτες του να αψηφούν τις νομικές οδηγίες για τη χρήση θανατηφόρας βίας, απορρίπτοντας τους καθιερωμένους κανόνες εμπλοκής ως “ανοησίες”.
Όπως σημειώνει ο Guardian, η ομολογία αυτή περιλαμβάνεται στο βιβλίο του με τίτλο “The War on Warriors” (Ο Πόλεμος των Πολεμιστών) που εξέδωσε πέρυσι, στο οποίο ο Χέγκσεθ επιτίθεται επανειλημμένα στους περιορισμούς που –όπως υποστηρίζει– επιβάλλουν στους «Αμερικανούς μαχητές» το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και οι Συμβάσεις της Γενεύης.
Ο Χέγκσεθ βρίσκεται ήδη στο στόχαστρο για τη φονική επίθεση αμερικανικών δυνάμεων εναντίον ενός σκάφους στην Καραϊβική στις 2 Σεπτεμβρίου, το οποίο φέρεται να μετέφερε ναρκωτικά. Σύμφωνα με αναφορές, μετά τον πρώτο βομβαρδισμό, όσοι είχαν επιζήσει σκοτώθηκαν σε δεύτερο χτύπημα, το οποίο πραγματοποιήθηκε κατόπιν προφορικής εντολής του Χέγκσεθ να «σκοτώσουν τους πάντες».
Ο ίδιος αρνείται ότι έδωσε τέτοια εντολή και εξακολουθεί να έχει τη στήριξη του Ντόναλντ Τραμπ. Ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι ο Χέγκσεθ τού διαβεβαίωσε πως «δεν το είπε αυτό» και ότι τον πιστεύει «100%». Ωστόσο, αρκετοί Αμερικανοί γερουσιαστές αφήνουν πλέον ανοιχτό το ενδεχόμενο ότι ο υπουργός Άμυνας μπορεί να έχει διαπράξει έγκλημα πολέμου.
Το αμφιλεγόμενο περιστατικό που περιγράφεται στο βιβλίο
Στο βιβλίο, ο Χέγκσεθ περιγράφει μια ενημέρωση που έγινε αμέσως μετά την ανάπτυξή της στρατιωτικής αποστολής του στο Ιράκ, όπου ένας στρατιωτικός νομικός (JAG) εξηγούσε στη μονάδα του τους κανόνες εμπλογής.
Όπως γράφει: «Με το που φτάσαμε στο Ιράκ, μας έκαναν ενημέρωση για τους τελευταίους κανόνες εμπλοκής στο πεδίο. Δεν χρειάζεται να πω ότι οι πεζικάριοι δεν συμπαθούν ιδιαίτερα τους στρατιωτικούς νομικούς – γι’ αυτό οι JAG συχνά αποκαλούνται, όχι και τόσο κολακευτικά, “jagoffs”.»
Συνεχίζει, κατηγορώντας τους στρατιωτικούς νομικούς: «Οι περισσότεροι περνούν περισσότερο χρόνο προσπαθώντας να κατηγορήσουν δικούς μας στρατιώτες παρά να βάλουν στη φυλακή τους κακούς. Είναι πιο εύκολο για αυτούς να πάρουν προαγωγή έτσι.»
Κατά την ενημέρωση, ο στρατιωτικός νομικός χρησιμοποίησε ως παράδειγμα έναν εντοπισμένο εχθρό που κρατά έναν εκτοξευτή ρουκετών (RPG), και ρώτησε τους άνδρες του λόχου: «Τον πυροβολείτε;» «Και τα παιδιά μου είπαν: “Εννοείται, τον καθαρίζουμε”.»
Σύμφωνα με την αφήγηση ο στρατιωτικός νομικός απάντησε: «Λάθος. Δεν έχετε άδεια να ανοίξετε πυρ μέχρι ο RPG να αποτελεί άμεση απειλή. Πρέπει να είναι στραμμένος πάνω σας με πρόθεση να χρησιμοποιηθεί. Μόνο τότε είναι νόμιμη εμπλοκή.»
Ο Χέγκσεθ περιγράφει ότι η ομάδα του έμεινε «σιωπηλή και αποσβολωμένη». Στη συνέχεια, όπως παραδέχεται: «Μετά την ενημέρωση, μάζεψα τον λόχο και τούς είπα: “Δεν θα επιτρέψω αυτή την ανοησία να σας επηρεάσει. Αν δείτε εχθρό που θεωρείτε απειλή, τον εξουδετερώνετε. Αυτός ο κανονισμός είναι βλακώδης και θα κοστίσει ζωές. Θα σας καλύψω – όπως και ο διοικητής μας. Εμείς θα γυρίσουμε σπίτι· ο εχθρός όχι”.»
Έπαινοι για τον πρώην διοικητή του
Στο ίδιο κεφάλαιο, ο Χέγκσεθ επαινεί τον τότε διοικητή του, τον συνταγματάρχη Μάικλ Στιλ, τον οποίο αποκαλεί «γνήσιο σκληροτράχηλο», και αναφέρει ότι ο Στιλ ενθάρρυνε τις «επιτυχίες» στις συγκρούσεις, δίνοντας «φονικά νομίσματα» σε όσους «εξουδετέρωναν» εχθρούς. «Αν εξουδετέρωνες εχθρό υπό τη διοίκησή του, έπαιρνες ένα νόμισμα.»
Και σχολιάζει ότι ο Στιλ «ήταν ακριβώς ο άνθρωπος που ήθελες δίπλα σου στη μάχη.»
Ο Στιλ είχε διατελέσει διοικητής της 3ης Ταξιαρχίας, στο 187ό Σύνταγμα Πεζικού της 101ης Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας (2004–2006), με τον Χέγκσεθ να υπηρετεί τότε ως διοικητής διμοιρίας.
Το 2006, τέσσερις στρατιώτες κατηγορήθηκαν ότι δολοφόνησαν υπό τις διαταγές του άοπλους Ιρακινούς κατά τη διάρκεια επιδρομής. Σε ένορκες καταθέσεις, οι κατηγορούμενοι δήλωσαν ότι ο Στιλ είχε δώσει εντολή να «σκοτώσουν όλους τους άντρες στρατεύσιμης ηλικίας».
Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, ο Στιλ ενθάρρυνε τη χρήση «πινακίδων θανάτων» (kill boards), όπου καταγραφόταν πόσοι Ιρακινοί είχαν σκοτωθεί από κάθε στρατιώτη.
Το 2007, οι New York Times ανέφεραν ότι ο Στιλ είχε επισήμως επιπληχθεί για ακατάλληλες εντολές που οδήγησαν στον θάνατο άοπλων πολιτών — εξέλιξη που στην πράξη έβαλε τέλος σε κάθε πιθανότητα περαιτέρω προαγωγής του.
Ο καθηγητής Ντέιβιντ Μ. Κρέιν, πρώην επικεφαλής εισαγγελέας του Ειδικού Δικαστηρίου του ΟΗΕ για τη Σιέρα Λεόνε, διακεκριμένος ερευνητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστήμιο των Συρακουσών και βετεράνος του αμερικανικού στρατού με 20 χρόνια υπηρεσίας —ανάμεσά τους και ως αξιωματικός JAG— τονίζει ότι οι κανόνες εμπλοκής είναι θεμελιώδεις, και όσοι τους παραβιάζουν πρέπει να λογοδοτούν.
«Μετά τη Σφαγή του Μι Λάι το 1968, γίνεται συστηματική προσπάθεια να μη συμβεί ξανά κάτι τέτοιο, και να διώκονται όσοι ξεφεύγουν. Αυτό έγινε και στο Ιράκ, στη Φαλούτζα και σε άλλε ςπόλεις, όπου κάποιοι πεζοναύτες εκτράπηκαν και διέπραξαν εγκλήματα πολέμου — και διώχθηκαν γι’ αυτό.»
Ο Κρέιν εξηγεί ότι οι κανόνες εμπλοκής δεσμεύουν κάθε κλιμάκιο της διοίκησης:
«Αυτοί οι κανόνες ισχύουν μέχρι την κορυφή. Φτάνουν ως τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, που είναι ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων. Αν μια παράνομη εντολή μεταβιβαστεί από πάνω προς τα κάτω, τότε όλοι όσοι εμπλέκονται έχουν ευθύνη για έγκλημα πολέμου. Δεν είναι μόνο ο πιλότος που πατάει το κουμπί και εκτοξεύει τον πύραυλο στο σκάφος. Ναι, υπακούν σε παράνομη εντολή, αλλά η ευθύνη φτάνει μέχρι τον πρόεδρο.»
Αμφισβήτηση του διεθνούς δικαίου
Στο βιβλίο, ο Χέγκσεθ αμφισβητεί ευθέως ολόκληρο το πλαίσιο του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου.
Γράφει: «Αν αναγκάζουμε τους πολεμιστές μας να ακολουθούν αυθαίρετους κανόνες και να θυσιάζουν τις ζωές τους ώστε τα διεθνή δικαστήρια να αισθάνονται καλύτερα, μήπως είναι καλύτερο να νικάμε τους πολέμους με τους δικούς μας κανόνες; Ποιος νοιάζεται τι σκέφτονται οι άλλες χώρες!»
Κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ, ο Χέγκσεθ είχε πρωτοστατήσει στην εκστρατεία υπέρ της απονομής χάριτος σε δύο στρατιωτικούς αξιωματικούς και της ανατροπής της πειθαρχικής ποινής σε βάρος ενός πεζοναύτη του Ναυτικού — και οι τρεις είχαν κατηγορηθεί για εγκλήματα πολέμου.
Ο Κρέιν, σχολιάζοντας τη ρητορική του Χέγκσεθ που παρουσιάζει τους στρατιώτες και τους στρατιωτικούς νομικούς ως «αντιπάλους»,τονίζει ότι η οπτική αυτή «είναι εντελώς ανακριβής» και προσθέτει: «Ο στρατιωτικός δικηγόρος είναι στρατιώτης που είναι και νομικός. Η δουλειά του είναι να διασφαλίζει ότι οι στρατιώτες δεν παραβιάζουν το δίκαιο των ένοπλων συγκρούσεων — και οι στρατιώτες το εκτιμούν αυτό.»
Περιγράφει μάλιστα ότι σε δικές του αποστολές: «Έχω υπηρετήσει σε διάφορες περιοχές του κόσμου, σε εξαιρετικά επικίνδυνα σημεία, μαζί με τη μονάδα μου ως νομικός τους. Κάναμε τα ίδια: Άλματα με αλεξίπτωτο, αναρριχήσεις, και ό,τι άλλο κάνουν οι εξειδικευμένες μονάδες. Ήμουν εκεί μαζί με τους στρατιώτες. Με σεβόντουσαν, τους σεβόμουν, και με άκουγαν.»