Τσίπρας: Αν δεν είχαμε αφήσει το μαξιλάρι ρευστότητας πού θα βρισκόμασταν τώρα;

Τσίπρας: Αν δεν είχαμε αφήσει το μαξιλάρι ρευστότητας πού θα βρισκόμασταν τώρα;
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας Eurokinissi

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ με άρθρο του σε κυριακάτικη εφημερίδα ζητά ψυχραιμία και υπευθυνότητα στη μάχη κατά του κορονοϊού. Κατηγορεί την κυβέρνηση ότι προχωρά "βλέποντας και κάνοντας".

Ο κορονοϊός μαζί με χιλιάδες ανθρώπους σκότωσε και το νεοφιλελευθερισμό, υποστηρίζει σε άρθρο του στο “Έθνος της Κυριακής”, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας και προσθέτει ότι απαιτείται γενναία δημόσια παρέμβαση για την σωτηρία της οικονομίας.

Στην παρέμβαση του ο πρώην πρωθυπουργός υπογραμμίζει την ανάγκη ψυχραιμίας και τήρησης των οδηγιών των επιστημόνων. Ακολούθως τονίζει την σημασία του συστήματος δημόσιας Υγείας και ασκεί σκληρή κριτική στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη γιατί -όπως υποστηρίζει- «δεν έχει αντιληφθεί το μέγεθος της οικονομικής κρίσης και των παρεμβάσεων που απαιτούνται» καθώς επίσης για τακτική «βλέποντας και κάνοντας». Θεωρεί δε ότι για την αντιμετώπιση της κρίσης απαιτείται ένα συνολικό πρόγραμμα ενίσχυσης της οικονομίας με 30 δισ. και συγκρίνει τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού με τα μέτρα σε άλλες χώρες.

Δίνουμε ενωμένοι τη μάχη, τηρούμε ευλαβικά τις οδηγίες των επιστημόνων

Συγκεκριμένα στην παρέμβασή του ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ξεκινά από την διαπίστωση ότι «η κρίση της πανδημίας του κορονοϊού, που με αιμορραγία σε ανθρώπινες ζωές βιώνει η ανθρωπότητα, δυστυχώς δεν αναμένεται να είναι ούτε σύντομη ούτε ανώδυνη» και προσθέτει: «Αυτό που προέχει τούτη την ώρα είναι να δώσουμε όλοι μαζί τη μάχη, ενωμένοι σε ένα μέτωπο ζωής, για να υπάρξουν όσο γίνεται λιγότερες ανθρώπινες απώλειες. Αυτό σημαίνει, με ψυχραιμία, και χωρίς πανικό να τηρήσουμε ευλαβικά τις οδηγίες των επιστημόνων».

Ακολούθως προτάσσει την ενίσχυση των ανθρώπων του ΕΣΥ που δίνουν την μάχη, σε ανθρώπινο δυναμικό, με υποδομές, που σημαίνει να ανοίξουν όσα περισσότερα κρεβάτια νοσηλείας και εντατικής θεραπείας γίνεται, επιτάσσοντας και ιδιωτικές μονάδες αν χρειαστεί και τέλος σε υλικά προφύλαξης, γιατί «αν όντως έχουμε πόλεμο με αόρατο εχθρό, τότε δε μπορούμε να στέλνουμε τους στρατιώτες απροστάτευτους στη μάχη».

«Είναι ώρα ευθύνης και όχι αντιπαράθεση γι’ αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επικεντρώσει τις παρεμβάσεις του σε προτάσεις εποικοδομητικές προς την κυβέρνηση και όχι στην καταγγελία για τα λάθη και τις παραλείψεις της, αν και έδωσε και δίνει άπειρες ευκαιρίες όλο αυτό το διάστημα», αναφέρει ο κ. Τσιπράς.

Ωστόσο, προσθέτει η κρίση αναδεικνύει ότι «είναι εκτός τόπου και χρόνου οι κυρίαρχες αντιλήψεις πως όλα μπορεί να τα ρυθμίζουν αποτελεσματικά οι αγορές, οι κυρίαρχες μεταρρυθμίσεις συρρίκνωσης του Δημόσιου και της δημόσιας υγείας προς όφελος του ιδιωτικού τομέα, το κυρίαρχο μοντέλο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Τα σκότωσε όλα ο κορονοϊός, μαζί δυστυχώς με χιλιάδες συνανθρώπους μας, που θα μπορούσαν να είχαν σωθεί, αν αυτά τα μοντέλα, αυτές οι αντιλήψεις και αυτές οι μεταρρυθμίσεις, δεν είχαν επιβληθεί σχεδόν σε όλο το Δυτικό κόσμο, είτε οικειοθελώς από νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις, όπως η σημερινή δική μας, του κ. Μητσοτάκη, είτε υπό τον εκβιασμό του ΔΝΤ και των αγορών».

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει ότι οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ ζήτησαν επιτακτικά από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, από το 2010 να φτάσει το μαχαίρι των περικοπών βαθιά στο ήδη ανεπαρκές και ελλειμματικό Εθνικό μας Σύστημα Υγείας και προσθέτει: «Ποιος δε θυμάται υπουργό της ΝΔ να σηκώνει το γάντι, ως υπουργός Υγείας τότε, δηλώνοντας ότι δε θα του κλέψει τη δόξα ο Τόμσεν και η τρόικα, για απολύσεις γιατρών και τη θέσπιση εισιτηρίου 5 ευρώ στα νοσοκομεία; Ποιος δεν θυμάται ότι άφησαν εκτός περίθαλψης περίπου 2,5 εκατομμύρια συμπολίτες μας που δεν είχαν ασφαλιστική κάλυψη, μέχρι που ήρθε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να το ανατρέψει; Και ποιος μπορεί να ξεχάσει -ήταν και πρόσφατο- όταν στη συζήτηση του προϋπολογισμού στη Βουλή ο πρωθυπουργός μάς απείλησε περιπαικτικά ότι θα μας κάνει να ανατριχιάσουμε εμάς τους αριστερούς, με τις προτάσεις του για τα ΣΔΙΤ ιδιωτικών μονάδων με δημόσια νοσοκομεία, όπου ιδιώτες θα χρησιμοποιούσαν τον δημόσιο εξοπλισμό για να βγάζουν περισσότερα κέρδη;». Και θέτει το ρητορικό ερώτημα ο κ. Τσίπρας:

«Αλήθεια, δεν είναι η στιγμή να αρχίσουμε να τα ξανασκεφτόμαστε όλα αυτά; Αλήθεια, τώρα που το ζητούμενο δεν είναι το κέρδος αλλά η ανθρώπινη ζωή, πού είναι κρυμμένοι αυτοί οι ιδιώτες; Δεν τους βλέπουμε πουθενά. Μάλλον θα τηρούν ευλαβικά τις συμβουλές του “Μένουμε σπίτι”.

Αλήθεια, αν δεν είχε μεσολαβήσει η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια, νοικοκύρεψε τα δημόσια οικονομικά, διευθέτησε το χρέος, άφησε ένα ισχυρό μαξιλάρι ρευστότητας 37 δις ευρώ για ασφάλεια σε μια δύσκολη -καλή ώρα- στιγμή, και στοιχειωδώς παλινόρθωσε το διαλυμένο κοινωνικό κράτος και το Σύστημα Υγείας, πού θα βρισκόμασταν τώρα;

Φανταστείτε με δυο λόγια, να μη μεσολαβούσαν οι δικές μας 19500 προσλήψεις στο ΕΣΥ τα τελευταία τέσσερα χρόνια, εκ των οποίων οι 8.500 αφορούν μόνιμο προσωπικό, πόσο πιο αδύναμη θα ήταν η πρώτη γραμμή της άμυνάς μας τώρα;».

Η κυβέρνηση πορεύεται “βλέποντας και κάνοντας”

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ασκεί όμως κριτική στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στον οποίο καταλογίζει ότι «αδυνατεί να συνειδητοποιήσει το μέγεθος των επιπτώσεων που θα έχει η κρίση στην οικονομία και το βάθος των μέτρων που πρέπει να ληφθούν». «Δεν τον κακίζω γιατί ο άνθρωπος δε φταίει, γιατί δεν έχει το ιδεολογικό υπόβαθρο και τα ερμηνευτικά εργαλεία, τόσο για να αναλύσει και να καταλάβει τη νέα πραγματικότητα, όσο και για να συνειδητοποιήσει τι πρέπει να κάνουμε από δω και στο εξής» αναφέρει χαρακτηριστικά.

Επικρίνει επίσης τον πρωθυπουργό ότι στην οικονομία δεν διαθέτει στρατηγική και πηγαίνει “βλέποντας και κάνοντας” και εξηγεί: «Την ώρα που όλες οι χώρες εξήγγειλαν γιγαντιαία προγράμματα σωτηρίας των οικονομιών τους, αυτός ανακοίνωνε μέτρα ισόποσα με αυτά που ανακοινώσαμε εμείς πέρυσι το Μάη, δηλαδή 1% του ΑΕΠ, όταν όμως δεν είχαμε κατάσταση έκτακτης ανάγκης αλλά περιορισμούς από την ΕΕ. Μετά την πρώτη ψυχρολουσία βέβαια, έσπευσαν την επομένη να το διορθώσουν, αλλά και πάλι αντί να ανακοινώσουν οριζόντια μέτρα που θα καλύπτουν το μισθολογικό κόστος και τις δανειακές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων, έσπευσαν να εξαγγείλουν απελευθέρωση απολύσεων και ένα επίδομα 800 ευρώ για τους απολυμένους. Την ώρα που σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες εκπονούν κολοσσιαία προγράμματα στήριξης του 95% των μισθών στη Σουηδία, 80% στη Νορβηγία, 75% στη Δανία, 66% στην Πορτογαλία, 60% στην Γερμανία».

Πρόγραμμα 30 δισ. ευρώ

Ακολούθως προτείνει: «Η κυβέρνηση να σχεδιάσει και να υλοποιήσει ένα επιβλητικό πρόγραμμα σωτηρίας της οικονομίας με ορίζοντα τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2020 και με προοπτική δυνητικά και για το 2021. Πρόγραμμα που δε μπορεί καταρχήν να είναι μικρότερο από 30 δισ. ευρώ.

Δέκα δισ. ευρώ, τουλάχιστον για φέτος, πρέπει να αποτελέσουν το αρχικό κεφάλαιο ενός σχεδίου αντίστοιχου του “σχεδίου Ηρακλής” που ήταν για τις τράπεζες, αυτή τη φορά για την εγγύηση του δημοσίου σε επιχειρηματικά δάνεια.

Και τουλάχιστον άλλα δέκα δισ. μέχρι τέλους του έτους και αντίστοιχο ποσό για τον επόμενο χρόνο, πρέπει να ανακοινωθεί ως διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος για παρεμβάσεις που θα διασφαλίσουν μισθούς και ασφαλιστικές εισφορές, που θα ενισχύσουν το δημόσιο σύστημα Υγείας και το κοινωνικό κράτος, που θα κρατήσουν τη κοινωνία και την οικονομία όρθια”.

Συνεχίζοντας την επιχειρηματολογία του αναφέρει: «Κάποιοι θα αναρωτιούνται: Μήπως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υπερβολικός επειδή είναι στην αντιπολίτευση; Δεν έχουμε παρά να συγκρίνουμε τις προχθεσινές δηλώσεις του κ. Μητσοτάκη με αυτές του Ιταλού πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε. Ο Έλληνας πρωθυπουργός πανηγύριζε για το αυτονόητο, ότι δηλαδή η κ. Λαγκάρντ της ΕΚΤ περιέλαβε και τα ελληνικά ομόλογα σε ένα έκτακτο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Πανηγύριζε δηλαδή γιατί την Ελλάδα την έβγαλε ο ΣΥΡΙΖΑ από τα μνημόνια και δεν αποτελεί πια εξαίρεση. Και μάλλον γιατί του φάνηκαν πολλά τα 12 δισ. Την ίδια στιγμή ο Ιταλός πρωθυπουργός χαρακτήριζε ανεπαρκές το πακέτο Λαγκάρντ και ζητούσε από τον ESM να διανέμει τα περίπου 500 δισ. ευρώ που διαθέτει για κατάσταση ανάγκης, στα κράτη- μέλη. Είναι ζήτημα ολιγαρκούς προσέγγισης; Μάλλον όχι. Είναι ζήτημα άλλης αντίληψης».

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα