THE SYMPATHIZER: ΤΟ ΒΙΕΤΝΑΜ ΟΠΩΣ ΔΕΝ ΤΟ ΕΧΟΥΜΕ ΞΑΝΑΔΕΙ ΣΕ ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ

Ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ ξεδίνει με 4 ρόλους αλλά ο Χόα Σουάντε είναι η αποκάλυψη, σε αυτή την τηλεοπτική διασκευή του βραβευμένου με Πούλιτζερ βιβλίου.

Η αμερικάνικη μυθοπλασία είναι γεμάτη με μύθους και με φαντάσματα του Βιετνάμ. Από όλες τις φορές που η αμερικάνικη μηχανή ενεπλάκη σε –ή απλώς δημιούργησε– συγκρούσεις σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη, αυτή είναι που εξελίχθηκε πιο καταστροφικά για τους ίδιους, με την αποχώρησή τους και την Πτώση της Σαϊγκόν να σημαίνουν τη νίκη του Βορρά απέναντι στον γαλλικών και αμερικανικών συμφερόντων Νότο.

Έξω όμως από το χρονικό πλαίσιο της αμερικανικής εμπλοκής, υπάρχει μια χώρα που επί της ουσίας βρισκόταν σε κατάσταση πολέμου επί δεκαετίες – πριν έρθουν οι αμερικάνοι, και αφού έφυγαν. Στις δυτικές όμως αφηγήσεις, το Βιετνάμ είναι εκεί απλώς ως φόντο της συντριβής των ΗΠΑ. Φαντάσματα του παρελθόντος, ενοχές, μανία εκδίκησης: ένα ολόκληρο φάσμα, από το Platoon ως τον Τσακ Νόρις. Ένα Βιετνάμ σπάνια ζωντανεμένο ως μια αληθινή χώρα, με αληθινό πληθυσμό ανθρώπων.

(Τουλάχιστον ο Σπάικ Λι με το Da 5 Bloods θέλησε να κοιτάξει το σήμερα με μια αντι-μυθοπλαστική ματιά. Η σκηνή που οι βετεράνοι έχουν επιστρέψει στο Βιετνάμ και χορεύουν στο κλαμπ Apocalypse Now παραμένει μια από τις αξέχαστες εικόνες του πρόσφατου αμερικάνικου σινεμά.)

Το Sympathizer εξαρχής τοποθετεί την αφήγησή του στο μέσον αυτής της τοπικής σύγκρουσης, επικεντρώνοντάς την γύρω από τον Captain, έναν (απολαυστικά αναξιόπιστο) αφηγητή μέσα από τον οποίον γράφεται η Ιστορία. Έναν αφηγητή δίχως όνομα που είναι μια ζωντανή δυαδικότητα. Είναι μισός βιετναμέζος και μισός Γάλλος, ο ίδιος μια κινούμενη εμπόλεμη κατάσταση. Και υπηρετεί τους κομμουνιστές πλασάροντας τον εαυτό του ως κρυφό πράκτορα υψηλά ιστάμενο στην δομή του στρατού του Νότου.

Χειριστής του και στρατολόγος του από τη CIA είναι ο Κλοντ, με τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ στον πρώτο από τους μπόλικους ρόλους του στη σειρά, παίζοντας άφοβα ως μια καρτουνίστικη μεν, αλλά μοχθηρή απειλή. Η δράση ξεκινά σε ένα σινεμά όπου ήδη ο Captain διορθώνει και διαψεύδει τον εαυτό του, αλλάζοντας λεπτομέρειες (ποια ταινία παιζόταν) ή κινούμενος άτακτα στον χρόνο για να γεμίσει κενά – όπως θα συνέβαινε στο καθένα μας αν επιχειρούσαμε να αφηγηθούμε κάτι περίπλοκο και κάποια στιγμή κατά την εξιστόρηση θυμόμασταν πως υπήρχε ένα ολόκληρο backstory που δεν έχουμε αγγίξει.

Ο Παρκ Τσαν-γουκ (Απόφαση Φυγής, Η Υπηρέτρια, Oldboy) βρίσκει πρόσφορο έδαφος για τα μαγικά σκηνοθετικά του τρικ, εικονογραφώντας αυτή την ιδέα της μανιακής αφήγησης που σχηματίζεται σε ζωντανό χρόνο μπροστά στα μάτια μας. Παίζει με τη ροή της εικόνας, εστιάζει σε λεπτομέρειες μες στο λεπτομερές κάδρο του, κάνει την κάμερα να εισβάλει και να αποδρά σε στιγμές εντείνοντας τη συναισθηματική κατάσταση του ήρωα, τον οποίον αναζητά διαρκώς –μέσα σε σκοτάδια, μέσα από καπνό, μες στο φως– και τον κοιτάζει επίμονα όταν τον βρίσκει. Σα να προσπαθεί μονίμως να τον ψυχολογήσει. Η αλήθεια συνεχίζει όμως πάντα να είναι ρευστή και σχηματιζόμενη.

Ο ΠΑΡΚ ΤΣΑΝ-ΓΟΥΚ ΣΤΟ NEWS24/7

Σκοπεύετε να δουλέψετε ξανά στα αγγλικά.

Αν ζούσα σε έναν ιδανικό κόσμο θα ήθελα να κάνω ένα κορεάτικο κι ένα αγγλόφωνο διαδοχικά. Αλλά δεν έχει να κάνει με το τι νιώθω, έχει να κάνει με τους επενδυτές και το ζήτημα του κάστινγκ, οπότε δεν ξέρω. Τώρα δουλεύω στο Sympathizer, τη σειρά του ΗΒΟ.

Τι σας προσφέρει το αγγλόφωνο filmmaking;

Νομίζω έχει πολύ να κάνει με την ποικιλία των θεμάτων που έχεις έτσι διαθέσιμα. Δεν λέω φυσικά ότι η Κορέα έχει λογοκρισία και δε μπορώ να καταπιαστώ με ό,τι θέλω, αλλά κάθε χώρα έχει κάποια θέματα που είναι πιο ταιριαστά, πιο πρέποντα, που μπορώ να εξερευνήσω περισσότερο. Κι επίσης φυσικά μπορώ να δουλέψω με μια πλειάδα ηθοποιών.

Όπως έγινε και στην αγγλόφωνη σειρά, το Little Drummer Girl. Τι κρατάτε από εκείνη την εμπειρία;

Ο Τζον ΛεΚαρέ είναι από τους μεγαλύτερούς μου ήρωες, από το λύκειο που διάβασα τα βιβλία του ήθελα να κάνω κάτι που να βασίζεται σε αυτά. Και μάλιστα ήταν στις Κάννες, όταν είχα έρθει με το Handmaiden, που ζήτησα από τους ανθρώπους μου να κανονίσουν μίτινγκ για να κάτσω με παραγωγούς, ώστε να μπορέσω να κάνω αυτή τη σειρά.

Με αυτή την έννοια, το Little Drummer Girl ήταν όνειρο που έγινε αλήθεια. Για μένα είναι από τα καλύτερα έργα του ΛεΚαρέ, αλλά την εποχή εκείνη οι κριτικοί δεν το αντιμετώπισαν όπως έπρεπε, κατά τη γνώμη μου. Οπότε σκέφτηκα πως θέλω να πάρω το βιβλίο, να το μεταφέρω στην οθόνη και να δείξω, ελπίζω, πόσο σπουδαία είναι αυτή η δουλειά σε ένα ευρύτερο κοινό.

Τι παίρνετε από αυτές τις σειρές που δεν το δίνει το σινεμά;

Φυσικά το να κάνω ταινίες συγκεκριμένα για την αίθουσα είναι η μεγάλη μου προτεραιότητα γιατί μου επιτρέπει να θέτω κάποια στάνταρ στην ποιότητα εικόνα και ήχου, καθώς και να έχω την πλήρη συγκέντρωση από το κοινό. Αλλά υπάρχει θεμελιώδες πλεονέκτημα στο να κάνεις τηλεόραση, που δεν υπάρχει στο σινεμά. Πρώτον, μπορείς να πεις μια μακρά ιστορία και δεύτερον, μπορείς να εξερευνήσεις μια ποικιλία χαρακτήρων. Γι’αυτό παρά τα μειονεκτήματά τους, υπάρχουν προτερήματα που με κάνουν να θέλω να κάνω σειρές.

Η πρώτη πολύ έντονη σεκάνς είναι ένας βασανισμός μιας Βόρειας η οποία κατέχει σημαντικές πληροφορίες. Ο Captain την κοιτάζει καθώς υπομένει τον βασανισμό της αλλά δεν (τον) μαρτυρά. Στην πορεία της ιστορίας, ο ανώνυμος ήρωάς μας θα διαπράξει κι άλλες πράξεις που τον στοιχειώνουν και αυτές ποτέ δε τον αφήνουν σε ειρήνη. Η σειρά είναι γεμάτη κυκλικά και επαναλαμβανόμενα μοτίβα, από οπτικά στοιχεία, μέχρι χαρακτήρες που βρίσκονται μονίμως εκεί ως υπενθύμιση ενοχής, μέχρι σκηνές που επιστρέφουν στο φινάλε για να αποκαλύψουν κάτι καινούριο.

Μετά την πτώση της Σαϊγκόν, ο Captain λαμβάνει την νέα αποστολή του, να ακολουθήσει τον Στρατηγό (Τόαν Λε, μια φανταστική φιγούρα θλιβερού κακού) στην Αμερική, καταγράφοντας τις κινήσεις των δυνάμεων του Νότου στην προσπάθειά τους να επιστρέψουν και να επανακαταλάβουν την χώρα. Εκεί, θα συναντήσει μια σειρά από ανθρώπους που τον εκμεταλλεύονται με τον δικό τους τρόπο –έναν ακαδημαϊκό, έναν καλλιτέχνη, έναν πολιτικό– και τους οποίους παίζει όλους ο Ντάουνι Τζούνιορ σε ένα (εν μέρει αυτοσχεδιαστικό!) ρεσιτάλ καρτουνίστικης απειλής που παραπέμπει σε κάτι σαν τον Πίτερ Σέλερς στο Dr. Strangelove.

Στο ρόλο του αφηγητή, ο Χόα Σουάντε ερμηνεύει καθηλωτικά και κατά τόπους σπαρακτικά, δίνοντας κάτι το αληθινά ψυχωμένο και ενοχικό σε έναν χαρακτήρα που θα μπορούσε εύκολα να μοιάζει με ένα δοχείο κενό συναισθημάτων. Είναι όμως εδώ τελικά, ένας άνθρωπος ανάμεσα σε ταυτότητες και ανάμεσα σε πατρίδες. Είναι κάτι που υποδύεται πως είναι κάτι άλλο, ή μήπως τελικά δεν είναι τίποτα; Καθώς καταγράφει τα γεγονότα όπως –θυμάται ότι– τα βίωσε, είναι σαν κι ίδιος να προσπαθεί να κατανοήσει την αλήθεια. Και παράλληλα, καταγράφει την Ιστορία.

Έτσι κι αλλιώς, το ποιοι γράφουν την Ιστορία είναι ένα συναρπαστικό ζήτημα και το Sympathizer το αγγίζει εμπνευσμένα.

Από τη μία, υπάρχει ο παράγοντας του σινεμά και της ποπ κουλτούρας. Στο 4ο επεισόδιο, σκηνοθετημένο από τον Φερνάντο Μεϊρέλες (Η Πόλη του Θεού), ο Captain βρίσκεται στο σετ μιας επικής υπερπαραγωγής του Χόλιγουντ πάνω στον πόλεμο του Βιετνάμ, σκηνοθετημένη από τον ιδιοφυή και παράλογο auteur “Νίκο Δαμιανό” (ξανά, ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ) ως ευθεία αναλογία του Φράνσις Φορντ Κόπολα και του Αποκάλυψη Τώρα!. Ο Captain προσπαθεί να περάσει κρυφά μηνύματα μες στην ταινία, να δώσει κάτι από την βιετναμέζικη οπτική, αλλά βλέπει τη φωνή και το βλέμμα του να χάνεται μες στον ορυμαγδό της χολιγουντιανής μηχανής και την ένταση της δυτικής ματιάς.

Από την άλλη, υπάρχει η ίδια η ιστορία που παρακολουθούμε. Το αρχικό εύρημα της αφήγησης θέλει το στόρι να ξετυλίγεται μέσα από μια λεπτομερή ομολογία που διαρκώς αλλάζει, μεταβάλλεται, σα να ήταν κι αυτή (η ιστορική καταγραφή δηλαδή) μια σειρά από ατελή drafts.

Το περφόρμανς ως παιχνίδι κατασκόπων ήταν κάτι που μάλλον γοήτευσε τον Παρκ και στην προηγούμενη σειρά του, το Little Drummer Girl, αλλά είναι μάλλον γενικότερα η ένταση της μνήμης και η φύση της αλήθειας που πάντα τον συναρπάζει και πάντα αναζητά τρόπους να αποδώσει στο σινεμά του. Υπάρχει πάντα εντυπωσιακός ρυθμός και μοτίβα στις αφηγήσεις του, με μια εικόνα που διαρκώς αναζητά: επιφάνειες που κρύβουν την αλήθεια, πληροφορία που διαρκώς μασκαρεύει άλλη πληροφορία (βλέπε και Απόφαση Φυγής), μια αφήγηση-τυφώνα που διαρκώς περικυκλώνει το φερόμενο Σημείο Μηδέν της αφήγησης προσπαθώντας να αναμοχλεύσει κάτι βαθιά θαμμένο (βλέπε και Oldboy).

Η ΑΛΛΗ ΣΕΙΡΑ ΤΟΥ ΠΑΡΚ ΤΣΑΝ-ΓΟΥΚ

Η μίνι σειρά The Little Drummer Girl του BBC (συμπαραγωγή με το AMC σε αναζήτηση ενός νέου Night Manager) βασίστηκε σε βιβλίο του Τζον ΛεΚαρέ) και ακολουθεί στα ‘70s μια νεαρή αγγλίδα ηθοποιό αριστερών πεποιθήσεων που αναλαμβάνει αποστολή να εισχωρήσει σε ένα παλαιστινιακό δίκτυο που έχει επιτεθεί εναντίον ισραηλινών στόχων. Οι πεποιθήσεις της είναι ισχυρές, αλλά ακόμα ισχυρότερη είναι κι η διάθεσή της να αφεθεί στη μυθοπλασία, μέσα σε έναν ιστό ψεμάτων.

Άλλο ένα περίτεχνα σκηνοθετημένο παιχνίδι γεγονότων και φιξιόν με αρχικό φόντο την Ακρόπολη, με τον Παρκ να σκηνοθετεί την Φλόρενς Πιου σε μια εντυπωσιακή ερμηνεία, σε ένα πάντως ιδεολογικά μουντό κυνηγητό της αλήθειας, εκεί όπου οι λέξεις πάντα διαφθείρουν.

*Το Little Drummer Girl στριμάρει στο Cinobo.

Ο Παρκ Τσαν-γουκ έχει δημιουργήσει και γράψει το Sympathizer μαζί με τον καναδό σκηνοθέτη Ντον ΜακΚέλαρ (οι παλαιότεροι θα θυμούνται την φανταστική ανεξάρτητη ταινία Η Τελευταία Νύχτα του Κόσμου του 1998), μια σύνδεση δύο ευαισθησιών που δεν περιμέναμε να δούμε ποτέ αλλά είναι απόλυτα καλοδεχούμενη. Διασκευάζοντας έτσι το ομώνυμο βιβλίο του Βιετ Θαν Νγκουγιέν που έχει βραβευτεί και με Πούλιτζερ. Ο Παρκ έχει σκηνοθετήσει τα 3 πρώτα επεισόδια της σειράς, ο Μεϊρέλες το highlight 4ο, κι ο Μαρκ Μάντεν τα 3 τελευταία – εκεί όπου μπορεί η αισθητική κατεύθυνση που έχει θέσει ο Παρκ να συντηρείται, όμως είναι εμφανής η διαφορά στο στυλ, ειδικά από τη στιγμή που αυτό εργαλειοποιείται ως μέσο αφήγησης στο πρώτο μισό του σόου.

Με ευρήματα και οπτικά εργαλεία στην υπηρεσία μιας διαρκώς ανατρεπτικής κατασκοπικής αφήγησης, αυτό που εν τέλει πετυχαίνει εδώ ο κορεάτης auteur είναι να οπτικοποιήσει ένα αίνιγμα πάνω στην οπτική γωνία της Ιστορίας. Και στην πάση θυσία αναζήτηση του Κρυμμένου ως μοναδική οδό αυτογνωσίας και εξιλέωσης. Ισορροπώντας περίτεχνα ανάμεσα στο ιστορικό δράμα, το κατασκοπικό θρίλερ, το μελόδραμα και την κωμωδία, δεν αφήνει ποτέ τον θεατή να βολευτεί σε μία κατάσταση. Όπως και το ταξίδι του Captain, έτσι και για τη σειρά, τα πάντα μοιάζουν να είναι μια γεμάτη εκπλήξεις, διαρκής, αγωνιώδης αναζήτηση.

Info:

Το The Sympathizer προβάλλεται στην Ελλάδα από το Vodafone TV. Η κριτική βασίζεται στην θέαση και των 7 επεισοδίων της σειράς.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα