Η Δικτατορία μέσα από τις φωτογραφίες του Αριστοτέλη Σαρρηκώστα που έκαναν τον γύρο του κόσμου

Η Δικτατορία μέσα από τις φωτογραφίες του Αριστοτέλη Σαρρηκώστα που έκαναν τον γύρο του κόσμου

Δείτε τι δήλωσε ο μοναδικός Έλληνας φωτορεπόρτερ που κατάφερε να απαθανατίσει τη στιγμή της εισόδου του τανκ στο Πολυτεχνείο. Ο άνθρωπος που φωτογράφισε τη Χούντα, πολέμους και ιστορικά γεγονότα σε όλο τον πλανήτη για λογαριασμό του Associated Press, μιλάει στο NEWS247 (Pics + Vids)

Ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας είναι ο μοναδικός Έλληνας φωτορεπόρτερ που κατάφερε να καταγράψει καρέ καρέ την εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο, αλλά και τις σημαντικότερες στιγμές της Δικτατορίας.

Μέσα από τα πλάνα του αφηγείται σημαντικές στιγμές του 1973, τα γεγονότα της Νομικής, τον διορισμό της κυβέρνησης Μαρκεζίνη, το μνημόσυνο του Γεωργίου Παπανδρέου, το τριήμερο της κατάληψης, την επέμβαση του στρατού για την καταστολή της εξέγερσης, την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου, αλλά και γεγονότα της μεταπολίτευσης.

Το να συνομιλείς με έναν τέτοιο άνθρωπο, είναι ένα μάθημα ζωής αλλά και μία απόδειξη του ότι η ιστορία καταγράφει τα γεγονότα της μέσα από τον φακό κάποιον ανθρώπων και από τις μνήμες που δεν πρέπει ποτέ να διαγραφούν. Άλλωστε, λαός που ξεχνά την ιστορία του, είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει.

Ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας άρχισε την επαγγελματική του πορεία το 1961 στο μεγαλύτερο Πρακτορείο Φωτογραφικών Επικαίρων της εποχής, την “Ένωση”, μετά από μια μικρή περιπέτεια του στη Βραζιλία και την Αμερική.

Από το 1964 έως και το 1998 συνεργάστηκε με το Διεθνές Ειδησεογραφικό Πρακτορείο Associated Press (ASS/Press) και είναι επίτιμο μέλος της Ένωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου στην Ελλάδα. Οι φωτογραφίες δημοσιεύονται με δική του έγκριση.

Μέσα από τον φακό του αποτυπώθηκαν πόλεμοι, συγκρούσεις, ιστορικά γεγονότα, στιγμές που σημάδεψαν την παγκόσμια ιστορία τα τελευταία 50 χρόνια. Όπως επισημαίνει ο ίδιος, ο φωτορεπόρτερ οφείλει “να παρουσιάζει την αλήθεια και να μην την παραποιεί” , να καταγράφει τα ιστορικά γεγονότα.

Στη θεματολογία του αρχείου του περιλαμβάνονται στιγμιότυπα της πολιτικής ζωής του τόπου (ορκωμοσίες κυβερνήσεων, συνεδριάσεις της Βουλής, Ιουλιανά, Δικτατορία, η εξέγερση της Νομικής, σπάνιο φωτογραφικό υλικό από τα γεγονότα στο Πολυτεχνείο, τις Δίκες της Χούντας, την υπογραφή της συνθήκης προσχώρησης στην ΕΟΚ, κ.α.), καλλιτεχνικών εκδηλώσεων και αθλητικών αγώνων, καθώς και πορτρέτα διάσημων ανθρώπων των Τεχνών και των Γραμμάτων. Σημαντική θεματική ενότητα των φωτογραφιών του, αποτελούν τα διεθνή γεγονότα, το υλικό από πολεμικές ανταποκρίσεις, στιγμιότυπα από διεθνείς συναντήσεις και φωτογραφίες ξένων ηγετών.

Ο Louis D. Boccardi, πρόεδρος και διευθυντής του ASS/Press έχει πει χαρακτηριστικά: “Ο Sarris (όπως τον αποκαλούσαν) κάτω από αντίξοες συνθήκες και χωρίς τη σύγχρονη φωτογραφική τεχνολογία είχε το θάρρος και το κουράγιο να φέρει σε πέρας δύσκολες αποστολές, κουβαλώντας στο ένα χέρι τη βαλίτσα-εμφανιστήριο και στο άλλο τις φωτογραφικές μηχανές”.

Μιλώντας μαζί του, μας έδειξε ιστορικές φωτογραφίες και γύρισε τον χρόνο πίσω, στα χρόνια που η Ελλάδα “μπήκε στον γύψο”.

“Στα μέσα του ’60, το Reuters, το UPI και το Associated Press δεν είχαν μόνιμους φωτορεπόρτερ εδώ και όποτε συνέβαινε κάτι στην Ελλάδα. Ήμουν ο μόνος που μιλούσε αγγλικά στο πρακτορείο της “Ένωσης”. Έτσι γνωρίστηκα με τους ξένους ανταποκριτές, είδαν τη δουλειά μου, και το γραφείο του Associated Press στη Αθήνα μου πρότεινε συμβόλαιο. Ο εδώ διευθυντής με ζήτησε μόνος του. Πήρα την έγκριση από τα αφεντικά μου, και ξεκίνησα τη συνεργασία με το Associated Press”, δηλώνει ο ίδιος.

Οι αναμνήσεις από τις πρώτες στιγμές της Χούντας την 21η Απριλίου και η “φυγάδευση” των πρώτων φωτογραφιών στην Ιταλία:

“Δυο βόλτες στο κέντρο αρκούσαν για να βγάλω μια καλή εικόνα και να τη στείλω στα διεθνή ΜΜΕ”.

“Την 21η Απριλίου, κανείς δεν πίστευε τι γινόταν. Πιάσανε τους πολιτικούς εξαπίνης, με τις πιτζάμες. Θυμάμαι ήμουν νιόπαντρος. Η γυναίκα μου, μου είπε, Τέλη, βγήκαν τα τανκ, μην πας πουθενά. Όπως καταλαβαίνεις, ήταν εντός εισαγωγικών η “καλύτερη” μου. ‘Ήξερα πως έπρεπε να κάνω τα πάντα για να βρεθώ εκεί έξω. Έφυγα από το σπίτι που έμενα τότε στο Παγκράτι και κατευθύνθηκα προς τα γραφεία του ASS/Press που ήταν τότε στην οδό Κολοκοτρώνη, εκεί που τότε στεγαζόταν και το “Έθνος”. Πήρα τον εξοπλισμό μου και βρέθηκα στο Σύνταγμα.

Εκεί είδα τα τανκ και τον στρατό να βρίσκεται παντού. Δεν υπήρχαν πολίτες. Είδα ένα μυδράλιο μπροστά από τη Βουλή, στραμμένο προς την πλατεία Συντάγματος. Δε δίστασα και τράβηξα κάποια πλάνα. Αμέσως με συνέλαβαν. Για καλή μου τύχη, στο δρόμο στη Λέκκα για την ακρίβεια, συνάντησα έναν τροχονόμο που με ήξερε μιας και κυκλοφορούσα στην περιοχή μιας και εκεί ήταν τα γραφεία και είπε στους άνδρες που με συνόδευαν για την Μπουμπουλίνας να με παραδώσουν σε εκείνον για να με πάει στο κρατητήριο. Τελικά με άφησε να φύγω”.

“Τις πρώτες ημέρες το μόνο που δούλευε αργά, ήταν το τέλεξ. Εμφάνισα τις πρώτες φωτογραφίες και σκέψου ότι τότε στέλναμε τις φωτογραφίες μέσω τηλεφωνικής γραμμής, δεν είχαμε άλλο τρόπο. Και το τηλέφωνο ήταν κομμένο. Ο μόνος τρόπος για να τις στείλω λοιπόν στο εξωτερικό, ήταν να πάω στο αεροδρόμιο και να τις στείλω με κάποιον.

Μετά από πολλές περιπέτειες κατάφερα να πάω στο Ελληνικό και να τις δώσω σε έναν επιβάτη της Alitalia, χέρι με χέρι, στη σκάλα, μέσα στην πίστα, την ώρα που επιβιβαζόταν στο αεροπλάνο. Έτσι ταξίδεψαν οι πρώτες φωτογραφίες του καθεστώτος και άρχισαν να αντιδρούν τα διεθνή media. Πολλές φορές βέβαια, παραποιούσαν τις λεζάντες που γράφαμε με αποτέλεσμα να βρίσκουμε τον μπελά μας. Οι επισκέψεις στα κεντρικά της Μπουμπουλίνας ήταν ρουτίνα, αφού η Χούντα ήθελε να ελέγχει τις φωτογραφίες πριν δημοσιευτούν”.

Η λογοκρισία

“Οι στρατιωτικοί ήθελαν να ελέγχουν μεν τις φωτογραφίες που στέλναμε στο εξωτερικό, από την άλλη όμως δεν ήξεραν αγγλικά. Έτσι μας έβαζαν να αυτολογοκρινόμαστε. Ακόμα χειρότερα δηλαδή. Αν έστελνα εγώ μια φωτογραφία και την επόμενη μέρα τη βλέπανε ας πούμε στο Spiegel, οι συνέπειες ήταν πολλές. Κυρίως για τους Έλληνες συναδέλφους. Πολλοί είχαν φάει ξύλο, τους είχαν σπάσει τις μηχανές. Συνάδελφους που συνεργαζόταν με την “Αυγή”, ήταν σεσημασμένος.

Εγώ έκανα τη δουλειά μου. Δε σκέφτηκα ποτέ να μη στείλω κάποια φωτογραφία για να μην έχω μπλεξίματα. Πρόσεχα όμως. Έστελνα τις φωτογραφίες που ήθελα αλλά προσπαθούσα να μην είναι πολύ “προκλητικές”. Στο νοσοκομείο βρέθηκα το ’65, λίγο πριν τη Χούντα. Η πολιτική τότε άλλωστε δεν είχε διαφορές. Ποτέ όμως δε σκέφτηκα να σταματήσω”. 

Οι πρώτες αντιδράσεις του κόσμου για το στρατιωτικό καθεστώς της 21ης Απριλίου:

“Ο κόσμος ήταν μουδιασμένος. Οι πρώτες αντιδράσεις ήρθαν με τις μεγάλες κηδείες και σιγά σιγά κλιμακώθηκαν. Μιλάμε για στρατιωτικό καθεστώς. Όπως έχω ξαναπεί, η χειρότερη μορφή δημοκρατίας, είναι καλύτερη από την ηπιότερη Χούντα .

Στην αρχή δεν ξέραμε ποιοι είναι οι αυτουργοί. Στην αρχή ξεκίνησαν το πραξικόπημα, έχοντας ένα δεύτερο σχέδιο, ξεκίνησαν σαν στρατιωτική άσκηση. Έτσι ώστε αν αποτύγχαναν, να έλεγαν ότι εμείς κάναμε απλά μια άσκηση. Έλεγξαν όμως τον ΟΤΕ, την Αστυνομία, το Πεντάγωνο και τη Βουλή και όλα τελείωσαν. Οι Βασιλικοί, οι Παπανδρεϊκοί και οι Καραμανλικοί ήταν στα σπίτια τους. Η πρώτη θέση που έλαβε ο Παπαδόπουλος ήταν υπουργός Τύπου, για να μπορεί να ελέγχει τα ΜΜΕ. Ο Παττακός το Εσωτερικών και ο Μακαρέζος το Οικονομικών.

Επί Χούντας, δε φοβήθηκα ποτέ. Και πως να φοβηθώ; Είχα δει τα πάντα στη ζωή μου, πολέμους, νεκρούς, από μικρό παιδάκι θυμάμαι να βλέπω νεκρούς. Έζησα τη φρίκη του εμφύλιου γιατί ζούσα στην Καισαριανή. Θυμάμαι εκτελέσεις, ο αδερφός να σκοτώνει τον αδερφό του.

Προσωπικά έκανα πάντα αυτό που έπρεπε και είμαι τυχερός γιατί δούλευα για το ASS/Press. Οι στρατιωτικοί ήθελαν να βγάζουν καλή εικόνα προς τα έξω και έτσι με καλούσαν να τους φωτογραφίζω. Έτυχα καλύτερης τύχης από τους Έλληνες συναδέλφους μου εκείνο τον καιρό. Επαναλαμβάνω, με καλούσαν οι στρατιωτικοί να τους φωτογραφίζω για να στέλνουν φωτογραφίες τους στο εξωτερικό, για να προβάλλονται. Στεναχωριόμουν όταν έβλεπα μπουλούκια ανθρώπων να φεύγουν στα ξερονήσια, όταν έβλεπα βασανισμένους. Έπρεπε όμως να κάνω την καρδιά μου πέτρα και να συνεχίσω. Αυτή είναι η δουλειά του φωτορεπόρτερ”.

Η βραδιά του Πολυτεχνείου:

“Από την πρώτη μέρα της κατάληψης ο κόσμος κατέβαινε στην Ομόνοια. Θυμάμαι που σταματούσαν τα τραμ και τα λεωφορεία και ξυλοκοπούσαν αδιακρίτως τους πάντες. Κανονική τρομοκρατία. Αυτά όλα έχουν καταγραφεί. Τα συνθήματα, τις “αύρες” να πατάνε τον κόσμο, οι ελεύθεροι σκοπευτές, τα πάντα. Τη ημέρα χτυπούσαν με πλαστικές σφαίρες, το βράδυ με κανονικές, γιατί δεν έβλεπες ποιος σε πυροβολεί”.

“Την 16η Νοεμβρίου το βράδυ, μαζί με τον διευθυντή μου, καταφέραμε να μπούμε στην πομπή των αρμάτων και να φτάσουμε στην Πατησίων. Αστυνομικοί παντού, ασφαλίτες, στρατός. Εγώ πήγα με τη μηχανή και την ταυτότητα μου για να δουν ότι είμαι φωτορεπόρτερ του Associated. Έβλεπα τους φοιτητές από τα παράθυρα να φωνάζουν στους στρατιώτες, “ελάτε μαζί μας, είμαστε αδέρφια”.

Στιγμές πριν την είσοδο του τανκ στο Πολυτεχνείο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας/Αρχείο ΕΡΤ

 

“Ο εισαγγελέας ζητούσε από τους φοιτητές να βγουν και τους έλεγε πως δεν θα πάθουν τίποτα. Κάποια στιγμή, καμια 20αριά παιδιά, πήδηξαν από τα παράθυρα στη Στουρνάρη και τους έπιασαν αμέσως. Τους βάλανε στη μέση στη Πατησίων και άρχισαν να τους ξυλοκοπούν με καδρόνια, δοκάρια, δεν είχαν γκλοπ. Εκείνη τη στιγμή, δεν μπόρεσα να φωτογραφίσω το περιστατικό, σκέφτηκα πως αν σηκώσω τη μηχανή και φωτογραφίσω, θα με μάζευαν. Προτίμησα να μην το κάνω για να μείνω μέχρι το τέλος και να δω τι θα γίνει”.

Ο τολμηρός φωτορεπόρτερ φωτογράφισε το τανκ, έδωσε το φιλμ στο διευθυντή του που βρισκόταν μαζί του στην Πατησίων και του είπε να φύγει, όπως κι έγινε.

“Κάποια στιγμή, είδα το κανόνι του τανκ να γυρίζει ανάποδα. Μέχρι εκείνη την ώρα σημάδευε την πύλη. Ξαφνικά έγινε αυτό που με αιφνιδίασε και έμεινε στην ιστορία για πάντα. Το τανκ έριξε την πύλη και μπήκε μέσα στο Πολυτεχνείο.

Είδα παιδιά που ήταν πάνω στα κάγκελα να πέφτουν. Την ίδια ώρα έπεφταν πυροβολισμοί και ακούγονταν ουρλιαχτά. Δεν θέλω να περιαυτολογήσω, αλλά αν δεν ήμουν εγώ εκείνη τη στιγμή, κανείς δεν θα είχε φωτογραφίες ντοκουμέντο από τη βραδιά της 17ης Νοεμβρίου και η Χούντα θα είχε εξαφανίσει το γεγονός”.

Ενώ συνέχιζε να φωτογραφίζει, μια ομάδα αστυνομικών με μεγάλα καδρόνια στα χέρια κινήθηκαν προς το μέρος του και επιχείρησαν να τον χτυπήσουν. Με ελιγμούς απέφυγε τα χτυπήματα και τράπηκε σε φυγή.

Οι φωτογραφίες του Σαρρηκώστα και το φιλμάκι των μόλις 35 δευτερολέπτων του Ολλανδού οπερατέρ που τράβηξε από το ξενοδοχείο Ακροπόλ αποτέλεσαν τα μοναδικά ντοκουμέντα που διέψευσαν την αρχική προπαγάνδα της χούντας ότι “στο Πολυτεχνείο δε συνέβη το παραμικρό”.

17 Νοεμβρίου, 1973. Το ξημέρωμα

17 Νοεμβρίου, 1973. Το ξημέρωμα

 

“Όταν έχεις εξοικειωθεί με χειρότερες τραγωδίες, με πολέμους, με εμφύλιους σπαραγμούς, με γενοκτονίες, γεγονότα σαν του Πολυτεχνείου δεν σε πτοούν”, λέει και συνεχίζει:

“Τα μάτια μου έχουν δει πολύ χειρότερα πράγματα. Η μηχανή μου έχει απαθανατίσει χιλιάδες νεκρούς ανά την υφήλιο. Όμως με το Πολυτεχνείο οφείλω να ομολογήσω ότι συγκλονίστηκα και αυτό γιατί συνέβαινε στην πατρίδα μου”.

Το τανκ μέσα στο Πολυτεχνείο:

Το τανκ μέσα στο Πολυτεχνείο. Η πύλη έχει πέσει

“Οι συγκυρίες με έκαναν να βρεθώ στο Πολυτεχνείο και να φωτογραφίσω περιστατικά από την επταετία. Εύχομαι να μην υπάρξουν ποτέ ξανά στη χώρα μας, τέτοιου είδους φωτογραφίες”.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα