Το εμβόλιο το χρωστάμε όπου “χρωστάμε” και τον Covid-19

Το εμβόλιο το χρωστάμε όπου “χρωστάμε” και τον Covid-19
Nοσηλεύτρια σε νοσοκομείο του Πουέρτο Ρίκο ετοιμάζει το εμβόλιο Pfizer-BioNTech. AP Photo/Carlos Giusti

Οι εμβολιασμοί για τον Covid-19 άρχισαν και μέχρι να φτάσουν και σε εμάς ας δούμε πώς και πότε προέκυψε το πρώτο εμβόλιο της ιστορίας, μαζί με το φαινόμενο των αρνητικών αντιδράσεων του κόσμου.

Σήμερα δεν θα εξετάσουμε την πίστη της ανθρωπότητας στο εμβόλιο (του κορονοϊού ή όποιου άλλου), αλλά τα γεγονότα. Όπως για παράδειγμα, ότι για να θεωρηθεί κάποιο επιτυχημένο, πρέπει να ‘χει τουλάχιστον 50% αποτελεσματικότητας στις κλινικές δοκιμές. Δηλαδή, αν το κάνουν 100 άνθρωποι και δεν ασθενήσουν οι 50, είναι μια χαρά. Το ιδανικό ποσοστό είναι από 75% και πάνω. Όσο μεγαλύτερο είναι το δείγμα, τόσο πιο ξεκάθαρη γίνεται και η εικόνα. Αυτή ήταν η πραγματικότητα, από το πρώτο εμβόλιο της ιστορίας που είναι το σημερινό μας θέμα.

Για αρχή, θα διευκρινίσουμε κάτι -ώστε να αποφύγουμε πιθανές παρεξηγήσεις. Ως εμβόλιο προσδιορίζεται το βιολογικό παρασκεύασμα που περιέχει ένα νεκρό ή αδρανοποιημένο νοσογόνο παράγοντα, που είναι υπεύθυνος για μια ασθένεια. Σκοπός του εμβολιασμού είναι να ενεργοποιήσει το αμυντικό σύστημα του οργανισμού μας, ενάντια στον παθογόνο μικροοργανισμό, ώστε να τον ‘αναγνωρίσει’ ως ξένο, να παράξει αντισώματα και να τον καταστρέψει. Δεν εξαφανίζει κάθε πιθανότητα μόλυνσης, αλλά εξασφαλίζει πως θα την περάσουμε πιο ήπια.

Δημιουργεί και ‘μνήμη’, ώστε σε μελλοντική μόλυνση να γίνει πιο εύκολα η αναγνώριση -και η καταστροφή. Είναι ξεκάθαρο πως πρόκειται για ιατρική παρέμβαση και ως τέτοια ενδέχεται να έχει παρενέργειες. Επίσης, υπάρχουν δεκάδες έρευνες που έχουν γίνει και αποδεικνύουν ότι τα εμβόλια δεν σχετίζονται με τον αυτισμό.

Ας δούμε όμως, ποιος ‘έκτακτος άνθρωπος’ (όπως αναφέρεται στα κιτάπια) ανακάλυψε το εμβόλιο.

Από το 429 προ Χριστού, οπότε δεν υπήρχε γνώση περί αντισωμάτων, γιατροί της Αρχαίας Ελλάδας είχαν αρχίσει να κατανοούν πως η μόλυνση με συγκεκριμένους ιούς μπορούσε αργότερα να αποτρέψει την επαναμόλυνση. Ο Θουκυδίδης είχε καταγράψει πως οι άνθρωποι που είχαν ξεπεράσει την επιδημία της ευλογιάς στην Αθήνα, ήταν ασφαλείς από την επανεμφάνιση της.

Ο αρχαιότερος ανθρώπινος ιός που αποκωδικοποιήθηκε ποτέ, μια από τις πιο θανατηφόρες ασθένειες που αντιμετώπισε η ανθρωπότητα στην ιστορία της -η ευλογιά σκότωνε 3 στους δέκα ασθενείς- ήταν ο στόχος του πρώτου εμβολίου. Κανείς δεν έχει καταφέρει να βρει μέχρι σήμερα, από πού προήλθε. Χρονικά μια φορά, ‘έπεσε’ πάνω στην ανακάλυψη νέων εδαφών και τη μετανάστευση.

Η πρώτη αναφορά που υπάρχει καταγεγραμμένη και σχετίζεται με τη λέξη ‘εμβόλιο’ ήταν στο μακρινό 1549. Βάσει έρευνας, ο όρος που χρησιμοποιήθηκε ήταν inoculation αφού η διαδικασία αφορούσε την ανοσοποίηση. Ακολούθησε το variolation (εκ του variola -στα λατινικά η ευλογιά, χάριν των various δηλαδή των στιγμάτων/εξανθημάτων).

Όλα αυτά τα ανακάλυψε ο διευθυντής του ερευνητικού κέντρου που είχε το επίθετο του, βιοχημικός, ιστορικός, σινολόγος Joseph Needham, όταν το 1948 αναζητούσε πληροφορίες και γεγονότα για την επιστήμη και την τεχνολογία της Κίνας. Προηγουμένως εξασφάλισε το ΟΚ του Cambridge University για την έκδοση του σχετικού βιβλίου –που τελικά έγινε επτά τόμοι.

Ναι, σωστά κατάλαβες πως οι Κινέζοι έφτιαξαν την πρωτόγονη μορφή εμβολίου (μη βρίζεις) που είχε αρχικά προληπτικό λόγο. Είχαν ανακαλύψει πως οι άνθρωποι που εκτίθενταν σε ιστό κακαδιού ευλογιάς, είχαν λιγότερες πιθανότητες να μολυνθούν με την ασθένεια. Και αν νοσούσαν θα περνούσαν ήπια την ασθένεια.

Στις αναφορές του ο ερευνητής είχε γράψει πως ‘ένας έκτακτος άνθρωπος’ είχε βρει εμβόλιο που γινόταν από το 1567 έως το 1572 και βασιζόταν σε αλχημικές αρχές. Δεν είχε καταφέρει να μάθει το σκοπό που εξυπηρετούσε, γιατί ουδείς δεχόταν να μοιράσει τη γνώση σε αλλοδαπό. Ώσπου στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα, ο μακροβιότερος αυτοκράτορας στην ιστορία της Κίνας, Κανγσκί αποκάλυψε πως είχε εμβολιάσει όλη την οικογένεια του, τον στρατό και όποιον άλλον είχε περάσει ελαφρά ευλογιά. Στο ίδιο κείμενο αποκαλύφθηκαν και οι πρώτες τεχνικές. Βασίζονταν σε υλικό της λοιμώδους νόσου. Η μια ‘περνούσε’ με εμφύσηση από τη μύτη του παιδιού το κακάδι, αφού προηγουμένως μετατρεπόταν σε σκόνη. Η άλλη έπαιρνε υγρό της φλύκταινας και με βαμβάκι το τοποθετούσε στη μύτη.

Ο Βρετανός επιστήμονας, ο οποίος πέθανε το Μάρτιο του 1995 σε ηλικία 95 χρόνων, είχε σημειώσει και μια πιο παλαιά τεχνική, που φέρονταν να ‘χουν δημιουργήσει μοναχοί Βουδιστές ή Ταοϊστές (ή μια μοναχή) το 1000 μετά Χριστού. Επρόκειτο για μείγμα φαρμάκου, τεχνικής, μαγείας και ξορκιού, δηλαδή από την αρχή έως το τέλος υπήρχε ένα ταμπού και για αυτό δεν κατεγράφη. Ο Needham κατέληξε στο ότι δεν είχε βρει επαρκή στοιχεία που να αποδεικνύουν πως επρόκειτο για διαδεδομένα αποδεκτή παράδοση.

Παράλληλα με τους Κινέζους, ανέπτυσσαν τακτικές εμβολιασμού και οι Ινδοί. Η πρώτη δική τους καταγεγραμμένη μέθοδος περιλάμβανε μια αιχμηρή βελόνα από σίδερο που τσιμπούσε επανειλημμένως και κυκλικά, φλύκταινα του δέρματος -ανθρώπου που είχε βλογιά-, συνήθως στο πάνω μέρος του χεριού. Η πρακτική αυτή ήταν γνωστή στην Βεγγάλη και το Μπαγκλαντές.

Οι ανακαλύψεις των Κινέζων χρησιμοποιήθηκαν έως τον 18ο αιώνα στις ασιατικές χώρες, πριν περάσουν στην Αφρική, την Ευρώπη και την Αμερική (την Αυστραλία δεν την άγγιξε η ευλογιά). Αυτή που πιστώνεται τη ‘γνωριμία’ του εμβολίου με το δυτικό κόσμο ήταν η Λαίδη Mary Wortley Montagu, αριστοκράτης, ποιήτρια, συγγραφέας και σύζυγος του Πρέσβη της Αγγλίας στην Κωνσταντινούπολη -όπου είχε φτάσει η πρακτική. Το 1717, ενώ είχε ‘χάσει’ τον αδελφό της από την ευλογιά και είχε ασθενήσει και η ίδια (είχε παραμορφωθεί στο πρόσωπο) έμαθε για τη μέθοδο που χρησιμοποιούσαν οι Τούρκοι.

Αποφασισμένη να σώσει τον 6χρονο γιο της, αναζήτησε τους γιατρούς. Ο Edward έγινε ‘ο πρώτος Άγγλος που υποβλήθηκε στην επέμβαση’, το Μάρτιο του 1718.

Είχε γράψει σε φίλη της πως ‘υπάρχουν εδώ κάποιες μεγάλες σε ηλικία γυναίκες, που έχουν εξελίξει σε επιχείρηση την εκτέλεση της επέμβασης, κάθε φθινόπωρο όταν υποχωρούν οι ζέστες. Εμφανίζουν ένα κέλυφος γεμάτο από υλικό ευλογιάς και σε ρωτούν ποια φλέβα θα το υποδεχθεί καλύτερα. Χιλιάδες έχουν υποβληθεί στη διαδικασία. Δεν έχει πεθάνει κανείς‘. Με την επιστροφή της στο Λονδίνο, διέδωσε τη διαδικασία, για να συναντήσει την αντίσταση των καθιερωμένων ιατρικών ιδρυμάτων, που χαρακτήριζαν τη μέθοδο ως ‘λαϊκή ανατολίτικη’.

Τον Απρίλιο του 1721, όταν νόσησε η κόρη της κάλεσε στην Αγγλία αυτήν που έσωσε το γιο της, για την πρώτη εκτέλεση της πρακτικής στη χώρα. Είχε πείσει την Πριγκίπισσα της Ουαλίας να τεστάρει τη θεραπεία. Εκείνη διέταξε να υποβληθούν σε αυτή επτά κρατούμενοι της φυλακής Newgate που ήταν θανατοποινίτες. Επιβίωσαν και οι επτά και αποφυλακίστηκαν, για την προσφορά τους στο κοινό καλό. Στην πορεία αποδείχθηκε πως η μέθοδος δεν ήταν πάντα ασφαλής. Εκτιμήθηκε πως ‘κόστιζε’ τη ζωή του 2 με 3% των ασθενών που κατέφευγαν σε αυτήν.

Τη συνέχεια ανέλαβε ο Βρετανός γιατρός και επιστήμονας, Edward Jenner, ο οποίος πέρασε στην ιστορία ως ο ‘πατέρας της ανοσολογίας’, καθώς η ανακάλυψη του έσωσε περισσότερες ζωές συγκριτικά με κάθε άλλη -σχετική- που είχε προηγηθεί. Στην περιοχή που ζούσε (το Berkeley) υπήρχε έξαρση δαμαλίτιδας, μορφή ευλογιάς που προσβάλλει κυρίως τα βοοειδή. Είχε παρατηρήσει πως oι άνθρωποι που άρμεγαν τις αγελάδες προσβάλλονταν από αυτήν, όχι όμως και από ευλογιά.

Έθεσε το εύρημα (πως η δαμαλίτιδα δημιουργεί ανοσία στην ευλογιά) υπ’ όψιν της ιατρικής κοινότητας. Αυτή δεν του έδωσε την παραμικρή σημασία, χαρακτηρίζοντας το ‘σύμπτωση’. Τότε ο Jenner ήταν φοιτητής ιατρικής. Όταν πήρε το πτυχίο του έθεσε ως σκοπό ζωής την καταπολέμηση της νόσου. Αφιερώθηκε στα πειράματα που θα τον βοηθούσαν να πείσει και τους πιο επιφυλακτικούς. Μέσω αυτών διαπίστωσε πως η δαμαλίτιδα μπορούσε να μεταδοθεί μεταξύ των ανθρώπων, μέσω εμβολιασμού. Σε δεύτερο χρόνο, κατάλαβε ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο θα νικούσε την ευλογιά. Έμενε να βρει εθελοντές για να κάνει πράξη όσα έως τότε ήταν στο μυαλό του. Καταλαβαίνεις πως υπήρχε μεγάλο ρίσκο να καταδικαστεί ως δολοφόνος.

To πείραμα στο γιο του κηπουρού του

Η πρώτη ήταν μια νεαρή Sarah Nelmes που παρουσίασε συμπτώματα δαμαλίτιδας, αρμέγοντας αγελάδα -που ειρήσθω εν παρόδω λεγόταν Blossom. Αφότου πήρε υγρό από το κακάδι (θες να πούμε εξέλκωση;), το μετάγγισε στον 8χρονο γιο του κηπουρού του, με τη σύμφωνη γνώμη του πατέρα του. Ο μικρός James προσβλήθηκε με ήπιας μορφής δαμαλίτιδα. Δυο μήνες αργότερα είχε συνέλθει πλήρως. Η δεύτερη δοκιμή έγινε στον 11 μηνών γιο του Jenner. Ήταν και αυτό επιτυχημένο και από τότε δεν έψαχνε για εθελοντές, αλλά τον έψαχναν εκείνοι. Το 1797 κατέθεσε τα αποτελέσματα της έρευνας στη Βασιλική Εταιρία. Τα απέρριψε. Επέστρεψε ένα χρόνο μετά, όταν και εγκρίθηκε η δημοσίευση με τίτλο ‘Έρευνα επί των αιτίων και των αποτελεσμάτων της ευλογιάς’. Σε αυτήν ανέφερε τη διαδικασία ως vaccination, από το όνομα του ιού variolae vaccinae και έγινε ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο virus.

Οι εφημερίδες τον χλεύασαν, η εκκλησία του επιτέθηκε (γιατί ο εμβολιασμός ήταν ενάντια στη θεϊκή θέληση -σημειωτέον, ο πατέρας του ήταν εφημέριος), εν τούτοις η μέθοδος του χρησιμοποιήθηκε στο στρατό και το ναυτικό πριν περάσει στην υπόλοιπη Ευρώπη και τις ΗΠΑ, όπου ο George Washington διέταξε τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των στρατευμάτων, το 1777. Η μέθοδος του Jenner εξελίχθηκε τα χρόνια που ακολούθησαν, όπως αυξάνονταν και τα ‘εργαλεία’ της ιατρικής ώσπου μετά 200 χρόνια ‘νικήθηκε’ ο ιός.

Τον Ιούλιο του 1885 ο Γάλλος χημικός και μικροβιολόγος, Louis Pasteur πρόσφερε στον πλανήτη το αντιλυσσικό εμβόλιο. Είχε γίνει ήδη ‘ο πατέρας της μικροβιολογίας’, καθαρά από τύχη. Όπως ερευνούσε το λόγο που ξίνιζε ο χυμός των παντζαριών που αποθηκευόταν σε πιθάρια, ανακάλυψε πως η ζύμωση δεν γινόταν… από μόνη, αλλά χάριν ενός μικροβίου (βλ. ζυμομύκητας). Αυτή ήταν η μέρα που αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή του στη μελέτη των μικροβίων, για να διαπιστώσει πως είναι υπεύθυνα για πολλές αρρώστιες των ανθρώπων -πράγμα που απέδειξε κατ’ αρχάς, προσδιορίζοντας το ανθρακικό βακτηρίδιο ως αυτό που προκαλεί την αρρώστια του άνθρακα.

Δημοσίευσε τα ευρήματα, ενημέρωσε πως μεταδίδεται από το δέρμα, την αναπνοή και το νερό, αλλά δεν ήξερε πώς να το αντιμετωπίσει. Μόλις είχε βρει το επόμενο task. Το έλυσε μισό αιώνα μετά ο Alexander Fleming, ανακαλύπτοντας το αντιβιοτικό με το όνομα ‘πενικιλίνη’. Είχε παρατηρήσει πως η πράσινη μούχλα παρήγαγε ουσία που ‘ακύρωνε’ τη δραστηριότητα κάποιων μικροβίων.

Πίσω στον Pasteur, ήταν ο πρώτος που πειραματίστηκε με καλλιέργειες βακτηριδίων, τις οποίες έκανε στο εργαστήριο του -και προκαλούσε το θάνατο των πτηνών. Μια από αυτές την άφησε ανεκμετάλλευτη για όσο διάστημα ήταν σε διακοπές. Τη χρησιμοποίησε με την επιστροφή του, χωρίς να προκληθεί πρόβλημα στην υγεία των κοτόπουλων που τη ‘δέχθηκαν’. Όταν δοκίμασε πάνω τους άλλη καλλιέργεια, παρατήρησε πως πάλι δεν εμφάνισαν το παραμικρό σύμπτωμα. Από τύχη είχε ανακαλύψει πως οι οργανισμοί δεν μολύνονται από αρρώστιες, αν εμβολιαστούν με εξασθενημένες καλλιέργειες των μικροβίων που τις προκαλούν.

Δοκίμασε τη θεωρία και σε άλλα ζώα, όπως και πάνω σε άλλα μικρόβια. Μεταξύ άλλων έσωσε και τη μεταξοβιομηχανία της Γαλλίας (βρίσκοντας το λόγο που ασθενούσαν οι μεταξοσκώληκες). Σύστησε την παστερίωση, ως τρόπο για να μην περνούν επικίνδυνοι μικροοργανισμοί από το γάλα των ζώων στους ανθρώπους, ενώ ήταν αυτός που απομόνωσε το βάκιλο της φυματίωσης. Σε ό,τι αφορά το εμβόλιο κατά της λύσσας, ήταν η πρώτη επέμβαση που έκανε σε άνθρωπο, όταν ο πατέρας ενός μικρού αγοριού του ζήτησε να το σώσει. Το έσωσε. Μέσω παγκόσμιου εράνου βρήκε τους πόρους για να δημιουργήσει το Ινστιτούτο Παστέρ, στο Παρίσι, το οποίο ασχολήθηκε με τη λύσσα από την πρώτη μέρα της λειτουργίας του (1888) πριν περάσει σε άλλες ασθένειες.

O Dr. John F. Enders (αριστερά) με τον Dr. Thomas H. Weller (δεξιά), στις 21/10 του 1954 μετά τη βράβευση τους με το Nobel της ιατρικής. AP Photo

Κατόπιν άρχισε να αποκτά παραρτήματα σε όλον τον κόσμο -στην Ελλάδα έφτασε το 1920, όταν όλος ο πλανήτης άρχισε να δουλεύει πάνω σε εμβόλια για όλες τις παθήσεις (πχ κοκκύτης, φυματίωση, τέτανος κλπ). Τη δεκαετία του ’50 οι ερευνητές έκαναν focus σε αυτό για την πολιομυελίτιδα που ευθυνόταν για την παραλυσία και το θάνατο εκατομμυρίων παιδιών, για μια 20ετία. Όταν πρωτοεμφανίστηκε (1905) Σουηδός γιατρός προειδοποιούσε πως πρόκειται για μεταδοτική ασθένεια. Το πρώτο αποτελεσματικό εμβόλιο εμφανίστηκε το 1952. Η ασθένεια ‘νικήθηκε’ το 1994 στην Αμερική και το 2002 στην Ευρώπη.

Το 1963 παρουσιάστηκε και αυτό για την ιλαρά (υπήρχε από το 1675 όταν έπληξε τη Βοστώνη), ως αποτέλεσμα έρευνας που έκανε για χρόνια ομάδα με επικεφαλής τον John F. Enders (του Harvard), ο οποίος κυκλοφορεί έκτοτε ως ‘ο πατέρας του σύγχρονου εμβολιασμού’ -βραβεύτηκε και με Nobel. Συνεργάτης του, ονόματι Thomas Peebles συνέλεξε αίμα από άρρωστους μαθητές ιδιωτικού σχολείου, έξω από τη Βοστώνη, για να επιχειρήσει να απομονώσει τον ιό. Τα κατάφερε και μετά η ομάδα του άρχισε να δουλεύει επί του εμβολίου που από ‘εχθρός’ είχε γίνει πια ο μόνος τρόπος.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα