Γυναίκα με την επαναστατική σημαία της Καταλονίας. AP

ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΑΝ ΟΛΟΙ ΕΚΕΙΝΟΙ ΟΙ ΑΥΤΟΝΟΜΙΣΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ;

Ενισχύθηκαν ή μήπως ξεφούσκωσαν; Απαντήσεις στο ερώτημα υπάρχουν, αλλά δεν μπορούν να περιοριστούν σε δημοψηφισματικά «ναι» ή «όχι».

Επτά χρόνια έπειτα από το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας (ήταν Σεπτέμβριος του 2014), και άλλα τέσσερα έπειτα από το δημοψήφισμα για την απόσχιση της Καταλονίας (ήταν Οκτώβριος του 2017), με την πανδημία να έχει εν τω μεταξύ δοκιμάσει τη συνοχή ανάμεσα σε κέντρα και περιφέρειες και με το Brexit να αποκαλύπτει το πραγματικό του κόστος, το ερώτημα ανακύπτει πια σαν λογικό επακόλουθο:

Τι γίνεται με εκείνα τα αυτονομιστικά-αποσχιστικά κινήματα που κυριαρχούσαν μέχρι πρότινος στην ευρωπαϊκή ειδησεογραφία; Υπάρχουν; Δεν υπάρχουν; Έχουν ενισχυθεί ή μήπως έχουν ατονίσει; Τα ερωτήματα, σαφή μεν και φαινομενικώς απλά. Οι απαντήσεις ωστόσο ποικίλουν και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να χωρέσουν μέσα σε δημοψηφισματικού χαρακτήρα «ναι» ή «όχι».

Η Καταλονία στη Σκωτία. Ο Νταβίντ Αγκιλάρ από την Καταλονία βρέθηκε το 2014 στη Σκωτία για να στηρίξει την ανεξαρτ AP


ΣΚΩΤΙΑ

Περίπου 3,6 εκατομμύρια Σκωτσέζοι, ηλικίας 16 ετών και άνω, είχαν προσέλθει στις κάλπες τον Σεπτέμβριο του 2014, προ Brexit, για να αποφανθούν «εάν θα έπρεπε η Σκωτία να είναι ανεξάρτητη χώρα;» ή όχι. Περίπου 2 εκατομμύρια από αυτούς (ποσοστό 55,3%) είχαν τότε ψηφίσει «όχι», κάποιοι μάλιστα με το επιχείρημα ότι εάν εξασφάλιζε την ανεξαρτησία της η Σκωτία, τότε θα έπρεπε να αποχωρήσει προσωρινά και από την ΕΕ, κράτος-μέλος της οποίας ήταν ακόμη τότε το Ηνωμένο Βασίλειο, και εν συνεχεία να ξανακάνει αίτηση για ένταξη ρισκάροντας όμως έτσι μια περίοδο αστάθειας στις σχέσεις της με την υπόλοιπη Ευρώπη (Που να φαντάζονταν όλοι αυτοί όσα θα ακολουθούσαν με το Brexit, μόλις δυο χρόνια μετά;).

Ποιο θα ήταν άραγε το αποτέλεσμα εάν ξαναγινόταν σήμερα ένα τέτοιο δημοψήφισμα; Και πόσο πιθανό είναι να γίνει και πότε;

ΠΡΟΣ ΕΝΑ ΝΕΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ;

Εάν οι Σκωτσέζοι επέστρεφαν στις κάλπες με το ίδιο ερώτημα, το αποτέλεσμα θα ήταν και πάλι αμφίρροπο πλην όμως ίσως λίγο πιο κοντά στην ανεξαρτησία. Τουλάχιστον αυτό δείχνουν οι δημοσκοπήσεις σύμφωνα με τις οποίες το μπλοκ όσων τάσσονται υπέρ της ανεξαρτησίας «παίζει» μεταξύ 41% και 51%, από εκεί που παλαιότερα (τη δεκαετία του 1980 για παράδειγμα) δεν ξεπερνούσε το 30%.

Υπενθυμίζεται πως οι Σκωτσέζοι είχαν κατά πλειοψηφία ψηφίσει κατά του Brexit το καλοκαίρι του 2016 (62% ήταν το ποσοστό του «remain» και 38% του «leave» τότε στην Σκωτία) το οποίο όμως Brexit τελικώς τους επιβλήθηκε επειδή είναι και εκείνοι κομμάτι του Ηνωμένου Βασιλείου, όπως η Βόρεια Ιρλανδία και η Ουαλία. Κάποιοι υπογραμμίζουν με καυστική διάθεση πως το Brexit επιβλήθηκε στην Σκωτία από τους Τόρις, οι οποίοι όμως Τόρις έχουν να έρθουν πρώτοι σε ψήφους στην Σκωτία από το μακρινό… 1955.

Ξεκάθαρο το νόημα της φωτογραφίας. AP

BREXIT

Από το 2016 λοιπόν και έπειτα, το κύμα υπέρ της ανεξαρτησίας έχει αυξηθεί σημαντικά στη γη των Κάμπελ, των ΜακΝτόναλντ και των ΜακΚένζι (όπως ονομάζονται κάποιες από τις πιο γνωστές φατρίες της Σκωτίας). Ως προς αυτό φαίνεται πως συμφωνούν όλοι. Λέγεται μάλιστα πως το Brexit έχει πια ωθήσει και τις – παραδοσιακά πιο μετριοπαθείς – μεσαίες τάξεις πιο κοντά στην προοπτική της ανεξαρτησίας, πολύ δε περισσότερο εάν συνδυαστεί και με την αμφιλεγόμενα πληθωρική προσωπικότητα του μεγαλωμένου στα Λονδίνα και τις Οξφόρδες Βρετανού πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον ο οποίος είναι εξαιρετικά αντιπαθής βορείως του Μπέργουικ.

Οι τελευταίες εκλογές στην Σκωτία, για τις 129 έδρες του τοπικού κοινοβουλίου, πραγματοποιήθηκαν τον περασμένο Μάιο, κομίζοντας «κέρδη» μόνο για δύο παρατάξεις που τυχαίνει μάλιστα να τάσσονται και οι δύο υπέρ της ανεξαρτησίας.

Το SNP (Σκωτικό Εθνικό Κόμμα) της Νίκολα Στέρτζιον και οι Πράσινοι (Scottish Greens) είδαν τις έδρες τους να αυξάνονται: σε 64 το πρώτο και σε 8 οι δεύτεροι, όπερ σημαίνει ότι πλέον και οι δύο μαζί ελέγχουν 72 έδρες σε σύνολο 129. Διόλου τυχαία, οι δυο τους έχουν από τον περασμένο Αύγουστο καταλήξει και σε μια συμφωνία συγκυβέρνησης (Bute House Agreement), με το SNP να αποτελεί τον κύριο κορμό της τοπικής κυβέρνησης στην οποία όμως συμμετέχουν και οι Πράσινοι με δύο υφυπουργούς.

ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΑΝΟΔΟΥ

Γιατί ανέβηκε (κι άλλο) το SNP, το οποίο ούτως ή άλλως κυριαρχεί στην πολιτική ζωή της Σκωτίας εδώ και δεκαετίες; Οι λόγοι, πολλοί: το Brexit (που δεν ήθελαν πολλοί Σκωτσέζοι), ο Μπόρις Τζόνσον (τον οποίο αντιπαθούν πολλοί Σκωτσέζοι) αλλά και η πανδημία (στην αντιμετώπιση της οποίας η Στέρτζιον παρουσιάζεται να τα πήγε καλύτερα από τον Μπόρις Τζόνσον, αν και οι απόψεις και ως προς αυτό διίστανται).

Από την καμπάνια υπέρ της ανεξαρτητοποίησης στη Σκωτία. AP

ΚΑΙ ΤΩΡΑ;

Και τώρα που το SNP επανεξελέγη στην εξουσία εξασφαλίζοντας μάλιστα ένα διόλου ευκαταφρόνητο πλήθος εδρών, τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό πρακτικά για την προοπτική της ανεξαρτησίας;

Επισήμως, η ηγεσία της Σκωτίας υπό την Στέρτζιον θέλει, ή τουλάχιστον έχει διαμηνύσει πως θέλει, να προχωρήσει σε ένα νέο δημοψήφισμα πριν από το τέλος του 2023. Για να γίνει ωστόσο κάτι τέτοιο, θα πρέπει να δώσει τη συγκατάθεσή του και το Λονδίνο, όπως είχε κάνει και το 2014, με την πανδημία του κορονοϊού ωστόσο να περιπλέκει την κατάσταση.

Οι Σκωτσέζοι θα ήθελαν να έχουν ξεμπερδέψει με την πανδημία προτού προχωρήσουν σε ένα νέο δημοψήφισμα, όπερ σημαίνει ότι το 2023 ίσως να είναι πια πολύ κοντά και ως εκ τούτου πολύ φιλόδοξο ως στόχος.

Σε κάθε περίπτωση, αξίζει να σημειωθεί πως οι επόμενες τοπικές βουλευτικές εκλογές στη Σκωτία είναι προγραμματισμένες για το 2026, ενώ υπάρχουν και φωνές που θεωρούν πιθανή μεν τη διεξαγωγή ενός νέου δημοψηφίσματος αλλά μετά το 2024.

Τι θα είχε γίνει αν είχαν ψηφίσει "Ναι" οι Σκωτσέζοι στην ανεξαρτησία; AP

ΕΜΠΟΔΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Σημειώνεται πως η κεντρική κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου είχε όντως αναγνωρίσει το δικαίωμα των Σκωτσέζων να προχωρήσουν σε δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία τους (με την επονομαζόμενη Συμφωνία του Εδιμβούργου-Edinburgh Agreement του 2012), ενώ αντιθέτως η Μαδρίτη έχει κατ’ επανάληψη απορρίψει τα αντίστοιχα αιτήματα των Καταλανών ως αντισυνταγματικά. Με άλλα λόγια, εάν οι Σκωτσέζοι είχαν το 2014 ψηφίσει «ναι» στην ανεξαρτησία, τώρα εκείνοι θα είχαν όντως αποσχιστεί από το Ηνωμένο Βασίλειο.

Θα μπορούσε άραγε να τους ξαναδοθεί άραγε μια τέτοια ευκαιρία στο κοντινό μέλλον; Ο Μπόρις Τζόνσον, η τετραετία του οποίου στην πρωθυπουργία ολοκληρώνεται το 2024, είναι σαφές πως δεν θα ήθελε να δώσει το πράσινο φως για να συμβεί κάτι τέτοιο. Αλλά και πολλοί Σκωτσέζοι από τη δική τους πλευρά, αν και τάσσονται θεωρητικώς υπέρ της ανεξαρτησίας, πρακτικά δεν βιάζονται να προχωρήσουν σε μια τέτοια κίνηση.

Ενδεικτικά ως προς αυτό: τα αποτελέσματα σφυγμομέτρησης που πραγματοποίησε η Redfield and Wilton Strategies τον περασμένο Σεπτέμβριο για το Politico. Σύμφωνα με αυτά, μόνο το 34% των Σκωτσέζων θα ήθελε νέο δημοψήφισμα μέσα στο επόμενο 12μηνο και μόνο το 41% μέσα στην επόμενη πενταετία.

Θα μείνουν για πάντα μαζί αυτές οι δύο σημαίες; AP

ΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ ΕΝΟΣ ΔΙΑΖΥΓΙΟΥ

Το Brexit έχει μεν ανεβάσει την ένταση με το Λονδίνο, ωστόσο την ίδια ώρα έχει αποδείξει στην πράξη και πόσο δύσκολο μπορεί να καταστεί – οικονομικά, εμπορικά, νομικά – το διαζύγιο ανάμεσα σε δύο περιοχές που ήταν μέχρι πρότινος ενωμένες.

Πως θα επηρέαζε άραγε μια ενδεχόμενη ανεξαρτητοποίηση της Σκωτίας την οικονομία, τις εισαγωγές και τις εξαγωγές, τον πληθωρισμό; Και τι θα γινόταν, σε μια τέτοια περίπτωση, στα σύνορα της Σκωτίας με τον μεγαλύτερο εμπορικό της εταίρο που δεν είναι άλλος από την Αγγλία; Πόσο πιθανό θα ήταν άραγε να δούμε εκεί ένα σκληρό σύνορο, ειδικά έπειτα από το αλαλούμ που έφερε το Brexit στα σύνορα της Βόρειας Ιρλανδίας (Ηνωμένο Βασίλειο) με την Ιρλανδία (ΕΕ);

Ερωτήματα ανακύπτουν ωστόσο αναφορικά και με την στάση που θα κρατήσει η ΕΕ, διότι οι Σκωτσέζοι εθνικιστές θα ήθελαν – υπό ιδανικές συνθήκες – να έχουν εξασφαλισμένη την όσο το δυνατόν ταχύτερη επιστροφή τους στις τάξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης εάν εκείνοι αποχωρήσουν από το Ηνωμένο Βασίλειο.

Οι Ευρωπαίοι ωστόσο – ειδικά όσοι εξ αυτών βρίσκονται αντιμέτωποι με αυτονομιστικά κινήματα εντός των δικών τους εθνικών συνόρων, όπως για παράδειγμα οι Ισπανοί – δεν υπάρχει περίπτωση να βγουν ανοιχτά εκ των προτάσεων και να καλωσορίσουν ή να ενθαρρύνουν τις όποιες αποσχιστικές τάσεις, αν και το πιο πιθανό είναι πως εκείνοι θα δέχονταν πίσω την Σκωτία εάν επεδίωκε κάποια στιγμή την επανένταξή της στην ΕΕ.

Σημαίες της ανεξαρτησίας αλλά και της Ισπανίας σε σοκάκι της Βαρκελώνης. AP


ΚΑΤΑΛΟΝΙΑ

Μιας και αναφέρθηκε ωστόσο, σε ποια κατάσταση βρίσκεται σήμερα η Ισπανία; Μια χώρα που κλήθηκε να αντιμετωπίσει τις δικές αυτονομιστικές εντάσεις τα περασμένα χρόνια, και μάλιστα μέσα σε συνθήκες πρωτοφανούς – σχεδόν εμφυλιοπολεμικού – διχασμού για τα δεδομένα της μετά-φρανκικής περιόδου.

Ήταν Οκτώβριος του 2017 όταν η τοπική κυβέρνηση στην ημιαυτόνομη κοινότητα της Καταλονίας διοργάνωσε δημοψήφισμα, διεκδικώντας την απόσχισή της από την υπόλοιπη Ισπανία. Περίπου 2,3 εκατομμύρια πολίτες προσήλθαν στις κάλπες, πλήθος σχετικά μικρό εάν αναλογιστεί κανείς ότι αντιστοιχούσε μόνο στο 43% όσων είχαν δικαίωμα ψήφου.

Το 92,01% αυτών των 2,3 εκατομμυρίων ψήφισε υπέρ της απόσχισης, δίνοντας έτσι «πάσα» στις αποσχιστικές δυνάμεις του τοπικού κοινοβουλίου που θα έσπευδαν (με 70 ψήφους υπέρ σε σύνολο 135) να κηρύξουν μονομερώς την ανεξαρτησία της Καταλονίας.

Η κεντρική κυβέρνηση ωστόσο του Μαριάνο Ραχόι πίσω στη Μαδρίτη είχε διαφορετική άποψη: Αποκήρυξε το δημοψήφισμα ως αντισυνταγματικό, κατάργησε προσωρινά το καθεστώς αυτονομίας της Καταλονίας (ενεργοποιώντας το Άρθρο 155 του ισπανικού Συντάγματος), διέλυσε το εκεί κοινοβούλιο, απέπεμψε την τοπική κυβέρνηση και κυνήγησε ποινικά ως στασιαστές τους πρωτεργάτες του δημοψηφίσματος, άλλοι από τους οποίους κατέληξαν φυγάδες στο εξωτερικό (χαρακτηριστική η περίπτωση του άλλοτε προέδρου της Καταλονίας Κάρλες Πουτζδεμόν) και άλλοι στη φυλακή.

Πλέον, τέσσερα χρόνια έπειτα από εκείνο το δημοψήφισμα, οι συνολικά εννέα ηγέτες των Καταλανών αυτονομιστών στους οποίους είχαν επιβληθεί ποινές φυλάκισης έχουν επισήμως αμνηστευθεί (η σχετική απόφαση ανακοινώθηκε μόλις τον περασμένο Ιούνιο), αν και παραμένουν αποκλεισμένοι από κάθε δημόσιο αξίωμα. Όσο για τον – ευρωβουλευτή πια – Κάρλες Πουτζδεμόν, εκείνος παραμένει στο εξωτερικό.

Αριστερά η σημαία της Καταλονίας, δεξιά της Ισπανίας. AP


ΝΕΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Το όραμα της ανεξαρτησίας παρουσιάζεται όμως να έχει υποστεί πλήγματα και στις δημοσκοπήσεις, όπου μετράει απώλειες σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν.

Το ποσοστό όσων υποστηρίζουν την ανεξαρτησία της Καταλονίας μεταξύ των νέων (ηλικίες 18 έως 24 ετών) παρουσιάζεται να έχει υποχωρήσει στο 39%, από εκεί που άλλοτε άγγιζε το 60%, σύμφωνα με το Politico. Στο ίδιο πλαίσιο, το ποσοστό των νέων που αυτοπροσδιορίζονται «μόνο ως Καταλανοί» (και όχι ως Ισπανοί) φέρεται επίσης να έχει μειωθεί, από το 28% στο 19,5%.

ΤΟΠΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ

Αλλά και σε πολιτικό επίπεδο, η ημιαυτόνομη κοινότητα της Καταλονίας πήγε σε εκλογές τον περασμένο Φεβρουάριο για να εκλέξει τους 135 βουλευτές του τοπικού κοινοβουλίου και, εάν κρίνουμε από το αποτέλεσμα αλλά και από το ποσοστό της συμμετοχής που δεν ξεπέρασε το 53% (από 79% που ήταν στις προηγούμενες εκλογές τον Δεκέμβριο του 2017), τότε το όραμα της ανεξαρτησίας έχει αρχίσει να ξεφουσκώνει.

Πρώτη δύναμη ήρθε το PSC-PSOE, το καταλανικό «παράρτημα» δηλαδή των Σοσιαλιστών (PSOE) του Ισπανού πρωθυπουργού Πέδρο Σάντσεθ, που ανέβασε το ποσοστό του από 13,9% σε 23% και τις έδρες του από 17 σε 33. Ο λόγος για μια παράταξη που τάσσεται εμφατικά κατά της απόσχισης.

Δεύτερο ήρθε το ERC, με 21,3% και 33 έδρες, ένα κόμμα το οποίο είναι μεν υπέρ της ανεξαρτησίας αλλά πλέον έχει λειάνει σημαντικά την στάση του υιοθετώντας πιο μετριοπαθείς και συμβιβαστικές θέσεις, παρά το γεγονός πως εξακολουθεί θεωρητικώς να προπαγανδίζει την ανάγκη διεξαγωγής ενός νέου δημοψηφίσματος που θα κρίνει το – εντός ή εκτός Ισπανίας – μέλλον της περιοχής. Δεν είναι τυχαίο πως το ERC έχει δεχθεί πυρά και από το ίδιο το στρατόπεδο των αυτονομιστών: από παρατάξεις όπως είναι το JxCat που του έχουν επιτεθεί αποκηρύσσοντάς το ως υπερβολικά ήπιο ή συμβιβαστικό.

Σημειωτέον, δε, πως στην εκλογική αναμέτρηση του περασμένου Φεβρουαρίου στην Καταλονία πήρε μέρος για πρώτη φορά και το – ακροδεξιό και εχθρικό προς κάθε αποσχιστική φωνή – VOX, εξασφαλίζοντας μάλιστα 7,7% και 11 έδρες (σε σύνολο 135).

Σημειωτέον, δε, πως στην εκλογική αναμέτρηση του περασμένου Φεβρουαρίου στην Καταλονία πήρε μέρος για πρώτη φορά και το - ακροδεξιό και εχθρικό προς κάθε αποσχιστική φωνή - VOX, εξασφαλίζοντας μάλιστα 7,7% και 11 έδρες AP

ΔΙΧΑΣΜΕΝΟΙ ΟΙ ΑΥΤΟΝΟΜΙΣΤΕΣ

Όσο για την τοπική κυβέρνηση που προήλθε από τις εκλογές, εκείνη αποτελείται μεν από αυτονομιστικά κόμματα (το ERC και το JxCat, με την εξωτερική στήριξη του CUP) που κατάφεραν όμως να συμπορευθούν… με τα χίλια ζόρια, μέσα σε συνθήκες οριακού αλληλοσπαραγμού (ενδεικτικό των διαφωνιών το γεγονός πως χρειάστηκαν τρεις ψηφοφορίες για να μπορέσει να εκλεγεί πρόεδρος ο μετριοπαθής Πέρε Αραγονές του ERC).

Εκλογές πραγματοποιήθηκαν όμως το περασμένο διάστημα (καλοκαίρι του 2020) και σε άλλες περιοχές της Ισπανίας, εν προκειμένω στη Χώρα των Βάσκων και την Γαλικία, με τις αυτονομιστικές δυνάμεις να ανεβάζουν σημαντικά τα ποσοστά τους και στις δύο περιπτώσεις.

Τα αυτονομιστικά EAJ/PNV και EH Bildu συγκέντρωσαν μαζί 66,3% στη Χώρα των Βάσκων, με αποτέλεσμα να ελέγχουν πια 52 από τις συνολικά 75 έδρες στο τοπικό κοινοβούλιο. Αλλά και ανάμεσα στις εν λόγω παρατάξεις υπάρχει χάσμα, καθώς το EAJ/PNV στέκεται πολύ πιο συμβιβαστικά απέναντι στη Μαδρίτη και στους Σοσιαλιστές του Σάντσεθ με τους οποίους συνεργάζεται άλλωστε και σε τοπικό επίπεδο.

Καλά τα πήγε όμως και το αυτονομιστικό BNG στη Γαλικία, ανεβάζοντας μεν σημαντικά το ποσοστό του (στο 23,8% από 8,3%) το οποίο όμως ποσοστό εξακολουθεί να ωχριά μπροστά στο 48% του ενωτικού Partido Popular de Galicia.

ΣΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΚΕΜΠΕΚ;

«Τι γίνεται, λοιπόν, με τους αυτονομιστές στην Ευρώπη τέσσερα χρόνια έπειτα από την καταλανική κρίση;» για να επιστρέψουμε στο αρχικό μας ερώτημα; Μάλλον δεν γίνονται και πολλά, θα απαντούσε κανείς, με τους αναλυτές πλέον να διερωτώνται εάν τα ευρωπαϊκά αποσχιστικά κινήματα έχουν πια μπει σε μια τροχιά αποδυνάμωσης ανάλογη με εκείνη που διήνυσε τις περασμένες δεκαετίες το αυτονομιστικό κίνημα του γαλλόφωνου Κεμπέκ στον Καναδά, ένα κίνημα που έζησε όχι ένα αλλά δύο δημοψηφίσματα (το 1980 και το 1995) χάνοντας όμως στην πορεία το ενδιαφέρον του για τον στόχο της ανεξαρτησίας…

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα