Τάκης Μουσαφίρης: Αν ζουλήξεις τα λαϊκά τραγούδια, στάζουν αίμα

Τάκης Μουσαφίρης: Αν ζουλήξεις τα λαϊκά τραγούδια, στάζουν αίμα

"Στο σπίτι μου στα Γιάννενα είχαμε όλα κι όλα τέσσερα πιάτα και στην Αθήνα τα έσπαγαν στα μπουζούκια". Ο κορυφαίος συνθέτης, στιχουργός και μουσικός διηγήθηκε στον Ηλία Μπενέτο και την εκπομπή "Ένα μύθο θα σας πω" την ιστορία του και το μουσικό του παραμύθι.

«Μεγάλωσα στην επαρχεία, στα Γιάννενα. Στην οικογένειά μου ήμασταν ο πατέρας μου, η μητέρα μου, η αδερφή μου κι εγώ, πολύ αγαπημένοι, δεμένοι. Όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα και μπήκα στα μαγαζιά τα λαϊκά έβλεπαν έσπαζαν πιάτα. Και σκέφτηκα ότι σπίτι μου είχαμε τέσσερα πιάτα όλα κι όλα και φοβόμασταν μη σπάσει κάποιο και μείνουμε με τρία». Ο κορυφαίος συνθέτης, στιχουργός και μουσικός Τάκης Μουσαφίρης βρέθηκε το απόγευμα του Σαββάτου στο στούντιο του News 24/7 στους 88,6 καλεσμένος στην εκπομπή του Ηλία Μπενέτου «Ένα μύθο θα σας πω» και διηγήθηκε τη μακρά ιστορία του, την πατρίδα του τα Γιάννενα, τη μετάβαση στην Αθήνα και τις μπουάτ, τις γνωριμίες του και τις συνεργασίες με κορυφαίους Έλληνες καλλιτέχνες. την ιστορία του και το μουσικό του παραμύθι.

«Εκείνο που θυμάμαι πάντα είναι ότι από μικρός διάβαζα. Δεν είχαμε βιβλιοθήκη στο σπίτι. Πολλές φορές έβλεπα στο αυλάκι του δρόμου να κυλάνε χαρτιά, εγώ τα έπαιρνα, τα στέγνωνα και τα διάβαζα να τα έχω. Είχα βέβαια κάποιους συγγενείς που είχαν βιβλιοθήκες. Εκεί πήγαινα και χανόμουνα. Εκείνο που έχω κάνει περισσότερο στη ζωή μου είναι να διαβάζω. Δεν είχα αφήσει τίποτα από τους κλασικούς. Ώσπου στο τέλος κατέληξα να διαβάζω ποίηση. Κι όταν ερχόταν η ώρα που διάβαζα ποίηση, πήγαινα σε άλλο κόσμο, ταξίδευα. Μάθαινα κι ήθελα να μαθαίνω για τους ανθρώπους που γράφανε και μέσα από την ποίηση, τούς μάθαινα. Κι εκείνο που διάβαζα πολύ επειδή πάντα πίστευα ότι όταν κάναμε όνειρα στην επαρχία (όπως για παράδειγμα κάνουμε τον σταυρό μας, κοιτάμε πάντα προς την Ανατολή, γιατί εκεί είναι η Ιερουσαλήμ) κοιτάζαμε πάντα προς την Αθήνα» είπε στην αρχή της αφήγησης της ζωής του. 

«Ήρθα στην Αθήνα στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Δούλεψα αρχικά σε μια μπουάτ στην Πλάκα. Έλεγα τα τραγούδια μου κι ερχόταν κόσμος πολλής, είχα επιτυχία. Άλλοι έλεγαν σε φίλους και γνωστούς να έρθουν να με δουν και άλλοι θαμώνες με ήθελαν για τον εαυτό τους. Είχα χορωδία είχα τσέλο, είχα σπουδάσει μουσική και έγραφα και τις παρτιτούρες. Πολλά τραγούδια που είχα πει τότε δεν γυρίστηκαν ποτέ» είπε ο κ. Μουσαφίρης.

«Ένα από αυτά τα τραγούδια, που το έλεγα ο ίδιος στην μπουάτ μαζί με μια καταπληκτική κοπέλα, τη Βένια Παπά (τότε την έλεγαν Βαρβάρα), ήταν η “Μπαλάντα μου”. Σε ένα στίχο έλεγα “και τώρα που πάω για ψηλά και νιώθω στην καρδιά πολλά, και όλοι μου λένε και γεια σου και αντίο και χαίρετε, εγώ δεν έχω κανέναν δικό μου να χαίρεται”. Όταν άκουγε αυτόν τον στίχο το κοινό σηκωνόταν και φώναζε “έχεις εμάς”. Έτσι ξεκίνησα».

«Πολλές φορές, οι λέξεις μου στους στίχους μου είχαν το περιεχόμενό μου μέσα. Ήξερα ότι τα λαϊκά τραγούδια είναι σοβαρά τραγούδια, δεν πειράζουν τον άλλο, δεν τον θίγουν. Με το λαϊκό τραγούδι μπαίνεις στην ψυχή του άλλου με την παλάμη, να χαϊδέψεις την ψυχή του. Δεν μπαίνεις με τις αρβύλες σου στην ψυχή του άλλου. Αν έχουν δρόμο τα λαϊκά είναι πάντοτε ο ανήφορος. Και αν τα ζουλήξεις λίγο στάζουν αίμα» δήλωσε, ερωτώμενος για το τι είναι για εκείνον το λαϊκό τραγούδι.

Ολόκληρη η συνέντευξη του Τάκη Μουσαφίρη:

“Οι τραγουδιστές με το φωτοστέφανο”

«Είχα την τύχη να γνωρίσω αυτά τα μεγάλα, τα ιερά πρόσωπα για να μην πω τέρατα. Εγώ δεν είμαι ζωγράφος να κρεμάσω σε μια έκθεση τους πίνακες. Εγώ μέσω μιας φωνή άλλου πρέπει να περάσω το τραγούδι μου. Και αυτός ο άλλος πρέπει να το πει το τραγούδι, να μην το “δαγκώσει”. Είχα την τύχη να βρω τραγουδιστές που μπορούσαν να εκπληρώσουν αυτό που ήθελα. Ένας από αυτούς ήταν ο Μητροπάνος, ήταν θεϊκός ο Μητροπάνος. Δεν είχε καταλάβει πόσο μεγάλος τραγουδιστής ήταν. Μπορούσε να πει μόνο μια λέξη από οποιαδήποτε μελωδία και να την πάει στα σύννεφα. Από τους τραγουδιστές που έχουν περάσει από το λαϊκό, γύρω στους πέντε πιστεύω είναι αυτοί που έχουν φωτοστέφανο πάνω από το κεφάλι τους όταν τραγουδούν: Είναι ο Μητροπάνος, ο Στράτος Διονυσίου, ο Καζαντζίδης, ο Γαβαλάς και ο Αγγελόπουλος.»

«Και στις γυναίκες το ίδιο. Η τραγουδίστρια που εξέφραζε τα μέσα μου, την καρδιά μου, την ψυχή μου ήταν η Πίτσα Παπαδοπούλου. Αυτή ήταν ότι ήταν ο Μητροπάνος για εμένα» είπε ο κ. Μουσαφίρης, ενώ ξεχώρισε τη Δούκισσα, τη Θάλεια, τη Μοσχολιού και τη Μαρινέλα: «Εκείνη που αγάπησα για τα εύθυμα τραγούδια ήταν η Δούκισσα. Σαν άνθρωπος πέραν από ευγενής ήταν και σίγουρη, όταν έδινε έναν λόγο τον τηρούσε. (..) Στη Μοσχολιού είχα δώσει ωραία τραγούδια και με τη Μαρινέλα έχουμε φοβερά τραγούδια.»

Όταν διηγιέσαι τη ζωή σου τι διηγιέσαι; Τους τόπους που πήγες και τους ανθρώπους που γνώρισες. Ε λοιπόν εγώ έχω στην εσωτερική μου “εκκλησία”, οι εικόνες των “αγίων” είναι εικόνες τραγουδιστών που πέρασαν από τη ζωή μου. Και πήραν τα τραγούδια μου και τα ταξίδεψαν, τα πήγαν τα σπίτια σχεδόν όλων των Ελλήνων της Γης».

“Όταν χορεύει κάποιος ζεϊμπέκικο, να τον κοιτάς στα μάτια”

«Θυμάμαι είχα πει στον Στράτο: “Όταν χορεύει μόνος του κάποιος ζεϊμπέκικο και τεντώνει τα χέρια του σαν σταυρωμένος, σαν να θέλει να γίνουν φτερά και να πετάξει, να τον κοιτάς στα μάτια. Αυτός εκείνη την ώρα πνίγεται και σου ζητάει το χέρι σου να τον σώσεις. Είναι ιερή στιγμή, το ζεϊμπέκικο, τα εννέα όγδοα, είναι ένα βήμα μετέωρο. Ποτέ μην κρίνεις πώς χορεύει ένας χορευτής όπως ποτέ μην κρίνεις πώς προσεύχεται ένας άνθρωπος.»

Δείτε το ανανεωμένο πρόγραμμα του News 24/7 στους 88,6 αναλυτικά εδώ
 

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα