iStock

ΨΗΦΙΑΚΟ BURNOUT ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΑΠΟΣΥΝΔΕΣΗ

Ο υπεύθυνος επικοινωνίας του Eteron – Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή, Βασίλης Πανάγου, εξηγεί γιατί “το δικαίωμα στην αποσύνδεση είναι εργατικό αίτημα του 21ου αιώνα”.

Υπάρχει μια στιγμή το πρωί -τόσο μικρή που μοιάζει σχεδόν δανεική- όπου δεν έχεις ακόμη θυμηθεί τον κόσμο. Ούτε τις υποχρεώσεις ούτε τους άλλους ούτε τα ανοιχτά μέτωπα της ημέρας. Είναι τα δύο δευτερόλεπτα πριν το χέρι σου απλώσει μηχανικά για το κινητό. Εκεί κρύβεται ένα θραύσμα ελευθερίας: μια αναπνοή που δεν σου ζητά τίποτα.

Και μετά ανάβει η οθόνη.

Από εκείνη τη στιγμή, η μέρα σου δεν ανήκει πλήρως σε εσένα. Η πραγματικότητα μπαίνει χωρίς να χτυπήσει πόρτα. Ειδοποιήσεις. Email. Μηνύματα. Μικρές υπενθυμίσεις ότι είσαι συνδεδεμένος άνθρωπος -άρα διαθέσιμος. Δεν το επέλεξες. Συνέβη πριν το καταλάβεις. Και κάπως έτσι αρχίζει το σύγχρονο burnout: όχι με υπερβολική εργασία, αλλά με συνεχή, χαμηλής έντασης ετοιμότητα.

Είναι η κόπωση του “λίγο ακόμη”: λίγο ακόμη να σκρολάρεις στο λεωφορείο, λίγο ακόμη να τσεκάρεις το inbox σου στο μετρό, λίγο ακόμη TikTok κάτω από την κουβέρτα πριν κοιμηθείς. Είναι μια συσσώρευση μικρών στιγμών όπου δεν ξεκουράζεσαι ποτέ στ’ αλήθεια.

Εκεί υπάρχει μια λεπτή κόκκινη γραμμή. Είναι αυτή της εργασίας. Mια γραμμή που μπορείς να την ξεπεράσεις ανοίγοντας μόνο μία εφαρμογή για να τσεκάρεις – πολλές φορές ασυναίσθητα.

Μελέτες έχουν δείξει ότι η χρήση του κινητού για εργασιακούς λόγους εκτός ωραρίου εμποδίζει τον εγκέφαλο από το να μπει σε κατάσταση ανάκαμψης. Αυτό ονομάζεται “recovery inhibition”: ο μηχανισμός που πρέπει να σε προστατεύει από την υπερκόπωση παγώνει, σαν να έχει κολλήσει. Ένα κοινό συμπέρασμα που προκύπτει επίσης είναι ότι η «μετά-δουλειά χρήση smartphone» οδηγεί σχεδόν πάντα σε αυξημένο εργασιακό άγχος, προβλήματα ύπνου, μειωμένη ικανότητα συγκέντρωσης και γενικευμένη ψυχική κόπωση. Άρα οι συνέπειες της συνεχούς ψηφιακής διαθεσιμότητας δεν είναι θεωρητικές.

Αυτό που κάποτε ήταν «ρίχνω μια ματιά πριν κλείσω» έχει γίνει μια νέα μορφή ψηφιακής παρουσίας, ένα είδος διαρκούς επιφυλακής.

Ο μέσος πολίτης αφιερώνει 5 ώρες και 48 λεπτά μπροστά σε μια οθόνη

Στην Ελλάδα, τα πιο πρόσφατα δεδομένα δείχνουν ότι ο μέσος πολίτης αφιερώνει περίπου 5 ώρες και 48 λεπτά ημερησίως σε κάποια οθόνη -κινητό, υπολογιστή, tablet ή άλλα digital μέσα. Αυτό το νούμερο κατατάσσει τη χώρα μας ανάμεσα στις πιο «οθονό-βυθισμένες» της Ευρώπης, πολύ κοντά σε χώρες με παρόμοια ψηφιακή διείσδυση.

Αν υποθέσουμε ότι ο μέσος άνθρωπος κοιμάται περίπου 7-8 ώρες, οι 5:48 ισοδυναμούν με σχεδόν ένα τέταρτο έως ένα πέμπτο του ξύπνιου χρόνου μας -μια ποσότητα που δείχνει πόσο πολύ η οθόνη έχει εισβάλει στην καθημερινότητά μας. Η «διείσδυση» δεν αφορά πλέον μόνο την εργασία ή τα social media. Aφορά όλες τις πτυχές της ζωής: ενημέρωση, ψυχαγωγία, αγορές, επικοινωνία, καθημερινές συνήθειες.

Αυτό το επίπεδο χρήσης δεν είναι αμέτοχο στην ψυχική και γνωστική εξάντληση. Όσο περισσότερος χρόνος περνάει μπροστά από μια οθόνη, τόσο λιγότερος χρόνος απομένει για ήρεμη σκέψη, ξεκούραση, εσωτερική ανασύνταξη.

Στην ελληνική πραγματικότητα, αυτά τα στοιχεία αποκτούν ιδιαίτερη σημασία. Σε μια κοινωνία όπου οι καθημερινές δυσκολίες αφήνουν ήδη σε πολλούς λίγες «ανάσες», η οθόνη καπαρώνει και αυτόν τον ελάχιστο χρόνο με τρόπο που συχνά δεν το συνειδητοποιούμε. Είναι μια αθόρυβη αλλαγή της καθημερινότητας, που μας κάνει μόνιμα «διαθέσιμους», χωρίς να το ζητήσουμε -και χωρίς να το αντιληφθούμε σαν πρόβλημα.

Θα ρωτήσω το ChatGPT να μου πει

Σαν να μην έφτανε αυτή η εξάντληση, τα τελευταία δύο χρόνια προστέθηκε ένας νέος παράγοντας: η τεχνητή νοημοσύνη και η απεριόριστη, άμεση πρόσβαση σε οποιαδήποτε πληροφορία ζητήσεις.

Εκεί που καθόσουν στον καναπέ για να χαλαρώσεις, τώρα ξέρεις ότι μπορείς -κυριολεκτικά σε λίγα δευτερόλεπτα- να βρεις, να ψάξεις, να ερευνήσεις, να ξεδιαλύνεις οτιδήποτε. Η τεχνητή νοημοσύνη λειτουργεί εδώ σαν ένας νέος «επιταχυντής»: κάνει την πληροφορία άμεσα διαθέσιμη, αλλά έτσι δημιουργεί και ένα νέο είδος πίεσης – την πίεση να μη μείνεις πίσω. Να μάθεις λίγο ακόμα. Να ψάξεις λίγο παραπάνω. Να μην αφήσεις την περιέργεια ανεκπλήρωτη.

Το αποτέλεσμα είναι ότι ακόμα και οι στιγμές χαλάρωσης -στον καναπέ, στην παρέα, μπροστά στην τηλεόραση- δεν είναι πια πραγματικές παύσεις. Είναι στιγμές όπου βρίσκεσαι σε ύπουλη ετοιμότητα για μικρή έρευνα. Δεν ξεκουράζεσαι. Εξερευνάς. Και αυτή η διεγερτική μικρο-αναζήτηση, όσο αθώα κι αν φαίνεται, αποτρέπει τον εγκέφαλο από το να πέσει σε αληθινή ηρεμία. Είναι ένας νέος τύπος διανοητικού θορύβου που δεν υπήρχε πριν.

Παράλληλα, η συνολική εξάντληση δεν προκύπτει μόνο από την παρουσία οθονών, αλλά και από τη φυσική και ψυχική καταπόνηση της καθημερινής μετακίνησης: ένα στρες που κρατάει τον χρήστη πάντα σε εγρήγορση.

Εάν όλα αυτά σου φαίνονται οικεία, είναι γιατί τα ζεις. Όχι γιατί «δεν ξεκουράζεσαι αρκετά», αλλά γιατί ζεις μέσα σε ένα οικοσύστημα που δεν χωράει η ξεκούραση. Η συνεχής συνδεσιμότητα δεν είναι ατομική αδυναμία. Είναι ένα κοινωνικό πλαίσιο που έχει παγιωθεί χωρίς να το καταλάβουμε.

Το Δικαίωμα στην Αποσύνδεση

Και κάπου εδώ έρχεται το πιο κρίσιμο σημείο:

Αυτό το burnout δεν είναι προσωπική αποτυχία -είναι ζήτημα δικαιωμάτων.

Το δικαίωμα στην αποσύνδεση είναι εργατικό αίτημα του 21ου αιώνα. Η Γαλλία το έχει θεσμοθετήσει. Η Πορτογαλία επιβάλλει πρόστιμα σε εργοδότες που επικοινωνούν εκτός ωραρίου χωρίς λόγο. Η Αυστραλία το ενέταξε πρόσφατα στον εργασιακό της κώδικα.

Ο κοινός τόπος όλων αυτών των χωρών είναι σαφής: ένας εργαζόμενος χωρίς χρόνο αποκατάστασης δεν μπορεί ούτε να είναι υγιής ούτε να είναι παραγωγικός. Γιατί η παραγωγικότητα δεν χτίζεται πάνω στη διαθεσιμότητα. Χτίζεται πάνω στην ξεκούραση, στην ησυχία, στο κενό ανάμεσα στις δραστηριότητες.

Ίσως η μεγαλύτερη απώλεια που βιώνουμε να μην είναι η ενέργεια, αλλά ο χρόνος που δεν μας ανήκει πια. Ο χρόνος της σκέψης. Ο χρόνος που ήταν κάποτε “χαμένος”, αλλά τώρα καταλαβαίνουμε πόσο αναγκαίος ήταν.

Η καθημερινότητά μας δεν μπορεί να είναι μόνο μια οθόνη. Δεν είμαστε φτιαγμένοι για να είμαστε σε μόνιμη ετοιμότητα. Και καμία κοινωνία δεν μπορεί να λειτουργήσει όταν ο πιο πολύτιμος πόρος της – η ψυχική αντοχή των ανθρώπων – εξαντλείται στα κενά της ημέρας.

Σε έναν κόσμο όπου όλα επιταχύνονται, ίσως η πιο επαναστατική πράξη είναι η πιο απλή: να διεκδικήσεις το δικαίωμα να είσαι εκτός. Να θυμηθείς πώς είναι να έχεις χρόνο που δεν ζητά τίποτα.

Σχετικό Άρθρο

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα