YES, WE CAN'T Θεόφιλος Τσιμάς

ΣΤΗΝ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΕΙΔΑΜΕ ΜΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ

Η θεατρική παράσταση “Yes, we can’t” της Μαριλένας Κατρανίδου απευθύνεται στους απανταχού κουρασμένους ανθρώπους και είναι μια ωδή στη σύγχρονη πραγματικότητα. Οι εντυπώσεις μας.

Σου έχει τύχει να σε “καταπιεί” τόσο πολύ η δουλειά, που να έχεις ξεχάσει πώς είναι να περπατάς στον ήλιο; Να μη θυμάσαι τι χρώμα έχει η θάλασσα και πώς μυρίζουν τα λουλούδια; Σου έχει τύχει να αισθάνεσαι τόσο πολύ κουρασμένος, που να φτάνεις στο σημείο να μη νιώθεις τίποτα; Σου έχει τύχει να μην τολμάς να αρθρώσεις ούτε στον εαυτό σου πως δεν αντέχεις πια;

Αυτά τα ερωτήματα πραγματεύεται η παράσταση “Yes, we can’t” σε σύλληψη και σκηνοθεσία της Μαριλένας Κατρανίδου, η οποία έκανε πρεμιέρα την Τετάρτη (08/11) στην Πειραματική Σκηνή Νέων Δημιουργών του Εθνικού Θεάτρου, στο Rex, και συνεχίζεται για λίγες ακόμα παραστάσεις, μέχρι την ερχόμενη Τετάρτη (15/11).

Πρόκειται για μια παράσταση από και για τους απανταχού κουρασμένους ανθρώπους, που έχει ως σημείο αναφοράς και έμπνευσης το βιβλίο του Νοτιοκορεάτη φιλόσοφου Byung-Chul Han «Η κοινωνία της κόπωσης».

YES, WE CAN'T Θεόφιλος Τσιμάς

Βασισμένη στις ιδέες του, η δημιουργός στήνει ένα αφαιρετικό σκηνικό που ακροβατεί ανάμεσα στο πραγματικό και στο σουρεαλιστικό, μεταφέροντάς μας σε ένα Μουσείο του μέλλοντος. Εκεί, τοποθετεί τους ήρωές της, οι οποίοι αποτυπώνουν τον σύγχρονο άνθρωπο, εκείνον που κρύβει την κούρασή του κάτω από τον “μανδύα” της υπερδραστηριότητας και της παραγωγικότητας, εκείνον που είναι τόσο βαθιά χωμένος στην κόπωση της εργασίας, ώστε δεν τη συνειδητοποιεί καν.

Τέσσερις φύλακες, φαινομενικά όμοιοι, με κοινό παρονομαστή την δουλειά που κάνουν αλλά και την ψυχική/σωματική κούραση που αισθάνονται, συνδιαλέγονται μεταξύ τους, λίγο πριν ανοίξει το Μουσείο. Ελέγχουν τον χώρο, φροντίζουν να είναι όλα έτοιμα για το κοινό, προστατεύουν τα εκθέματα. Ακόμα κι εκείνα που δεν έχουν καμία σχέση με την τέχνη, αλλά αποτελούν αποτέλεσμα της μεταμοντέρνας ματαιοδοξίας του “καλλιτέχνη” τους, πράγμα συχνό στους καιρούς μας.

Η παράσταση έχει άμεσες αναφορές στην εποχή μας, με τα στοιχεία του απρόσωπου και του ανταγωνισμού να είναι έκδηλα. Το “συνάδελφε” με το οποίο απευθύνονται οι φύλακες ο ένας στον άλλον, δείχνει καθαρά το πώς η υπερεργασία μας στερεί πολλές φορές τη δυνατότητα για ανάπτυξη διαπροσωπικών σχέσεων, ενώ η αποφυγή του να μοιραστούμε προσωπικές πληροφορίες, θαρρούμε πως μας προστατεύει, έστω κι αν τελικά μας εγκλωβίζει ακόμα περισσότερο.

YES, WE CAN'T Θεόφιλος Τσιμάς

Είναι εύστοχο το γεγονός ότι η σκηνοθέτρια ξεδιπλώνει το έργο της στον χώρο ενός Μουσείου, ένα μέρος “αποστειρωμένο” κατά κάποιο τρόπο, με πρωταγωνιστές τους φύλακες, των οποίων η εργασία δεν φέρει εμφανώς στοιχεία χειρωνακτικής ούτε και πνευματικής κόπωσης. Κι όμως, η κούραση ή η ψυχική αποτελμάτωση δεν αποτελούν “προνόμια” συγκεκριμένων εργασιακών τομέων και δουλειών. Είναι παντού και είναι σε όλους. Είναι ένα φαινόμενο του σήμερα, απόρροια των γρήγορων ρυθμών της ζωής, του multitasking και της ανάγκης να ανταπεξέλθουμε στη σύγχρονη ζωή.

Έντονα είναι, επίσης, τα στοιχεία του ψυχαναγκασμού και της αυτοεκμετάλλευσης. Της τάσης του καθενός μας να επαναλαμβάνεται, ώστε, να κρατά μια ισορροπία, αλλά και της πρακτικής να εφευρίσκει ολοένα και περισσότερα πράγματα για να κάνει, ακόμα κι όταν δεν χρειάζεται. Είναι αυτός, ίσως, ένας τρόπος για να μην προλάβουμε να σκεφτούμε την βαθιά μας κόπωση; Ή για να μην επιτρέψουμε στον εαυτό μας να καταρρεύσει; Οι ήρωες κουβαλούν κυριολεκτικά και μεταφορικά τις δικές τους πέτρες, αντέχοντας το βάρος… μέχρι που πια δεν το αντέχουν.

YES, WE CAN'T Θεόφιλος Τσιμάς

Η υποβόσκουσα ένταση της παράστασης κορυφώνεται σε τρία καίρια σημεία, όπου οι ήρωες «ξεγυμνώνονται» και αποκτούν μια ειλικρινή σχέση με τον εαυτό τους.

Αρχικά, στον δυνατό μονόλογο του εξαιρετικού Βασίλη Τρυφουλτσάνη, ο οποίος είναι μια “ωδή” στην αυξανόμενη κατανάλωση χαπιών και φαρμάκων από τους σύγχρονους ανθρώπους στα περισσότερα μέρη του κόσμου, που προσπαθούν να εναρμονιστούν με τις απαιτήσεις της καθημερινότητάς τους. Στην προσπάθειά μας να ανταπεξέλθουμε, “πνίγουμε” τα συναισθήματά μας, κρατώντας τα μέσα μας. “Τσακίζει” ο ήρωας όταν, τελικά, αναρωτιέται «πού πάνε οι κραυγές που δεν ακούστηκαν; που πάνε οι φόβοι που δεν ξεπεράστηκαν;».

Έπειτα, στο καθηλωτικό burn-out της ταλαντούχας και πολλά υποσχόμενης Στυλιάνας Ιωάννου, η οποία πρόσφατα μίλησε στο The Magazine του NEWS 24/7 για τον ρόλο της, ως Αθηνά, στη νέα σειρά “Milky Way”. Η ηρωίδα της αντιπροσωπεύει τον εργαζόμενο που είναι πάντα πιο εκφραστικός, πιο “loud”. Στο απίστευτο ξέσπασμά της, τολμά να πει με λόγια πως έχει κουραστεί και δεν αντέχει άλλο, και παραιτείται. Αλλά ακόμα και τότε, δεν αφήνει τον εαυτό της να ελευθερωθεί και συνεχίζει να εργάζεται μανιωδώς, γιατί… δεν ξέρει να κάνει αλλιώς.

Και στο τέλος, ο γεμάτος απόγνωση μονόλογος του Ιάσονα Άλυ, που καλεί τους “συναδέλφους” του, αλλά και το κοινό, να “ξυπνήσουν” από τον λήθαργο στον οποίον έχουν πέσει. Να απεγκλωβιστούν από τη φυλακή που οι ίδιοι έχουν φτιάξει, να βρουν τη δύναμη μέσα τους να ορθώσουν το ανάστημά τους, να πάρουν την απόφαση να ξεκουραστούν επιτέλους, κι ας μοιάζει πολυτέλεια, να ζήσουν πραγματικά τη ζωή τους και να απολαύσουν τις χαρές της. Μόνο που… δεν τον ακούει κανείς.

YES, WE CAN'T Θεόφιλος Τσιμάς

Αξίζει να σημειωθεί πως εύστοχος ήταν ο ρόλος του Αλέξη Τσιάμογλου, του υπάλληλου εκείνου που ποτέ δεν μιλάει. Παρά το γεγονός ότι δεν συμμετείχε στους διαλόγους, η διακριτική παρουσία του και η κινησιολογία του προς το τέλος της παράστασης, ήταν καίριες. Ενώ ο μουσικός επί σκηνής, Δήμος Βρύζας, έβαλε τη δική του πινελιά στη στιγμή της σουρεαλιστικής απορρύθμισης των ηρώων.

Τελικά, η παράσταση αποτυπώνει αυτό που λέει ο ίδιος ο Byung-Chul Han στο βιβλίο του: «Η υπερβολική εργασία και επίδοση οξύνονται και καταλήγουν να γίνουν αυτοεκμετάλλευση, η οποία είναι αποτελεσματικότερη της εκμετάλλευσης από τρίτους, γιατί συνοδεύεται από ένα αίσθημα ελευθερίας. Εκμεταλλευτής και εκμεταλλευόμενος είναι ένα και το αυτό πρόσωπο. Θύτης και θύμα, το ίδιο». 

Φεύγοντας, κρατάω μία από τις τελευταίες φράσεις που ακούστηκαν στην παράσταση, με την οποία σίγουρα ταυτίζονται πολλοί: «Κουραζόμαστε, το ξεχνάμε και πάλι απ’ την αρχή». Κάπως έτσι τελικά κυλάει η ζωή μας…

Πληροφορίες για την παράσταση “Yes, we can’t” εδώ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα