Ξέφυγαν οι τιμές σε φέτα και λάδι

Διαβάζεται σε 10'
Ξέφυγαν οι τιμές σε φέτα και λάδι

Δύο βασικά είδη στο τραπέζι, υψηλής διατροφικής αξίας, καταγράφουν με “διαφορά φάσεως”, μια έντονα ανοδική πορεία τιμών, που ωστόσο έχει και μια θετική προβολή στην “τσέπη” των παραγωγών.

Ένα μεγάλο ερώτημα πλανάται στην αγορά, για το πού θα φτάσουν οι τιμές σε λάδι και φέτα, δύο από τα βασικά είδη της ελληνικής διατροφής, αλλά και σήματα κατατεθέντα της ελληνικής κουζίνας, που δε λείπουν από κανένα εστιατόριο, ξενοδοχείο ή κοινωνικό συναπάντημα στη χώρα.

Με την ελαιοκομική περίοδο να ξεκινά σε λίγες εβδομάδες και τα αποθέματα να είναι σε ιστορικά χαμηλά, οι τιμές ήδη στο ράφι ξεκινούν από 11 περίπου ευρώ/λίτρο και φτάνουν ακόμη και πάνω από τα 17 ευρώ/λίτρο, ανάλογα την εταιρεία τυποποίησης.

Βέβαια, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, αλλά και οι προσφορές που γίνονται σε κάποιους κωδικούς δίνουν προς ώρας λύσεις για τους καταναλωτές.

Επίσης, σε κάποιες περιπτώσεις κυκλοφορούν “τενεκέδες” από παραγωγούς, με τα λιγοστά αποθέματα, που φτάνουν σε τιμές έως τα 8 ευρώ/λίτρο, τιμή που κυριαρχεί αυτήν την ώρα σε δημοπρασίες στις ελαιοκομικές ζώνες Κρήτης και Πελοποννήσου.

Σημειώνεται ότι με βάση το δελτίο τιμών του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης οι τιμές κυμαίνονται από 7,5 ευρώ/λίτρο – 8,50 ευρώ/λίτρο για τις λιγοστές ποσότητες που διακινούνται αυτές τις μέρες από τους παραγωγούς.

Πάντως, δε λείπουν οι προβλέψεις για τιμή στο “ράφι” για μια φιάλη ενός καλού λαδιού στα 20 ευρώ, επίπεδα που θα “δοκιμαστούν” τις επόμενες εβδομάδες ανάλογα με την πορεία της παραγωγής και του καιρού. Βέβαια, με δεδομένη αυτήν την εικόνα, με βάση τα όσα αναφέρει ο κλάδος του λιανεμπορίου, οι καταναλωτές μειώνουν την κατανάλωσή του.

Σύμφωνα με όσα είπε στο Open την Κυριακή ο πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ελαιολάδου (ΕΔΟΕ) κ. Μανώλης Γιαννούλης, η πορεία αυτή των τιμών οφείλεται στη χαμηλή παγκόσμια παραγωγή, σε συνδυασμό με την χαμηλή νέα παραγωγή, λόγω των κλιματικών συνθηκών.

Όπως ανέφερε στο OPEN, “τα δύο αυτά γεγονότα έχουν συνδράμει στο να έχουμε μια εξέλιξη τιμών η οποία ξεκίνησε από πέρσι το Νοέμβριο με το κιλό το ελαιόλαδο περίπου στα 3,5 ευρώ έχουμε φτάσει αισίως τα 8,5 ευρώ έχουμε σταδιακή αύξηση όλο αυτό το διάστημα”. Να σημειωθεί ότι, πέρα από την τιμή παραγωγού, το κόστος τυποποίησης, τα μεταφορικά, τα περιθώρια στη χονδρική και τη λιανική καθώς και ο ΦΠΑ “σπρώχνουν” τις προβλέψεις για το επόμενο διάστημα στα “ύψη”.

Άλλωστε, η τωρινή αυξημένη τιμή παραγωγού δεν έχει ακόμη περάσει στην τιμή ραφιού καθώς οι ποσότητες που, ήδη, διατίθενται, έχουν αγοραστεί τον περασμένο Ιανουάριο στα επίπεδα των 5 ευρώ. Ωστόσο, έως την περίοδο των Χριστουγέννων εκτιμάται ότι η αυξημένη τιμή παραγωγού στα 8,5 -8,7 ευρώ θα έχει φανεί και στο ράφι. Βέβαια, μένει να “μετρηθεί” όμως, ως ποιο βαθμό θα ανέβουν οι τιμές, καθώς λιανεμπόριο και βιομηχανία έχουν τη βούληση, όπως τονίζεται, να κινηθούν με όσο το δυνατόν λιγότερες αυξητικές τάσεις.

Επίσης, με βάση όσα ανέφερε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποίησης Ελαιολάδου (ΣΕΒΙΤΕΛ), κ. Κωνσταντίνος Κουτσιούμπης σε εκδήλωση πριν λίγες μέρες, με θέμα, “Επίκαιρα Ζητήματα της Νέας Ελαιοκομικής Περιόδου” οι τιμές “ενδεχομένως να πάνε υψηλότερα”, τονίζοντας τη σημασία της μείωσης της παραγωγης στη διαμόρφωση των τιμών.

Στην Ισπανία ειδικότερα, που είναι η μεγαλύτερη παραγωγός χώρα του πλανήτη, όπως αναφέρθηκε, η παραγωγή εκτιμάται ότι θα ανέλθει στις 700.000 τον. από 660.000 την περίοδο 2022/23 και 1.500.000 τονους την περίοδο 2021/22.

Παράλληλα, σημαντικά μειωμένη αναμένεται φέτος και η ελληνική παραγωγή, που φέτος έχει την “κακή της χρονιά” σε πολλές περιοχές, π.χ. Καλαμάτα, Κολυμβάρι. Πέρυσι άλλωστε, υπήρχε σημαντική παραγωγή, κι έτσι με δεδομένη την “κυκλικότητα” στις χρονιές, φέτος, αναμένεται μείωση.

Επίσης, ρόλο παίζουν και τα καιρικά φαινόμενα. Συγκεκριμένα, από 350.000 τονους την περίοδο 2022/23 εκτιμάται ότι, φέτος, η παραγωγή θα κυμανθεί πέριξ του επιπέδου των 160.000 τόνων. Πάντως, άλλες εκτιμήσεις τοποθετούν τον πήχη της παραγωγής την περίοδο 2023/24 στις 180-200 χιλ. τονους, από 280-320 χιλ. τονους την περασμένη περίοδο.

Τα αποθέματα

Σημειώνεται, πάντως, ότι τα αποθέματα έναρξης (της νέας σεζόν) βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ενώ η διεθνής παραγωγή στις βασικότερες χώρες – παραγωγούς τη νέα περίοδο 2023/24 εκτιμάται ότι θα είναι μειωμένη κατά 820.000 τόνους συγκριτικά με το 2021/22 (2.390.000 τον. από 3.210.000 τον.) και κατά 170.000 τόνους συγκριτικά με την περίοδο 2022/23 (2.560.000 τον.). Σε παγκόσμιο επίπεδο, δε, το ελληνικό ελαιόλαδο κατέχει μερίδιο 2-3% ενώ ως χώρα η Ελλάδα παράγει το 10% της παγκόσμιας παραγωγής.

Οι “φωνές” για διατίμηση και οι κίνδυνοι

Πάντως, με δεδομένη την κατάσταση αυτή, που οδηγεί το λάδι σε τιμές χαβιαριού δε λείπουν και οι φωνές για την επιβολή διατίμησης, που ωστόσο, με βάση τα δεδομένα της αγοράς, θα οδηγήσει αφενός σε μεγάλες απώλειες τους παραγωγούς, αλλά και σε ελλείψεις στην αγορά. Ειδικότερα, για τις αυξημένες τιμές του ελαιόλαδου, μίλησε ο Αντιπρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, κ. Ηλίας Μάνδρος σε συνέντευξή του, πριν λίγες μέρες, στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ.

Ο κ. Μάνδρος τόνισε ότι λόγω της κακής χρονιάς σε επίπεδο παραγωγής ελαιολάδου, η τιμή του παραγωγού ανήλθε περίπου στα 6.5€/λίτρο, ενώ η τιμή του καταναλωτή σήμερα αγγίζει έως και τα 15€/λίτρο. “Τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις βάλλονται. Χρειάζεται διατίμηση του λαδιού”, υπογράμμισε χαρακτηριστικά.

Τέλος ο Αντιπρόεδρος του Ε.Ε.Α. επισήμανε την ανάγκη άμεσης παρέμβασης από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, καθώς όπως εξήγησε: ” Όντως υπάρχει διεθνής ζήτηση όπως στην Ισπανία, την Πορτογαλλία και άλλες χώρες, αλλά δεν γίνεται ο παραγωγός να φυλάει το λάδι από πέρυσι και ξαφνικά από 6.5€ να πωλείται στην αγορά έως και 15€. Να μπει μπροστά η Επιτροπή Ανταγωνισμού να δούμε τι γίνεται”.

Το ΥΠΑΝ

Την ίδια ώρα, μηνύματα για εκλογίκευση στις αναφορές για την τιμή του ελαιολάδου και τι τι σημαίνει για χιλιάδες παραγωγούς έστειλε μιλώντας στην πρωινή ζώνη του Open το Σάββατο ο υπουργός ανάπτυξης Κώστας Σκρέκας. “Οι τιμές χονδρικής, σήμερα, στο λάδι είναι γύρω στα 8 με 9 ευρώ. Μπορούμε να αγοράσουμε και να εισάγουμε με 4-5 ευρώ; Όχι. Το λάδι όπου παράγεται στον κόσμο έχει 8-9 ευρώ. Τι θα συνέβαινε εάν εμείς ερχόμασταν και λέγαμε ‘’3 ευρώ στον παραγωγό;’’.

Κανένας παραγωγός δεν θα πωλούσε το λάδι στην Ελλάδα, θα το πουλούσαν στους Ιταλούς και Ισπανούς χονδρεμπόρους που ψάχνουν αυτή τη στιγμή μανιωδώς να βρουν λάδι και να καλύψουν τις παραγγελίες τους. Το να πάμε σε μια διατίμηση και να μείνει η Ελλάδα χωρίς ελαιόλαδο, θα ήταν καταστροφικό γιατί ο καταναλωτής θα έψαχνε στη μαύρη αγορά να αγοράσει ελαιόλαδο.

Εμείς πάμε σε αυτόν που πουλά το συσκευασμένο προϊόν και να πάμε να διασφαλίσουμε ότι δεν θα βάλει ούτε ένα λεπτό παραπάνω από όσα έβαζε το 2021. Ότι δεν θα κερδοσκοπήσει. Το κάνουμε ήδη και εφόσον έχουμε ευρήματα θα τα ανακοινώσουμε” ανέφερε για την τιμή του ελαιόλαδου ο υπουργός.

Η φέτα

Άλλο ένα βασικό ζήτημα που αφορά άμεσα το καθημερινό τραπέζι του Έλληνα έχει να κάνει με την τιμή της φέτας. Με δεδομένη την πορεία των τιμών του πρόβειου γάλακτος, της βασικής πρώτης ύλης, που κυμαίνονται μεταξύ 1.60-1,70 ανά λίτρο, έχοντας καταγράψει τα τελευταία τρία χρόνια ετήσιες αυξήσεις της τάξης του 30%, αλλά και τις επικείμενες ελλείψεις, κατά την γαλακτοκομική περίοδο, λόγω των καταστροφών σε Θεσσαλία και Έβρο, υπάρχει έντονος προβληματισμός στην αγορά για το τι θα γίνει.

Με βάση όσα ανέφεραν πάντως, στην ΕΡΤnews, την εβδομάδα που πέρασε, τόσο ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας, Π. Πεβερέτος, όσο και ο αι ο Χρ. Αποστολόπουλος, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων, η τιμή δε θα πάει στα 20 ευρώ, όπως αναφέρεται κατά κόρον.

Την ίδια ώρα, με βάση όσα ανέφεραν στελέχη της γαλακτοβιομηχανίας Δωδώνη στο περιθώριο εκδήλωσης της εταιρείας, την εβδομάδα, που πέρασε, για την παρουσίαση της νέας συνταγής στραγγιστού γιαουρτιού, γύρω στο 15% της πρώτης ύλης θα λείψει από τη βιομηχανία, λόγω των ζημιών που έχει υποστεί το ζωϊκό κεφάλαιο και οι παραγωγοί σε Θεσσαλία και Έβρο.

Βέβαια, όπως αναφέρεται, είναι πρόωρο ακόμη για μια οριστική εκτίμηση της ζημιάς, καθώς δεν είναι ακόμη γνωστό πόσα από τα ζώα, που άντεξαν στις δοκιμασίες και σήμερα υποφέρουν από άσθμα και μολύνσεις, θα καταφέρουν να επιβιώσουν. Επίσης, μένει να φανεί, το πώς θα οργανωθεί και η σίτισή τους με υποστήριξη με ζωοτροφές. Βέβαια οι εκτιμήσεις για τις απώλειες στην παραγωγή γάλακτος είναι πιο μεγάλες από τη Διεπαγγελματική της φέτας.

Σύμφωνα με όσα είπε στην ίδια εκδήλωση, ο Ιωάννης Βιτάλης, πρόεδρος του Δ.Σ. της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Φέτας (ΕΔΟΦ) και αντιπρόεδρος της γαλακτοβιομηχανίας, Δωδώνης, οι απώλειες σε πρώτη ύλη για τη φέτα, μπορεί να κυμανθούν ακόμη και στο 25% της σημερινής παραγωγής γάλακτος.

Βέβαια, ο κ. Βιτάλης σημείωσε ότι υπάρχουν σημαντικά αποθέματα, αν και “χτισμένα’ σε περιβάλλον υψηλού λειτουργικού κόστους. Πάντως, μέχρι τις γιορτές των Χριστουγέννων, δεν προβλέπει άνοδο των τιμών, τονίζοντας ότι απαιτείται συγκροτημένη στρατηγική από την ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για τον κλάδο της γαλακτοβιομηχανίας και την παραγωγή φέτας ΠΟΠ ώστε να θωρακιστεί τόσο το προϊόν, όσο και ο καταναλωτής.

Με βάση, παράλληλα, τον κ. Μιχάλη Παναγιωτάκη, CEO της Δωδώνης, σε σχέση με τις εξαγωγές και τις τιμές διάθεσης στο εξωτερικό παρατηρείται μια σταθεροποίηση, κάτι που επηρεάζει και την εσωτερική αγορά. Όπως ανέφερε υπάρχει μια μικρή κάμψη στην κατανάλωση, στο εξωτερικό, της τάξης του 3-4%, κάτι, που όμως, δεν είναι ανησυχητικό, καθώς, πλέον, η φέτα και δη η επώνυμη, “κατοχυρώνει” τη θέση της στο διεθνές γαστρονομικό στερέωμα.

Μέτρα για τα “ράφια”

Πάντως, στις δηλώσεις του ο κ. Σκρέκας, το Σάββατο που πέρασε, υπενθύμισε, ότι σε δυο εβδομάδες θα μπουν στα ράφια τα ταμπελάκια στα ράφια με τις μειώσεις τιμών. Επίσης ο υπουργός Ανάπτυξης Κώστας Σκρέκας υπογράμμισε ότι οι έλεγχοι είναι καθημερινοί και αυστηροί και τόνισε ότι με τους ελέγχους και τα πρόστιμα, σκοπός δεν είναι η σταθεροποίηση των τιμών αλλά η μείωσή τους. Ο κ. Σκρέκας, σημείωσε ότι, προσφάτως, υπήρξε και σύσκεψη με τους χονδρεμπόρους της λαχαναγοράς για την μείωση των τιμών στα οπωροκηπευτικά και από τα στοιχεία που συλλέγονται καθημερινά προκύπτει ότι η προσπάθεια αποδίδει καρπούς.

“Το θέμα της ακρίβειας, είπε ο υπουργός, είναι πράγματι αυτό που απασχολεί περισσότερο το ελληνικό νοικοκυριό. Γίνονται προσπάθειες όλο το προηγούμενο διάστημα με μέτρα παρέμβασης που έχουμε πάρει που φαίνεται ότι έχουν αποτέλεσμα σε ό,τι αφορά την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Μάλιστα, η Ελλάδα είναι στις 3 χώρες που έχουν τον χαμηλότερο πληθωρισμό στην Ευρώπη. Στην τελευταία έκθεση που έχουμε, βλέπουμε 20 προϊόντα, φρούτα και λαχανικά φθηνότερα από την Ισπανία και έχουμε 13 προϊόντα πιο ακριβά. Βρισκόμαστε στον μέσο όρο θα έλεγα της Ευρώπης”, ανέφερε αρχικά ο υπουργός.

Ο ίδιας πρόσθεσε: “δεν θα σταματήσουμε και ήδη έχουμε εντείνει τους ελέγχους για την πάταξη της αισχροκέρδειας και της αθέμιτης κερδοφορίας. Θα συνεχίσουμε τους ελέγχους και το επόμενο διάστημα. Οι έλεγχοι γίνονται στην πηγή του κακού. Το να προχωρήσουμε σε ένα πλαφόν ή σε μια διατίμηση στον παραγωγό αυτό θα σημαίνει άδεια ράφια. Εμείς πάμε στον έμπορο, στην εισαγωγική εταιρεία και ελέγχουμε τα μικτά κέρδη. Να επιβάλλουμε εκεί τα πρόστιμα. Στους μεσάζοντες”.

Αναφορικά με την πληρωμή των προστίμων είπε πως πληρώνονται και σημείωσε πως μετά τον έλεγχο, η εταιρεία που πουλούσε ακριβότερα, πρέπει να μειώσει την τιμή στο ράφι. Διαφορετικά, σε ένα μήνα που θα ξαναγίνει έλεγχος θα είναι πολλαπλάσιο το πρόστιμο.

“Είναι διπλάσιο το πρόστιμο από το κέρδος που έχει εταιρεία”, ξεκαθάρισε.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα