Όταν ξεχνάμε τα ποτάμια φτιάχνουμε δρόμους που πλημμυρίζουν
Διαβάζεται σε 7'
Κάθε ισχυρή βροχόπτωση μετατρέπει δρόμους της Αθήνας σε χειμάρρους, αναζωπυρώνοντας τη συζήτηση για την κλιματική κρίση και τα ελλιπή αντιπλημμυρικά έργα. Μια λιγότερο συζητημένη αιτία, όμως, βρίσκεται κάτω από τα πόδια μας: τα ποτάμια και τα ρέματα που μπαζώθηκαν και ξεχάστηκαν. Ο αρχιτέκτονας και αναπληρωτής καθηγητής του ΕΜΠ, Νίκος Αναστασόπουλος, εξηγεί γιατί αυτή η επιλογή επιδεινώνει τις πλημμύρες και τι θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά.
- 27 Δεκεμβρίου 2025 10:39
Κάθε φορά που πλημμυρίζουν περιοχές της Αθήνας αναρωτιόμαστε ποιά έργα είναι αυτά που δεν έχουν γίνει και μιλάμε για τις ολέθριες επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Υπάρχει όμως ακόμα μια πτυχή που συχνά αγνοούμε: τα ποτάμια που κάποτε κυλούσαν μέσα στην πόλη, σήμερα είναι μπαζωμένα και αυτοκίνητα περνούν από πάνω τους.
Μπορεί αυτά να παίζουν κάποιο ρόλο στους πλημμυρισμένους δρόμους που μετατρέπονται σε χειμάρρους;
Μιλήσαμε με τον Νίκο Αναστασόπουλο, αρχιτέκτονα και αναπληρωτή καθηγητή στην Σχολη αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, με ειδίκευση σε ζητήματα βιοποικιλότητας, οικολογίας, συμμετοχής που έχει ασχοληθεί με το ζήτημα του Ιλισού.
- Aπό όσα παρατηρειτε ότι κατασκευάζονται στο λεκανοπέδιο της Αττικής τις τελευταίες δεκαετίες, θεωρείτε ότι στα έργα λαμβάνονται υπ’ όψη ακραία φαινόμενα κλιματικής αλλαγής, όπως είναι οι πλημμύρες;
Η απάντηση είναι δυστυχώς κατηγορηματικά όχι. Είναι δυστυχές το ότι οι Δήμοι για παράδειγμα συνεχίζουν να λειτουργούν προσανατολισμένοι σε μια παρωχημένη αντιμετώπιση των ζητημάτων υδάτινων πόρων. Μία τέτοια πρακτική ειναι και ο εγκιβωτισμός και η διευθέτηση των ρεμάτων και ποταμών.
Έχουν γίνει πολλές διαμαρτυρίες, και εκθέσεις, και ενώ βλέπουμε από τις άλλες χώρες πώς εξελίσσονται τα πράγματα, εμείς είμαστε κολλημένοι σε μία πρακτική που έχει σταματήσει στη δεκαετία του 80’ στο εξωτερικό.
Υπάρχει για παράδειγμα το Μεγάλο Ρέμα της Ραφήνας και ο Ερασίνος για τα οποία έχει αποφασιστεί να γίνει εγκιβωτισμός. Έχουν ξεκινήσει τα έργα για την Ραφήνα, αλλά αυτές οι πρακτικές είναι καταστροφικές, δυστυχώς.
Αυτό που έχει συμβεί στον Ιλισό, πάει να επαναληφθει, ενώ υπάρχουν μελέτες, υπάρχουν έρευνες, υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν από την διεθνή πρακτική ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν αλλιώς. Εμείς επιμένουμε να κάνουμε το ακριβώς αντίθετο, δυστυχώς με ολέθρια αποτελέσματα, τα οποία λειτουργούν σωρευτικά με ό,τι προηγούμενα λάθη που έχουμε να αντιμετωπίσουμε.
- Ποιά είναι τα αρνητικά που προκύπτουν από έναν εγκιβωτισμό;
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι ξεχνάμε την ύπαρξή των ποταμών.
Έχουμε δει καταρρεύσεις σε χώρους που χρησιμοποιούνται ως πάρκινγκ κάτω από τα οποία υπάρχουν ρέματα, ή βλέπουμε πλημμύρες μέχρι και σε σταθμούς του μετρό.
Αυτά μπορεί να έχουν διάφορες αιτίες, αλλά με δυο λόγια όλα συνοψίζονται στο ότι το νερό έχει συγκεκριμένες διαδρομές από αρχαιοτάτων χρόνων που υπαγορεύονται από τις κλίσεις του εδάφους. Και αυτές τις διαδρομές τις έχουμε καλύψει. Καλύπτοντάς τες, ξεχνάμε την ύπαρξή τους και γιαυτό χτίζουμε πάνω και γύρω από αυτές με αποτέλεσμα να πλημμυρίζουν περιοχές και να γίνονται ζημιές.
Το πιο θλιβερό είναι ότι η αυτοδιοίκηση έχει στα χέρια της εργαλεία, όπως το FloodHub που έχει αναπτύξει το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, και δεν το χρησιμοποιεί για να μπορεί να σώσει περιουσίες και ανθρώπινες ζωές.
- Θα μπορούσε μια διάνοιξη ρέματος ή ποταμού να βοηθήσει στο να έχουμε λιγότερες πλημμύρες;
Πράγματι, ένα εργαλείο που υπάρχει για τις πλημμύρες είναι να θυμηθούμε κατ’αρχήν το υδρολογικό δίκτυο πάνω στο οποίο έχει χτιστεί η πόλη και να γίνει μία σοβαρή μελέτη με βάση την οποία θα αποφασιστεί πώς θα μπορούσαμε να αφήσουμε το νερό να κυλήσει φυσικά. Διότι προφανώς δεν μπορούν- ούτε και έχει νόημα- να αποκαλυφθούν ξανά όλα τα ρέματα.
Τα ρέματα και τα ποτάμια είναι μέρος της φύσης και αντί να τα αντιλαμβανόμαστε ως εμπόδιο ή ως πηγή κακού και καταστροφής, πρέπει να τα δούμε ως μέρος της ζωής και ης παρουσίας του νερού από το οποίο εξαρτόμαστε.
Εμείς σήμερα, επειδή έχει συσσωρευτεί και για ιστορικούς λόγους, το ένα λάθος πάνω στο άλλο, δεν αντιλαμβανόμαστε που κυλάει νερό κάτω από τα πόδια μας, το θυμόμαστε μόνο όταν θα πλημμυρίζουμε κάτι που από δω και πέρα δυστυχώς αυτό θα γίνεται όλο και πιο συχνά. Άρα όπως έχει συμβεί σε άλλες πόλεις στον κόσμο, που και αυτές έχουν περάσει από αντίστοιχα στάδια υποβάθμισης των υδάτινων πόρων τους και των ποταμών, πρέπει γίνει αυτή η μελέτη η οποία πρέπει να συνδυαστεί με έργα που θα επιτρέψουν στο νερό να έχει χώρο να εκτονωθεί.
Ταυτόχρονα όμως με τις διανοίξεις χρειαζόμαστε οπωσδήποτε περισσότερους ανοιχτούς και δημόσιους χώρους, όπως πάρκα που συγκρατούν τα νερά που θεωρητικά μπορούν να ξεχειλίσουν και όσο γίνεται περισσότερες επιφάνειες οι οποίες είναι υδατοπερατές.
Τέτοιες δράσεις δεν θα μας προστάτευαν απλώς, αλλά θα βελτίωναν και τη ποιότητα ζωής της καθημερινότητας που ζούμε αυτή τη στιγμή. Πάρτε για παράδειγμα τη ρεματιά του Χαλανδρίου, που είναι ένας πνεύμονας οξυγόνου, χώρος αναψυχής των περιοίκων της περιοχής, ενώ ταυτόχρονα είναι και ένα ξεχωριστό οικοσύστημα που φιλοξενεί διάφορες μορφές ζωής και έχει αφήσει το στίγμα της στην περιοχή.
- Εφόσον λοιπόν όμως πλέον έχουμε όλη αυτή τη γνώση, γιατί δεν γίνονται βήματα στο να αποκαταστήσουμε, ας πούμε, είτε τα ρέματα είτε τα ποτάμια;
Η δική μου εξήγηση μπορεί να είναι ανακριβής, αλλά θεωρώ ότι με τον συγκεκριμένο τρόπο εξυπηρετείται μια αντίστοιχη βιομηχανία και αντίστοιχα εργασιακά κυκλωματα. Είναι αυτό που λέμε business as usual.
Η άλλη εξήγηση που δίνω είναι η έλλειψη συντονισμού ανάμεσα σε πάρα πολλούς φορείς που εμπλέκονται συνήθως σε τέτοιου είδους δημόσια έργα. Ενα ρέμα ή ένα ποτάμι, περνάει από πάρα πολλούς δήμους και έτσι έχει δικαιοδοσία η Περιφέρεια, πολλοί δήμοι και ενδεχομένως και άλλες υπηρεσίες, όπως η δασική υπηρεσία, το Υπουργείο Περιβάλλοντος, το Υπουργείο Μεταφορών και Υποδομών κ.α.
Όλα αυτά συμβάλλουν στο να μην λαμβάνονται ενημερωμένες, σωστές και υπεύθυνες αποφάσεις για το μέλλον αυτών των ζητημάτων. Όταν λαμβάνονται αποφάσεις γίνοται εν μέσω φόβου ανάληψης ευθύνης ή ζυγίζοντας το πολιτικό κόστος. Τελικά λοιπόν καταλήγει να γίνεται κάτι λάθος ή να μη γίνεται τίποτα. Η μία υπηρεσία να ακυρώνει την άλλη και απλά να χρονοτριβεί.
- Πόσο εύκολο όμως θα ήταν πρακτικά, από την μία μέρα στην άλλη να αποφασίσουμε ότι θα κάνουμε τον Ιλισσό ή τον Κηφισό ξανά ποτάμι; Τι θα γινόταν με όλα τα αυτοκίνητα που εξυπηρετούνται;
Η ερώτηση είναι πολύ λογική και η απάντηση μπορεί να δοθεί σε πολλαπλά επίπεδα. Το τι θα μπορούσε να συμβεί είναι αποτέλεσμα μελέτης και συνεργασίας πολλών επιστημών και ειδικοτήτων.
Αυτό που είναι γνωστό αυτή τη στιγμή είναι ότι όπου δίνουμε χώρο στο αυτοκίνητο, το καταλαμβάνει εις βάρος του ανθρώπου και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Έχουμε την τεχνολογία για να υλοποιούμε και να ανοίγουμε σήραγγες για νέες γραμμές του μετρό, και αντίστοιχα θα μπορούσε να συμβεί και με έναν αυτοκινητόδρομο ο οποίος δεν θα μπορούσε να εξαφανιστεί.
Επιπλέον, είναι σημαντικό ότι επιτέλους θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στα μαζικά μέσα μεταφοράς και στα μέσα ήπιας κινητικότητας όπως τα ποδήλατα. Θα μπορούσαμε να φανταστούμε αυτές τις αλλαγές με ένα συντονισμό πολλών τέτοιων διαφορετικών δράσεων. Δεν υπάρχει μία μόνο απάντηση δηλαδή.
- Υπάρχουν αυτή τη στιγμή ρέματα ή ποτάμια στο λεκανοπέδιο της Αττικής που να βρίσκονται σε μια πιο ώριμη φάση για να προχωρήσουμε σε κάτι τέτοιο;
Υπάρχει ας πούμε το παράδειγμα του Ποδονίφτη ή της Πικροδάφνης, πού είναι δύο ρέματα που σ’ ένα μεγάλο ποσοστό της κίνηση τους είναι ανοιχτά και σε σχετικά καλή κατάσταση.
Ειδικά στην περίπτωση τη δική μας, την ελληνική, υπάρχει μια τάση να θεωρούμε πολύ πιο ρεαλιστικό κάτι το οποίο μπορούμε να το δούμε, να το επισκεφθούμε και να το βιώσουμε για να καταλάβουμε τα οφέλη του. Υπάρχει ένας μιμητισμός, οπότε εφόσον ένα παράδειγμα ξεκινήσει και γίνει σωστά, μπορεί να δημιουργήσει ένα ντόμινο effect που μετά θα βρει και άλλους ανθρώπους οι οποίοι να το ζητούν.
Οπότε θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε από τα ρέματα που είναι μισο-ανοιγμένα και στην συνέχεια να υπάρξει προβολή τους στο ευρύ κοινό για να το επισκεφθούν.