Όταν οι Έλληνες “λαθρομετανάστες” εισέβαλαν στην Αμερική

Όταν οι Έλληνες “λαθρομετανάστες” εισέβαλαν στην Αμερική

Η επαναφορά της ρητορικής περί "λαθρομετανάστευσης" μόνο τυχαία δεν είναι - Η σύνδεση με την εγκληματικότητα και οι Έλληνες που κατηγορούνταν για "βιασμούς" και παράνομες πράξεις, 100 χρόνια πριν.

Η Διεθνής Αμνηστία δεν χρησιμοποιεί τον όρο “λαθρομετανάστης” ή “παράνομος μετανάστης” καθώς θεωρείται σωστά πως ο όρος “λαθραίος” ή “παράνομος”,  όχι απλώς δεν είναι δόκιμος για έναν άνθρωπο αλλά είναι και μειωτικός για την προσωπικότητά τους/της.

Επιπλέον, ο συγκεκριμένος όρος υποδηλώνει ή συνδέει τους μετανάστες με την έννοια της εγκληματικότητας. Όταν ωστόσο κάποιος δεν έχει νόμιμη άδεια εισόδου ή παραμονής σε κάποια χώρα και δεν πληροί τις προϋποθέσεις  για να λάβει καθεστώς διεθνούς προστασίας, θεωρείται παράτυπος μετανάστης.

Από εκεί και πέρα, ο όρος “λάθρο” προφανώς και χρησιμοποιείται εκουσίως ως τέτοιος από ακροδεξιούς φορείς για να συνδεθεί με μια οιονεί παραβατικότητα.

Με την ίδια σημασιολογική πρόθεση, χρησιμοποιήθηκε και από τον πρώην πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, στο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας. Ο οποίος έκανε λόγο και για “εισβολή”, επικαλούμενος έναν άλλο όρο που διακινεί η Αlt-Right πολιτική ανά τον πλανήτη, από τον Τραμπ μέχρι τον Μπολσονάρο και από τον Σαλβίνι μέχρι τον Μπόρις Τζόνσον. Φυσικά, μη ξεχνάμε πως για “ισλαμιστική εισβολή” μιλούσαν και ακροδεξιοί – νεοναζί μακελάρηδες, με προεξέχον παράδειγμα τον Μπρέντον Τάραντ στη Νέα Ζηλανδία.

Ας επιστρέψουμε όμως στη ρητορική περί “λαθρομετανάστευσης” και έχει πραγματικά ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε πότε χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά η επίμαχη λέξη.

Η λέξη λοιπόν χρησιμοποιήθηκε αρχικά για τους Έλληνες μετανάστες στις ΗΠΑ, στις αρχές του 20ου αιώνα όταν κατονομάζονταν κυρίως ως “λαθρεπιβάτες” (μεταξύ πολλών άλλων).

Η υπερατλαντική μαζική μετανάστευση των Ελλήνων στις ΗΠΑ ξεκίνησε τη τελευταία δεκαετία του 19ου αι., κυρίως λόγω προβλημάτων στην αγροτική παραγωγή. Μέχρι τότε, τόποι προορισμού ήταν περιοχές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, βαλκανικές χώρες και η Αίγυπτος.

Στην αρχή, η αναχώρηση γινόταν μέσω διαφόρων ευρωπαϊκών λιμανιών, αλλά σύντομα (1902) ξεκίνησε ο απόπλους ατμοπλοίων και από τα λιμάνια της Πάτρας, της Καλαμάτας και του Πειραιά.

Το ταξίδι διαρκούσε περίπου 20 ημέρες και ήταν επώδυνο για τους μετανάστες που ταξίδευαν σχεδόν αποκλειστικά στην τρίτη θέση. Τις πρώτες δεκαετίες η συντριπτική πλειονότητα των μεταναστών ήταν άνδρες.

Ο έλεγχος εισόδου, διοικητικός και ιατρικός, στις ΗΠΑ οργανώθηκε συστηματικά από το 1892 με χώρο υποδοχής το νησάκι Έλλις Άιλαντ στη Νέα Υόρκη.

Σε  περίπτωση  διάγνωσης  ασθένειας  ή  αναπηρίας,  γινόταν  λεπτομερέστερη  εξέταση  και,  εφόσον  διαπιστωνόταν  πρόβλημα υγείας, ο υποψήφιος μετανάστης επέστρεφε στην πατρίδα του με την ίδια ατμοπλοϊκή εταιρεία. Τα παραπάνω περιγράφονται γλαφυρά και στο “Συναξάρι Αντρέα Κορδοπάτη” του Θανάση Βαλτινού.

Οι περισσότεροι Έλληνες αναζήτησαν εργασία στη βιομηχανία, στις κατασκευές, στα ορυχεία ή στον τομέα των υπηρεσιών (εργασία σε καταστήματα ή ως πλανόδιοι πωλητές).

Στην αρχή θεωρούσαν την παραμονή τους προσωρινή, άλλαζαν  συχνά  εργασία  και  διέμεναν  πολλοί  μαζί  σε  στοιχειώδεις  κατοικίες. Και μιλάμε για μαζική μετανάστευση περίπου μισού εκατομμυρίου Ελλήνων μέχρι το 1919 όταν και αυστηροποιήθηκε το πλαίσιο υποδοχής των ΗΠΑ.

Σας θυμίζει μήπως κάτι όλο αυτό;

Οι περισσότεροι μετανάστες ταξίδευαν επίσης κυνηγημένοι από τη φτώχεια χωρίς να έχουν καν ταξιδιωτικά έγγραφα, ενώ οι Αμερικανοί συνήθιζαν τότε να τους αποκαλούν “Dirty Greeks”, δηλαδή “βρωμοέλληνες”.

Σύμφωνα με τον Ιό της Ελευθεροτυπίας, οι Έλληνες περιγράφονταν ως “επικίνδυνοι”, “τσαντάκηδες”, “βιαστές ανηλίκων”, “δουλέμποροι ανηλίκων”, “βρωμιάρηδες”, “απεργοσπάστες” και “σωματέμποροι”.

Όπως γράφει άλλωστε ο Νίκος Σαραντάκος στο blog του, η εμφάνιση της λέξης “λαθρομετανάστης” στα ελληνικά έντυπα περί το 1920, πρέπει να είναι απόρροια της προσπάθειας των Αμερικανών να αποθαρρύνουν την έξοδο των μεταναστών από τις χώρες προέλευσης. Η αμερικανική εκστρατεία φαίνεται να τελεσφόρησε, όμως όπως παρατηρεί ο Ν. Σαραντάκος, αυτό που αποθάρρυνε πραγματικά τους επίδοξους μετανάστες ήταν η μεγάλη οικονομική κρίση που χτύπησε τις ΗΠΑ από το 1929 και μετά.

“Λαθρομετανάστες” αποκαλούσε τους Έλληνες που πήγαιναν στην Αμερική και ο υπουργός Εργασίας των ΗΠΑ, ο οποίος μάλιστα καλούσε τις χώρες προέλευσης να λάβουν μέτρα περιορισμού της μετανάστευσης και προειδοποιούσε ότι αν δεν γινόταν κάτι τέτοιο τότε οι “λαθρομετανάστες” που εντοπίζονταν στι ΗΠΑ θα εκτοπίζονταν αναγκαστικά πίσω στην πατρίδα τους (Δημήτρης Ψαρράς, “Ο παππούς μας ο λαθρομετανάστης”, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 6.2.2011).

Τα παραπάνω προς απάντηση στις ανιστόρητες και λαϊκίστικες αιτιάσεις του κ. Σαμαρά ο οποίος χθες ισχυρίστηκε πως “οι Μικρασιάτες Έλληνες που ήλθαν το ’22 δεν έκαναν “εισβολή” στην Ελλάδα. Και οι Έλληνες που πήγαν τις επόμενες δεκαετίες μετανάστες, δεν μπήκαν παράνομα ως “εισβολείς” στις υπερπόντιες χώρες που τους υποδείχθηκαν”.

Αντιθέτως, η αλήθεια είναι πως και αρκετοί πήγαν παράνομα, αλλά και αντιμετωπίστηκαν ως “εισβολείς” με αποτέλεσμα την αρχική περιθωριοποίησή τους. Οι δε Μικρασιάτες αντιμετωπίστηκαν και εκείνοι στην Ελλάδα, ως ανεπιθύμητοι, βιώνοντας ρατσισμό από τους συμπατριώτες τους.

Στο πέρασμα των ετών ο όρος “λαθρομετανάστες” σταμάτησε μεν να χρησιμοποιείται για Έλληνες, άρχισε όμως να χρησιμοποιείται ακόμη και έναντι Εβραίων επιζησάντων του Ολοκαυτώματος.

Ο όρος επανήλθε στη χώρα μας από το 1990 και μετά, όταν και άνοιξαν τα σύνορα και άρχισε η εννοιολογική σύνδεση του μετανάστη με την παραβατικότητα, η οποία ουδέποτε αποδείχθηκε στην πράξη ως ένα συναφές γεγονός.

Αντιθέτως, όπως αποδεικνύεται από την ιστορία, η εγκληματικότητα δεν έχει να κάνει με εθνοτικά χαρακτηριστικά αλλά με κοινωνικά – ταξικά. Σύμφωνα με την Έκθεση Wickersham (σελ. 78) η συγκέντρωση πολλών αντρών, νέων και χαμηλής μόρφωσης σε συνθήκες “γκέτο”, αυξάνει τις πιθανότητες παραβατικής δράσης. Η μείωση επέρχεται με  ισορροπία στη σύνθεση αντρών-γυναικών, μόρφωση, εκμάθηση της γλώσσας υποδοχής και άλλες ενέργειες που συμβάλλουν στην ομαλή ένταξη του “ξένου” στη νέα του “πατρίδα”.

Αρκεί φυσικά να υπάρχει η πρόθεση εκ μέρους της νέας του πατρίδας, για ομαλή ένταξη των ανθρώπων που θα παραμείνουν εδώ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα