Η Κατερίνα Ευαγγελάτου Francesca Giaitzoglou - Watkinson

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΥ: “Η ΗΡΩΙΔΑ ΤΟΥ THE DOCTOR ΜΕ ΑΓΓΙΞΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ”

H Κατερίνα Ευαγγελάτου μιλά στο NEWS 24/7 με αφορμή την παράσταση “Τhe Doctor” που θα παρουσιαστεί στο Αμφιθέατρο από τις 8 Δεκεμβρίου.

Αν κάτι χαρακτηρίζει την Κατερίνα Ευαγγελάτου είναι το ακούραστο και ανήσυχο του χαρακτήρα της. Ταυτόχρονα με την προετοιμασία του προγράμματος του Φεστιβάλ Αθηνών για το 2024, εν μέσω συσκέψεων και συναντήσεων, κάνει εντατικές πρόβες για το “Τhe Doctor”, ένα ιδιοφυές νοητικό πείραμα για τα αδιέξοδα της πολιτικής ταυτοτήτων, που προκαλεί τα όρια της αντίληψης ακόμη και των ίδιων των θεατών που θα παρουσιαστεί στο ιστορικό χώρο του Αμφιθεάτρου στην Πλάκα από τις 8 Δεκεμβρίου.

Με αφορμή το έργο αυτό και λίγους μήνες μετά την παρουσίαση του εξαιρετικού “Ιππόλυτου” στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου βρεθήκαμε στο γραφείο της στο Φεστιβάλ Αθηνών και τη συζήτησή μας μονοπώλησε το έργο του Robert Icke, ένα έργο που “χτυπά” απευθείας πάνω στους προβληματισμούς και τα βιώματα της.

Η Κατερίνα Ευαγγελάτου
Η Κατερίνα Ευαγγελάτου Francesca Giaitzoglou - Watkinson

“Το The Doctor πρωτοπαρουσιάστηκε στο Λονδίνο στο θέατρο Almeida σε σκηνοθεσία του ίδιου του Robert Icke και μετά διέγραψε μία λαμπρή πορεία. Πολλοί έχουν πει για τον Icke πως είναι η μεγάλη ελπίδα του βρετανικού θεάτρου. Τα έργα του τα γράφει και τα σκηνοθετεί ο ίδιος, του αρέσει μάλιστα πολύ να παίρνει παλιά έργα και να τα φέρνει στο σήμερα. Έχει κάνει Ορέστεια, Ίψεν, Τσέχοφ, ήταν έξι χρόνια artist in residence στο Άμστερνταμ, όπου και τον κάλεσε o Ίβο Βαν Χόβε για να παρουσιάζει ένα δύο έργα κάθε χρόνο. Σε αυτό το πλαίσιο επανέλαβε το “The Doctor” στο International Theater Amsterdam.
Μέσα σε τρία χρόνια το έργο ανέβηκε στα σημαντικότερα θεατρικά κέντρα του κόσμου, από τη Νέα Υόρκη και το Armory έως το ιστορικό Burgtheater της Βιέννης και το Adelaide Festival στην Αυστραλία. Στη Νέα Υόρκη ανέβηκε το καλοκαίρι και τώρα θα ξαναπαιχτεί από τον Ιανουάριο με πρωταγωνίστρια τη Juliet Stevenson” αναφέρει η Κατερίνα Ευαγγελάτου.

Έφη Γούση

Πώς το ανακάλυψες;
Γενικά διαβάζω πολύ, γιατί αυτή είναι η δουλειά μου. Δεν έχω δει τη συγκεκριμένη παράσταση, αλλά τον Icke τον ακολουθώ πάρα πολλά χρόνια γιατί είναι ένας πολύ δημιουργικός άνθρωπος.
Το 2016 ανέβασα τη δική του διασκευή του στο “1984” στο θέατρο Βασιλάκου. Δεν ανεβάζω συχνά σύγχρονα έργα. Έκανα το 2014 τον “Ιδομενέα” και από κει και πέρα όλα τα έργα που σκηνοθέτησα ήταν ή αρχαίο δράμα ή κλασικά έργα.

Η αλήθεια είναι πως δεν περίμενα ότι το “The Doctor” θα με συνταράξει τόσο. Έχει ως έργο τη δυνατότητα να μιλήσει σε πάρα πολύ κόσμο, γιατί μιλάει πραγματικά για όλες τις σύγχρονες παθογένειες με τρόπο οξύ και καυστικό. Έχει τρομερά σαρκαστικό και φλεγματικό χιούμορ και είναι έτσι γραμμένο που τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια του θεατή. Χωρίς να είναι ένα έργο διαδραστικό, η θέση στην οποία σε βάζει, καθώς παρακολουθείς την εξέλιξη του έργου δεν είναι σταθερή, συνεχώς μετακινείται. Σε ξεβολεύει και σε ταρακουνάει και καταλαβαίνεις ότι είσαι κι εσύ μέρος αυτού του συστήματος που κατηγοριοποιεί τους ανθρώπους, που κρίνει εύκολα, που τείνει να βάλει ταμπέλες σε ομάδες ανθρώπων για τη δική του ασφάλεια, που έχει γλωσσικούς αυτοματισμούς ριζωμένους βαθιά μέσα του.

Είναι ένα συναρπαστικό έργο, γι’ αυτό και το χαρακτηρίζουμε θρίλερ ιδεών. Γιατί έχει το χαρακτηριστικό ότι δεν σε αφήνει να ηρεμήσεις και θέλεις να δεις τι γίνεται στη συνέχεια. Θίγει επίσης πάρα πολλά θέματα: αυτό της ευθανασίας, των αμβλώσεων, του cancel culture, του πόσο εύκολα στήνονται λαϊκά δικαστήρια στα social media και άνθρωποι που πριν έχαιραν εκτίμησης τώρα αποκαθηλώνονται, το πώς επίσης αντιμετωπίζουμε μια γυναίκα σε ηγετική θέση και πόσο λιγότερο τη συγχωρούμε έναντι ανδρών στις ίδιες θέσεις.

Δυσκολεύτηκες στη μετάφραση;
Η μετάφραση ήταν μια πάρα πολύ δύσκολη δουλειά, η οποία βέβαια συνεχίζεται ακόμα και σήμερα, κατά τη διάρκεια των προβών. Γιατί η αγγλική γλώσσα έχει ιδιωματισμούς που δεν μπορούν να αποδοθούν στην ελληνική. Το βασικό πρόβλημα αφορά στα γένη και τις καταλήξεις. Για παράδειγμα, στα αγγλικά λέμε “Are you happy?”, ενώ στα ελληνικά πρέπει να προσδιορίσουμε το γένος. Η αγγλική έχει λύσει το πρόβλημα με τα γένη. Σε εμάς χρησιμοποιείται το “το”, αλλά δίνει στο προσδιοριζόμενο αντικείμενο μία χροιά μικρότερης βαρύτητας. Κανονικά πρέπει να επινοηθεί κάτι άλλο.

Έχω υποφέρει πολύ και εγώ και η οικογένειά μου. Έχω ζήσει για παράδειγμα να γράφεται υβριστική κριτική σε μεγάλη εφημερίδα για παράσταση των γονιών μου στην Επίδαυρο, από κριτικό ο οποίος εκείνο το βράδυ ξέραμε ότι ήταν στη Θεσσαλονίκη. Αργότερα εμμέσως το παραδέχθηκε..

Το έργο αγγίζει, λοιπόν, το γλωσσικό ζήτημα από την πολιτική του σκοπιά και αυτό είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Πολλές φορές νιώθω ότι ακροβατώ, γιατί υπάρχουν πράγματα που καθημερινά τα συζητάμε με τον θίασο, γιατί δεν ξέρουμε πώς να τα αποδώσουμε σωστά. Υπάρχει μια τρομερή ταχύτητα, αλλάζουν διαρκώς οι ορολογίες, το τι επιτρέπεται και τι όχι.

Έφη Γούση

 

Ποια είναι η Ρουθ Γουλφ;
Η Ρουθ Γουλφ, που την ερμηνεύει η Στεφανία Γουλιώτη, είναι Kαθηγήτρια Ιατρικής, διευθύντρια και ιδρύτρια του Ινστιτούτου Εlisabeth, που είναι αφιερωμένο στην έρευνα για το Αλτσχάιμερ. Eκείνη το ξεκίνησε από το μηδέν και απασχολεί πλέον 500 εργαζόμενους, ενώ καταλαβαίνουμε πως η ομάδα της είναι κοντά στην ανακάλυψη της θεραπείας και μπορεί ακόμη να πάρει και Νόμπελ.

Παρόλα αυτά αντιμετωπίζει δυσκολίες, γιατί για εκείνη πάνω από όλα είναι η αντικειμενικότητα της ιατρικής. Το κριτήριό της στο Ινστιτούτο είναι αποκλειστικά το αν ο εκάστοτε συνεργάτης είναι καλός γιατρός. Αυτό, σε συνδυασμό με την απολυτότητα και την ειρωνική- σαρκαστική της διάθεση, την κάνει αντιπαθή.

Υπάρχει μια χαρακτηριστική σκηνή, όπου η Ρουθ έχει μια έντονη λογομαχία με έναν από τους γιατρούς, τον Χάρντιμαν, που είναι και ο κύριος ανταγωνιστής της -τον οποίο ερμηνεύει η Κίττυ Παϊταζόγλου- και αυτός της μιλάει πολύ άσχημα. Μπροστά στο περιστατικό είναι η υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων που της λέει “Πώς αντέχεις; Γιατί τον κρατάς εδώ;” Και αυτή της απαντάει “Αν είναι κάποιος να ανοίξει στα δύο το κρανίο μου, θέλω να είναι ο καλύτερος. Και αυτός είναι πραγματικά άθλιο υποκείμενο, αλλά είναι και ο καλύτερος. Τι να κάνουμε. Έτσι είναι η ζωή. Περίπλοκη”.

Τα πάντα είναι άσπρο-μαύρο για εκείνη και αυτό τη φέρνει ασφαλώς σε αδιέξοδο. Και γι’ αυτό στο τέλος αρνείται να ζητήσει συγγνώμη για κάτι που δεν έκανε. Αυτό το σημείο της ιστορίας ανοίγει και ένα κεφάλαιο που συζητήσαμε πολύ και στην πρόβα, δηλαδή το αν μπορείς να αποσυσχετίσεις το έργο κάποιου -καλλιτέχνη, επιστήμονα κλπ- από την προσωπική του ζωή, ή από τη γενικότερη συμπεριφορά και την προσωπικότητά του.
Επίσης, το έργο μιλάει πολύ για την ανθρωποφάγα διάθεση της σύγχρονης κοινωνίας, η οποία βέβαια οξύνεται από το πόσο εύκολα στα social media μπορείς να αρχίσεις να πετάς λάσπη σε κάποιον.

Εσύ πώς αισθάνεσαι για όλο αυτό το ανθρωποφαγικό χαρακτηριστικό της κοινωνίας μας;

Αυτό είναι κάτι που με αφορά πολύ προσωπικά και νομίζω ότι είναι και ένας από τους λόγους που μου “μίλησε” το έργο αυτό τόσο πολύ. Έχω δει στο παρελθόν ανθρώπους να μιλούν με κακεντρέχεια δημοσίως για μένα και την οικογένειά μου. Και μιλάω είτε για μεμονωμένα άτομα που αναφέρουν κάτι κακόβουλα, είτε ακόμα και για δημοσιογράφους που γράφουν με ευκολία, διαστρεβλώνοντας την αλήθεια.

Έχω υποφέρει πολύ και εγώ και η οικογένειά μου. Έχω ζήσει για παράδειγμα να γράφεται υβριστική κριτική σε μεγάλη εφημερίδα για παράσταση των γονιών μου στην Επίδαυρο, από κριτικό ο οποίος εκείνο το βράδυ ξέραμε ότι ήταν στη Θεσσαλονίκη. Αργότερα εμμέσως το παραδέχθηκε..

Αλλά και τα τελευταία χρόνια, ειδικά από τότε που είμαι σε αυτή τη θέση στο Φεστιβάλ, έχω δεχτεί μεγάλο άτιμο πόλεμο και έχω δει να γράφονται πολλά ψέματα. Αν ήταν άλλος θα είχε σίγουρα κινηθεί δικαστικά.

Ωστόσο, έχω αποφασίσει να συνεχίζω τον δρόμο μου, ευτυχώς αυτοί που έχουν κακή πρόθεση είναι λίγοι ενώ υπάρχουν πολλοί που με ενθαρρύνουν να προχωρήσω και να κάνω τη δουλειά μου όσο καλύτερα μπορώ. Ούτως ή άλλως η θέση της Καλλιτεχνικής Διευθύντριας στο Φεστιβάλ Αθηνών, είναι για μένα κυρίως θέση προσφοράς.

Η Κατερίνα Ευαγγελάτου Francesca Giaitzoglou - Watkinson

Πάντως μοιάζετε με τη Ρουθ. Και εσύ μένεις στην αντικειμενικότητα των πραγμάτων…

Ναι και αυτό είναι κάτι που μου καταλογίζουν. Αλλά ακριβώς επειδή το Φεστιβάλ είναι ένας θεσμός πολύ σημαντικός, για μένα είναι πάνω από συμπάθειες και αντιπάθειες. Με ενδιαφέρει λοιπόν μόνο το καλλιτεχνικό κριτήριο και αυτό δεν είναι ποτέ μια εύκολη απόφαση για κανέναν.

Προσπαθώ να κάνω αυτό που θεωρώ ότι είναι καλύτερο. Υπάρχουν καρδιακοί μου φίλοι οι οποίοι έχουν εργαστεί ελάχιστα έως καθόλου στο Φεστιβάλ και εξακολουθούν να είναι φίλοι μου, γιατί δεν είναι προσωπικό. Δυστυχώς όμως υπάρχουν και άλλοι που δεν το καταλαβαίνουν και αυτό με φέρνει σε πολύ δύσκολη θέση. Νομίζουν ότι εγώ έχω κάτι μαζί τους ή ότι δεν τους συμπαθώ.

Οι τομές στην τέχνη ήρθαν μόνο μετά από αναταραχή, μετά από φουρτούνα, μετά από ξεβόλεμα. Το φεστιβάλ είναι εδώ για να κάνει αυτό ακριβώς. Για να ξεβολεύει και να αφυπνίσει. Και για να πει ότι τα έργα αυτά δεν είναι βαρετά. Αν κάποιος θέλει να διαβάσει τους 1612 στίχους μιας τραγωδίας, μπορεί να τους αγοράσει και να τους διαβάσει στο σπίτι του.

Τα τελευταία χρόνια, το φεστιβάλ έχει επωμιστεί το άνισο βάρος να δώσει φωλιά σε όλες τις τέχνες, σε όλα τα είδη μουσικής, σε όλα τα είδη θεάτρου, από το κλασικό μέχρι το πιο πειραματικό, στον χορό, καμιά φορά στα εικαστικά ή τον κινηματογράφο. Δεν υπάρχει άλλος οργανισμός που να κάνει open call και να δέχεται 800 αιτήσεις τον χρόνο. Δυστυχώς οι οικονομικές μας δυνατότητες είναι πολύ περιορισμένες.

Παρόλα αυτά, μου δίνει μεγάλη χαρά η διαδικασία αυτή, γιατί βλέπω το τι έχει να επιδείξει ο σύγχρονος καλλιτεχνικός κόσμος της χώρας και συμμετέχω σε έναν ανοιχτό συστηματοποιημένο διάλογο. Και πλέον μας κάνουν προτάσεις και παγκοσμίως, πανευρωπαϊκά, αλλά και από την Αμερική ή την Αυστραλία, την Ιαπωνία και την Κίνα. Απλώς, μετά, δυστυχώς δεν μπορείς να ενσωματώσεις στο πρόγραμμα παρά λίγες παραστάσεις.

Ας γυρίσουμε στο The Doctor. Σίγουρα διακρίνεις και εσύ μια συντηρητικοποίηση της κοινωνίας και μία επιστροφή στην εκκλησία…

Ναι, τη βλέπω. Η επιστροφή στον συντηρητισμό είναι κάτι που το βλέπεις γενικά στις επιλογές της λαϊκής τέχνης. Με το “λαϊκής” δεν εννοώ το φολκλόρ, αλλά την Τέχνη που απευθύνεται στο λαό, όπως είναι η τηλεόραση, η ποπ μουσική και η στιχουργική. Το είδαμε και σε αυτά που γράφτηκαν για το τι θέλουμε να βλέπουμε στην Επίδαυρο. Εκεί υπάρχει ένας ακραίος, νεοσυντηρητισμός, πάρα πολύ επικίνδυνος.
Αλλά δουλειά του Φεστιβάλ είναι να υπενθυμίζει ότι η τέχνη είναι εδώ για να αφυπνίσει, όχι για να κοιμίσει.

Έφη Γούση

Πάντως προβληματίζει το γεγονός πως και στην Τέχνη εισχωρεί το politically correct…

Αν αρχίσουμε να διορθώνουμε τα έργα, χαθήκαμε. Δηλαδή η Μήδεια δεν πρέπει να σκοτώσει τα παιδιά της; Θα διορθώσεις τον μισογυνικό μονόλογο του Ιάσονα για να στρογγυλέψεις τις γωνίες του χαρακτήρα του; Ή το δογματισμό του Ιππόλυτου;

Εγώ, ως καλλιτεχνική διευθύντρια αυτού του ιστορικού θεσμού, νιώθω ότι είναι χρέος μας, από κοινού με τους συνεργάτες μου να αντισταθούμε σ’ αυτό. Να αντισταθούμε στην εκλαΐκευση και στην οπισθοδρομική αντιμετώπιση αυτών των κειμένων. Και αυτό θα κάνουμε.

Προσπαθούμε να έχουμε μια ευρεία βεντάλια σε αυτές τις 8 – 10 παραστάσεις που παρουσιάζουμε κάθε χρόνο στην Επίδαυρο, να μπορεί να δει κάποιος ένα πιο κλασικό, ανέβασμα και μια πιο ρηξικέλευθη προσέγγιση. Είναι πραγματικά πάρα πολύ επικίνδυνες οι φωνές που λένε να μην κάνουμε διασκευές. Είναι άνθρωποι που φοβούνται να συμβαδίσουν με την εποχή τους γιατί νιώθουν ότι θα χαθούν και οι ίδιοι. Εμάς μας ενδιαφέρει να φέρουμε λαμπρά μυαλά και να συνομιλήσουν σήμερα με αυτά τα έργα και με τον σύγχρονο θεατή.

Οι τομές στην τέχνη ήρθαν μόνο μετά από αναταραχή, μετά από φουρτούνα, μετά από ξεβόλεμα. Το φεστιβάλ είναι εδώ για να κάνει αυτό ακριβώς. Για να ξεβολεύει και να αφυπνίσει. Και για να πει ότι τα έργα αυτά δεν είναι βαρετά. Αν κάποιος θέλει να διαβάσει τους 1612 στίχους μιας τραγωδίας, μπορεί να τους αγοράσει και να τους διαβάσει στο σπίτι του.

Και τώρα στο κλασικό κείμενο του Άρτουρ Σνίτσλερ, το οποίο και διασκεύασε ο Robert Icke δεν υπάρχει το κομμάτι των social media, των identity politics, του φύλου, του γένους, της κοινωνικής τάξης… Πρόκειται για σύνθεση του ίδιου του Icke, πολύ μακριά από το πρωτότυπο που ωστόσο φέρνει τα διακυβεύματα του έργου στο σήμερα και τα εμπλουτίζει με τους σύγχρονους προβληματισμούς.

Στην παράσταση παίζεις πολύ με το θέμα του φύλου. Πώς νιώθεις που το παρουσιάζεις έτσι στην Ελλάδα, μία χώρα που ξαφνικά από άκρα συντηρητική, ήλθε αντιμέτωπη με την εμφάνιση του Στέφανου Κασελάκη;

Η συζήτηση έχει ανοιχτεί, ανοίγεται και θα ανοίγεται. Και ευτυχώς έχει ανοιχτεί για το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό, για τα δικαιώματα της κοινότητας, για την ορατότητα, για όλα τα ζητήματα που καταπιέζουν ανθρώπινα πλάσματα παγκοσμίως και τους στέλνουν ακόμη και σε ικριώματα. Δηλαδή, είναι ασύλληπτο ότι στη σύγχρονη εποχή μιλάμε γι’ αυτό.
Είναι ασύλληπτο πως δεν έχει ακόμη θεσμοθετηθεί ο γάμος των ομοφύλων. Δεν είναι δυνατόν να μην μπορούν να κάνουν ή να υιοθετήσουν ένα παιδί δύο άνθρωποι του ίδιου φύλου.

Το δύσκολο για την ανθρωπότητα είναι να αναδείξει τις ιδιαιτερότητες διαφορετικών ομάδων, οι οποίες μπορεί και όλα αυτά τα χρόνια να ζούσαν υπό ένα μεγάλο φορτίο καταπίεσης, και να μπορέσει να τονίσει τη χαρά του να ζούμε μαζί.
Καμιά φορά αυτό που συμβαίνει είναι ότι μέσα στην πάλη ανάδειξης των χαρακτηριστικών τους, οι ομάδες αυτές τελικά περιχαρακώνονται και απομονώνονται χειρότερα.

Η Ρουθ έχει μια φράση που είναι πολύ ενδιαφέρουσα όταν όλοι της επιτίθενται. Λέει “δεν αντέχω όλη αυτή την κατάτμηση της ανθρωπότητας σε φυλές και μικρότερες φυλές μικρότερων φυλών. Κόβετε την ανθρωπότητα σε τόσα κομματάκια. Στο τέλος θα πάψει να υπάρχει”.

Έφη Γούση

Την ηρωίδα σου, τη Ρουθ, θα τη “χτυπούσαν” τόσο αν δεν ήταν γυναίκα;

Αυτό το ερώτημα το θέτει κι εκείνη κάποια στιγμή στο έργο. Λέει “αν ήμουν άντρας και είχα δράσει, ενεργήσει με τον ίδιο τρόπο, θα με κρίνατε έτσι;” Και φυσικά τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες του έργου δεν παραδέχονται ότι την κρίνουν επειδή είναι γυναίκα. Για έναν άντρα το να είναι οργανωτικός, αυστηρός και πειθαρχημένος θεωρείται προσόν, ενώ για μια γυναίκα θεωρείται αφύσικο και αντιπαθητικό. Αυτό είναι που πρέπει να το κοιτάξουμε. Είναι πολύ προβληματικό.

Πώς αισθάνεσαι τώρα στο Αμφι-Θέατρο;

Δουλεύω όλη μέρα στο Φεστιβάλ και φεύγω αργά το απόγευμα να πάω να ξεκινήσω το δεύτερο μέρος της μέρας μου εκεί. Εκεί συναντώ κάτι πολύ οικείο. Αυτός ο χώρος είναι σαν να γυρίζω στο σπίτι μου. Έχω και την πρόσφατη συγκινητική μνήμη του Άμλετ που ξανάφερε κόσμο στο θέατρο μετά από δέκα χρόνια που ήταν κλειστό και βέβαια έχει όλες τις μνήμες από τους γονείς μου και τις μοναδικές τους παραστάσεις που έβλεπα από τα παρασκήνια. Είναι αυτά τα άρρητα, που δεν μπορείς να τα διατυπώσεις με λόγια. Πώς μυρίζει ο χώρος, οι γωνίες του, πού μπορείς με κλειστά μάτια να περπατήσεις στα σκοτεινά και να ξέρεις ακριβώς πού πας.

Ταυτόχρονα είμαι πολύ χαρούμενη γιατί συνεργάζομαι με έναν εξαιρετικό θίασο. Και ανάμεσα τους είναι άνθρωποι που έχουν παίξει και στο Αμφι-Θέατρο παλιότερα, όπως είναι η Ζωή Ρηγοπούλου που ήταν από τα πρώτα στελέχη του Αμφι-Θεάτρου τη δεκαετία του ‘80, επί Ιφιγένειας εν Ληξουρίω. Μετά ξαναγύρισε τα τελευταία χρόνια σε σκηνοθεσίες της μητέρας μου και του πατέρα μου. Είναι ο Λευτέρης Πολυχρόνης που κι αυτός έχει παίξει σε σκηνοθεσίες του πατέρα μου, αλλά και δικές μου. Είναι η Στεφανία Γουλιώτη βέβαια, με την οποία ξεκινήσαμε μαζί κάνοντας την “Ερωτευμένη Νεκρή” στο Αμφιθέατρο, αλλά και νεότεροι συνάδελφοι που δεν είχαν ξαναμπεί ποτέ. Και βέβαια ο έμπειρος ο Νίκος Χατζόπουλος που δεν είχε τύχει μέχρι σήμερα να εμφανιστεί ποτέ εδώ. Και οι εξαιρετικοί Αμαλία Νίνου, Κίττυ Παϊταζογλου, Μαριάννα Δημητρίου, Aurora Marion, Νίκη Σερέτη, Σταύρος Καλλιγάς και Αλίκη Ανδρειωμένου.

Αμφι-Θέατρο- Αγγελικής Χατζημιχάλη 15 & Ανδριανού | 698 586 4104

Πρεμιέρα: 8 Δεκεμβρίου 2023

Παραστάσεις:
Τετάρτη & Κυρ 19.00
Πέμπτη 20.30
Παρασκευή 21.00
Σάββατο 17.30 & 21.15

Προπώληση: https://www.ticketservices.gr/event/the-doctor/

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα