ΚΚΕ για τις εκλογές: Υποτιμήσαμε το ρόλο του διαδικτύου

ΚΚΕ για τις εκλογές: Υποτιμήσαμε το ρόλο του διαδικτύου
ΑΘΗΝΑ-Περισσός,συνέντευξη τύπου της ΓΓ του ΚΚΕ Αλέκας Παπαρήγα για την προστασία των ανέργων και των οικογενειών τους και την κατάργηση όλων των χαρατσιών.(EUROKINISSI-ΓΕΩΡΓΙΑ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ) Eurokinissi

Ανακοίνωση με αρκετή δόση αυτοκριτικής, σε κάποια σημεία και έντονης, δημοσίευσε το ΚΚΕ, για τα αποτελέσματα της διπλής εκλογικής αναμέτρησης

Σε αυτοκριτική, πέραν των άλλων συμπερασμάτων, προχωρά το ΚΚΕ για τα αποτελέσματα της διπλής εκλογικής αναμέτρησης.

Σε κάποια σημεία η αυτοκριτική είναι αρκετά αυστηρή και συγκεκριμένη, με την ΚΕ να αναλαμβάνει ιδιαίτερο βάρος, όπως γίνεται σαφές.

Αρχικά στην ανακοίνωση του Περισσού γίνεται μία μικρή αναφορά στην προεκλογικές συνθήκες, στα ήδη υπάρχοντα προβλήματα και αρνητικούς συσχετισμούς για το κόμμα.

Στη συνέχεια, αναφέρεται η μεγάλη επιθετικότητα του κεφαλαίου, αλλά και η η διόγκωση της ανεργίας, παράγοντες οι οποίοι επέδρασαν στην εκλογική συμπεριφορά, ενώ αναφέρονται και αγώνες των εργαζομένων οι οποίοι όμως ήταν εύκολοι στόχοι στην προβοκάτσια. 

“Οι εργατικοί λαϊκοί αγώνες που ξέσπασαν και κλιμακώθηκαν στη διάρκεια της κρίσης καλλιέργησαν κύμα λαϊκής οργής και δυσαρέσκειας σε βάρος τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ, αλλά ταυτόχρονα παρέμβαινε το σύστημα με στόχο την κάμψη της λαϊκής αντίστασης, την εκτροπή από ριζοσπαστικούς στόχους, με την προβοκάτσια και τη σύγχυση”.

Όσο για τη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, σημειώνεται ότι:

Τα πιο έκδηλα αρνητικά χαρακτηριστικά είναι η μεγάλη μείωση της εκλογικής δύναμης του ΚΚΕ, η ενδυνάμωση της ΝΔ, η ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ, η αντοχή της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ.

Η ισχυροποίηση του ΣΥΡΙΖΑ συντελέσθηκε και ενώ αποκαλύφθηκε η διαχειριστική του λογική.

Το κυβερνητικό πρόγραμμα που παρουσίασε, απέβαλε τα όποια φραστικά ριζοσπαστικά συνθήματα είχε αναδείξει πριν τις εκλογές της 6ης Μαΐου.

Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, έγινε συστηματική και μελετημένη ιδεολογική – πολιτική επίθεση στο Κόμμα, προσαρμοσμένη στις ανάγκες του συστήματος για την αναμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος, εγκλωβισμού της λαϊκής δυσαρέσκειας σε ανώδυνες για το σύστημα επιλογές, την αναχαίτιση της δυναμικής που φέρνει η ταξική πάλη, το οργανωμένο εργατικό κίνημα”.

Στο σημείο αυτό όμως η ανακοίνωση περνά στην αυτοκριτική και αναφέρεται ως πρώτο στοιχείο:

“Η ΚΕ εκτιμά ότι υπάρχει σοβαρή έλλειψη στη δουλειά του Κόμματος με τον περίγυρό του, τους φίλους και οπαδούς για την ανάδειξη των θέσεών μας σχετικά με το χαρακτήρα των εκλογών για το αστικό κοινοβούλιο και την ανάδειξη κυβέρνησης στα πλαίσια του συστήματος ευρύτερα”.

Παράλληλα τονίζεται πως αυτό δεν έρχεται σε αντίθεση με την ανάγκη να γίνεται όλο και πιο ισχυρό το ΚΚΕ και στη Βουλή, “όμως δεν πρέπει να θεωρούνται οι εκλογές ως η μάχη των μαχών, αποσπασμένη από το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης”.

Μετά γίνεται λόγος για μακροχρόνιες αδυναμίες και καθυστερήσεις στη δουλειά των μελών του κόμματος.

“Η εκλογική αναμέτρηση ανέδειξε τις μακροχρόνιες αδυναμίες και καθυστερήσεις στην δουλειά μας για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, την ενίσχυση της κοινωνικής συμμαχίας, την κομματική οικοδόμηση σε συνθήκες που υπάρχουν δυσκολίες στην οργάνωση των μαζών, ώστε να εξαντλούνται όλες οι δυνατότητες που απορρέουν από τις αντικειμενικές εξελίξεις.

Αυτά τα καθήκοντα βεβαίως απαιτούν χρόνο, επίμονη προσπάθεια, σταθερό και επεξεργασμένο προσανατολισμό”.

Για να λεχθεί ξεκάθαρα:

“Σε τελευταία ανάλυση η ΚΕ έχει την πρώτη ευθύνη, επίσης όλα τα καθοδηγητικά όργανα, η κάθε ΚΟΒ, πώς τελικά δρούμε στις μάζες με τις θέσεις μας, με μαχητικότητα και ικανότητα συσπείρωσης δυνάμεων που έχουν διαφορετικές αντιλήψεις και διαφορετικό επίπεδο πείρας και θέλησης για δράση”.

“Η ΚΕ δεν μπόρεσε, επίσης, με βάση το ύψος των αναγκών και των δικών της κατά καιρούς διαπιστώσεων, να προσανατολίσει πρακτικά όλο το Κόμμα να απευθύνεται κυρίως στις νεώτερες ηλικίες με κοινωνικοταξικά βέβαια κριτήρια.

Αυτές οι ηλικίες διαμορφώθηκαν σε συνθήκες παγκόσμιας ήττας του εργατικού κινήματος, βαθειάς κρίσης του κομμουνιστικού κινήματος, προσπάθειας να υποκατασταθεί το κομμουνιστικό κίνημα με ένα σοσιαλδημοκρατικό-οπορτουνιστικό αριστερό κίνημα που διεκδικεί συμμετοχή στην αστική διαχείριση.

Δεν μπόρεσε να συντονίσει την δουλειά όλου του κόμματος με την στήριξη και βοήθεια της ΚΝΕ, ιδιαίτερα σε χώρους της μάθησης στους οποίους η ιδεολογική επίθεση είναι επεξεργασμένη καλά και ασκεί σοβαρή επίδραση”.

Πολύ σημαντικό επίσης είναι πως αναγνωρίζεται ότι υπάρχει έλλειψη στη γνώση για τα πολιτικά τεκταινόμενα σε μέλη του κόμματος. ενώ γίνεται λόγος και για την ανάγκη σύσφιγξης των σχέσεων ανάμεσα στο ΚΚΕ και τους φίλους και οπαδούς του.

“Αποδείχθηκε ότι απαιτείται να οικοδομούνται πιο στενοί ιδεολογικοπολιτικοί δεσμοί με τους φίλους και οπαδούς, ως μόνιμο στοιχείο στη δουλειά μας και όχι μόνο σε περιόδους έξαρσης των αγώνων και των εξελίξεων.

Δεν αρκεί η ιδεολογικοπολιτική συζήτηση σε θέματα της επικαιρότητας. Ένα σημαντικό μέρος των οπαδών δεν γνωρίζει τις θέσεις του κόμματος π.χ. για κυβερνήσεις στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος, για εξελίξεις στην ΕΕ, για θέματα σχέσης οικονομίας και πολιτικής, τον χαρακτήρα της οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης, για το περιεχόμενο της λαϊκής εξουσίας. Αυτό προϋποθέτει το κομματικό δυναμικό να βοηθιέται και να προσανατολίζεται στην ανάπτυξη μεγαλύτερης ικανότητας στην εκλαΐκευση των θέσεων του Κόμματος, της στρατηγικής του”.

Βαριές ευθύνες καταλογίζονται και για τον τρόπο που έγινε η κομματική προπαγάνδα, σε ΚΕ αλλά και ΠΓ:

“Η ΚΕ και ιδιαίτερα το ΠΓ, αδύνατα και πίσω από τις απαιτήσεις αντιμετώπισε τις ανάγκες της προπαγάνδας με συνεχείς επεξεργασίες, ώστε η ταξική συνείδηση να μην εκτρέπεται σε ανώδυνους δρόμους σε συνθήκες που οι μηχανισμοί χειραγώγησης και επηρεασμού είναι πολλοί, πολυπλόκαμοι.

Η προπαγάνδα του Κόμματος δεν είναι ζωντανή και εμπλουτισμένη με παραδείγματα και στοιχεία που βγαίνουν μέσα από τις εξελίξεις στο κίνημα, αλλά και τον κάθε κλάδο, δεν έχει αποκτήσει η προπαγάνδα μας ζωντανό εκλαϊκευτικό χαρακτήρα.

Τονίζεται ωστόσο πως αυτό δεν είναι θέμα επικοινωνιακής πολιτικής και μόνο, αν και γίνεται αποδεκτό πως υποβαθμίστηκε ο ρόλος του διαδικτύου.

“Το θέμα της προπαγάνδας δεν είναι ζήτημα γενικά “επικοινωνιακής πολιτικής” και μάλιστα με κριτήριο το πώς διεξάγεται ο τηλεοπτικός διάλογος.

Η αυτοκριτική της ΚΕ στο επίπεδο της προπαγάνδας αναφέρεται στις μορφές ζωντανής προπαγάνδας, που διευκολύνει το διάλογο, τη συμμετοχή, και όχι την παθητική παρακολούθηση των λεγόμενων τηλεοπτικών εκπομπών που δεν μπορούν να δώσουν τον πλούτο των θέσεών μας, την τεκμηρίωση, τα κριτήρια.

Υποτιμήθηκε επίσης ο ρόλος του Διαδικτύου στην πληροφόρηση της νεολαίας αλλά και ως όργανο επίθεσης στο Κόμμα”.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η παραδοχή πως η Κεντρική Επιτροπή άφησε χρόνο να κυλήσει, αυτό λέει η ανακοίνωση επί της ουσίας, χωρίς να μπορέσει ταυτόχρονα να συνειδητοποιήσει έγκαιρα τη στροφή του εκλογικού σώματος προς το ΣΥΡΙΖΑ αλλά και την επίθεση που θα δεχόταν το κόμμα:

“Το πρόβλημα είναι ότι η ΚΕ δεν εντόπισε έγκαιρα το βάθος της συνολικής μείωσης των δύο κομμάτων και ιδιαίτερα την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, καθώς και την ισχυροποίηση-στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ, το σχέδιο επίθεσης στο Κόμμα.

Αρχικά είχε εντοπισθεί η μείωση της επιρροής του ΠΑΣΟΚ υπέρ της ΔΗΜΑΡ που όμως δεν ασκούσε επίδραση στο χώρο των ψηφοφόρων του ΚΚΕ, πράγμα που επιβεβαιωνόταν από τις δημοσκοπήσεις.

Δεκαπέντε μέρες πριν την εκλογική αναμέτρηση εντοπίσθηκε η απότομη στροφή προς το ΣΥΡΙΖΑ σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ αλλά και του Κόμματος. Παρά τις προσπάθειες που τότε έγιναν για να εντοπισθούν οι απώλειες, δεν επιβεβαιώνονταν η έκτασή τους από τις εκτιμήσεις τοπικά των κομματικών οργανώσεων”.

Και συνεχίζει η ανακοίνωση:

“Η ουσία είναι ότι η ΚΕ δεν συγκέντρωσε την προσοχή της στο γεγονός ότι για πρώτη φορά, σε σχέση με όλες τις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, μπροστά στο δοκιμαζόμενο λαό έμπαινε ζήτημα να επιλέξει ανάμεσα σε μια κυβέρνηση στη βάση της ΝΔ ή του ΠΑΣΟΚ από την μια, ή μια κυβέρνηση της λεγόμενης “αριστερής συνεργασίας” με ΚΚΕ και ΔΗΜΑΡ και μάλιστα με το ψεύτικο επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ για το πλεονέκτημα των 50 εδρών.

Η ΚΕ εντόπισε την ιδιαίτερη σκληρότητα και συνθετότητα της εκλογικής μάχης κυρίως μετά τις 6 του Μάη και όχι πριν, και γι αυτό διατύπωσε τη θέση ότι πρόκειται για τη δυσκολότερη αναμέτρηση των τελευταίων 40 χρόνων”.

“Το συμπέρασμα είναι ότι η ΚΕ έπρεπε να καθορίσει το πλαίσιο της πρώτης εκλογικής μάχης στο ίδιο πνεύμα που το επεξεργάσθηκε αμέσως μετά τις εκλογές της 6 Μαΐου.

Δηλαδή να προτάξει το μέτωπο στην αυταπάτη της “αριστερής κυβέρνησης” με επεξεργασία και κωδικοποίηση κατάλληλων συνθημάτων.

Δεν ανέδειξε έγκαιρα το ΣΥΡΙΖΑ ως νέο πολιτικό φορέα της σοσιαλδημοκρατίας με συστηματική προσπάθεια διείσδυσης στον εκλογικό μας περίγυρο.

Η ΚΕ δεν έδωσε έγκαιρα απάντηση πώς βλέπει το ΚΚΕ το ζήτημα της κυβέρνησης της λαϊκής εξουσίας, πώς θα φθάσει ο πολιτικός αγώνας σε μια τέτοια έκβαση και με ποιες προϋποθέσεις, ώστε να κατανοηθεί γιατί το ΚΚΕ δεν μετέχει σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης της κρίσης, σε κυβέρνηση που πολιτεύεται στα πλαίσια του συστήματος, στο έδαφος δηλαδή του καπιταλισμού.

Η θέση του ΚΚΕ για κυβέρνηση της λαϊκής εξουσίας θα προπαγανδιζόταν έγκαιρα και ευρύτερα, θα αποκτούσε τη δέουσα επιθετικότητα, δεν θα άφηνε χωρίς απάντηση το παραπλανητικό και ύπουλο επιχείρημα που καλλιεργήθηκε συστηματικά, ότι το ΚΚΕ δεν θέλει να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες.

Δεν σήμανε συναγερμό στην πρώτη προεκλογική περίοδο για τον κίνδυνο απωλειών του Κόμματος, την συστηματική προσπάθεια να προωθηθεί σχεδιασμένα η αποδυνάμωση του Κόμματος από τις δυνάμεις του συστήματος.

Δεν καλλιέργησε, στον απαιτούμενο βαθμό, πνεύμα επαγρύπνησης και ανησυχίας στα μέλη του Κόμματος, στον περίγυρο του.

Δεν σημαίνει βεβαίως ότι αν στην πρώτη προεκλογική περίοδο είχε χαραχθεί εύστοχη εκλογική τακτική θα ήταν δυνατόν να ανατραπεί το ρεφορμιστικό ρεύμα υπέρ κυβέρνησης διαχείρισης της κρίσης, η ανάπτυξη του οποίου έχει αντικειμενική βάση, πατά στις ανάγκες της αστικής εξουσίας. Όμως είναι πολύ πιθανό το Κόμμα να είχε λιγότερες απώλειες, κυρίως να αποτρεπόταν ένα πνεύμα απογοήτευσης ιδιαίτερα στο χώρο των οπαδών και φίλων του Κόμματος που δικαίως προκάλεσε το εκλογικό αποτέλεσμα”.

Και καταλήγει η ανακοίνωση:

“Η ΚΕ εκτιμά ότι η διπλή εκλογική αναμέτρηση, ανεξάρτητα από τις γενικότερες αδυναμίες που αναδείχθηκαν και τις απώλειες, αποτελεί παρακαταθήκη καθώς έγινε σημαντική δουλειά για την ανάδειξη των δύο δρόμων ανάπτυξης, το χαρακτήρα της καπιταλιστικής κρίσης, το ζήτημα της εργατικής λαϊκής εξουσίας, την ανάδειξη της θέσης του Κόμματος για την συμμετοχή σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης.

Το ΚΚΕ έδωσε μια μάχη κόντρα στο ρεύμα, σε συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες και περίπλοκες. Βρέθηκε αντιμέτωπο και με αδυναμίες, ελλείψεις και καθυστερήσεις, τις οποίες οφείλει να αντιμετωπίσει και μπορεί να αντιπαλέψει καθώς οι απαιτήσεις του αγώνα θα αυξηθούν απότομα το επόμενο χρονικό διάστημα”.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα