Συνελήφθη η νύφη του αείμνηστου συλλέκτη και διπλωμάτη Γιώργου Κωστάκη για υπεξαίρεση πινάκων Ρώσων εξπρεσιονιστών αμύθητης αξίας από την συλλογή Κωστάκη για την οποία υπάρχει διεθνές ενδιαφέρον.
Η 65χρονη χήρα του επίσης θανόντος γιου του μεγάλου συλλέκτη και διπλωμάτη, συνελήφθη, στο σπίτι της στο Χαλάνδρι, διωκόμενη με ένταλμα σύλληψης από τον Ανακριτή, κατηγορούμενη για υπεξαίρεση αντικειμένων ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, που το είχαν εμπιστευτεί στην υπόχρεο λόγω της ιδιότητας της ως διαχειρίστρια ξένης περιουσίας.
Σε έρευνα που διενεργήθηκε, παρουσία δικαστικού λειτουργού και με τη συνδρομή ιστορικού τέχνης της Εθνικής Πινακοθήκης, στην οικία της συλληφθείσας, καθώς και στο διαμέρισμα της κουμπάρας της που έμενε ακριβώς από κάτω, στην ίδια πολυκατοικία, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν στην πρώτη οικία, 18 πίνακες κυρίως Ρώσων καλλιτεχνών, 4 σχέδια ζωγραφικής, ένα τύπωμα ζωγραφικής, 5 σκίτσα ζωγραφικής, δύο έργα ζωγραφικής σε χαρτόνι, ένα φύλλο χάρτου με καλλιγραφική γραφή και 230 τυπώματα από βιβλία ρωσικής προέλευσης.
Στην δεύτερη οικία βρέθηκαν και κατασχέθηκαν δύο πίνακες Ρώσων καλλιτεχνών και τρεις πίνακες του Ρώσου καλλιτέχνη Ανατόλι Ζβέρεφ, κύριου εκφραστή του Ρωσικού εξπρεσιονισμού.
Ερευνάται το νόμιμο της κατοχής των κατασχεθέντων έργων τέχνης, τα οποία θα αποσταλούν προς εκτίμηση σε αρμόδιους ιστορικούς τέχνης της Εθνικής Πινακοθήκης, ενώ φωτογραφικό υλικό αυτών, θα αποσταλεί στην INTERPOL για περαιτέρω διερεύνηση. Η συλληφθείσα, οδηγήθηκε στον αρμόδιο Ανακριτή.
O Γεώργιος ήταν Έλληνας συλλέκτης έργων τέχνης Ρώσων καλλιτεχνών. Η καταγωγή του ήταν από τη Ζάκυνθο.
Τα χρόνια πριν και μετά τη ρωσική Επανάσταση, στη Ρωσία εκδηλώθηκε το πρώτο κίνημα αφηρημένης τέχνης, που κατόπιν θα γινόταν η κυρίαρχη μορφή τέχνης του εικοστού αιώνα. Ο Κωστάκης συνέλεξε τα έργα-καρπούς του κινήματος αυτού, που έμεινε γνωστό ως Ρωσική Πρωτοπορία. Η συλλογή του, που ξεκίνησε με την ανακάλυψη τριών κονστρουκτιβιστικών πινάκων σ' ένα στούντιο της Μόσχας το 1946, θα γινόταν το μεγαλύτερο και πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα της τέχνης αυτής εκείνη την εποχή.
Γεννημένος στη Μόσχα από Έλληνες γονείς, ο Γεώργιος Κωστάκης δεν είχε καμία καλλιτεχνική εκπαίδευση αλλά ανέπτυξε ένα ενδιαφέρον για την τέχνη κατά τη διάρκεια της εφηβείας του. Πρώτα εργάστηκε ως οδηγός για την ελληνική πρεσβεία έως το 1940, έπειτα ως επικεφαλής του προσωπικού για την καναδική πρεσβεία. Η εργασία του στην καναδική πρεσβεία τον έφερε σε επαφή με πολλούς διπλωμάτες που επισκέπτονταν τη χώρα, τους οποίους ξεναγούσε στις γκαλερί και τα καταστήματα τέχνης της Μόσχας.
Αρχικά, η μπολσεβικική επανάσταση κάτω από την ηγεσία του Λένιν υποστήριξε τη νέα αφηρημένη τέχνη, αλλά από το 1920 και μετά η ελευθερία των καλλιτεχνών στη Ρωσία περιορίστηκε όλο και περισσότερο. Πολλοί καλλιτέχνες θέλησαν η τέχνη τους να συμβάλλει στη δημιουργία μιας νέας κοινωνίας ενώ άλλοι, παραδείγματος χάριν οι Σουπρεματιστές, συνέχισαν να εργάζονται ανεξάρτητα. Ο Λένιν πέθανε το 1924 και ο Στάλιν που τον διαδέχτηκε ως ηγέτης του σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος επέβαλλε μια ακραία μορφή πολιτιστικής πολιτικής. Το 1932 ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός έγινε η επίσημη κρατική πολιτική. Ήταν μέσα σε αυτό το πολιτικό περιβάλλον όπου ο Κωστάκης ξεκίνησε τη συλλογή του.
Αρχικά ο Κωστάκης είχε συλλέξει τους Μεγάλους της ολλανδικής σχολής των ζωγράφων τοπίων, αλλά οι νεωτεριστικές δουλειές του Πάμπλο Πικάσο και του Ανρί Ματίς έγιναν σύντομα το κύριο θέμα του. Κατόπιν, το 1946, ανακάλυψε τρία έργα ζωγραφικής της Όλγα Ροζάνοβα σε ένα στούντιο της Μόσχας.
Εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από την ισχυρή οπτική επίδραση του δυνατού χρώματος και του απλού σχεδίου που αποφάσισε να ανακαλύψει ξανά την κονστρουκτιβιστική και σουπρεματική τέχνη που ήταν χαμένη και ξεχασμένη στις σοφίτες, τα στούντιο και τα υπόγεια της Μόσχας και του Λένινγκραντ. Κυνήγησε "χαμένους" πίνακες, που έμεναν τυλιγμένοι και σκεπασμένοι από σκόνη. Συνάντησε τον Βλαντιμίρ Τάτλιν και έγινε φίλος με την Βαρβάρα Στεπάνοβα. Εντόπισε τους φίλους του Καζιμίρ Μαλέβιτς και αγόρασε τις εργασίες της Λιουμπόφ Ποπόβα και του Ιβάν Κλιούν.
Μέχρι το 1960 το διαμέρισμα του Κωστάκη στη Μόσχα είχε γίνει χώρος συνάντησης για τους διεθνείς συλλέκτες τέχνης και τους εραστές τέχνης γενικά. Το άνοιγμα που έκανε η Σοβιετική Ένωση προς τη Δύση το 1973-74 συμπεριελάμβανε και διεθνείς πολιτιστικές ανταλλαγές, η πρώτη από τις οποίες ήταν η παρουσίαση της συλλογής Κωστάκη στο Ντίσελντορφ το 1977.
Το ίδιο έτος ο Γεώργιος Κωστάκης, με την οικογένειά του, μετακόμισε στην Ελλάδα, αλλά με τη συμφωνία ότι θα άφηνε γύρω στο 50% της συλλογής του στην κρατική πινακοθήκη Τρετιακόφ της Μόσχας. Είχε αφήσει πίσω στη Μόσχα το 80% της συλλογής του. Στις 4 Απριλίου του 1990, ένα μήνα μετά το θάνατο του Κωστάκη, ο οίκος Σόθμπις δημοπράτησε 21 έργα από τη συλλογή αλλά πουλήθηκαν μόνο τα 10 σε τιμή χαμηλότερη από αυτήν που είχε εκτιμήσει ο συλλέκτης. Σύμφωνα με επιθυμία στη διαθήκη του, δεν μπορούσαν να δημοπρατηθούν άλλα έργα για 10 χρόνια. Το 1997 το ελληνικό κράτος αγόρασε τα 1.275 έργα τέχνης, που τώρα είναι μέρος της μόνιμης συλλογής του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη. Για την αγορά της δαπανήθηκαν περίπου 40 εκατομμύρια ευρώ και πρόκειται για τη μεγαλύτερη αγορά έργων τέχνης από καταβολής του ελληνικού κράτους.