Η Αντιγόνη και ο Κρέοντας στον περιστρεφόμενο λαβύρινθο του Ούλριχ Ράσε
Διαβάζεται σε 9'
Ο Γερμανός σκηνοθέτης στήνει έναν περιστρεφόμενο κόσμο για τη Σοφόκλεια τραγωδία, δίνοντας φωνή στον Κρέοντα και βάθος στην Αντιγόνη- Τι μας είπαν οι συντελεστές της παράστασης στη συνέντευξη Τύπου που δόθηκε στο Ινστιτούτο Γκαίτε
- 20 Μαΐου 2025 10:23
Η αγαπημένη και ίσως η πιο δημοφιλής τραγωδία του Σοφοκλή “Αντιγόνη” επιστρέφει στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου για να ανοίξει το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2025, σε μια παγκόσμια πρεμιέρα υψηλών προσδοκιών.
Η σκηνοθεσία φέρει την υπογραφή του Ούλριχ Ράσε, του Γερμανού δημιουργού που μας είχε συγκλονίσει το 2022 με τον υπνωτιστικό “Αγαμέμνονα” του Αισχύλου. Η νέα του συνεργασία με το Εθνικό Θέατρο και το Φεστιβάλ δεν είναι απλώς ένα ακόμα ανέβασμα της τραγωδίας. Είναι μια μοναδική, παγκόσμια πρεμιέρα που θα παιχτεί για τρεις μόνο νύχτες: 27, 28 και 29 Ιουνίου στο αργολικό θέατρο. Αυτό άλλωστε ήταν και το στοίχημα της καλλιτεχνικής διευθύντριας του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, Κατερίνας Ευαγγελάτου, εξαρχής: να αναδειχθεί η μοναδικότητα του χώρου και να δημιουργεί γεγονότα αποκλειστικά για την Επίδαυρο, γεγονότα που δεν μπορεί κάποιος να δει σε κανένα άλλο σημείο του κόσμου.
Μία ιδιοσυγκρασιακή σκηνική ανάγνωση
Αν έχεις δει μία παράσταση του Ράσε, δύσκολα ξεχνάς τη σκηνική του γλώσσα. Στηρίζεται σε περιστρεφόμενες πλατφόρμες – μία ή περισσότερες – που μετατρέπουν τη σκηνή σε μηχανισμό αέναης κίνησης. Πάνω σε αυτό το ρυθμικό και τεχνικά απαιτητικό σκηνικό σύστημα, οι ηθοποιοί καλούνται να συγχρονίσουν τον λόγο με την κίνηση, στήνοντας μια αυστηρή, σχεδόν μουσική, παρτιτούρα. Παρά τη φαινομενικά άκαμπτη φόρμα, αυτός ο κόσμος του Ράσε απαιτεί από τους ηθοποιούς να διατηρήσουν την ερμηνεία τους βαθιά υπαρξιακή, αυθεντική, προσωπική.
Όπως και στον “Αγαμέμνονα”, έτσι και τώρα, ο Ράσε επιστρατεύει την ιδιοσυγκρασιακή σκηνική υπογραφή του και καταπιάνεται με την Αντιγόνη, ένα από τα πιο εμβληματικά έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, επαναπροσδιορίζοντας όχι μόνο το πρόσωπο της Αντιγόνης, αλλά και αυτό του Κρέοντα.
Ο Ούλριχ Ράσε στη συνέντευξη Τύπου που μας έδωσε μαζί με τους συντελεστές της παράστασης την Δευτέρα 19 Μαΐου στο Ινστιτούτο Γκαίτε ομολόγησε πως στην αρχή προβληματίστηκε με την πρόκληση του να δουλέψει σε μια γλώσσα που δεν μιλά. Όπως είπε, ένιωσε από την πρώτη στιγμή καλλιτεχνικά οικεία, σαν να βρίσκεται στο σπίτι του, χάρη στη θερμή υποδοχή και τη διάθεση συνεργασίας των Ελλήνων ηθοποιών. “Καλλιτεχνικά στη Γερμανία κάθομαι λίγο παράμερα. Η σκηνική μου γλώσσα θεωρείται ιδιαίτερη, ίσως και ξεπερασμένη και απαρχαιωμένη. Στην Ελλάδα νιώθω αλλιώς” ανέφερε και συνέχισε “εδώ δουλεύουμε σκληρά εδώ και ενάμιση μήνα, ασκούμε σώμα και λόγο καθημερινά και έχουμε άλλες πέντε εβδομάδες μπροστά μας για να γίνουμε ακόμη καλύτεροι” είπε χαρακτηριστικά.
Η οπτική του Ούλριχ Ράσε πάνω στην Αντιγόνη
Η *Αντιγόνη* του Ράσε δεν είναι μια απλή επαναστατημένη ηρωίδα. Είναι μια γυναίκα σύγχρονη, διαυγής, πλήρως συνειδητοποιημένη για τις πράξεις και τις συνέπειές τους.
Η επιλογή της Κόρας Καρβούνη στον πρωταγωνιστικό ρόλο ενισχύει αυτή τη νέα ανάγνωση: μια Αντιγόνη που δεν λειτουργεί παρορμητικά, αλλά μεθοδικά, που δεν εκπροσωπεί μόνο την ηθική αλλά και τη σκέψη. Ο σκηνοθέτης επιλέγει να την αντιπαραθέσει όχι μόνο στον Κρέοντα, αλλά και στον Αίμονα (Δημήτρης Καπουράνης), φωτίζοντας το χάσμα ανάμεσα στις γενιές, τα φύλα και τα συστήματα αξιών.
Η Κόρα Καρβούνη, που ενσαρκώνει την Αντιγόνη, βλέπει στο θέατρο του Ράσε μια ποίηση πολλών επιπέδων. “Η διαρκώς περιστρεφόμενη σκηνή”, σημειώνει, “λειτουργεί ως σύμβολο του τραγικού δρόμου προς την πτώση, του διαρκούς μόχθου της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά και της σκληρής πάλης του ηθοποιού με τον ίδιο του τον εαυτό”.
Οι ηθοποιοί, εκτεθειμένοι και σε συνεχή κίνηση, βρίσκονται σε διαρκή αγώνα: με το κείμενο, με τον χρόνο, με το σώμα τους. Το θέατρο γίνεται ένα πεδίο δοκιμής και η Αντιγόνη, σύμβολο αντίστασης, γίνεται και πάλι σύμβολο της ανθρώπινης συνείδησης που δεν αποδέχεται αδιαμαρτύρητα την εξουσία.
Ο Κρέοντας: ο άλλος πρωταγωνιστής
Ο Ράσε ήταν ξεκάθαρος στα λεγόμενά του πως τον ενδιαφέρει να φωτίσει την πλευρά του Κρέοντα. Και όχι, δεν προσπαθεί να τον δικαιολογήσει. Αλλά να τον κατανοήσει.
Ο Γιώργος Γάλλος, που κρατά τον ρόλο, τον υποδύεται ως άνθρωπο των θεσμών, των νόμων, των κανόνων. Όχι ως τύραννο, αλλά ως κρατικό λειτουργό που αδυνατεί να δει πέρα από την αποστολή του.
Ο ηθοποιός έκανε λόγο για έναν «πρωταθλητισμό πάνω στο τρίπτυχο λόγος–σώμα–ψυχική εμπλοκή». Και τόνισε πως: «ο κόσμος του Ράσε είναι αυστηρά δομημένος, αλλά μέσα στους κανόνες του νιώθω απόλυτη ελευθερία».
Σε μια εποχή που οι νόμοι αμφισβητούνται, οι θεσμοί κλονίζονται και η δημόσια σφαίρα μοιάζει με ένα χάος γνώμης χωρίς αρχές, ο Κρέοντας έρχεται να μας υπενθυμίσει γιατί οι κανόνες είναι σημαντικοί — και τι συμβαίνει όταν ξεχνάμε πως δεν αρκούν μόνοι τους. Ο Ράσε δεν μας ζητά να τον συμπονέσουμε. Μας ζητά να τον ακούσουμε. Και ίσως, μέσα από αυτόν, να κατανοήσουμε τις σημερινές μας αποτυχίες στον δημόσιο λόγο, την ηγεσία, τη συνύπαρξη.
Ένας Τειρεσίας με γυναικεία μορφή
Η επιλογή του Ούλριχ Ράσε να αναθέσει τον ρόλο του Τειρεσία σε μία γυναίκα, τη Φιλαρέτη Κομνηνού δεν είναι απλώς σκηνοθετική καινοτομία· είναι μια ξεκάθαρη δραματουργική δήλωση. Ο σοφός μάντης της Θήβας, αποκτά γυναικεία υπόσταση – άλλωστε και σύμφωνα με τη μυθολογία ο Τειρεσίας είναι άφυλος- προσθέτοντας μία ακόμη φωνή αντίστασης στη σκηνή – μια φωνή που, μαζί με την Αντιγόνη και την Ισμήνη, συγκροτεί ένα γυναικείο τρίπτυχο απέναντι στην πατριαρχική εξουσία του Κρέοντα.
Ο Ράσε, μέσα από αυτή τη μετατόπιση, δεν αναιρεί την ταυτότητα του Τειρεσία ως οικουμενικού μάρτυρα της αλήθειας· την ενδυναμώνει, υπογραμμίζοντας ότι στη συγκεκριμένη ανάγνωση της τραγωδίας, η σοφία, η διόραση και η ηθική κρίση ενσαρκώνονται από γυναικείες μορφές.
Η Φιλαρέτη Κομνηνού, σε δηλώσεις της επιβεβαίωσε τη σημασία της ανάθεσης αυτής, λέγοντας πως “δεν είναι η πρώτη φορά που γυναίκα υποδύεται τον Τειρεσία, μα εδώ ο συμβολισμός είναι κομβικός: ενώνει με τρόπο ουσιαστικό τρεις διαφορετικές θηλυκές φωνές που, καθεμιά με το δικό της μέσο, εναντιώνονται στην αλαζονική εξουσία”.
Θέλοντας να μας μεταφέρει κάτι από τη φιλοσοφική διάσταση του προσώπου που ενσαρκώνει, έμεινε στα λόγια του μάντη που ηχούν σήμερα πιο επίκαιρα από ποτέ: «Οι άνθρωποι σφάλλουν· αλλά όποιος δεν μετακινείται ούτε βήμα από τις πεποιθήσεις του, το πείσμα του γίνεται ανοησία».
Σε αυτό το πλαίσιο, η σκηνική μεταμόρφωση του Τειρεσία λειτουργεί ως γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν: μια έκκληση για επανεκτίμηση της εξουσίας, της γνώσης, της σοφίας και –τελικά– του φύλου.
Οι συντελεστές
Στην δραματουργία της παράστασης συμμετέχουν η Antigone Akgün και η Έρι Κύργια, ενώ η εμβληματική μετάφραση του Νίκου Α. Παναγιωτόπουλου – είναι η μετάφραση που είχε χρησιμοποιήσει και ο Λευτέρης Βογιατζής στη δική του Αντιγόνη- χρησιμοποιείται για ακόμη μια φορά σε σκηνική σύνθεση υψηλής ποιότητας. Η μουσική υπογράφεται από τον Alfred Brooks, τα κοστούμια από τον Άγγελο Μέντη και οι φωτισμοί από την Ελευθερία Ντεκώ.
Ο Χορός, καθοδηγούμενος από τον Yannik Stöbener, λειτουργεί όχι ως αφηγητής, αλλά ως αναπόσπαστο μέρος της δράσης. Μια ομάδα ηθοποιών –μεταξύ των οποίων οι Γιώργος Ζιάκας, Μάριος Κρητικόπουλος, Γιάννης Τσουμαράκης και Στρατής Χατζησταματίου– κινείται, πάλλεται και φωνάζει σαν ένα σώμα. Η μουσική παίζεται ζωντανά επί σκηνής από τετραμελές σχήμα, εντείνοντας την αίσθηση ότι παρακολουθούμε κάτι περισσότερο από θέατρο: μια τελετουργία σύγχρονης μορφής.
Μία παράσταση επετειακή
Το φεστιβάλ συμπληρώνει φέτος 70 χρόνια και αυτή η επιλογή μοιάζει με επιστέγασμα μιας πορείας που συνεχώς ανανεώνεται. Ο Ράσε, με την εσωτερική του πειθαρχία και την αισθητική αυστηρότητα, δεν έρχεται να αποδώσει ένα αρχαίο κείμενο «όπως το ξέρουμε», αλλά να μας προκαλέσει να το σκεφτούμε αλλιώς.
Κι αυτό, τελικά, δεν είναι η αποστολή του σύγχρονου θεάτρου; Να μη σε αφήνει αμέτοχο. Να σε ταράζει. Να σε κινητοποιεί να ξαναδείς τις σταθερές σου. Αν υπάρχει κάποια τραγωδία που το επιτρέπει αυτό με τόση σαφήνεια, είναι η “Αντιγόνη”.
Η παγκόσμια πρεμιέρα της “Αντιγόνης” είναι αποτέλεσμα μιας συμπαραγωγής του Εθνικού Θεάτρου και του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου και υλοποιείται μέσα από την καλλιτεχνική σύμπραξη Ελλήνων και ξένων δημιουργών.