Τσίπρας προς Νέα Δημοκρατία: Θέλετε πρόεδρο μειοψηφίας, κηπουρό κόμματος

Τσίπρας προς Νέα Δημοκρατία: Θέλετε πρόεδρο μειοψηφίας, κηπουρό κόμματος
Συζήτηση, σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων, επί των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος, στην Ολομέλεια της Βουλής την Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2019. (EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ) Eurokinissi

Από το βήμα της Βουλής ο Αλέξης Τσίπρας επιτέθηκε με σφοδρότητα στη Νέα Δημοκρατία αλλά και στο ΚΙΝΑΛ για τη στάση τους στο ζήτημα της Συνταγματικής Αναθεώρησης.

Στην ομιλία του για τη Συνταγματική Αναθεώρηση στη Βουλή, ο Αλέξης Τσίπρας ανέλυσε διεξοδικά τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ και επιτέθηκε με στη Νέα Δημοκρατία κάνοντας λόγο για διγλωσσία και για “επιθυμία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας που θα είναι κομματάρχης”.

Αναλυτικά: “Τον Ιούλιο του 2016 πήραμε την πρωτοβουλία να ξεκινήσει η διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης πρώτα με δημόσια διαβούλευση και διάλογο με τους πολίτες και τη κοινωνία των πολιτών, ώστε τα κόμματα όλα να γνωρίζουν τις προτάσεις και τις απόψεις τους πριν εκκινήσει η προβλεπόμενη διαδικασία της αναθεώρησης στη Βουλή. Αφετηρία της πρωτοβουλίας μας ήταν μια θεμελιώδης παραδοχή.

Ότι το Σύνταγμα ανήκει στους πολίτες. Σε όλους τους πολίτες. Συνεπώς λόγο για το Σύνταγμα δεν έχουν μόνον οι ειδικοί και οι τεχνοκράτες. Ούτε μόνον οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ. Αλλά όλοι οι πολίτες, όλος ο λαός, οι πολλοί. Οι αντιδράσεις στην πρωτοβουλία μας αυτή τότε, από τα κόμματα του παλιού πολιτικού συστήματος, δεν είχαν να κάνουν με έναν θεσμικό καθωσπρεπισμό αλλά κυρίως υπέκρυπταν το φόβο, να χάσουν για πρώτη φορά τον έλεγχο του Συντάγματος, οι πολιτικές δυνάμεις που το μονοπώλησαν επί σαράντα χρόνια.

Οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις δηλαδή, που έβαλαν το άρθρο 86 στο Σύνταγμα για να εξασφαλίζουν την ατιμωρησία τους. Που έβαλαν το δικαίωμα επίταξης στο Σύνταγμα για να περιορίζουν το δικαίωμα της απεργίας. Που θέλουν το λαό απαθή, να ψηφίζει μια φορά στα τέσσερα χρόνια και μετά να παρακολουθεί αμέτοχος ν’ αποφασίζουν άλλοι για λογαριασμό του. Αφού λοιπόν προηγήθηκε μια μακρά και γόνιμη διαδικασία διαβούλευσης σε κάθε άκρη της Ελλάδας, καταθέσαμε την πρότασή μας το Νοέμβριο του 2018.Η πρόταση αναθεώρησης που καταθέσαμε αποτυπώνει ένα συνολικό σχέδιο για το Σύνταγμα και τους θεσμούς. Ένα σχέδιο για μια Νέα Μεταπολίτευση, όπως το ονομάσαμε. Για μια Ελλάδα που αφήνει επιτέλους πίσω της τα βαρίδια του 20ου αιώνα και μπαίνει, έστω με καθυστέρηση, στο 21ο αιώνα. Ένα σχέδιο που βάζει μπροστά το λαό και τους πολίτες.

Ανέλυσε το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ ως εξής : “Το σχέδιό μας έχει τρεις πυλώνες: Εκδημοκρατισμός του πολιτεύματος. Διεύρυνση της λαϊκής συμμετοχής και των κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων. Αποκατάσταση της αξιοπιστίας της πολιτικής. Όταν καταθέσαμε την πρότασή μας, είχαμε απόλυτη επίγνωση ότι παίρνουμε ένα ρίσκο. Η κοινοβουλευτική μας ομάδα δεν είχε καν την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή. Και φυσικά γνωρίζαμε πολύ καλά ότι θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να διασφαλίσουμε για τις προτάσεις μας την απαιτούμενη, αυξημένη πλειοψηφία 180 βουλευτών, είτε στην προτείνουσα είτε στην αναθεωρητική Βουλή. Γνωρίζαμε όμως επίσης πολύ καλά πως η κοινωνία δεν μπορεί να περιμένει άλλο. Ιδίως το αίτημα για εξυγίανση του πολιτικού συστήματος είναι πια παραπάνω από επιτακτικό. Είναι επείγον.

Γι’ αυτό και δεν διστάσαμε. Πήραμε την απόφαση να κινήσουμε τη διαδικασία της αναθεώρησης, χωρίς μικροπολιτικούς υπολογισμούς και χωρίς τακτικισμούς. Με στάση υπευθυνότητας απέναντι στην κοινωνία και απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Το σχέδιό μας, προφανώς, δε θα υλοποιηθεί στη παρούσα αναθεώρηση. Παρόλα αυτά, δε μετανιώνουμε που ανοίξαμε αυτή τη διαδικασία.Που βάλαμε τις βάσεις της συζήτησης στην ελληνική κοινωνία για την ανάγκη μιας προοδευτικής αναθεώρησης του Συντάγματος και ενός συνταγματικού εκσυγχρονισμού της χώρας. Άλλωστε πρωτίστως στην κοινωνία και στους πολίτες απευθυνθήκαμε. Και καταθέσαμε ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό σχέδιο για το Σύνταγμα και τους θεσμούς, για το οποίο είμαστε περήφανοι. Ένα σχέδιο που είμαστε βέβαιοι πως αν το θέταμε στη κρίση των πολιτών, στη μεγάλη τους πλειοψηφία θα το ενέκριναν”.

Εκανε, εν συνεχεία, λόγο για διγλωσσία της Νέας Δημοκρατίας: “Απέναντι στο σχέδιό μας, η αντιπρόταση της Νέας Δημοκρατίας ήταν μια αμήχανη και άτολμη συρραφή σκόρπιων διατάξεων. Ένα μνημείο βερμπαλισμού, χωρίς άξονες και κεντρική ιδέα, χωρίς ειρμό και έρμα. Εμείς δείξαμε και αποδείξαμε ότι έχουμε σχέδιο. Η Νέα Δημοκρατία, αντιθέτως, απέδειξε ότι στα του Συντάγματος κινείται χωρίς πυξίδα και χωρίς σχέδιο.

Δεν χρειάζεται να πω εγώ κάτι γι’ αυτό. Μια απλή σύγκριση της πρότασής της για την αναθεώρηση του Συντάγματος που είχε καταθέσει το 2014, με την πρότασή της του 2018, αρκεί. Δύο εντελώς διαφορετικά κείμενο Και, τουλάχιστον, η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας του 2014, όσο κι αν διαφωνούμε μαζί της, είχε τουλάχιστον μια στοιχειώδη δομή και μια κεντρική λογική. Η πρόταση του 2018 μοιάζει να είναι ένα ποτ-πουρί ποικίλων και ασύνδετων μεταξύ τους ρυθμίσεων, που φαίνεται πως ο μόνος λόγος που προτάθηκαν είναι για να συγκαλύψουν τον ένα και μοναδικό σκοπό στον οποίο η πρόταση αποβλέπει: Την συνταγματοποίηση του νεοφιλελευθερισμού στη Παιδεία και στο περιβάλλον, με διατάξεις που οδηγούν ευθέως στην εμπορευματοποίηση της παιδείας και την υποβάθμιση της προστασίας του περιβάλλοντος.

Το πόσο συναινετική και συνθετική υπήρξε η πρότασή μας φαίνεται άλλωστε και από το γεγονός ότι υιοθετήσαμε ακόμα και προτάσεις που είχε κάνει το 2014 η Νέα Δημοκρατία. Όπως την τότε πρότασή της να εκλέγεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μετά από αλλεπάλληλες ψηφοφορίες στη Βουλή, πάντοτε όμως με αυξημένη πλειοψηφία, και εναλλακτικά με άμεση εκλογή από το λαό. Ή την πρότασή της για καθιέρωση αναλογικού εκλογικού συστήματος.

Το οξύμωρο είναι ότι σε αυτές τις δύο προτάσεις βασίζεται σχεδόν το κύριο μέρος της αντιπαράθεσης της ΝΔ προς τον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα.Και αυτό αποδεικνύει τη πολιτική ένδεια και τον καιροσκοπισμό σας, αφού όχι μόνο αρνείστε να ψηφίσετε, αλλά ξιφουλκείτε εναντίον των δικών σας προτάσεων το 2014. Την υπεύθυνη και συνθετική στάση μας την αποδείξαμε εξάλλου και κατά τις εργασίες της προτείνουσας Βουλής. Όπου, σε αντίθεση με τη στάση της σημερινής πλειοψηφίας, αποδεχθήκαμε αυτοβούλως διάφορες προτάσεις της τότε αντιπολίτευσης, χωρίς να είμαστε υποχρεωμένοι να το κάνουμε. Προτάσεις στις οποίες δώσαμε έτσι, εμείς, την ευκαιρία να είναι σήμερα μεταξύ των αναθεωρητέων διατάξεων”.

Συνέχισε στον ίδιο επιθετικό, προς την κυβερνητική παράταξη τόνο: “Έπρεπε να έρθει η αριστερά για πρώτη φορά με πλειοψηφία στη Βουλή, για να εκκινήσει η αναθεώρηση του κατάπτυστου άρθρο 86 για την ποινική ευθύνη υπουργών. Στα προηγούμενα 40 χρόνια, όσο Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ εναλλάσσονταν στην εξουσία, δεν είδαμε καμία σχετική πρωτοβουλία. Γιατί μια χαρά σας βόλευε η ατιμωρησία που εξασφάλιζε το άρθρο 86. Μπορούσατε ανενόχλητοι να εναλλάσσεστε στα πάρτυ που μας οδήγησαν στη χρεωκοπία. Στην αναθεώρηση του 2008 τα δυο κυρίαρχα κόμματα τότε, φαίνεται από κοινού «ξεχάσατε», να αναθεωρήσετε το άρθρο 86.

Και να μη μιλήσω για την –υποτίθεται εκσυγχρονιστική– αναθεώρηση του 2001, που συνταγματοποιήσατε τη σύντομη παραγραφή, δηλαδή ουσιαστικά την ασυλία, των υπουργικών αδικημάτων. Μέχρι τότε, η σύντομη παραγραφή των υπουργικών αδικημάτων προβλεπόταν μόνο στο νόμο. Και όχι μόνο δεν αλλάξατε το νόμο για να καταργήσετε τη σκανδαλώδη αυτή εύνοια, αλλά τη βάλατε και στο Σύνταγμα για να μη μπορεί να αλλάξει εφεξής παρά μόνο με αναθεώρηση. Κακουργήματα που, αν τα διαπράξει οποιοσδήποτε Έλληνας, παραγράφονται σε 15 και 20 χρόνια, αν τα διαπράξουν οι πορφυρογέννητοι υπουργοί σας παραγράφονται με το πέρας της δεύτερης συνόδου της επόμενης Βουλής, δηλαδή –το πολύ– δύο χρόνια από τις εκλογές. Και έπρεπε να έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ για να καταργηθεί αυτό το κατάπτυστο προνόμιο.

Και έχετε ακόμα το θράσος –θράσος απέναντι στον ελληνικό λαό– να έρχεστε σήμερα και να μας λέτε: Ξέρετε, από εδώ και στο εξής οκ, αλλά αν κάποιος υπουργός δωροδοκήθηκε, αν πήρε μίζες πριν από το 2015 δεν θα διωχθεί, γιατί τα αδικήματά του πηγαίνουν με την παλιά ρύθμιση και έχουν παραγραφεί. Μας λέτε με δυο λόγια ότι όσες πράξεις δωροδοκίας τυχόν τελέστηκαν πριν το 2015 πρέπει να μπουν στο αρχείο, πρέπει να σταματήσουν να ερευνώνται από τη Δικαιοσύνη.

Γι’ αυτό εμείς προτείναμε την ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 86. Για να είναι ξεκάθαρο ότι –καμία προνομιακή παραγραφή για υπουργούς– δεν θα υπάρχει όχι μόνο για αδικήματα που τυχόν διαπράξουν υπουργοί από την αναθεώρηση και μετά. Αλλά και για δωροδοκίες που έχουν τελεστεί στο παρελθόν. Ώστε η Δικαιοσύνη να μη σταματήσει τις έρευνές της για δωροδοκίες στο 2015, αλλά να μπορεί να πάει και πίσω, στο 2014, το 2012, το 2010, το 2007, μέχρις όπου φτάνει ο χρόνος της παραγραφής –της κανονικής παραγραφής που ισχύει για όλους τους Έλληνες, όχι της παρωδίας παραγραφής που βάλατε στο Σύνταγμα το 2001″.

Κριτική επεφύλαξε και προσωπικά στον Κυριάκο Μητσοτάκη: “Θέλετε να δούμε μερικές διατάξεις απ’ αυτές που ξαναψηφίζει, ουσιαστικά, και επιβεβαιώνει η Νέα Δημοκρατία, αρνούμενη να υπερψηφίσει την αναθεώρησή τους; Εμείς προτείναμε να καταργηθεί το άρθρο 3 παράγραφος 3. Τί λέει η παράγραφος 3; Λέει ότι «απαγορεύεται» –αυτή τη λέξη χρησιμοποιεί το άρθρο, απαγορεύεται λέει– τί; Απαγορεύεται η μετάφραση της Αγίας Γραφής χωρίς προηγούμενη άδεια. Σε ποιον αιώνα βρισκόμαστε και σε ποια χώρα; Είμαστε στον εικοστό πρώτο αιώνα; Ή έχουμε μείνει στα «ευαγγελιακά» του 1901, που αποτέλεσαν την αφορμή για να μπει αυτή η διάταξη στο Σύνταγμα του 1911; Πού βρισκόμαστε για να επικυρώνουμε τέτοιες διατάξεις, παρότι έχει προταθεί η κατάργησή τους; Δεν είμαστε στην Ευρώπη των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης; Δεν πέρασε από εδώ ο Διαφωτισμός;

Εσείς κύριε Μητσοτάκη που είστε, κατά δήλωσή σας, φιλελεύθερος, θέλετε το Σύνταγμα να απαγορεύει βιβλία; Θέλετε να απαιτείται προηγούμενη άδεια για να μεταφράσεις ένα βιβλίο; Τελικά, ποιος είναι φιλελεύθερος και εκσυγχρονιστής, κυρίες και κύριοι της Νέας Δημοκρατίας; Αυτός που, στα λόγια, διακηρύσσει μεγαλοστομίες, αλλά στην πράξη μένει κολλημένος στο πιο παρωχημένο και σκοτεινό παρελθόν; “

Σε ότι αφορά, τέλος, την εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας είπε: Το είπα και πριν, η επίσημη πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2014 έλεγε τα εξής για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας –και το διαβάζω επί λέξει: Ο Πρόεδρος να εκλέγεται «είτε δια της άνευ περιορισμών επανάληψης της ως άνω τρίτης ψηφοφορίας, βεβαίως με την ίδια πάντα πλειοψηφία» –υπογραμμίζω την τελευταία φράση, εννοεί πλειοψηφία 180 βουλευτών– «Είτε δια της προσφυγής στο Εκλογικό Σώμα, … για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας ευθέως απ’ αυτό».

Παραλλαγή αυτής της πρότασης, της πρότασής σας το 2014, ή μάλλον ακριβέστερα συνδυασμός των δύο εναλλακτικών, είναι η πρόταση που καταθέσαμε εμείς. Δηλαδή αλλεπάλληλες ψηφοφορίες επί ένα εξάμηνο, μέχρι να συγκεντρωθεί η πλειοψηφία των 180 βουλευτών. Και, αν παρ’ ελπίδα αυτές δεν τελεσφορήσουν, τότε και μόνο τότε άμεση εκλογή από το λαό. Σε κάθε περίπτωση, ο Πρόεδρος διατηρεί την υψηλή νομιμοποίηση και το κύρος που απαιτείται για να επιτελέσει το θεσμικό ρόλο του. Γιατί είτε θα έχει εκλεγεί διακομματικά (και άρα υπερκομματικά) από τη Βουλή είτε θα έχει εκλεγεί από το λαό. Ποια είναι η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας; Η Νέα Δημοκρατία προτείνει το αδιανόητο.

Μέχρι πέντε ψηφοφορίες για την εκλογή Προέδρου. Στην πρώτη και τη δεύτερη θα απαιτούνται 200 βουλευτές. Στην τρίτη 180. Στην τέταρτη 151. Και στην τελευταία θα αρκεί η σχετική πλειοψηφία!Το αδιανόητο είναι ότι η Νέα Δημοκρατία προτείνει Πρόεδρο μειοψηφίας! Πρόεδρο τον οποίο θα έχει αποδοκιμάσει, είτε με καταψήφιση είτε με αποχή, η απόλυτη πλειοψηφία της Βουλής! Δηλαδή Πρόεδρο (μονο)κομματικό. ‘Η μάλλον Πρόεδρο κομματάρχη. Ισως ουτε καν κομματάρχη, αλλά πρόεδρο ΔΕΚΟ, κηπουρό του κόμματος”.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα