Το “δημογραφικό”και το brain drain ως ιδέα και ως πραγματικότητα
Διαβάζεται σε 7'
Αν δεν μετατοπιστεί η ατζέντα που σχεδόν μονοπωλεί τη δημόσια σφαίρα με τοξικές περί «δημογραφικού» τοποθετήσεις, τόσο το πρόβλημα αυτό ως ιδέα θα σπέρνει μισαλλοδοξία και ξενοφοβία στην κοινωνία μας.
- 23 Αυγούστου 2025 07:19
Υπάρχουν εκρηκτικά προβλήματα, αυτά που εξαιτίας της έντασής τους συγκεντρώνουν την προσοχή των ανθρώπων στον αγώνα για επιβίωση: πόλεμοι, πανδημίες και φυσικές καταστροφές βάζουν τις κοινωνίες σε αυτήν τη διαβόητη κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Η ελληνική κρίση κατάφερε να μπει σε αυτά, κυρίως τα πρώτα χρόνια της. Μετά έγινε σαν την αρθρίτιδα. Ο κόσμος, ως έναν βαθμό, συνήθισε την οδύνη της. Έγινε καθεστώς η κρίση.
Υπάρχουν όμως και «αργά» προβλήματα, αυτά που οι δημοσιολογούντες αρέσκονται να αποκαλούν «βραδυφλεγείς βόμβες». Αυτά με τα οποία συνηθίζουν οι κοινωνίες να ζούνε, λογίζοντας ως κανονικότητες τις εκδηλώσεις τους. Ένα τέτοιο, συχνά ακούμε, είναι το λεγόμενο «δημογραφικό». Ως «δημογραφικό» στην ελληνική δημόσια σφαίρα κατά κύριο λόγο, αντιμετωπίζονται τα προβλήματα της πληθυσμιακής εξασθένισης των Ελλήνων. Η «αλλοίωση» του έθνους από τη μετανάστευση, η ανάγκη ενίσχυσης της «οικογένειας» (εξ ου και το αντίστοιχο υπουργείο) και, κάπου στο τέλος, η ανάγκη αντιμετώπισης της ερήμωσης της ελληνικής υπαίθρου. Κάπως έτσι, ως ρητορική, το «δημογραφικό» βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα του νεοσυντηρητισμού και της ακροδεξιάς. Διότι είναι πεδίο δόξας λαμπρό για κάθε αφήγηση που αρέσκεται στην αυτοθυματοποίηση και την υπαρξιακή ανάγκη εφεύρεσης ή διόγκωσης απειλών οι οποίες συσπειρώνουν την εθνική κοινότητα.
Αυτή η περί «δημογραφικού» αφήγηση όμως διαπράττει ένα μείζον ατόπημα εννοιών. Ξεκινάει με ένα «λάθος», ένα πραγματικά βολικό, πλην όμως απόλυτο ψέμα. Το «δημογραφικό» δεν είναι πρόβλημα του εκάστοτε έθνους, επί του προκείμενου των Ελλήνων. Είναι πρόβλημα του πληθυσμού στο σύνολό του: ημεδαπών και αλλοδαπών, ομόθρησκων ή μη. «Δημογραφικό» στην Ελλάδα έχει ονομαστεί αυτό που στην κυρίαρχη αγγλοσαξονική ορολογία και διεθνώς ονομάζεται depopulation που ελληνικά θα μεταφράζονταν «αποπληθυσμός» ή περιφραστικά μείωση πληθυσμού, χωρίς περαιτέρω διευκρινήσεις τι είδους πληθυσμού.
Η μείωση λοιπόν του πληθυσμού είναι συνάρτηση τριών παραγόντων: γεννήσεων, θανάτων και μεταναστευτικού ισοζυγίου: με απλά λόγια, πόσοι γεννιούνται, πόσοι πεθαίνουν, πόσοι μπαίνουν και πόσοι βγαίνουν. Δύο τρόποι υπάρχουν να αντιμετωπιστεί η μείωση του πληθυσμού: να αντιστραφεί το ισοζύγιο υπέρ των γεννήσεων και το μεταναστευτικό ισοζύγιο να γίνει θετικό, δηλαδή να φεύγουν λιγότεροι από αυτούς που έρχονται. Τα περί «έθνους», «ελληνικής οικογένειας», «ορθοδοξίας» και λοιπά δεν χωρούν στη συζήτηση αυτή. Η μείωση ή η αύξηση του πληθυσμού είναι απλοί αριθμοί και όχι ψυχικές και συνειδησιακές διαγνώσεις περί εθνικής καταγωγής ή πίστεως.
Αν δεν μετατοπιστεί από εκεί η ατζέντα που σχεδόν μονοπωλεί τη δημόσια σφαίρα με τοξικές περί «δημογραφικού» τοποθετήσεις, τόσο το πρόβλημα αυτό ως ιδέα θα σπέρνει μισαλλοδοξία και ξενοφοβία στην κοινωνία μας. Η ακροδεξιά θεωρεί ότι η μετανάστευση απειλεί δημογραφικά την εκάστοτε χώρα, ενώ η απλή αλήθεια είναι ότι η μετανάστευση δημογραφικά την ενισχύει. Η αποδημία την αδυνατίζει.
Από όλες τις εκδηλώσεις του «αποπληθυσμού» – αυτή που πονάει περισσότερο είναι το λεγόμενο brain drain. Πονάει διότι δεν φεύγουν οι παρίες, αλλά «τα δικά μας παιδιά». Είναι δηλαδή ταξικός πρωτίστως ο πόνος του brain drain. Εδώ, σε αντίθεση με το «depopulation» που δεν μπορεί να πάρει την περίοπτη θέση που έχει στην ελληνική ορολογία το «δημογραφικό» λόγω της εργαλειοποίησής του, ο σαξωνικός όρος έχει ενσωματωθεί στο λεξιλόγιό μας. Όλοι μιλάνε για brain drain και ξέρουν ότι αναφέρονται στην αποδημία νέων κυρίως ατόμων με υψηλές δεξιότητες.
Από την αρχή της οικονομικής κρίσης ως σήμερα, το brain drain συνεχίζεται εντεινόμενο χωρίς ενδείξεις κάμψης. Αντιθέτως παρά τις περισπούδαστες εξαγγελίες της κυβέρνησης, την τελευταία δεκαπενταετία ο αριθμός των Ελλήνων που κατοικούν στο εξωτερικό αυξήθηκε κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 55% ενώ μόνο τα τελευταία 10 χρόνια, οι γεννηθέντες στην Ελλάδα που έχουν αποκτήσει ανώτατη εκπαίδευση και διαμένουν στην Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών, (δηλαδή την ΕΕ, συν Ελβετία, Νορβηγία, Ισλανδία, Λιχτενστάιν) σχεδόν διπλασιάστηκαν, αυξανόμενοι κατά 83%.
Ενώ τα νούμερα συνολικά είναι απογοητευτικά, θα πρέπει να επισημάνει κανείς ότι δεν είναι αποκλειστικά ελληνικά. Το φαινόμενο αφορά πολλές ευρωπαϊκές κοινωνίες, πρωτίστως φυσικά τις πρώην Ανατολικές αλλά και τον ευρωπαϊκό νότο με πρώτη την Πορτογαλία. Έτσι, οι Βαλτικές χώρες, Σλοβακία, Ρουμανία, Βουλγαρία βρίσκονται δημογραφικά σε ακόμη δυσχερέστερη θέση από την Ελλάδα, ενώ Σλοβενία, Τσεχία και Πολωνία βρίσκονται ήδη σε καλύτερη. Χειρότερη είναι η κατάσταση στην Βουλγαρία η οποία έχει χάσει από το 1990 ως σήμερα περισσότερο από το ¼ του πληθυσμού της και οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες.
Η Ελλάδα και στον τομέα αυτόν, σήμερα είναι συγκρίσιμη μόνο με τις πρώην Ανατολικές χώρες. Αυτό έχει πάψει πλέον να εκπλήσσει. Και είναι μάλλον λογικό όταν η μόνη χώρα όπου ακόμη η αγοραστική δύναμη υπολείπεται της ελληνικής είναι η Βουλγαρία ενώ η ως πρόσφατα εβρισκόμενη σε τραγική κατάσταση Ρουμανία έχει πλέον υπερδιπλασιάσει τους μισθούς και κάπως έτσι συμβαίνει αυτό που πριν 20 χρόνια θα φαίνονταν αδιανόητο. Έλληνες που σπούδασαν ιατρική στη Ρουμανία να επιστρέφουν στη χώρα αυτή για να δουλέψουν ως γιατροί διότι οι μισθοί είναι υπερδιπλάσιοι και το κόστος ζωής περίπου το ίδιο. Στη Ρουμανία! Όχι στη Γερμανία. Ούτε καν στην Ιταλία…
Καταλήγω:
1ον To κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο διώχνει από τη χώρα νέους ανθρώπους στους οποίους έχει γίνει μια επένδυση από το ίδιο το κράτος για να μάθουν γράμματα και να παρέχουν το δικό τους πολιτισμικό και γνωστικό κεφάλαιο με τρόπο αξιοπρεπή. Την ίδια στιγμή, αποτρέπει τους ανθρώπους από το να κάνουν οικογένειες, διότι απλώς οικονομικά τους είναι αδύνατο.
2ον Η Ελλάδα στήριξε, από το τέλος του ψυχρού πολέμου και ύστερα, σχεδόν όλη της την ανάπτυξη σε ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό κυρίως μεταναστευτικής καταγωγής και «ξέχασε» ότι όσο κι αν πρόσκαιρα αυτό βοηθάει νευραλγικούς τομείς όπως ο πρωτογενής, η κατασκευή, ο τουρισμός και η εστίαση, κάποια στιγμή η δυναμική του εξαντλείται διότι αναπαράγει έναν φαύλο κύκλο χαμηλής παραγωγικότητας της εργασίας. Τα παιδιά όμως των ανειδίκευτων μεταναστών της δεκαετίας του ΄90 πλέον έχουν άλλες βιοτικές προσδοκίες και φεύγουν και αυτά μαζικά, υπαγόμενα κατεξοχήν στο ελληνικό brain drain.
3ον Με τα μεροκάματα στη χώρα να διώχνουν τους πάντες – Έλληνες και ξένους – εξηγείται για ποιο λόγο αυτή τη στιγμή υπολείπονται μέχρι και 400 χιλιάδες εργατικά χέρια στον καταμερισμό εργασίας και φέρεται πως άλλες τόσες χιλιάδες μορφωμένοι άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τη χώρα την τελευταία 15ετία. Με πέντε ευρώ την ώρα στη σεζόν όμως (αυτή είναι η ελάχιστη αμοιβή φέτος) του χρόνου τα παιδιά μας θα φεύγουν ως και για σεζόν από τη χώρα για προορισμούς με τριπλάσια μεροκάματα. Ήδη το κάνουν δηλαδή.
Όσο λοιπόν αυτό το μοντέλο παραμένει εμμονικά απαράλλακτο, τα δάκρυα για τη δυναμική και μορφωμένη μεσαία τάξη που εγκαταλείπει τη χώρα δεν θα πείθουν κανέναν. Όσο η αγοραστική δύναμη στην Ελλάδα είναι προτελευταία στην ΕΕ, τόσο ο κόσμος θα φεύγει. Αν λοιπόν μας μιλάνε για «δημογραφικό», ένα πράγμα να λέμε: να αυξηθούν οι μισθοί.
Οι δε αναφορές του έλληνα πρωθυπουργού ότι «η Ελλάδα χτίζει start up κράτος με μεγαλύτερο πλεονέκτημα το ανθρώπινο δυναμικό της» φαντάζουν σαν το ανέκδοτο του 2025 με το οποίο ξεκαρδίζονται οι φραπέδες και οι χασάπηδες της οικογένειας που μας κυβερνά.