Η δεύτερη τροπολογία που καθορίζει την οπλοκατοχή στις ΗΠΑ

default image

Τι είναι η δεύτερη τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος και πως επηρεάζει την οπλοκατοχή. Πόσοι κατέχουν όπλα και ποιοι στηρίζουν τον νόμο (Pics + Vid)

Η δεύτερη τροποποίηση του Συντάγματος αποτελεί τον λίθο για πολλούς ανθρώπους που ταυτίζουν την αμερικανική κοινωνία με την οπλοκατοχή.

Και κάθε φορά που γίνεται ένα μακελειό, όπως αυτό στο Ορλάντο ή ανάλογο τραγικό περιστατικό το θέμα της οπλοκατοχής έρχεται στο προσκήνιο σε μια αντιπαράθεση για την αμφιλεγόμενη 2η τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος.

Η νομοθεσία για την οπλοκατοχή

Η δεύτερη τροπολογία του Αμερικανικού Συντάγματος υιοθετήθηκε το 1791 και έχει επηρεαστεί από το Αγγλικό Δίκαιο και τη Χάρτα των Δικαιωμάτων του 1689.

 

Η τροπολογία εγγυάται το δικαίωμα στην οπλοκατοχή, αλλά και στη συγκρότηση ομάδων πολιτοφυλακής. Κάτι τέτοιο είχε κριθεί αναγκαίο από τους πρώτους αποίκους για την προστασία της ζωής, της απώθησης οποιασδήποτε εισβολής, αλλά και για την άμυνα εναντίον τυραννικού καθεστώτος.

Βάσει των αποφάσεων του 2008 και του 2010 του Ανώτατου Δικαστηρίου η ερμηνεία της Τροποποίησης δεν αμφισβητεί το δικαίωμα στην οπλοφορία για νόμιμο σκοπό, όπως η προστασία της ζωής εντός της κατοικίας. Παράλληλα, αποσύνδεσε το δικαίωμα της οπλοφορίας από τη δημιουργία σωμάτων πολιτοφυλακής.

Η συγκεκριμένη τροποποίηση δεν επιτρέπει την εφαρμογή των μέτρων που έχουν εγκριθεί σχετικά με τους ελέγχους για την οπλοκατοχή, αφήνοντας ανοιχτά πολλά παράθυρα για το ποιος δικαιούται να αποκτήσει όπλο και υπό ποιες συνθήκες.

 

Κάπως έτσι, η τροποποίηση, απλά, υπενθυμίζει στους πολίτες την μακροχρόνια σύνδεση της αμερικανικής κοινωνίας με την οπλοκατοχή, με αποτέλεσμα η κοινή γνώμη να συνηθίζει και να την να την αντιμετωπίζει ως κάτι φυσιολογικό.

Ωστόσο, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν αποφάσισε εάν η Δεύτερη Τροποποίηση του Αμερικανικού Συντάγματος προστατεύει ή όχι το δικαίωμα στην οπλοκατοχή με σκοπό την αυτοάμυνα.

Οι υπέρμαχοι της οπλοκατοχής

Σε θεματοφύλακα της συγκεκριμένης Τροπολογίας έχει αναδειχθεί η πανίσχυρη National Rifle Association (NRA), η οποία ιδρύθηκε το 1871. Αποτελεί μία από τις ισχυρότερες ομάδες πίεσης στις ΗΠΑ, ενώ στις τάξεις της συναντάμε δεκάδες επώνυμους Αμερικανούς, όπως ο ηθοποιός Τσάρλτον Ήστον.

H NRA διοργανώνει συχνά εκπαιδευτικά “σεμινάρια” και βολές για την ασφαλή χρήση των όπλων, για ανθρώπους κάθε ηλικίας.

Παράλληλα, επιχειρεί ασκώντας πολιτικές πιέσεις να εμποδίσει την υιοθέτηση νομοθεσίας που καταργεί το δικαίωμα στην οπλοφορία. Κάτι τέτοιο έχει ήδη συμβεί στην Ουάσινγκτον, ενώ σε άλλες Πολιτείες έχουν επιβληθεί περιορισμοί στη χρήση συγκεκριμένων μοντέλων όπλων.

Μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις αντίδρασης της NRA ήταν η κατάσχεση όπλων στις περιοχές που χτύπησε ο τυφώνας Κατρίνα.

Το 2006, μετά από νομικές και πολιτικές διαμάχες, ο τότε πρόεδρος Τζ. Μπους υπέγραψε το νόμο που απαγορεύει την κατάσχεση όπλων από ομοσπονδιακούς πράκτορες σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης.

Ενώ, ένα χρόνο νωρίτερα, το 2005, οι πολίτες στο Σαν Φρανσίσκο ψήφισαν τη λεγόμενη “Proposition H”, η οποία απαγόρευε την πώληση όπλων και πυρομαχικών στα όρια της πόλης. Ωστόσο, και η πρόταση αυτή δεν πέρασε στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Μειώνοντας την οπλοκατοχή

Σύμφωνα με έρευνα της GSS, η οπλοκατοχή έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια από το 49%, που υπολογίζονταν το 1973 στο 24%, όπως αναφέρουν οι εκτιμήσεις του 2010. Ο αριθμός των εκτιμώμενων όπλων που βρίσκονται στα σπίτια των Αμερικανών ξεπερνά τα 270 εκατομμύρια. Πράγμα που σημαίνει πως κατά μέσο όρο 89 όπλα αντιστοιχούν σε κάθε 100 κατοίκους, αριθμός πολύ μεγαλύτερος σε σχέση με την Υεμένη, που έρχεται στη δεύτερη θέση με 55 όπλα για κάθε 100 πολίτες, ή την Ελβετία, που είναι τρίτη με 46 όπλα για κάθε 100 άτομα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του 2014, που διεξάγεται κάθε δύο χρόνια από το 1972, η οπλοκατοχή βρίσκεται στο πιο χαμηλό σημείο, όπως είχε συμβεί και το 2010. Μόνον το 32% των Αμερικανών έχουν όπλο στην κατοχή του ή ζουν με κάποιον που διαθέτει όπλο. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και στις αρχές του ’80 περίπου ο μισός πληθυσμός της χώρας είχε όπλο.

Η έρευνα ανέδειξε επίσης ότι το 22% των Αμερικανών είναι οι ίδιοι κάτοχοι όπλων. Το 1985 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 31%.

Το ποσοστό των ανδρών που έχουν όπλο ήταν 50% το 1980 και 35% το 2014. Το ποσοστό των γυναικών παραμένει σταθερό από το 1980. Το 2014 έφτασε στο 12%.

Σημαντικό όμως είναι και το στοιχείο που προκύπτει από τις έρευνες, σύμφωνα με το οποίο ο μέσος κάτοχος όπλων, διαθέτει παραπάνω από ένα.

Τα παραπάνω στοιχεία μεταβάλλονται διαρκώς και δίνονται στη δημοσιότητα με μεγάλη δυσκολία, καθώς η  NRA, Εθνική Ένωση Όπλων κατάφερε να πιέσει το Κογκρέσο να συμπεριλάβει διατάξεις σε νομοσχέδιο ώστε να απαγορεύσει στα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων να προωθούν τους ελέγχους για την οπλοκατοχή. Η απαγόρευση αργότερα επεκτάθηκε στο σύνολο της έρευνα που χρηματοδοτείται από το Υπουργείο Υγείας.

Το 2013, όταν μετά την αιματηρή επίθεση στο σχολείο Σάντι Χουκ, ο Πρόεδρος Ομπάμα ζήτησε να χρηματοδοτηθεί η έρευνα για τους ελέγχους που αφορούν την οπλοκατοχή. Όμως οι Ρεπουμπλικάνοι, που είχαν τον έλεγχο στη Βουλή των Αντιπροσώπων, το αρνήθηκαν.

 

Το 2011 ο πρόεδρος Ομπάμα προσπάθησε να ανοίξει και πάλι τη συζήτηση για τα “όρια” της οπλοκατοχής, όμως εκπρόσωποι της NRA έστειλαν το δικό τους ηχηρό μήνυμα: “γιατί να συζητήσουμε με ανθρώπους που έχουν περάσει όλη τους τη ζωή με στόχο να καταστρέψουν τη Δεύτερη Τροπολογία;”

Το θέμα της οπλοκατοχής στις εκλογές του Νοεμβρίου

Την απόφασή του να μην στηρίξει την υποψηφιότητα κανενός δημοκρατικού για την προεδρία, ο οποίος δεν υποστηρίζει τις μεταρρυθμίσεις στην κατοχή όπλων, ανακοίνωσε την Πέμπτη, ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα. Είναι γνωστή άλλωστε η προσπάθεια του τον τελευταίο καιρό να αναδείξει το θέμα της οπλοκατοχής σε μείζον, με φόντο τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές του Νοεμβρίου φέτος.

“Δεν θα μιλήσω υπέρ κανενός ή ψηφίσω ή υποστηρίξω κανέναν υποψήφιο, ακόμα και στο δικό μου κόμμα, ο οποίος δεν θα στηρίζει μέτρα κοινής λογικής για τη μεταρρύθμιση (στην κατοχή) όπλων”, έγραψε σε άρθρο που έστειλε στους New York Times.

 

“Όλοι μας χρειάζεται να απαιτήσουμε ηγέτες αρκετά γενναίους για να πάρουν θέση ενάντια στα ψέμματα του λόμπι των όπλων”, έγραψε. “Όλοι μας πρέπει να απαιτήσουμε ότι κυβερνήτες, δήμαρχοι και αντιπρόσωποί μας στο Κογκρέσο θα αναλάβουν τις ευθύνες τους”.

Την ίδια πολιτική στάση υιοθετεί και η Χίλαρι Κλίντον, η οποία έχει εξαπολύσει ουκ ολίγες φορές επιθέσεις κατά του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει δηλώσει ανοικτά ότι είναι υπέρ, προσπαθώντας να εξασφαλίσει τις ψήφους των υπέρμαχων.

(Πηγή: news-republic)

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα