Magic De Spell: “Το θέμα είναι τι κάνεις με το μικρόφωνο στο χέρι. Έχεις ευθύνη”

Διαβάζεται σε 9'
Magic de Spell
Magic de Spell

Σαράντα πέντε χρόνια μετά την αρχή τους, οι Magic de Spell μιλούν για τη μουσική ως στάση ζωής και πράξη ευθύνης… ακόμα κι όταν όλα τριγύρω αλλάζουν, ή μοιάζουν να μένουν ίδια.

Ο μύθος λέει πως το όνομά τους προέκυψε από τη Μάτζικα Ντε Σπελ της Disney – τη σκοτεινή, πανούργα φιγούρα που κινούταν πάντα στο περιθώριο και απέναντι από το “καθώς πρέπει”. Από την αρχή, λοιπόν, οι Magic de Spell δήλωσαν πλευρά: ροκ ως στάση ζωής, ως τρόπος να βλέπεις τον κόσμο λίγο πιο στραβά, λίγο πιο ελεύθερα, όχι εκ του ασφαλούς.

Σαράντα πέντε χρόνια μετά την πρώτη τους εμφάνιση, το μακροβιότερο συγκρότημα της ελληνικής ροκ σκηνής παραμένει ενεργό, ανήσυχο και απολύτως παρόν. Οι Magic de Spell επιμένουν να γράφουν τραγούδια που “χτυπάνε” εκεί που πονάει και εμφανίζονται live σε όλη την Ελλάδα, δίνοντας συναυλίες που λειτουργούν σαν ζωντανός απολογισμός μιας διαδρομής που ακόμα ξεδιπλώνεται.

Ξεκίνησαν το 1980, σε μια εποχή που το ελληνικό ροκ ακόμα έψαχνε γλώσσα και χώρο. Την πρώτη, αγγλόφωνη δεκαετία τους τη διένυσαν σε μουσικές σκηνές και φεστιβάλ, δίπλα σε σημαντικά ελληνικά και διεθνή ονόματα, χτίζοντας βήμα-βήμα μια ταυτότητα που δεν χωρούσε σε εύκολες κατηγορίες.

Από τις αρχές των 90s, η στροφή στο ελληνόφωνο ροκ τους καθιέρωσε οριστικά: κιθαριστικός ήχος, αιχμηρός στίχος και τραγούδια δεμένα με την κοινωνική πραγματικότητα της εποχής τους.

Κομμάτια όπως το «Εμένα οι φίλοι μου» και το «Sarajevo» έχουν πια ξεφύγει από τα όρια της δισκογραφίας και έχουν περάσει στη συλλογική εμπειρία, συνοδεύοντας –τουλάχιστον– δύο γενιές ως κοινός τόπος μνήμης και στάσης.

Magic de Spell

Με αφορμή τα 45 χρόνια πορείας και τα live τους σε όλη της Ελλάδα, οι Magic de Spell μας μιλούν για τις φάσεις που τους διαμόρφωσαν, και την ανάγκη να μην σωπαίνεις όταν όλα γύρω αλλάζουν… και όλα τα ίδια μένουν.

Κοιτάζοντας όλη αυτή τη διαδρομή των 45 χρόνων – από την αγγλόφωνη punk/dark wave περίοδο των ’80s, στον ελληνόφωνο ήχο των ’90s και μέχρι σήμερα – ποιες στιγμές νιώθετε ότι σας διαμόρφωσαν περισσότερο ως μπάντα;

Κοιτάζοντας πίσω, ξεχωρίζουμε τρεις σημαντικές περιόδους για την μπάντα. Η πρώτη, ήταν την εποχή που ήμασταν αγγλόφωνοι και φλερτάραμε το post punk και το dark wave, ανακατεμένο με μια μεταπολιτευτική ανησυχία και μια επιθετική αθωότητα. Η δεύτερη ήταν η στιγμή που αλλάξαμε γλώσσα και ήχο. Η ελληνική γλώσσα ήταν το απαραίτητο εργαλείο για να αποκτήσουμε αμεσότητα σ’ αυτά που πραγματικά θέλαμε να πούμε. Η τρίτη είναι η τωρινή. Ζούμε σε μια εποχή που όλα αλλάζουν. Όλα καίνε γύρω μας και εμείς δεν μπορούμε να τα παρατηρούμε και να σωπαίνουμε.

Έχετε μιλήσει συχνά για τη στάση της τέχνης απέναντι στη βία και τον πόλεμο. Πιστεύετε ότι σήμερα υπάρχει χώρος ή ανάγκη να “ξαναγεννηθούν” μεγάλα αντιπολεμικά κινήματα, όπως εκείνα που σημάδεψαν τις δεκαετίες του ’60 και του ’70;

Μπορεί ο κόσμος να κουράστηκε ή να απογοητεύτηκε, αλλά οι πόλεμοι δεν κουράστηκαν καθόλου. Ευτυχώς όμως, τα κινήματα δεν γεννιούνται τόσο από τη διάθεσή μας, αλλά από τα αδιέξοδα που δημιουργούνται γύρω μας. Κι επειδή τα αδιέξοδα πολλαπλασιάζονται, το πιο πιθανό είναι να δούμε ξανά κινήματα. Ίσως όχι με λουλούδια όπως στα 60’s, όχι μηδενιστικά όπως το punk στα late 70’s, αλλά σε μια άλλη γλώσσα, που δεν μπορούμε ακόμη να διαβάσουμε.

Το “Sarajevo (Φώναξε)” έχει μείνει ως ένα από τα πιο χαρακτηριστικά ελληνικά αντιπολεμικά τραγούδια των ’90s. Πώς γεννήθηκε αυτό το κομμάτι; Διαπιστώνετε σήμερα το κοινό στα live σας να το συνδέει με όσα συμβαίνουν σε Ουκρανία και Παλαιστίνη;

Το τραγούδι γεννήθηκε από την ανάγκη μας να αντιδράσουμε απέναντι σ’ ένα πόλεμο που τον παρακολουθούσαμε στα δελτία ειδήσεων. Όμως, το “Φώναξε” του τραγουδιού, δεν έχει γεωγραφικό προσδιορισμό. Είναι μια κραυγή ενάντια σε κάθε πόλεμο, αλλά και σε κάθε τι που ρίχνει βαριά τη σκιά του πάνω στην κοινωνία, όπως παραδείγματος χάριν η υπόθεση των Τεμπών.

Magic de Spell

Έχετε μελοποιήσει ποίηση και έχετε προσεγγίσει κείμενα που λίγοι τολμούν, από την Κατερίνα Γώγου μέχρι τον Καρυωτάκη. Τι είναι αυτό που σας τραβά διαρκώς προς τον ποιητικό λόγο;

Οι ποιητές μάς εμπνέουν γιατί τα ποιήματα λένε πάντα την αλήθεια. Εμείς προσπαθούμε να τους δώσουμε ήχο. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι το κάνουμε με τον ανάλογο σεβασμό. Αισθανόμαστε πως η Γώγου, ο Καρυωτάκης, ο Roque Dalton, ο Χρονάς, αλλά και ο Σταυράκης ή η Χατζηκαμπάνη, δεν είναι για να μένουν μόνο σε βιβλιοθήκες.

Σε παλαιότερες τοποθετήσεις σας έχετε εκφράσει προβληματισμό για την trap κουλτούρα. Πού τοποθετείτε εσείς σήμερα το όριο ανάμεσα στην καλλιτεχνική έκφραση και την ευθύνη απέναντι στο κοινό;

Το θέμα δεν είναι ακριβώς η trap, αλλά το τι κάνεις και τι λες με το μικρόφωνο στο χέρι. Η μουσική, όπως κάθε τέχνη έχει ευθύνη. Γιατί πάντα κάποιος σε βλέπει, κάποιος σε ακούει και επηρεάζεις συνειδήσεις. Αν το καταλαβαίνεις αυτό, αποφεύγεις τουλάχιστον το να είσαι συνειδητά φτηνός.

Έχετε επίσης μιλήσει κριτικά για τα social media και τον «πόλεμο των like». Πώς πιστεύετε ότι όλα αυτά – μαζί με την έλευση της τεχνητής νοημοσύνης – επηρεάζουν την ελληνόφωνη rock σκηνή και τον τρόπο που ακούμε μουσική σήμερα;

Η ελληνόφωνη rock, αλλά και πολλά ακόμη μουσικά είδη  σήμερα, ζει το εξής παράδοξο: Ποτέ δεν ήταν πιο εύκολο να σε ακούσει κάποιος, αλλά και ποτέ δεν ήταν τόσο δύσκολο να σε προσέξει επί της ουσίας. Η ταχύτητα ισοπεδώνει τα πάντα και το like έγινε κάτι σαν η νέα μας αξιακή μέτρηση.

Η τεχνητή νοημοσύνη αντλεί και ανακυκλώνει αυτό που ήδη υπάρχει στην τέχνη. Δεν δείχνει ότι μπορεί να γίνει πρωτοποριακή ή πειραματική.  Μπορεί να φτιάξει μουσική, αλλά κατά τη γνώμη μας, δεν μεταφέρει πραγματικά συναισθήματα. Η δική μας σκηνή έχει ανάγκη από αληθινούς ανθρώπους. Εμπνευσμένους μουσικούς και όχι μηχανές. Όπως ακριβώς έχει ανάγκη από συνειδητούς ακροατές και όχι από περιστασιακούς καταναλωτές.

Στις πρόσφατες δουλειές σας συνεργάζεστε με τον βιρτουόζο Κρητικό λυράρη Ιάκωβο Πατεράκη.  Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία και τι σας κέντρισε στη συνύπαρξη του ηλεκτρικού σας ήχου με μια τόσο παραδοσιακή μουσική γλώσσα;

Μας έσπρωξε η περιέργεια, να δούμε τι γίνεται όταν η λύρα, σαν όργανο αρχέγονο και “δαιμονικό” μπαίνει μέσα στον ηλεκτρισμό. Ήταν μια μοναδική εμπειρία και δεν θα χάσουμε ευκαιρίες να το δοκιμάσουμε ξανά. Η λύρα έχει δική της ψυχή.

Στο digital single “Σκοτώνω λένε, σημαίνει ζω” συμπεριλάβατε και μια νέα εκδοχή στο εμβληματικό “Σφαγείο” του Μίκη Θεοδωράκη. Πόσο επίκαιρο νιώθετε ότι είναι;

Το “Σφαγείο” του Μίκη, το ακούς και σε διαπερνά.  Είναι σαν να γράφτηκε για το σήμερα, που τα σφαγεία και οι κρεατομηχανές πολλαπλασιάζονται απειλητικά γύρω μας. Μουσικά, αισθανθήκαμε ότι μπορούμε να το φέρουμε κοντά στον ήχο μας. Να του δώσουμε μια νέα μορφή και μ’ αυτό τον τρόπο, να επικοινωνούμε τα διαχρονικά νοήματά του σε κάθε συναυλία μας.

Στα live σας υπάρχει πάντα χώρος για μορφές όπως ο Πανούσης, ο Σιδηρόπουλος, ο Άσιμος και η Γώγου. Τι σημαίνει για εσάς η παρουσία αυτών των ονομάτων στη σκηνή; Είναι κυρίως φόρος τιμής ή συνέχεια ενός νήματος που αισθάνεστε ότι δεν πρέπει να κοπεί;

Δεν είναι απλά φόρος τιμής. Είναι υπενθύμιση ότι η σκηνή που παίζουμε δεν εμφανίστηκε ξαφνικά από το πουθενά. Έχει ιστορία, ήρωες και μια αλήθεια που προηγείται κατά πολύ της σύγχρονης εποχής των social media. Πρόκειται για ένα νήμα που σε οδηγεί και αν το κόψεις, χάθηκες.

Στα επερχόμενα live για τα 45 χρόνια μας, παρουσιάζουμε αυτό το mini αφιέρωμα στους μεγάλους της σκηνής, παρέα με τον performer Δημήτρη Καλαντζή, πρώην τραγουδιστή των Τσοπάνα Rave.

Μιλήστε μας για το νέο σας τραγούδι “Δρόμος”, σε συνεργασία με τους Κοινούς Θνητούς. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία και τι σας γοήτευσε περισσότερο στη διαδικασία;

Γνωριστήκαμε πριν μερικά χρόνια και γίναμε φίλοι. Υπάρχει αλληλοεκτίμηση και αλληλοσεβασμός ανάμεσα στις δύο μπάντες. Διαπιστώσαμε πως έχουμε αρκετές κοινές αγωνίες και ανησυχίες. Έτσι, η συνεργασία προέκυψε αβίαστα και αισθανόμαστε πολύ καλά μ’ αυτό. Το πιο γοητευτικό, ήταν το πώς η μία μπάντα μ’ ένα κάπως μαγικό τρόπο, συμπλήρωνε την άλλη. Ό,τι δεν μπορούσε να κάνει ο ένας, το έκανε με ευκολία ο άλλος.

Η ιδέα να επαναφέρουμε στο σήμερα την εμβληματική  φράση “Ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία” ήταν των Κοινών Θνητών. Του Μήτσο Φου συγκεκριμένα. Για μας ο «Δρόμος» είναι ένα τραγούδι που ενώνει ή και ξεπερνά τα μουσικά είδη. Αλλά και τις εποχές. Γιατί μεταφέρει τις αναμνήσεις, τους αγώνες  και τη νοσταλγία του τότε, ταυτόχρονα με τις ανησυχίες και τα νέα ζητούμενα του σήμερα.

ΟΙ MAGIC DE SPELL
ΟΙ MAGIC DE SPELL

Πώς βλέπετε σήμερα την εξέλιξη της ελληνόφωνης rock; 

Υπάρχουν νέες μπάντες που την πάνε μπροστά. Υπάρχουν και άλλοι που κάνουν κύκλους γύρω από τον εαυτό τους. Αλλά όσο βλέπουμε πόσοι νέοι έρχονται στις συναυλίες, καταλαβαίνουμε πως η ελληνόφωνη rock δεν θα γεράσει ποτέ. Η καρδιά της άρχισε να χτυπά κάπου στα 60’s και δεν δείχνει διατεθειμένη να σταματήσει.

Τι έρχεται μετά; Ποια είναι τα επόμενα βήματα που έχετε στο μυαλό σας;

Ο χρόνος τρέχει, αλλά τα σχέδια είναι πάντα περισσότερα. Θέλουμε να συνεχίσουμε να γράφουμε τραγούδια που να “χτυπάνε” εκεί που πονάει. Να ανεβαίνουμε κάθε φορά́ στη σκηνή, σαν να είναι το πρώτο ή το τελευταίο μας live. Να κάνουμε συνεργασίες που μας ανοίγουν νέα μονοπάτια χωρίς να ξεχνάμε ποτέ ποιοι είμαστε. Θέλουμε επίσης να κυκλοφορήσουμε και πάλι ένα vinyl album.

– Info:  45 χρόνια MAGIC DE SPELL, 21 Δεκεμβρίου – Λάρισα, Εισιτήρια more.com

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα