Η σιωπή του Καραμανλή που… έσπασε

Η σιωπή του Καραμανλή που… έσπασε
O πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής Eurokinissi

Για την επιλογή του πρώην πρωθυπουργού να παραμένει επί οκτώ χρόνια αμέτοχος από την πολιτική αντιπαράθεση πολλά έχουν γραφτεί και ειπωθεί

Την ώρα που τα πολιτικά και ιδεολογικά στρατόπεδα διατάσσουν τις δυνάμεις τους ενόψει των επόμενων εκλογών και ειδικότερα σχετικά με το πρόσημο που πρέπει να λάβει η ασθμαίνουσα διαχείριση της μεταμνημονιακής περιόδου, ένας παλιός και απ΄ ότι φαίνεται ανοικτός λογαριασμός επέστρεψε στη δημόσια συζήτηση.

Η “σιωπή” του Κώστα Καραμανλή.

Και έτσι, όπως, τυχαία(;) επέστρεψε, έτσι τυχαία (;) έλυσε, αίφνης, τη σιωπή του με τη δήλωση ενότητας, συστράτευσης και στήριξης της ηγεσίας, λίγο πριν την ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ.

Για την επιλογή του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή να παραμένει επί οκτώ χρόνια αμέτοχος από την πολιτική αντιπαράθεση πολλά έχουν γραφτεί και ειπωθεί. Καλώς ή κακώς (κατά τη γνώμη μου το δεύτερο) αυτό επέλεξε.

Οι υπερασπιστές του επιζητούν εναγωνίως μια κάποια “δικαίωση” και επαναφέρουν το αίτημα περί εθνικής συνεννόησης, θυμίζοντας ότι ήταν εκείνος που την είχε επιδιώξει τους πρώτους μήνες του 2009, πριν τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό και την τυπική χρεοκοπία και υπαγωγή της χώρας στο πρώτο μνημόνιο επί κυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου.

Οι κατήγοροι του τον εγκαλούν για παρασκηνιακή στήριξη της σημερινής κυβέρνησης και “ανίερη συμμαχία” με τον Αλέξη Τσίπρα, απαιτώντας να λάβει θέση και να στηλιτεύσει τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Το αφήγημα περί “τρίτης συνιστώσας” (με πρώτο διδάξαντα τον Ευάγγελο Βενιζέλο) έρχεται και επανέρχεται κατά διαστήματα, παρά το γεγονός ότι σε κρίσιμες πολιτικές συγκυρίες (όπως στο δημοψήφισμα του καλοκαιριού του 2015) η τοποθέτησή του ήταν σαφής και υποστηρικτική της Ν.Δ.

Προφανώς, όμως, οι τελευταίοι ζητούν κάτι περισσότερο. Όπως τη δημόσια στήριξη στην πολιτική της σημερινής ηγεσίας της παράταξης και την απόλυτη υιοθέτηση της άποψης σχετικά με το πόσο “καταστροφικός” -ίσως και “χυδαίος” και “τοξικός”- είναι ο σημερινός πρωθυπουργός και πόσο επιζήμια -ή και προδοτική- είναι η Συμφωνία των Πρεσπών. Ίσως, επιπροσθέτως, και πόσο “ελαττωματικές” είναι οι ιδέες της Αριστεράς.

Το γεγονός ότι ο Καραμανλής βρέθηκε στην πρώτη σειρά των χειροκροτητών του προέδρου του κόμματος στην ΔΕΘ δεν αρκούσε. Ούτε ότι απέχει από όσα τεκταίνονται εσωκομματικά και -πάντοτε κατά τους υποστηρικτές του- αλλοιώνουν τη φυσιογνωμία της παράταξης. Ακόμα και με εκείνους που το 2009 αποκαλούσε “άκρα” συνομιλεί και συναγελάζεται στις κομματικές συγκεντρώσεις ή στην Βουλή, αλλά ούτε αυτό θεωρείται επαρκές. Γι αυτά η “σιωπή” του είναι…χρυσός.

Προκαλεί απορία, ωστόσο, γιατί ορισμένοι θεωρούν τόσο σημαντική την “απουσία” Καραμανλή.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, για παράδειγμα, θα έπρεπε να υπερηφανεύεται για το γεγονός ότι το κόμμα του διατηρεί σημαντικό δημοσκοπικό προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ παρότι ένα τόσο εμβληματικό για την παράταξη πρόσωπο δεν βρίσκεται διαρκώς δίπλα του. Η “δόξα” της πρωτοπορίας είναι όλη δική του. Κι αν από κάποιον κινδυνεύει να χάσει ένα μικρό μέρος της δεν είναι από τον Καραμανλή αλλά από έναν άλλον πρώην πρωθυπουργό. Γνωστά αυτά στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ.

Μήπως, τελικά, οι επιθέσεις εναντίον του πρώην πρωθυπουργού -τις οποίες η ηγεσία της Ν.Δ δεν σχολιάζει και ακόμα περισσότερο δεν δείχνει διάθεση να τον προστατεύσει- δεν αφορούν την “σιωπή” και την “απουσία” του; Μήπως αυτό που ξορκίζουν όλα αυτά είναι ο φόβος μην τελικά μιλήσει και αποφασίσει να δηλώσει παρουσία;

Αρκετοί είναι εκείνοι που εκτιμούν πως όσα λέγονται και γράφονται αυτές τις μέρες δεν σχετίζονται με τη συγκυρία, ούτε καν με την εκλογική μάχη που ακολουθεί. Δεδομένο έπρεπε να θεωρείται, άλλωστε, πως πριν τις κάλπες του Μαϊου ή του Οκτωβρίου του 2019 ο Κώστας Καραμανλής κάτι θα έλεγε για να στηρίξει την παράταξη. Δεν θα έφτανε “άκαπνος” στην Κυριακή των εκλογών, όπως δεν συνέβη και στις προηγούμενες αναμετρήσεις. Πάντοτε καλούσε σε συστράτευση τα στελέχη και τα μέλη του κόμματος. Ασχέτως ηγεσίας.

Ούτε μπορεί να φανταστεί κανείς πως ο Καραμανλής έχει την πρόθεση -θα προσέθετα και τις δυνατότητες- να υπονομεύσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ούτε η πολιτική του φύση, ούτε η “κληρονομιά” που κουβαλάει του επιτρέπουν κάτι τέτοιο.

Γιατί, λοιπόν, αίφνης, ασχολούνται τόσοι πολλοί με κάτι δευτερεύον όπως η “σιωπή” του Καραμανλή;

Κατά έναν “περίεργο” τρόπο, κοινός τόπος της επιχειρηματολογίας όσων τον εγκαλούν είναι η προεδρική εκλογή του 2020. Μπαίνουν στην χρονομηχανή, προσπερνούν το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών (το οποίο ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι νεοδημοκράτες δεν προεξοφλούν) και φθάνουν στον Φεβρουάριο του 2020 με την υπόνοια ότι υπάρχει κάποια συνωμοσία που θα φέρει τον πρώην πρωθυπουργό στο Προεδρικό μέγαρο της Ηρώδου του Αττικού.

Συνωμοσία όμως από ποιους; Η Ν.Δ, όπως φαίνεται ότι πιστεύει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, θα είναι πρώτο κόμμα. Και θα σχηματίσει κυβέρνηση, είτε αυτοδύναμα, είτε με τη συνδρομή της Φώφης Γεννηματά. Αυτό δεν περιγράφουν τα σενάρια και αρκετές δημοσκοπήσεις;

Σε μια τέτοια περίπτωση ο κ. Μητσοτάκης είναι πολύ πιθανό να μπορεί να συγκεντρώσει την απαιτούμενη διευρυμένη πλειοψηφία των 180 (στην τρίτη ψηφοφορία όπως προβλέπει το Σύνταγμα) και να εκλέξει τον Πρόεδρο Δημοκρατίας της αρεσκείας του. Οι φήμες λένε,μάλιστα, πως ακούει θετικά κάποιες εισηγήσεις που του έχουν γίνει για συγκεκριμένο πρόσωπο.

Αλλά ακόμα κι αν δεν την έχει και προ του κινδύνου να τον σύρει ο ΣΥΡΙΖΑ (ως αξιωματική αντιπολίτευση σε ένα τέτοιο σενάριο) σε μία νέα εκλογική αναμέτρηση -με απλή αναλογική- διαθέτει και πάλι την πρωτοβουλία των κινήσεων εάν προτείνει την επανεκλογή του νυν Προέδρου. Ποιος θα πει όχι στην ανανέωση της θητείας του Προκόπη Παυλόπουλου που και σαρξ εκ της σαρκός της παράταξης είναι και επιτυχημένος θεωρείται μέχρις ώρας; Και, επιπλέον, με αδιαμφισβήτητη διεθνή αναγνώριση και αποδοχή.

Γιατί, λοιπόν, όσοι επιδίδονται στη συγγραφή σεναρίων περί Καραμανλή, ακόμα περισσότερο όσοι τον κατηγορούν για την “απουσία” του, καταλήγουν στην προεδρική εξίσωση του 2020;

Εάν συνδυάσει κανείς τις επιθέσεις στον Καραμανλή, με την συνεχιζόμενη εδώ και καιρό προσπάθεια απομείωσης του κύρους και αμφισβήτησης του ρόλου του νυν Προέδρου της Δημοκρατίας, ίσως καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα. Αμφότεροι με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο “χρεώνονται” ως έμμεσοι υποστηρικτές του Αλέξη Τσίπρα. Είναι πράγματι; Ή μήπως αυτή η κατάσταση διευκολύνει στην διαμόρφωση συσχετισμών στη Ν.Δ (π.χ “καθαρά” ψηφοδέλτια και απόλυτη επιρροή στην επόμενη κοινοβουλευτική ομάδα) ενόψει εκλογών και, ακόμα περισσότερο, ανοίγει το δρόμο για άλλες επιθυμητές προεδρικές υποψηφιότητες;

Η αλήθεια είναι πως οι μιντιακές και άλλες επιθέσεις που δέχθηκε τον τελευταίο καιρό είχαν αποτέλεσμα. Ο Καραμανλής οδηγήθηκε στη δήλωση περί ενότητας και συστράτευσης (και ως εκ τούτου στήριξης της ηγεσίας) υπό πίεση. Όχι γιατί δεν ήθελε να το πράξει αλλά διότι είχε σκοπό να το πράξει με τους δικούς του όρους και την στιγμή που θα το αποφάσιζε.

Φαίνεται, ωστόσο, πως αντιλαμβάνεται πως οι επόμενοι μήνες θα είναι μία πορεία σε ναρκοπέδιο με την πόλωση στα ύψη και τη δημόσια αντιπαράθεση στο πεζοδρόμιο. Μια δήλωση τώρα, λοιπόν, είναι ίσως προτιμότερη από μια σύγκρουση αργότερα για το εάν θα είναι ή όχι υποψήφιος στις επόμενες εκλογές. Διότι η πίεση εκεί αποσκοπούσε. Στο να καταστήσει μη αναγκαία την παρουσία του στην πρώτη γραμμή των εκλογών. Με μία διαφορά: αυτό που φάνηκε σχετικά εύκολο στην περίπτωση του Βαγγέλη Μεϊμαράκη, δεν θα είναι το ίδιο εύκολο με τον Κώστα Καραμανλή και τον Αντώνη Σαμαρά.

Οι όροι, ωστόσο, του τελικού “ξεκαθαρίσματος” των λογαριασμών θα διαμορφωθούν σταδιακά στην πορεία προς τις κάλπες και θα “κλειδώσουν” τη νύχτα της Κυριακής των εκλογών. Εκεί και τότε ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα γνωρίζει εάν Καραμανλής (και Σαμαράς) θα αποτελούν παρελθόν ή εγγυητές επιβίωσης…

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα