Ο Γιάννης Καλαβριανός, η Γαλήνη Χατζηπασχάλη, ο Γιώργος Γλάστρας και ο Θανάσης Δήμου μιλούν στο Magazine για τη Μήδεια του Μποστ Elina Giounanli/nophoto.gr

Η ΗΡΩΙΔΑ ΤΗΣ ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ ΚΩΜΩΔΙΑΣ ΤΩΝ ΦΕΤΙΝΩΝ ΕΠΙΔΑΥΡΙΩΝ ΣΚΟΤΩΣΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ

Οι συντελεστές της "Μήδειας" μάς ξεναγούν στο μποστικό σύμπαν της εκρηκτικής κωμωδίας που θα δούμε στην Επίδαυρο.

Μία και μοναδική κωμωδία θα παρουσιαστεί το φετινό καλοκαίρι στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Μία κωμωδία οι ήρωες της οποίας ανησυχούν για τον πληθωρισμό και την ανεργία, τη λιτότητα και τη δημόσια διαφθορά, τα δάνεια και τα επιδόματα, καθυστερούν στα ραντεβού τους γιατί πέφτουν πάνω σε πορείες, και λατρεύουν τα αρχαία ελληνικά –αρκεί, βέβαια, να μη χρειαστεί να τα διαβάσουν.

Πρωταγωνιστές η Μήδεια, η Αντιγόνη, ένας Ψαράς, ο Ιάσονας, μια Καλόγρια, ο Οιδίποδας, ο Ευριπίδης και ένας αλλόκοτος Χορός που κατορθώνουν να διαλύσουν κάθε μας βεβαιότητα, «να επικρίνουν τους επικριτάς, να προβληματίσουν τους κριτάς και να ελευθερώσουν τους θεατάς».

Ο κόσμος του Μποστ, κατά κόσμον Μέντη Μποσταντζόγλου. Ενός πολυπρισματικού καλλιτέχνη, που εργάστηκε ως σκιτσογράφος, θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός, αλλά και ζωγράφος.

"Οι λεκτικές κατασκευές του, όπου αναμιγνύει τολμηρά λόγιες, δημοτικές, αρχαΐζουσες εκφράσεις, με σολοικισμούς, εσκεμμένα λάθη, υπερβολές και λεκτικές ακροβασίες, εκρήγνυνται συνεχώς στο μυαλό του αναγνώστη τόσο αναπάντεχα, που δεν μπορείς παρά να τις ακολουθήσεις εκστασιασμένος" αναφέρει ο Γιάννης Καλαβριανός Elina Giounanli/nophoto.gr

Στις 8 και 9 Ιουλίου στο αρχαίο αργολικό θέατρο το Εθνικό Θέατρο κι ο Γιάννης Καλαβριανός θα δώσει σάρκα κι οστά στη δική του “Μήδεια”, ένα έργο-σταθμό της νεοελληνικής δραματουργίας. Γραμμένη το 1993 με μια δομή που θυμίζει τόσο επιθεώρηση όσο και αρχαία τραγωδία, η Μήδεια, είναι αφενός μεν μια εκρηκτική κωμωδία για τη σύγχρονη πραγματικότητα αυτής της χώρας, αφετέρου δε μια σουρεαλιστική κατασκευή φτιαγμένη από απλά υλικά που αντικατοπτρίζει το παιχνιδιάρικο πνεύμα του δημιουργού της.

Αυτό που συνδέει όλες τις δημιουργίες του είναι το ανάγλυφο χιούμορ που μοιάζει να έχει βαθιές ρίζες στην ιστορία της γλώσσας και της χώρας μας. Ίσως και γι’ αυτό να έβρισκε τόσο φυσικό τον δεκαπεντασύλλαβο, ίσως και γι’ αυτό, τα σκίτσα του να συγγενεύουν με τη λαϊκή ζωγραφική και τη βυζαντινή αγιογραφία.

"Σε μια εποχή προχειρότητας, ελλιπούς εκπαίδευσης και κρίσης θεσμών και στόχων, δεν μπορώ να σκεφτώ καλύτερο παράδειγμα από την ενασχόληση με το ακριβώς αντίθετο, που φέρει το σύμπαν του Μποστ" αναφέρει ο Γιάννης Καλαβριανός Elina Giounanli/nophoto.gr

“Το πρώτο που σε αρπάζει κατευθείαν είναι η ίδια η γλώσσα. Ο κόσμος αυτός, που μιλάει με ζευγαρωτό ομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο, αντλώντας απευθείας από τη λαϊκή παράδοση, αλλά έχοντας δυνατές λόγιες βάσεις, αφού ο Μέντης Μποσταντζόγλου (ή Μποστ) ήταν ένας εγγράμματος Κωνσταντινουπολίτης, δεν αφήνει κανένας αδιάφορο. Κι αυτό γιατί μιλάει με την ανάσα και τον ρυθμό του νεοέλληνα. Οι λεκτικές κατασκευές του, όπου αναμιγνύει τολμηρά λόγιες, δημοτικές, αρχαΐζουσες εκφράσεις, με σολοικισμούς, εσκεμμένα λάθη, υπερβολές και λεκτικές ακροβασίες, εκρήγνυνται συνεχώς στο μυαλό του αναγνώστη τόσο αναπάντεχα, που δεν μπορείς παρά να τις ακολουθήσεις εκστασιασμένος.

Το δεύτερο γοητευτικό στοιχείο στον Μποστ, ήταν η αθωότητα με την οποία αναπτύσσει το έργο του. Οι ήρωές του, είναι σχεδόν παιδικά αθώοι, στα όρια της αγαθότητας. Και αυτή η στάση ζωής, μπορεί να είναι η αντιπρόταση στη βαρβαρότητα της κουτοπονηριάς και του ατομικισμού που έχει κατακλύσει τα πάντα.

Τρίτο σε σειρά, αλλά ισάξιας σπουδαιότητας, ήταν η εργώδης προσπάθεια που φαίνεται πως έχει καταβάλει όταν το έγραφε. Θέλει πολύ κόπο, για να καταφέρεις να αγγίξεις την απλότητα” αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γιάννης Καλαβριανός στο Magazine.

Αντλώντας έμπνευση από την αισθητική του δημιουργού της και προσπαθώντας να προσεγγίσει την καθαρότητα της γελοιογραφίας, η παράσταση επιχειρεί μια κατάδυση στο καλλιτεχνικό σύμπαν του Μποστ. Elina Giounanli/nophoto.gr

Πώς επικοινωνεί το Μποστικό σύμπαν με το σήμερα;

Ο Γιάννης Καλαβριανός αναφέρει: “Καταρχάς με τους τρεις παραπάνω λόγους που ανέφερα, την υπέροχη γλώσσα, την αθωότητα και την σοβαρή κατασκευή. Σε μια εποχή προχειρότητας, ελλιπούς εκπαίδευσης και κρίσης θεσμών και στόχων, δεν μπορώ να σκεφτώ καλύτερο παράδειγμα από την ενασχόληση με το ακριβώς αντίθετο, που φέρει το σύμπαν του Μποστ.

Ο υπερρεαλιστικός τρόπος έκφρασης του έχει μία δική του λογική. Kινείται μέσα στην ελληνική ιστορία, όπου δεν υπάρχει διαφορά χρόνου. Κι έτσι, μπορούν να συναντηθούν στο ίδιο έργο η Μήδεια, η Αντιγόνη και μία καλόγρια. Eίναι σαν να ζούνε όλοι οι ήρωές του μαζί από πάντα.

Έπειτα, με τον ευφυή τρόπο να σχολιάζει την κακοδαιμονία ων συνηθειών μας. Με έναν τρόπο σχεδόν υπερρεαλιστικό. Όχι ως δομή, γιατί το έργο του διέπεται από μεγάλη κατασκευαστική μαεστρία, αφήνοντας σχεδόν καθόλου χώρο στο τυχαίο ή το ενστικτώδες, αλλά με τον ίδιο άρρητο τρόπο που συνδέεται και ο Θεόφιλος. Ο υπερρεαλιστικός τρόπος έκφρασης του έχει μία δική του λογική. Kινείται μέσα στην ελληνική ιστορία, όπου δεν υπάρχει διαφορά χρόνου. Κι έτσι, μπορούν να συναντηθούν στο ίδιο έργο η Μήδεια, η Αντιγόνη και μία καλόγρια. Eίναι σαν να ζούνε όλοι οι ήρωές του μαζί από πάντα. H ελληνική σημαία είναι ένα σύμβολο όλων των αιώνων και κυματίζει τόσο στην Ακρόπολη όσο και στα τείχη του Βυζαντίου και όλα όσα συμβαίνουν είναι επεισόδια μέσα στην διαχρονία αυτού του τόπου, που συνεχίζει να ταλανίζεται από τα ίδια ζητήματα με κύριο και πάντα παρόντα, τον κακό μας εαυτό”.

Η σκηνοθετική προσέγγιση του Γιάννη Καλαβριανού

Με έναν εκλεκτό 20μελή θίασο και μια μη αναμενόμενη ορχήστρα εγχόρδων με τέσσερις μουσικούς επί σκηνής, σε ένα σκηνικό που θυμίζει χρυσό ερειπιώνα η σκηνοθεσία με παιγνιώδη διάθεση βουτά στην ανελέητη κωμωδία του σπουδαίου συγγραφέα. Αντλώντας έμπνευση από την αισθητική του δημιουργού της και προσπαθώντας να προσεγγίσει την καθαρότητα της γελοιογραφίας, η παράσταση επιχειρεί μια κατάδυση στο καλλιτεχνικό σύμπαν του Μποστ.

Μιλώντας για τη σκηνοθετική του προσέγγισε, ο Γιάννης Καλαβριανός σημειώνει: “Τη θέση του πρωταγωνιστή έχει ο λόγος. Αυτός έπρεπε να αναδειχτεί, μαζί με τη λεπτότητα, την τόλμη, την ευφυΐα και την καλαισθησία του συγγραφέα. Για να αναδειχτούν όλα αυτά, αναζήτησα συνεργάτες που να τα υπολήπτονται και να πορεύονται αντίστοιχα. Ήθελα καλλιτέχνες καλλιεργημένους, που να αντιλαμβάνονται και να μιλούν καλά ελληνικά, για να μπορέσουν να παίξουν εις βάθος με τις «ελληνικούρες» του Μποστ. Και σε επίπεδο κειμένου, αλλά και στη σκηνική μεταφορά του.

Το βάθος της Μήδειας του Μποστ είναι το απύθμενο βάθος του νεοελληνικού μας τραγελαφου. Είναι ένα βάθος δύο διαστάσεων όπως η λαϊκή μας ζωγραφική , το Θέατρο Σκιων.

Μελετήσαμε για καιρό την πολύπτυχη παραγωγή του, από τα θεατρικά, τα σκίτσα, τους πίνακες, τα κοστούμια, μέχρι τους στίχους και τα είδη καθημερινής χρήσης που ζωγράφιζε, για να καταφέρουμε να αποκρυπτογραφήσουμε τι κάνει και πώς το λέει. Γιατί αν θεωρήσει κανείς πως η γλώσσα, ο κόσμος και οι ήρωες του Μποστ είναι λαϊκοί, άρα εύκολοι, θα φτιάξει ακριβώς το σύμπαν που ο Μποστ ήθελε να εκθέσει. Τέλος, επέλεξα ηθοποιούς που να αναγνωρίζουν και να μπορούν να παίξουν με όλα τα παραπάνω. Δεν με αφορούσαν οι «κωμικοί» ηθοποιοί, αλλά οι σοβαροί ηθοποιοί. Και ευτύχησα να με εμπιστευτούν”.

"Η Μήδεια του Μποστ οδηγείται στο διπλό φονικό από τα πολλά της νεύρα, από τις αταξίες των παιδιών της και κυρίως από ο εχθρικό κλίμα που είχαν οι ντόπιοι Βολιώτες απέναντι στο πρόσωπό της. Την έφαγε το σύστημα…" αναφέρει η Γαλήνη Χατζηπασχάλη Elina Giounanli/nophoto.gr

Εξ αφορμής του Ιάσωνος…

Mέσα στο έργο του Μποστ υπάρχει η φράση “Εξ αφορμής του Ιάσωνος, χάνοντας τα μυαλά μου. Θα χάσω μεν τον έλεγχον, αυτό δεν τ’ αποκρύπτω, αλλ’ άλλη θαν’ η αφορμή που δεν την απορρίπτω. Μόνον οι επιπόλαιοι που δεν κοιτούν εις βάθοςθα πουν πως ήτο έγκλημα με αφορμήν το πάθος…”

Εμείς ρωτήσαμε τρεις πρωταγωνιστές της παράστασης τι όπλισε τελικά το χέρι της ηρωίδας…

Γαλήνη Χατζηπασχάλη (Μήδεια): Η απάντησή μου δεν μπορεί να είναι σοβαρή γιατί μιλάμε για κωμωδία. Οπότε εκτός από την αρρωστημένη ζήλια, η Μήδεια του Μποστ οδηγείται στο διπλό φονικό από τα πολλά της νεύρα, από τις αταξίες των παιδιών της και κυρίως από ο εχθρικό κλίμα που είχαν οι ντόπιοι Βολιώτες απέναντι στο πρόσωπό της. Την έφαγε το σύστημα…

Ο Μποστ καταφέρνει να μας κάνει να γελάσουμε ακριβώς με την έλλειψη νοήματος και το βάθος του είναι ακριβώς ή έλλειψη αυτού. Το σοβαρό γίνεται γελοίο και το γελοίο σοβαρό, όπως σε κάθε καλή κωμωδία.

Γιώργος Γλάστρας (Τροφός): Κατ’ αρχάς πιστεύω πως πρόκειται για ένα ανεκδοτολογικό έργο και η οποιαδήποτε προσέγγιση αγνοεί αυτή του τη διάσταση αφαιρεί τη σοβαρότητα και σημασία που μπορεί να έχει και το στεγνώνει απ’ τους χυμούς του. Θα αναρωτηθεί τότε κανείς, ποιο είναι το βάθος για το οποίο μιλάει η Μήδεια ή ποιο είναι το νόημα που προσκομίζει κανείς από το έργο;

"Αυτό που συνδέει όλες τις δημιουργίες του Μποστ είναι το ανάγλυφο χιούμορ που μοιάζει να έχει βαθιές ρίζες στην ιστορία της γλώσσας και της χώρας μας. Ίσως και γι’ αυτό να έβρισκε τόσο φυσικό τον δεκαπεντασύλλαβο, ίσως και γι’ αυτό, τα σκίτσα του να συγγενεύουν με τη λαϊκή ζωγραφική και τη βυζαντινή αγιογραφία". Elina Giounanli/nophoto.gr

Ο Μποστ καταφέρνει να μας κάνει να γελάσουμε ακριβώς με την έλλειψη νοήματος και το βάθος του είναι ακριβώς ή έλλειψη αυτού. Το σοβαρό γίνεται γελοίο και το γελοίο σοβαρό, όπως σε κάθε καλή κωμωδία. Ο Μποστ μας φέρνει αντιμέτωπους με την ανθρώπινη πολυπλοκότητα που μπορεί να ισούται με την απλοϊκότητα, την ευστροφία που μπορεί να ισούται με την βλακεία, την ανάγκη αναζήτησης ενός νοήματος που ανατρέπεται από την τυχαιότητα που μας συνιστά και μας περιβάλλει και την επιδίωξη εμβάθυνσης που μπορεί να ισούται απλώς με την απόλυτη ρηχότητα. Μας κάνει βέβαια σαφές πως όλο αυτό που μας παρουσιάζει μπορεί να είναι λυτρωτικό σε προσωπικό επίπεδο, αλλά και απόλυτα εγκληματικό σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Άρα μάλλον αφήνει τον θεατή, αλλά και την ίδια την ηρωίδα του, να διαλέξει μέσα από μία τεράστια γκάμα κινήτρων για την εγκληματική της ενέργεια και δεν την περιορίζει στην ρομαντική εκδοχή του ερωτικού πάθους.

Θανάσης Δήμου (Οιδίποδας): Κάποτε ο Μποστ ζωγράφισε έναν πίνακα. Μια σειρά τούβλα από πάνω μέχρι κάτω . Τίτλος του έργου. “Σινικόν τείχος. Λεπτομέρεια”. Όταν μια κυρία ( “φιλόλογος κυρία “όπως θα έλεγε ο ίδιος) σε έκθεση του τον ρώτησε γιατί σχεδίασε αυτόν τον πίνακα ο Μποστ της απάντησε: Διότι δεν μπορούσα να σχεδιάσω ολόκληρο το Τείχος. Το βάθος της Μήδειας του Μποστ είναι το απύθμενο βάθος του νεοελληνικού μας τραγελαφου. Είναι ένα βάθος δύο διαστάσεων όπως η λαϊκή μας ζωγραφική , το Θέατρο Σκιων. Είναι η σχιζοφρένεια της νεοελληνικής μας πραγματικότητας , που ο μεγάλος σατιρικός Μποστ συνέλαβε και αποτύπωσε ως γλωσσικό (πρώτα απ’ ολα) σύμπτωμα. Αυτό που μας καθιστά δια βίου ” Ανυπεράσπιστους εν μέσω του σάλωνος.”

Ταυτότητα παράστασης: Σκηνοθεσία: Γιάννης Καλαβριανός/Δραματουργική επεξεργασία: Γιάννης Καλαβριανός, Έρι Κύργια/Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη/Κοστούμια: Βάνα Γιαννούλα/Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου/Χορογραφία: Μαριάννα Καβαλλιεράτου/Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος/ Διανομή (με αλφαβητική σειρά): Γιώργος Γλάστρας- Τροφός, Θανάσης Δήμου-Οιδίποδας, Άνδρη Θεοδότου-Αντιγόνη, Στέλιος Ιακωβίδης-Ευριπίδης, Θανάσης Ισιδώρου-Ψαράς, Σύρμω Κεκέ- Καλόγρια, Μαρία Κοσκινά-Κορυφαία, Φανή Παναγιωτίδου, -Εξάγγελος, Γιώργος Σαββίδης-Καλόγερος, Σταύρος Σβήγκος-Ιάσονας, Γαλήνη Χατζηπασχάλη-Μήδεια/ Χορός (αλφαβητικά): Μαρία Κωνσταντά, Ειρήνη Μακρή, Λυγερή Μητροπούλου, Ελπίδα Νικολάου, Κατερίνα Πατσιάνη, Ματίνα Περγιουδάκη, Μαριάμ Ρουχάτζε, Θεοδοσία Σαββάκη, Νιόβη Χαραλάμπους./Μουσικοί επί σκηνής (αλφαβητικά): Παρασκευάς Κίτσος (κοντραμπάσο), Θοδωρής Οικονόμου (πιάνο–μουσική διεύθυνση), Δημήτρης Χουντής (σοπράνο σαξόφωνο), Μαρία Χριστίνα Harper (άρπα).

Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου στις 8 και 9 Ιουλίου/ Προπώληση εισιτηρίων: www.aefestival.gr/, www.viva.gr/, καταστήματα Public και Public.gr/ Κεντρικά εκδοτήρια του Φεστιβάλ Αθηνών Πανεπιστημίου 39 (εντός στοάς Πεσμαζόγλου)

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα