Netflix

ΤΟ DON’T LOOK UP ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΦΕΤΙΝΟ JOKER

Η #1 επιτυχία του Netflix έχει ξεφύγει από τη στενή κινηματογραφική συζήτηση κι αγγίζει ήδη τα όρια του φαινομένου. Είναι όμως καλή ταινία; Και, τελικά, έχει σημασία;

Μία στο τόσο κάποια ταινία θα κάνει την εμφάνισή της και εντελώς αστραπιαία θα μοιάζει να αφορά τους πάντες. Όχι απλώς να είναι γενικώς κι αορίστως «αντικείμενο συζήτησης» αλλά πραγματικά να αφορά . Να αποτελέσει σύμβολο για μια κοινωνική ή πολιτική κατάσταση, ξεφεύγοντας από το αυστηρά κινηματογραφικό πλαίσιο συζήτησης. Να μην είναι καν πια απλή υπόθεση το να πεις αν σου άρεσε ή όχι – κάθε τέτοια δήλωση θα γεννά παράλληλες συζητήσεις και υποθέσεις ως προς το Ύποπτο Γιατί.

Χρειάζεται, αρχικά, μια σαρωτικά μαζική επιτυχία για να συμβεί κάτι τέτοιο άμεσα κι όχι απλώς σταδιακά με την πάροδο του χρόνου, επιτυχία σαν αυτή που είχε συναντήσει το Joker πριν 3 χρόνια, όταν έγινε η εμπορικότερη ταινία της δεκαετίας στην Ελλάδα. Ή έστω αυτό χρειαζόταν, γιατί τα δεδομένα είναι πια όλο διαφορετικά – πλέον υπάρχει απόλυτα κυρίαρχο το Netflix κι η άμεση, ταυτόχρονη πρόσβαση.

Το Don’t Look Up (Μην Κοιτάτε Πάνω) είχε προηγουμένως κυκλοφορήσει και στις αίθουσες προς μάλλον γενικευμένη αδιαφορία, παρά την αρκετά θετική υποδοχή που του επεφύλαξαν οι κριτικοί στην Ελλάδα, σε αντίθεση με άλλες χώρες. Το τι σημαίνει πλέον κινηματογραφική επιτυχία είναι βέβαια κάτι που διαρκώς αναπροσαρμόζεται ως έννοια, εκτός κι αν μιλάμε για το πιο πρόσφατο Spider-Man (και θα μιλήσουμε για την πολύ βασική διαφορά που έχουν οι εμπορικές επιτυχίες τύπου Marvel από το είδος της επιτυχίας που εξετάζουμε εδώ).

Όταν λοιπόν το Don’t Look Up εμφανίστηκε στο Netflix δύο εβδομάδες αργότερα, σε μια περίοδο αφενός κοντά στις γιορτές κι η οποία αφετέρου συνέπεσε με την μεγαλύτερη έξαρση της πανδημίας ως σήμερα, η έκρηξη ήταν ακαριαία. Μέσα σε ένα τριήμερο, οι πάντες είχαν δει την ταινία.

Netflix

ΠΩΣ Η ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΑΛΛΑΞΕ ΤΟ ΣΕΝΑΡΙΟ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ

Επιπροσθέτως, η αγωνία της πανδημίας και της ευρύτερης κοινωνικής συνθήκης, έμοιαζε να αντικατοπτρίζεται πλήρως στα όσα συνέβαιναν στην ταινία. Αντιμέτωποι με το τέλος του κόσμου, οι θεατές-πρωταγωνιστές έχουμε απέναντί μας όχι μόνο τον όποιο κομήτη, αλλά ένα σύστημα που έχει ξεδιάντροπα παραδώσει κλειδιά και αποφάσεις στην ελεύθερη αγορά και στην tech ηθική, έχοντας για φύλακες και δικαστές ένα μιντιακό σύστημα πλήρως ελεγχόμενο όσο και χαζεμένο, και μια κοινωνία συντετριμμένη σε μικρές ομάδες, κάθε μία με τον εχθρό της, κάθε μία να θριαμβεύει στο δικό της παράλογο παράλληλο σύμπαν.

Ο τρόπος με τον οποίο το σινεμά αντιδρά σε επίκαιρες καταστάσεις πάντα παρουσιάζει ενδιαφέρον – λόγω του απαιτούμενου χρόνου για να δημιουργηθεί εκ του μηδενός μια ταινία, συμβαίνει συχνά οι προσπάθειες για «σινεμά της στιγμής» να καταλήγουν παρωχημένες. Είναι μόνο οι ταινίες που έρχονται χρόνια μετά, με μια συνήθως πολύ πιο ερευνητική, εσωτερική διάθεση, που έχουν περισσότερα να πουν για ένα γεγονός ή μια περίοδο της Ιστορίας. Με «κόστος» βέβαια σε αυτή την περίπτωση την αμεσότητα, την επικαιρότητα.

Το Don’t Look Up όμως είναι, όπως κι αν το δεις, μια ταινία για το απόλυτο Τώρα. Πώς; Σε πρώτη φάση, ο Άνταμ ΜακΚέι (σκηνοθέτης του Big Short) κι ο Ντέιβιντ Σιρότα (δημοσιογράφος και κειμενογράφος του Μπέρνι Σάντερς) δεν ξεκίνησαν να κάνουν, φυσικά, μια ταινία για την πανδημία, πόσο μάλλον για την κοινωνική και πολιτική αντίδραση σε αυτήν. Η ταινία γράφτηκε πριν χρόνια, με τα προγραμματισμένα για τον Απρίλιο του ‘20 γυρίσματα να αναβάλλονται κατά το αρχικό ξέσπασμα της πανδημίας.

Εκείνη την περίοδο ήταν που αυτή η σάτιρα πάνω στην κλιματική κρίση έγινε πασιφανές πως αφορά πολλά περισσότερα πράγματα. «Βασικά πήγαμε σπίτι και καθόμασταν στα χέρια μας για έξι μήνες μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο», θυμάται ο ΜακΚέι, που λέει πως άρχισε να λαμβάνει μηνύματα από τους συνεργάτες του σχετικά με το πώς διάφορες καταστάσεις που καυτηρίαζε η ταινία, σταδιακά συνέβαιναν τώρα με αφορμή μια διαφορετικού τύπου κρίση.

«“Είδες ότι στο πακέτο στήριξης για τον Covid υπάρχει ελάφρυνση φόρων για τους εκατομμυριούχους”; Αυτό είναι ένα σημείο του σεναρίου του Don’t Look Up. “Θεέ μου, είδες ότι υπάρχουν άνθρωποι που αρνούνται πως υπάρχει ο Covid;” Σε κάποιο σημείο σκεφτόμουν πως ΟΚ, δεν θα κάνουμε την ταινία. Συνέβη ήδη! Αργήσαμε!», παραδέχεται. Αντί να εγκαταλείψει το πρότζεκτ, τι έκανε;

«Όταν επιστρέψαμε στο σενάριο, το κάναμε 20% πιο τρελό, επειδή η πραγματικότητα είχε ξετυλιχτεί με πιο τρελό τρόπο από ό,τι το σενάριο».

Netflix


ΔΙΚΑΙΗ ΟΡΓΗ ΚΑΙ ΠΡΟΦΑΝΗ ΣΥΜΒΟΛΑ

Όπως φαίνεται κι από τη δημιουργική διαδικασία, στο Don’t Look Up δεν υπάρχει ακριβώς λεπτότητα. Είναι αυτό απαραιτήτως κακό; Κάθε θεατής απαντά για τον εαυτό του στο συγκεκριμένο, αλλά χρειάζεται να ξεκαθαρίσουμε πως το -όποιο- προφανές δεν υπάρχει ένας τρόπος για να εκφραστεί. Η προφανής συναισθηματική διαδρομή των dad movies του Σπίλμπεργκ, η ανοιχτόκαρδα προφανής αλληγορική θέση των ταινιών των Γουατσόφσκι, η προφανής συνθήκη των πολιτικών κηρυγμάτων εκπομπών σαν το Daily Show (ή των ταινιών του Άνταμ ΜακΚέι), διαφέρουν μεταξύ τους. Η κατασκευή και η τεχνική του Σπίλμπεργκ είναι απαράμιλλη, οι ιδέες κι οι κόσμοι των Γουατσόφσκι κάτι το γιγάντιο.

(Εξάλλου, αν μια ολόκληρη πολιτική ομάδα κατάφερε να παρερμηνεύσει σε τόσο σοκαριστικό βαθμό της ιδέα του μπλε και κόκκινου χαπιού από το Matrix, σε βαθμό που να χρειάζεται η δημιουργός των ταινιών να επέμβει, τότε κάπως συγχωρείς την προσφυγή σε πιο επεξηγηματικές και προφανείς ιδέες.)

Αυτή ακριβώς η απουσία διακριτικότητας στην αφήγηση έχει προκαλέσει σε σημαντικό βαθμό το σχίσμα ανάμεσα στην κριτική και σε μεγάλο μέρος του κοινού. Το Don’t Look Up διαθέτει το είδος της συμβολικής αφήγησης που είναι φτιαγμένη ώστε να μιλά κυρίως στο κοινό που ήδη συμφωνεί μαζί της – κάνοντάς το παράλληλα να αισθάνεται πολύ έξυπνο που εντόπισε κάθε σημείο συζήτησης. Όχι πως αυτό ακυρώνει τις ίδιες τις ιδέες της ταινίας, ούτε φυσικά και την αγνή οργή με την οποία παρουσιάζει τη θέση της. Είναι εντελώς αναπολογητικά μια ταινία προπαγάνδας, ορμώμενη από την πικρία απέναντι σε έναν κόσμο -σε ένα σύστημα- που απέρριψε τις ιδέες της καθώς συνεχίζει να οδεύει προς την καταστροφή.

Γράφαμε εξάλλου κι εδώ πως προς τιμήν του, το φιλμ τολμά και παίρνει καθαρή πολιτική θέση, δίχως μεσοβέζικες παραχωρήσεις ή λύσεις τύπου «ας μην είμαστε ακραίοι». Μα την ίδια στιγμή, η κοσμοθεωρία αυτή παρουσιάζεται μέσα σε ένα πλαίσιο πικρής αποστασιοποίησης: Η «δεν ξέραμε πόσο καλά το είχαμε» σκηνή έρχεται ως κορύφωση μιας παραίτησης απέναντι στον ίδιο τον κόσμο και με τον Σοφό Θεατή εδώ και ώρα να έχει τεθεί εκτός του όποιου συμπλέγματος ενοχής και ευθύνης, σε αντίθεση με αληθινά τολμηρά, ριζοσπαστικά οράματα σαν του αριστουργηματικού First Reformed του Πολ Σρέιντερ, που αναζητούν παραληρηματικά και βίαια την εξιλέωση μέσα στο σκοτάδι, συνδέοντας το προσωπικό με το παγκόσμιο. Υπό μία έννοια, πίσω από την ορμητική σάτιρα του Don’t Look Up κρύβεται ακριβώς η ίδια «ουφ, άσε, τι τα θες τώρα» συλλογιστική που το φιλμ κατακρίνει, κάνοντάς το εύπεπτο όσο και αιχμηρό, γυαλισμένο όσο και -δικαίως- οργισμένο.

Netflix

ΕΝΑ #1 ΤΟΥ NETFLIX ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΑΠΟ ΤΑ ΑΛΛΑ

Για ένα συνδυασμό λοιπόν λόγων, η ταινία όχι απλά ήρθε την κατάλληλη στιγμή, αλλά χτύπησε και σαν κεραυνός. Ο τρόπος που το Netflix μετρά τους θεατές του είναι από άλλο ανέκδοτο και επί της ουσίας δεν μπορεί να μας αφορά με σοβαρό τρόπο, κι ούτε το #1 στο τοπ-10 του δείχνει κάτι: Πόσες και πόσες «ταινίες που δεν υπάρχουν» έχουν βρεθεί στο #1 του Netflix απλώς και μόνο επειδή έμοιαζαν με κάτι που μπορείς να πατήσεις το play ενώ κάνεις δουλειές στο σπίτι;

Αντίστοιχα, σε επίπεδα κινηματογραφικού box office, μια ταινία μπορεί να κάνει εισπρακτικά ρεκόρ και αυτό να μην σημαίνει τίποτα. Το Spider-Man: No Way Home είναι καλή και γλυκιά ταινία και δεν θέλουμε της βάλουμε τώρα τις φωνές στα καλά καθούμενα οπότε ας διαλέξουμε κάτι άλλο. Το Jurassic World! Το θυμάστε; Ας φωνάξουμε σε αυτό. Το Jurassic World είχε κάνει ρεκόρ ανοίγματος όταν κυκλοφόρησε στα σινεμά, αλλά θυμάται κανείς άνθρωπος να κάνει μισή συζήτηση για αυτή την ταινία;

Όμως το Don’t Look Up ταρακούνησε, κι αυτό είναι κάτι που καμία κριτική δε μπορεί να του το αρνηθεί. (Ο στόχος μιας ταινίας δεν είναι απαραιτήτως αυτός, αλλά ετούτης σίγουρα ήταν, κι αναμφίβολα τον πέτυχε.) Όχι απλά ο κόσμος το συζητά, αλλά μέσα σε ελάχιστες μέρες έχει ήδη φτάσει ένα επίπεδο αναγνωρισιμότητας που το μετατρέπει σε επιχείρημα μέσα σε συζητήσεις. «Πώς είναι δυνατόν η κυβέρνηση να μας έχει τόσο ξεδιάντροπα παρατήσει στο έλεος της πανδημίας;», μπορεί να αναρωτηθεί κανείς, «Don’t Look Up» θα είναι η απάντηση. (Δεν είναι αληθινή συζήτηση αυτή, αλλά έχουμε πετύχει ένα σωρό παρεμφερείς τις τελευταίες μέρες.)

Οι ρόλοι της ταινίας παραλληλίζονται με πραγματικά πρόσωπα της πανδημικής μας πολιτικής επικαιρότητας. (Σας αφήνουμε να μαντέψετε.) Εξώφυλλα εφημερίδων απεικονίζουν την ταινία σα να επρόκειτο για κάτι το πασιφανώς γνωστό και αναγνωρίσιμο για το σύνολο του πληθυσμού. Ενώ την ίδια στιγμή, οι συζητήσεις μαίνονται με ένταση σε κάθε επίπεδο: Για την αξία της ταινίας, για το βάθος της πολιτικής της παρατήρησης, και φυσικά για -αλίμονο, σιγά μην έλειπε αυτό- τον αληθινό λόγο που αρκετοί κριτικοί θάβουν το φιλμ.

Να ένας τρόπος με τον οποίο αυτές οι ταινίες που πλασάρονται ως Σοκ Στο Σύστημα, καλλιεργούν τη συζήτηση γύρω από την ίδια τους την ύπαρξη. Ο σκηνοθέτης του Don’t Look Up, Άνταμ ΜακΚέι, έριξε ένα passive aggressive σχόλιο προς τους σκεπτικιστές απέναντι στο φιλμ, παρομοιάζοντάς τους με ρομπότ που παρακολουθούν μια ερωτική ιστορία. Αν δεν έχεις αγωνία για την κλιματική αλλαγή πώς να καταλάβεις την ταινία, λέει πονηρά, ακυρώνοντας κάθε εύλογη καλλιτεχνική ένσταση απέναντι στο φιλμ του ως κοινωνική ενοχή. (Περιμένετε και θα δείτε: Αυτή θα είναι η καμπάνια που θα οδηγήσει το φιλμ στα Όσκαρ.)

Netflix

ΤΟ ΣΙΝΕΜΑ ΚΑΙ Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η σχέση του σινεμά με τον κόσμο παραμένει ένα πεδίο γεμάτο αβεβαιότητα και ερωτηματικά. Ποια η ευθύνη ενός καλλιτέχνη, ποια η ευθύνη μιας ταινίας, ποια η ευθύνη του κοινού; Μπορεί μια ταινία να αλλάξει κάτι; (Μπορεί, και έχει συμβεί, αλλά πολύ συχνά αυτό δεν συνδέεται καθόλου με προθέσεις κι είναι αποτέλεσμα συγκυριών.) Είναι ο σκοπός μιας ταινίας να αλλάξει κάτι; Θυμάστε όταν κυκλοφόρησε το Joker που μεγάλα σάιτ του εξωτερικού δεν έβαζαν βαθμολογία γιατί πίστευαν ότι είναι μια άκρως επικίνδυνη ταινία που θα οδηγήσει την κοινωνία σε εκρήξεις βίας; Ήμασταν τόσο αθώοι τότε. Είναι η ίδια συλλογιστική, από την ανάποδη.

Στην πραγματικότητα, το Joker μες στην τεράστια δημοφιλία του, που ήρθε υπό κάποιες παρόμοιες συνθήκες με το Don’t Look Up, είχε καταφέρει κι εκείνο με τον τρόπο του να πιάσει κάτι από τον παλμό της στιγμής. Με ένα ιδιοφυές λανσάρισμα (που το είχε στείλει σε υψηλού πρεστίζ κινηματογραφικό Φεστιβάλ ώστε να κερδίσει εξαρχής το θαυμασμό) και προσαρμόζοντας την περσόνα ενός εμβληματικού villain σε μια εποχή βυθισμένη στον βουβό παραλογισμό, το Joker μετατράπηκε άμεσα σε σημείο αναφοράς: Έγινε επιχείρημα, έγινε punch line, έγινε avatar στα σόσιαλ, έγινε ταινία που ξεπέρασε τα όρια της Μιας Ακόμα Εμπορικά Πετυχημένης Ταινίας. (Κι αυτό, πριν καν μπει στην εικόνα η ελληνική αστυνομία.)

Το Joker -με τη βοήθεια και του χρόνου- βρίσκεται πιο πάνω σε απόλυτους αριθμούς, όμως ανάμεσα στις δύο ταινίες βλέπουμε τόσο την εντελώς αντίστοιχη απόσταση κριτικών-κοινού (στις πάνω εικόνες, από το Rotten Tomatoes), όσο και την κάτω της βάσης βαθμολογία στο πιο έγκυρο και αυστηρό Metacritic (κάτω).

Τεράστιο επίπεδο αναγνωρισιμότητας, μαινόμενο ντιμπέιτ, αναφορές ακόμα κι από πολιτικά πρόσωπα οπως ο Αλέξης Τσίπρας ως μορφή αντιπαράθεσης, ταινία της οποίας ο τίτλος και μόνο αποτελεί εν δυνάμει κομβικό σημείο σε συζητήσεις. Φιλμ άκρως διχαστικό (σε αντίθεση, πχ, με κάτι σαν τα Παράσιτα, ένα πρόσφατο έργο επίσης αλληγορικό, επίσης δημοφιλές, επίσης σαφές στην πολιτική του τοποθέτηση), που παρολαυτά αρέσει περισσότερο στο κοινό παρά στην κριτική.

Έργο που παίρνει τις -πολιτικές, κοινωνικές, συμβολικές- διαθέσεις του και τις εντείνει, τις υπογραμμίζει, τις βροντοφωνάζει σε ακραίο βαθμό ώσπου είτε να κερδίσει απόλυτα είτε να χάσει απόλυτα τον θεατή, αφήνοντας τις αντιμαχόμενες πλευρές να φωνάζουν μέχρι εξάντλησης – ή μέχρι να φτάσουμε στα Όσκαρ. Γυρισμένο από σκηνοθέτη που κάποτε είχε τεράστια επιτυχία στην αναπολογητική κωμωδία (Anchorman, Step Brothers και το -πολύ πιο πολιτικά παρατηρητικό από το Don’t Look UpTalladega Nights για τον ΜακΚέι, τα Hangover για τον Τοντ Φίλιπς) και που τώρα επαναπλασάρεται ως Σοβαρός Δημιουργός.

Κι όλα αυτά όντας σημείο αναφοράς για την κατάσταση που μας περικυκλώνει;

Ναι: Και καλώς και κακώς, το Don’t Look Up είναι το φετινό Joker.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα