Είδαμε τον “Θείο Βάνια” σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά – Και μια σταγόνα φανέρωσε τις ρωγμές μας

Είδαμε τον “Θείο Βάνια” σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά – Και μια σταγόνα φανέρωσε τις ρωγμές μας
Γκέλυ Καλαμπάκα

Είδαμε τον "Θείο Βάνια" που σκηνοθετεί ο Δημήτρης Καραντζάς στο θέατρο Προσκήνιο και σας μεταφέρουμε τις εντυπώσεις μας.

Στη ρωσική επαρχία, στο κτήμα του καθηγητή Σερεμπριακώφ, οι ήρωες του Τσέχωφ ξυπνούν και σιγά παίρνουν τις θέσεις τους γύρω από μία επιβλητική ορθογώνια ξύλινη κατασκευή. Ένα τραπεζομάντηλο σιγά σιγά στρώνεται για το πρωινό τσάι στο τραπέζι αυτό που μοιάζει να έχει καταλάβει σχεδόν ολοκληρωτικά τη σκηνή. Και μία σταγόνα γλιστρά μέσα από μία ρωγμή της οροφής και πέφτει πάνω του κάνοντας θόρυβο.

Ο Δημήτρης Καραντζάς κοιτάζει τον “Θείο Βάνια” του Τσέχωφ με τη δική του προσωπική ματιά και πλάθει εκ του μηδενός ένα δικό του προσωπικό φιλοσοφικό σύμπαν. Με το έργο αυτό είχε εμμονή από παλιά. Ίσως αυτό εξηγεί το πώς μπόρεσε να δημιουργήσει ένα καθαρόαιμο τσεχωφικό σύστημα με έναν τόσο ριζοσπαστικό τρόπο επί σκηνής με όχημα την εξαιρετική μετάφραση της Χρύσας Προκοπάκη. Το τραπέζι είναι μία πραγματικά ιδιοφυής σύλληψη. Αυτό το εκπληκτικό στιβαρό ξύλινο σκηνικό της Μαρίας Πανουργιά καταλαμβάνει τη σκηνή σαν ένας ολόκληρος πλανήτης. Γίνεται η γη και ο ουρανός των ηρώων. Μία γη με φλεγόμενο πυρήνα, καθώς από αρχαιοτάτων χρόνων σε αυτό λαμβάνουν χώρα τα πάντα, οι συζητήσεις, οι συσκέψεις, οι γάμοι, οι χοροί, οι έριδες, αλλά και οι κηδείες.

Η Ξένια Καλογεροπούλου, η Ηρώ Μπέζου και ο Χρήστος Λούλης Γκέλυ Καλαμπάκα

Ο ήχος της ματαίωσης ακούγεται σαν σταγόνα…

Οι ήρωές του “Θείου Βάνια” δε βαριούνται. Φαίνονται “γκρίζοι” και κουρασμένοι από την προσπάθεια, από τις διαρκείς ματαιώσεις, τις ψευδαισθήσεις, από τη συντριβή τους πάνω στην σκληρή επιφάνεια του τραπεζιού. Με τις καρέκλες ίσα ίσα να χωρούν κάθονται στριμωγμένα και κατά πως πρέπει. Κανείς εκ των ηρώων δεν παρεκκλίνει των κανόνων. Υπακούουν πρόθυμα στην αυθεντία. Στον καθηγητή Σερεμπριακώφ που στα μάτια τους φαντάζει ως κάτι ιδανικό και που τώρα έχει επιστρέψει και πάλι στο κτήμα και ταλαιπωρημένος από τα ρευματικά του περνά λίγες μέρες μαζί με την οικογένεια της δεύτερης συζύγου του, ανατρέποντας άρδην τις ισορροπίες.

Το δε τραπέζι στρώνεται αργά και τελετουργικά. Μετά το τσάι, γεμίζει με κάθε λογής φαγητά και γλυκά. Είναι ο κόσμος της ευμάρειας. Ο κόσμος μας. Αυτόν στον οποίο κατασπαράσσουμε βουλιμικά τα αγαθά του στην προσπάθειά μας να νιώσουμε απόλαυση, να αδράξουμε την ευτυχία. Αυτό προσπαθούν να κάνουν και οι ήρωες. Γιατί πεινούν για αγάπη, φροντίδα, αποζητούν την ελπίδα που θα νικήσει την καθημερινή φθορά. Κι ο έρωτας είναι αυτός που φέρει μέσα του την πιθανότητα της ευτυχίας. Η κινητήριος δύναμη. Ωστόσο και αυτός μένει ανεκπλήρωτος. Και το τραπέζι αυτό δε χωρά ούτε τον έρωτα του Βάνια, ούτε της Σόνια, ούτε του Άστρωφ. Και μεγαλύτερο να ήταν, πάλι δε θα τους χωρούσε…

Ο Χρήστος Λούλης στον ρόλο του Θείου Βάνια και η Ηρώ Μπέζου στον ρόλο της Σόνια Γκέλυ Καλαμπάκα

Απογοητευμένοι, βυθισμένοι σε ένα απύθμενο τέλμα παίρνουν θέσεις στις δύο άκρες του τραπεζιού. Σαν μαριονέτες. Σαν κάποιος άλλος να κινεί τα νήματα των ζωών τους στριμώχνονται στη μία πλευρά όλοι και στην άλλη δεσπόζει ο καθηγητής. Μόνος του. Ο Βάνιας κρατά ένα μπουκέτο λουλούδια και τον κοιτά στα μάτια. Και ξεσπά, αλλά για λίγο μόνο.

Και η σταγόνα συνεχίζει να πέφτει από την οροφή. Το τραπέζι έχει πια διαλυθεί από την αδηφαγία όλων. Τίποτα δε θυμίζει την πρότερη εικόνα ευτυχίας και αφθονίας που εξέπεμπε. Πλέον αποπνέει μόνο παρακμή και ερημιά.

Για τους ήρωες του Θείου Βάνια βρέχει και έξω, αλλά και μέσα. Και μια σταγόνα είναι αρκετή για να υπερχειλίσει το ποτήρι της ζωής τους και να χυθούν έξω από αυτό όλα τα όνειρα και οι προσδοκίες τους. Ίσως γι΄ αυτό ο ήχος της σταγόνας φτάνει σε εμάς εκκωφαντικός. Είναι ο ήχος της ματαίωσης, της απόδειξης πως ζούμε μέσα σε μία ουτοπία, αλλά και ο ήχος του χρόνου που περνά αδυσώπητα από πάνω μας. Το ηχητικό τοπίο του Δημήτρη Καμαρωτού είναι διακριτικά πανταχού παρόν. Ο ήχος της τσαγιέρας, του πιάτου, ήχοι διάσπαρτοι, σχεδόν αόρατοι. Το τραπέζι αυτό είναι βουβό, θέλει να ακουστεί, αλλά η φωνή του δε βγαίνει…

Θα ζήσουμε πάλι σαν και πρώτα, με τις παλιές μας συνήθειες. Το πρωί στις οχτώ τσάι, στη μία φαγητό, το βράδυ καθόμαστε να δειπνήσουμε. Όλα τακτικά, όπως κάνουν οι άνθρωποι.

Η κατάληξη της ζωής μας μέσα σε δύο μόνο γραμμές. Και το τραπέζι σιγά σιγά ξαναστρώνεται… Και πάλι και πάλι. Γιατί όσες φορές πέφτει ο άνθρωπος, άλλες τόσες σηκώνεται και προσπαθεί να συνεχίζει. Και βουτά στις ψευδαισθήσεις του μέχρι εσχάτων…

Γκέλυ Καλαμπάκα

Οι ερμηνείες

Όλοι οι ηθοποιοί καταφέρνουν κάτι πολύ πολύτιμο στην παράσταση αυτή. Να λειτουργήσουν και σαν ομάδα, σαν ένα σώμα με πολλές προεκτάσεις, αλλά και σαν ξεχωριστές οντότητες (εξαιρετική η κινησιολογική καθοδήγηση του Τάσου Καραχάλιου). Ο Χρήστος Λούλης σε μία από τις πιο ώριμες και δυνατές στιγμές του μας χαρίζει έναν συγκλονιστικό Βάνια, έναν ήρωα καταρρακωμένο και ολοκληρωτικά ματαιωμένο με μία εσωτερικά συσσωρευμένη δυναμική και μία ερμηνεία με βαθιές υπαρξιακές προεκτάσεις. Η Ηρώ Μπέζου στον ρόλο της Σόνιας αποδεικνύει για άλλη μια φορά τη στιβαρή της υποκριτική ικανότητα, καθώς καταφέρνει να εσωτερικεύσει όλη την ένταση της ηρωίδας και να την εκφράσει με το στήσιμο, την κινησιολογία και το δισταγμό στην εκφορά του λόγου της.

Συγκινητική η παρουσία της Ξένιας Καλογεροπούλου που είναι αψεγάδιαστη στον ρόλο της Μαρία Βασίλιεβνα, της γυναίκας που έχει εμβολιάσει τους πάντες με το μικρόβιο της υπακοής στον καθηγητή. Η κατάφασή της απέναντι σε κάθε του λόγο ακόμη και την ύστατη στιγμή, είναι τόσο βαθιά συμβολική της τυφλότητάς μας.

Ο Μανώλης Μαυροματάκης ταίριαξε γάντι με τον ρόλο του Καθηγητή Σερεμπριακώφ, του ανθρώπου που άγει και φέρει με την αυθεντία του όλη την οικογένεια, αυτού που, κάποιος θα χαρακτήριζε ως τον ρυθμιστή των πάντων. Πιο αχνή -από σκηνοθετικής κοπής- η Θεοδώρα Τζήμου δεν καταφέρνει να ξετυλίξει επί σκηνής το βάθος της Έλενα Αντρέεβνα, σε αντίθεση με τη Μαρία Φιλίνη που επιβάλλεται στον χώρο και το έργο ως Μαρίνα. Ευχάριστη έκπληξη η ερμηνεία του Φιντέλ Ταλαμπούκα, καθώς δεν ήταν λίγες οι φορές που ήταν εντυπωσιακά πειστικός. Η σκηνή που μαζί με τη Σόνια τρώνε λαίμαργα ότι βρίσκεται πάνω στο τραπέζι της αφθονίας είναι χάρμα οφθαλμών. Εξαιρετικός ο Αντώνης Αντωνόπουλος ως Τελιέγκιν δίνει τον δικό του πιο κωμικοτραγικό τόνο στην παράσταση..

Η Μαρία Φιλίνη σιγυρίζει το τεράστιο τραπέζι της παράστασης Γκέλυ Καλαμπάκα

Συμπέρασμα

Μία βαθιά ψυχογραφική και ποιητική αποτύπωση του τσεχωφικού αριστουργήματος που μας παρακινεί να στρέψουμε το βλέμμα μέσα μας, να αυτονοηματοδοτηθούμε και ίσως να αναγεννηθούμε από τις στάχτες μας. Αρκεί να έχουμε τη δύναμη να διαχειριστούμε το κενό μας…

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα