Mercedes-Benz 300SL “Gullwing”

Mercedes-Benz 300SL “Gullwing”
mercedesbenz_sd

Το αποτύπωμά της είναι τόσο έντονο όσο και η τιμή της στο μυαλό ενός κοινού θνητού

Μία από τις πιο χαρακτηριστικές σιλουέτες όλων των εποχών με τις χαρακτηριστικές πόρτες που ανοίγουν προς τα επάνω και τα αγωνιστικά γονίδια ανήκει στην coupe έκδοση της Mercedes 300SL.



Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 η Mercedes είχε μπει για τα καλά στα αγωνιστικά δρώμενα και είχε διακριθεί σε αρκετούς σημαντικούς αγώνες όπως στο περίφημο 24ωρο Le Mans. Οι επιτυχίες άνοιξαν την όρεξη στους ανθρώπους της γερμανικής φίρμας η οποία ζούσε μεγάλες στιγμές ανάλογες με αυτές πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.



Ακόμα περισσότερο όμως, άνοιξαν την όρεξη του μεγαλύτερου εισαγωγέα των Η.Π.Α. Max Hoffman ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απόφαση των ιθύνοντων της Mercedes να δώσουν το πράσινο φως ώστε το αγωνιστικό με τον εσωτερικό κωδικό W194 να μπει στην παραγωγή ως W198.








Σε αντίθεση με τα περισσότερα μοντέλα της γερμανικής φίρμας τα οποία έκαναν ντεμπούτο είτε στην έκθεση της Φρανκφούρτης είτε της Γενεύης, η Mercedes αποφάσισε να παρουσιάσει την 300SL στο σαλόνι αυτοκινήτου της Νέας Υόρκης το 1954.



Μεγάλο ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των αυτοκινήτων προορίζονταν για την αγορά των Η.Π.Α. αφού από τις 1.400 Gullwings οι 1.100 πήραν τον δρόμο για την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού. Η παραγωγή της 300SL ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1954 στο Sindelfingen και η τιμή της στην Γερμανία καθορίστηκε στα 29.000 μάρκα.



Σύμφωνα με την πάγια τακτική που ακολουθούσε η Mercedes επί χρόνια όσον αφορά την ονομασία των μοντέλων της, το 300 αφορούσε την χωρητικότητα του κινητήρα που έφτανε τα 3,0 λίτρα και το SL αφορούν τα αρχικά των λέξεων “Sport Leicht” ή “Sport Light” στα αγγλικά.



Ο σχεδιασμός του αμαξώματος είχε ως κύριο στόχο την καλύτερη δυνατή αεροδυναμική: το αποτέλεσμα εκτός από πανέμορφο είναι και αποδοτικό. Η 300SL μοιάζει σαν ένα ενιαίο κομμάτι, σμιλεμένο στα χέρια του καλύτερου τεχνίτη με εκπληκτικές αναλογίες και όμορφες λεπτομέρειες. Βεβαίως, το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα του αυτοκινήτου δεν είναι άλλο από τις πόρτες που ανοίγουν προς τα επάνω και έχουν την ευθύνη για την χαϊδευτική ονομασία “gullwing” ή “φτερά γλάρου” επί το ελληνικότερον.








Αυτό που ίσως δεν γνωρίζουν οι περισσότεροι, είναι ότι οι συγκεκριμένες πόρτες δεν προέκυψαν ως υλοποίηση μιας φαεινής ιδέας ενός σχεδιαστή που ήθελε να καταπλήξει το κοινό αφήνοντάς το με το στόμα ανοικτό. Αντιθέτως, προέκυψαν από ανάγκη και, πιο συγκεκριμένα, από το σωληνωτό πλαίσιο το οποίο δεν επέτρεπε την τοποθέτηση συμβατικών πορτών αφού τα πλαϊνά του ήταν αρκετά υπερυψωμένα. Το μεγαλύτερο μέρος του πλαισίου ήταν κατασκευασμένο από υψηλής αντοχής ατσάλι ενώ το καπό, οι πόρτες και το πορτμπαγκάζ από αλουμίνιο.



Εναλλακτικά, κατόπιν παραγγελίας, η 300SL μπορούσε να κατασκευαστεί εξ’ ολοκλήρου από αλουμίνιο εξοικονομώντας 80 kg σε σχέση με τα 1.295 της “απλής” έκδοσης αλλά το κόστος φαίνεται ότι ήταν δυσθεώρατο αφού κατασκευάστηκαν μόλις 29 κομμάτια τα οποία σήμερα είναι υπερσπάνια και πανάκριβα.



Ο κινητήρας 3.0 με τους 6 εν σειρά κυλίνδρους ήταν από τους πρώτους (αν όχι ο πρώτος) που χρησιμοποίησε μηχανικό σύστημα ψεκασμού του καυσίμου της Bosch με αποτέλεσμα η ιπποδύναμη να αγγίξει τους 215 ίππους και η ροπή τα 27,9 kgm.



Η λίστα του προαιρετικού εξοπλισμού περιελάμβανε και ορισμένες “αγωνιστικές” προτάσεις όπως π.χ. την τοποθέτηση “άγριου” εκκεντροφόρου ή την επιλογή τοποθέτησης διαφορετικής τελικής σχέσης μετάδοσης με αποτέλεσμα να υπάρχουν αρκετές διαφορές όσον αφορά την τελική ταχύτητα αλλά και την εν γένει λειτουργία του κινητήρα. Η στάνταρ τελική σχέση μετάδοσης (1:3,64) προσέδιδε 235 km/h τελικής ταχύτητας ενώ η 300SL μπορούσε να αγγίξει τα 260 km/h με πιο μακριά μετάδοση (1:3,25).








Το γερμανικό coupe ήταν εξοπλισμένο με τα καλύτερα ταμπούρα της εποχής σε όλους τους τροχούς και έπρεπε να περιμένει μέχρι το 1961 όταν και τοποθετήθηκαν δισκόφρενα στο roadster (το coupe είχε σταματήσει να παράγεται). Το ρεζερβουάρ είχε 100 λίτρα χωρητικότητας και κατόπιν παραγγελίας μπορούσε να φτάσει τα 130.



Στο εσωτερικό είχε δοθεί μεγαλύτερη σημασία στην ποιότητα παρά στην σχεδίαση. Οι υφασμάτινες ταπετσαρίες προσφέρονταν σε τρία σχέδια αν και οι περισσότεροι “έντυναν” την προσωπική τους 300SL με δέρμα. Η είσοδος στο εσωτερικό μιας 300SL δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο γεγονός που έχει και την θετική πλευρά: η θέση οδήγησης είναι αυτή που αρμόζει σε ένα πραγματικά σπορ αυτοκίνητο και τα πάντα είναι σχεδιασμένα με γνώμονα την εργονομία και την λιτή προσέγγιση μαρτυρώντας εν μέρει το αγωνιστικό DNA του γερμανικού μοντέλου.



Η αξία του αυτοκινήτου αποτυπώνεται στην ζήτηση που έχει σήμερα αλλά και στην τιμή του η οποία εκτιμάται κοντά στα 500.000 δολάρια.



300SL “Gullwing” (W198) 1954-1957


Κινητήρας 2.996 κ.εκ, 6 κύλινδροι σε σειρά


Ισχύς 215 ίπποι


Ροπή 27,9 kgm


Κιβώτιο 4 σχέσεων χειροκίνητο


Φρένα 4 ταμπούρα 260 mm


Μήκος
Πλάτος
Ύψος 4.520-1.790-1.300 mm


Τελική
ταχύτητα 235 km/h (3,64:1), 260 km/h (3,25:1)


Κατανάλωση 17 λίτρα/100 km


Τιμή (Γερμανία-1954) 29.000 μάρκα



Παράλληλα με την 300SL παρουσιάστηκε και η μικρότερη αδερφή της 190SL (με κωδική ονομασία W 191) η οποία βασίζονταν σε μια πιο κοντή έκδοση της οικογενειακής sedan 180 και διατίθετο μόνο ως roadster ή ως coupe roadster με την προσθήκη σκληρής οροφής (hardtop). Η 190SL χρησιμοποιούσε έναν 4κύλινδρο κινητήρα με ισχύ 105 ίππους, παράχθηκε σε πολλά περισσότερα αντίτυπα (πάνω από 25.000) και φυσικά ήταν πολύ φθηνότερη.



Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα