Πώς η πορνογραφία έγινε ο θεμελιώδης νόμος του Internet

Πώς η πορνογραφία έγινε ο θεμελιώδης νόμος του Internet
shutterstock

Τις πρώτες "ημέρες" του Internet ένας Γερουσιαστής της Νεμπράσκα επιχείρησε να "κλείσει" το δρόμο του πορνογραφικού υλικού προς το διαδίκτυο. Και έγινε ο λόγος που δημιουργήθηκε μια από τις πιο επικερδείς "βιομηχανίες".

Το 1995 ο Γερουσιαστής της Νεμπράσκα, James Exon (δεν είχε χάσει μια φορά σε εκλογές που ήταν υποψήφιος -με τους Δημοκρατικούς) παρουσίασε ένα μπλε φάκελο από το βήμα της Γερουσίας των ΗΠΑ. Περιείχε ουκ ολίγες εικόνες που είχε βρει στο καινούργιο ‘παιχνίδι’ του κόσμου που λεγόταν Ιnternetαπό το πιο σκληρό και διεστραμμένο τύπο πορνογραφίας‘. Είχε ‘βγάλει’ πολλά αντίτυπα για να τα μοιράσει στους συναδέλφους του ‘οι οποίοι σοκαρίστηκαν όταν είδαν τις εικόνες και τη μόλυνση του διαδικτύου‘. Αυτός ήταν ο τρόπος που είχε για να εξηγήσει τι επικίνδυνα πράγματα υπήρχαν ένα click μακριά από τα παιδιά του τόπου -τόνισε πως ναι, τόσο χαμηλά είχε ‘πέσει’ η κοινωνία. Αυτό που ζήτησε ήταν ‘να καθαρίσει η κυβέρνηση το Internet‘ και να κάνει άμεσα παράνομο το απρεπές υλικό. Όπως ήταν η πορνογραφία. Όχι μόνο δεν υλοποίησε το στόχο του, αλλά επέτρεψε τη δημιουργία ‘βιομηχανίας’ της οποίας η αξία έχει ξεπεράσει το ένα τρισεκατομμύριο δολ.

Για να βοηθήσει, είχε να προτείνει κάτι: μια τροποποίηση στη νομοθεσία για τις τηλεπικοινωνίες -και γενικά τις επικοινωνίες-, την οποία ονόμασε ‘Decency Act’ (νόμο περί αξιοπρέπειας για τις επικοινωνίες). Να θυμίσω κάπου εδώ πως τη δεκαετία του ’90 συστηθήκαμε με το World Wide Web. Ελάχιστοι κατάλαβαν περί τίνος πρόκειται. Ακόμα πιο λίγοι ‘είδαν’ πώς θα εξελιχθεί.

Δυο μέλη του Κογκρέσου, ο Christopher Cox και ο Ron Wyden κατέθεσαν την άποψη ότι η ζωή όλων θα γινόταν πιο απλή, αν αναλάμβαναν αυτοί που παρείχαν το Internet το ‘καθάρισμα’ του από τις πομπές. Μόνο που υπήρχε ένα βασικό, νομικό πρόβλημα: δια νόμου απαγορευόταν στους providers να ασχολούνται με τη διαχείριση περιεχομένου του διαδικτύου. Σε περίπτωση που επιχειρούσαν το παραμικρό, θα ακολουθούσαν μηνύσεις.

Την ίδια ώρα υπήρχε δικαστική απόφαση δικαστηρίου της Νέας Υόρκης (εκδόθηκε στις 24/5 του 1995), κατά την οποία εταιρία (η Prodigy Service Co.) κρίθηκε ως υπεύθυνη για συκοφαντία που είχε ‘ποστάρει’ χρήστης της (με τον κωδικό Money Talk). Η επενδυτική τράπεζα Stratton Oakmont Inc ήταν αυτή που κυνήγησε την υπόθεση και δικαιώθηκε, κερδίζοντας 200.000.000 δολάρια. Παρεμπιπτόντως, το δικαστήριο εξήγησε πως ‘έφταιξε’ η Prodigy Service Co., γιατί μπορούσε να ελέγξει το περιεχόμενο αν α) είχε οδηγίες για το περιεχόμενο που επιτρέπεται να αναρτούν οι χρήστες, β) αν έλεγχε τυχόν παραβατικότητα και επέβαλε κυρώσεις και γ) αν είχε φτιάξει πρόγραμμα ικανό να αναγνωρίζει και να απομακρύνει την ‘επιθετική’ γλώσσα. Όλα αυτά θα γίνονταν στην πορεία.

O Christopher Cox είναι σήμερα 68 χρόνων. Για 17 χρόνια ήταν μέλος των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο. Επί Reagan ήταν και μέλος του Λευκού Οίκου. Ξεκίνησε την καριέρα του ως δικηγόρος. Αυτήν την εποχή είναι σύμβουλος στη Morgan,Lewis & Bockius. AP Photo/J. Scott Applewhite

 

Σε πρώτη φάση, οι providers βρέθηκαν με δυο επιλογές διαθέσιμες: ή να αναλάβουν το ‘καθάρισμα’ και να ρισκάρουν μηνύσεις ή να πάψουν να ασχολούνται (τελείως), ώστε να μην αντιμετωπίζουν νομικές συνέπειες. Ο Cox είχε αντίθετη άποψη. “Είναι χρήσιμο να ενθαρρύνουν αυτούς τους ανθρώπους να κάνουν ό,τι είναι δυνατό για εμάς τους ‘πελάτες’, ώστε να ελέγχουμε τι ‘μπαίνει’ μέσα στο Internet και τελικά, τι βλέπουν τα παιδιά μας”. Μαζί με τον Wyden συνέταξαν το Section 230. Έγινε γνωστός ως ‘οι είκοσι έξι λέξεις που δημιούργησαν το Internet‘.

Eίχε ως θεμέλιο λίθο την παροχή ασυλίας από ευθύνες στους providers και τους χρήστες μιας ‘διαδραστικής υπηρεσίας υπολογιστή’ που δημοσίευε πληροφορία την οποία παρείχαν ‘τρίτοι’ χρήστες. Μέχρι σήμερα, αναφέρεται πως ‘κανένας πάροχος ή χρήστης διαδραστικής υπηρεσίας υπολογιστή θα αντιμετωπίζεται ως ο εκδότης ή ο εκφωνητής της πληροφορίας που παρέχει από άλλον πάροχο περιεχομένου πληροφοριών‘.

Όταν τον παρουσίασαν γνώρισαν την αποθέωση. Τη σήμερον ημέρα, είναι αυτός που ‘ενώνει’ τους Ρεπουμπλικανούς με τους Δημοκράτες, καθώς και οι δυο απαιτούν την αλλαγή. Κάνε λίγη υπομονή και θα σου πω το γιατί. Προς το παρόν, να σου πω ότι όπως συνέτασσαν τα μέλη του Κογκρέσου αυτό που θεωρούσαν πως μπορούσε να γίνει μια κάποια λύση, επέτρεπαν στους providers να παρακολουθούν το περιεχόμενο, χωρίς να είναι νομικά υπεύθυνοι για όσα ‘ανέβαιναν’ στο διαδίκτυο. Το όλο concept βασίστηκε στην καλή θέληση των εταιριών Internet, να ‘αστυνομεύουν’ ό,τι τους αφορούσε. Μέχρι σήμερα, το υπερασπίζονται.

Όπως μπορείς να τον ακούσεις σε video του Vox, o Wyden είχε εξηγήσει πως “ονομάζουμε την πρόταση μας ‘το ξίφος και η ασπίδα’. Το ξίφος παραπέμπει στη δυνατότητα να απομακρύνονται από το Internet τα φρικτά πράγματα και η ασπίδα την προστασία από επιπόλαιες αγωγές”. Στις 8/2 του 1996 η ιδέα τους ψηφίστηκε για τροποποίηση στο νόμο των τηλεπικοινωνιών.

Από εκεί οι κυβερνώντες ήθελαν να το συνεχίσουν με απαγόρευση στην πρόσβαση σε πορνογραφικό υλικό. Τη ψήφισαν κι αυτή. Αλλά υπήρχε ένα απροσπέλαστο πρόβλημα: η  πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ που απαγορεύει από την κυβέρνηση να δημιουργεί νόμους (και άρα να παρεμβαίνει) στην ελευθερία του λόγου, του Τύπου, της θρησκευτικής πίστης, της συνάθροισης και της διαμαρτυρίας εναντίον του κράτους. Απαγορεύει και την υιοθέτηση επίσημης θρησκείας.

Το πορνογραφικό υλικό δεν ελέγχθηκε, το Section 230 όμως, διατηρήθηκε και δημιούργησε μια τεράστια ‘βιομηχανία’. Χωρίς τον Section 230 δεν θα υπήρχαν τα social media ή η Wikipedia, τουλάχιστον στην υπάρχουσα μορφή τους, αν έπρεπε να δίνουν δικαστικές μάχες για ό,τι ποστάρουμε. 

Το νόμισμα είχε φυσικά, και άλλη όψη που αποκαλύφθηκε νωρίς νωρίς. Το 1995 ένας ανώνυμος ‘χρήστης’ εμφανιζόταν στο AOL (America Online) ως Kenneth Zaran, ο οποίος διέθετε και τον αριθμό του τηλεφώνου του για όποιον ήθελε να αγοράσει τα T-shirts του, που αποθέωναν τον βομβαρδισμό της Οκλαχόμα Σίτι -είχε γίνει στις 19/4 εκείνου του έτους. Το όνομα και το τηλέφωνο ήταν υπαρκτά. Ο ‘χρήστης’ όμως δεν ήταν ο πραγματικός Zaran, ο οποίος δέχθηκε άπειρα απειλητικά τηλεφωνήματα, αλλά δεν μπορούσε να πάει στα δικαστήρια τον υποκλοπέα και ‘χρήστη’ των στοιχείων του. Παρακάλεσε την ΑΟL να ‘κατεβάσει’ τα στοιχεία του, κάτι που έγινε, πριν επανεμφανιστούν και ο Zaran διεκδικήσει στα δικαστήρια τη σωτηρία του. Ανακάλυψε πως δεν είχε αυτό το δικαίωμα, λόγω του Section 230.

Μετά την εμφάνιση του social networking η κατάσταση έγινε κατά πολύ χειρότερη, με τον καθένα να μπορεί να κάνει κακό στους ανταγωνιστές, στη δουλειά ή σε πρώην σχέσεις, προσποιούμενος κάποιον άλλον και παρέχοντας πληροφορίες που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο το ‘στόχο’ μας. Αυτό… στην καλύτερη περίπτωση. Στη χειρότερη, πεθαίνουν άνθρωποι μέσω διαφόρων ‘οδών’ -από ‘παιχνίδια’ που δεν έπρεπε να υπάρχουν, έως τη δυνατότητα των τρομοκρατών να ‘προμοτάρουν’ το έργο τους.

Δικηγόροι που έχουν αποπειραθεί να αλλάξουν τα κακώς κείμενα (και απέτυχαν), εξηγούν πως η ασυλία που δίνει ο νόμος στις εταιρίες του διαδικτύου, έκανε κάποιες τεμπέλες και ανεύθυνες. Διευκρινίζουν πως το Section 230 δεν προστατεύει την ελευθερία του λόγου, αλλά τη ‘βιομηχανία’ -που σήμερα αξίζει περισσότερα από 1 τρισεκατομμύριο δολάρια- και ότι όποιος πλήττεται από άνθρωπο ή εταιρία, πρέπει να έχει το δικαίωμα να προσφύγει στα δικαστήρια. Να έχουν πρόσβαση σε αυτά -στη δικαιοσύνη.

Σήμερα, όλοι οι κυβερνώντες των ΗΠΑ έχουν πρόβλημα με τον Section 230, αλλά δεν είναι το ίδιο

Οι Δημοκρατικοί πιστεύουν, σήμερα πως εταιρίες όπως το Facebook οφείλουν να αυξήσουν την αστυνόμευση τους ‘γιατί προωθούν ψευδείς ειδήσεις, γνωρίζοντας πως είναι ψευδείς’ έχει πει ο Τζο Μπάιντεν. Οι Ρεπουμπλικάνοι εστιάζουν σε άλλο πρόβλημα: στη λογοκρισία των συντηρητικών απόψεων. Ζητούν λοιπόν, λιγότερη αστυνόμευση.

Το Νοέμβριο του 2020 οι διαδηλώσεις ανθρώπων που απαιτούσαν από τον Μαρκ Ζούκερμπεργκ να 'σταματήσει' τη διασπορά παραπληροφόρησης έφτασαν μέχρι έξω από το σπίτι του. Νομος ωστόσο, επιτρέπει σε όλες τις εταιρίες του Internet να μην 'παρεμβαίνουν' στο περιεχόμενο, από το 1995. AP Photo/Jeff Chiu

 

Ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε την εξαφάνιση του Section 230 τον τελευταίο του στόχο, πριν εγκαταλείψει το Λευκό Οίκο. Είχε εξηγήσει πως θα ασκούσε veto στην έγκριση των ετήσιων δαπανών για την άμυνα, αν δεν καταργείτο ο νόμος ‘που προστατεύει τα social media’. Στις 8 του Δεκέμβρη, το Κοινοβούλιο ενέκρινε τα έξοδα, με πλειοψηφία που έκανε τον Τραμπ να ξεχάσει τα περί veto.

Ο μέσος Αμερικανός ζητά να έχουν οι εταιρίες περισσότερες ευθύνες ως προς το περιεχόμενο τους, με τους νομοθέτες να απαντούν πως ‘αν αλλάξει ένα πράγμα, το πιθανότερο είναι να ακολουθήσουν κι άλλα και τελικά να τεθεί σε κίνδυνο η ελευθερία του λόγου’. Προφανώς και υπάρχει λύση. Θα χρειαστεί όμως, πολύ δουλειά και αμοιβαίες υποχωρήσεις για να εξυπηρετήσει τελικά, τους κατοίκους αυτού του πλανήτη και το δικαίωμα που έχουν στην έκφραση, γνωρίζοντας ωστόσο πως κάθε άνομη πράξη έχει και τη συνέπεια της. Κάτι που συμβαίνει στην Ελλάδα -όπου μπορείς να πας όποιον σε μειώνει, συκοφαντεί, πλήττει στα δικαστήρια. Και να δικαιωθείς.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα