Ο κορονοϊός σκοτώνει και πεθαίνει στη μοναξιά

Ο κορονοϊός σκοτώνει και πεθαίνει στη μοναξιά
Ασθενής χαιρετά τους συγγενείς του από δωμάτιο νοσοκομείου AP

Οφείλουμε σε αυτούς που έφυγαν και σε αυτούς που παλεύουν για μια ανάσα σε μια ΜΕΘ, να μη συνηθίσουμε ποτέ τους 100 νεκρούς τη μέρα, παρά τις προσπάθειες εξωραϊσμού μιας εφιαλτικής κατάστασης.

Ένα μοτίβο επαναλαμβάνεται στις ιστορίες για τους συμπολίτες μας που νόσησαν βαριά από κορονοϊό.

Η αγωνία του ανθρώπου, που δίνει μια μάχη ολομόναχος με έναν πανίσχυρο εχθρό. Ο τρόμος μπροστά στο ενδεχόμενο να φύγει από τη ζωή, σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου, αποστερημένος από το “μαζί”.

“Να προσέχεις τα παιδιά”

“Δεν μπορώ να σας δω. Να προσέχετε τη γυναίκα μου..”

Ένα τηλεφώνημα, δυο λόγια και μετά η σιωπή και ο φόβος για το τι θα συμβεί την επόμενη ώρα ή την επόμενη μέρα.  Εκείνο το συνηθισμένο “τα λέμε μετά”, που ο κορονοϊός απαγόρευσε, είναι πια ένα μεγάλο προνόμιο, μιας εποχής που μοιάζει 1000 χρόνια μακριά.

Με μόνη επαφή με το ανθρώπινο, τους κακοπληρωμένους αγγέλους του ΕΣΥ, που τους χορτάσαμε χειροκροτήματα, δεν μπορούμε καν, όσοι είμαστε ακόμα τυχεροί και υγιείς, να συλλάβουμε πώς νιώθουν οι ασθενείς και οικογένειές τους.

Και αν στα νοσοκομεία,  έχουν έναν άοκνο ήρωα δίπλα τους, υπάρχουν και άνθρωποι στα σπίτια, μόνοι με υψηλό πυρετό, χωρίς επαρκείς οδηγίες να αναρωτιούνται αν θα τα καταφέρουν να φτάσουν στις μέρες, που ο εμβολιασμός θα αρχίσει να παράγει αποτελέσματα. Άνθρωποι χωρίς κλινική εξέταση και υπό τεράστια ψυχολογική πίεση.

Οι περισσότεροι πια έχουμε γίνει κοινωνοί μιας τέτοιας ιστορίας, τώρα που ξεπεράστηκε το “ψεκασμένο” ερώτημα για το “αν ξέρουμε κάποιον που έχει νοσήσει από κορονοϊό”. Το σημαντικό είναι να μην αφήσουμε τις ιστορίες αυτές να γίνουν στατιστική.

Μπορεί οι 100 νεκροί τη μέρα, να χρησιμοποιούνται για μακάβριες συγκρίσεις “επιτυχίας” σε σχέση με ό,τι συμβαίνει σε άλλες χώρες και η κυβέρνηση να προσπαθεί να εξωραΐσει μια εφιαλτική πραγματικότητα, ωστόσο αρκεί να δούμε τον συνάνθρωπό μας ως πρόσωπο και όχι ως αριθμό, για να καταλάβουμε ότι 100 νεκροί, είναι 100 τραγωδίες και 100 οικογένειες σε απόγνωση. Εκατό. Την ημέρα.

Ο κορονοϊός πήρε  την ουσία της ανθρώπινης υπόστασης, την επικοινωνία και  τη συν-ύπαρξη και τη μετέτρεψε σε όπλο του. Η ειρωνεία είναι ότι αυτό το όπλο μπορεί να στραφεί και εναντίον του. Η μοναξιά και η αποστασιοποίηση είναι ταυτόχρονα κατάρα και η μόνη λύση, μέχρι να έρθει το εμβόλιο.

Όσο τα στοιχεία παραμένουν εφιαλτικά και παρά το ότι πλησιάζουν τα Χριστούγεννα, η προσπάθεια πρέπει να ενταθεί και οι υγιείς πρέπει να εκδικηθούν με την ασφαλή μοναξιά τους, τιμώντας όσους έφυγαν μόνοι και όσους δεν μπορούν καν να πουν ένα “γεια” στους δικούς τους ανθρώπους.

Σε μια εποχή που θυμίζει πόλεμο, το κρίσιμο ερώτημα παραμένει: πώς θα είμαστε μετά και τι διδάγματα θα έχουμε πάρει.

Θα εκτιμήσουμε το ρόλο του δημόσιου που χρηματοδοτείται από τον πολίτη και πρέπει να υπάρχει για τον πολίτη;

Θα απαιτήσουμε την ενίσχυση και την αναδιοργάνωση του ΕΣΥ (Προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, Πρωτοβάθμια φροντίδα, αποκεντρωμένες υπηρεσίες υγείας), που αν δεν είχε προκύψει ο κορονοϊός θα επιχειρούσαν να μοιράσουν τα ιμάτιά του σε διάφορους “εντιμότατους φίλους”;

Θα κατανοήσουμε την αξία της ανθρώπινης επαφής στην καθημερινότητά μας , τη σημασία της αλληλεγγύης και τη συνειδητοποίηση του ότι -όπως λέει ο ποιητής- “ο κόσμος, μόνο όταν τον μοιράζεσαι υπάρχει”;

Ο εφιάλτης θα τελειώσει, αλλά θα είναι εφιαλτικό, να μείνουμε μόνο στα τραύματα, χωρίς να σκεφτούμε ότι μπορούμε να ζήσουμε διαφορετικά και χωρίς να απαιτήσουμε άλλες πολιτικές, από αυτούς που προσπαθούν να κρύψουν τον ανθρώπινο πόνο, πίσω από αριθμούς, διαγράμματα και αμήχανες αναγνώσεις pdf.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα