Υπόθεση Σίψα: Η τυχαία δίωξη ενός αναρχικού

Υπόθεση Σίψα: Η τυχαία δίωξη ενός αναρχικού

Η νομική εμπλοκή μέσω ανώνυμης επιστολής ενός δεδηλωμένου αναρχικού σε μια υπόθεση δολοφονίας τριών ανθρώπων που δεν έχει διαλευκανθεί ακόμα, και όπως φαίνεται, πολύ δύσκολα θα βρεθούν τελικά οι πραγματικοί δράστες. Δείτε σχετικό ντοκιμαντέρ με δηλώσεις δικηγόρων και του ιδίου του Θ. Σίψα (Vid)

8 Δεκεμβρίου 2013. Η ημερομηνία που ξεκίνησε η δίκη για τον εμπρησμό του υποκαταστήματος της τράπεζας Marfin στην οδό Σταδίου που πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 2010 κατά τη διάρκεια της μεγάλης πορείας κατά της κυβέρνησης στην οποία συμμετείχαν πάνω από 150.000 άνθρωποι.

Κουκουλοφόροι έριξαν βόμβες μολότοφ, σπάζοντας την τζαμαρία της τράπεζας στην, οδό Σταδίου 23. Το ισόγειο του καταστήματος αμέσως τυλίχθηκε στις φλόγες, το οχήματα της πυροσβεστικής δεν μπορούσαν να φτάσουν στο σημείο λόγω του πλήθους και των επεισοδίων και το τραγικό αποτέλεσμα ήταν να χάσουν τη ζωή τους τρεις άνθρωποι, δύο γυναίκες, η μία εκ των οποίων ήταν έγκυος, και ένας άνδρας.

Όπως διαπιστώθηκε, οι τρεις που δεν κατάφεραν να βγουν έξω εγκαίρως, πέθαναν από ασφυξία που προκλήθηκε από τις αναθυμιάσεις και τον πυκνό καπνό που είχε τυλίξει όλο το κτίριο.  

Η Παρασκευή Ζούλια (35 ετών), η Αγγελική Παπαθανασοπούλου (32 ετών και εγκυμονούσα) και ο Επαμεινώνδας Τσακάλης (36 ετών) ήταν οι τρεις άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους. Όπως έγινε γνωστό, ο άνδρας βρέθηκε νεκρός στο κλιμακοστάσιο μεταξύ πρώτου και δευτέρου ορόφου. Η μία γυναίκα σε γραφείο του δευτέρου ορόφου, ενώ η τελευταία κοντά στο μπαλκόνι.

Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, Φίλιππο Κουτσάφτη, τα αίτια του θανάτου των τριών ανθρώπων ήταν η εισπνοή καπνού και τοξικών αερίων.

Στο σημείο βρέθηκε και ο επικεφαλής της Marfin, Ανδρέας Βγενόπουλος, στον οποίο οι συγκεντρωμένοι πέταξαν μπουκάλια. Με την αποχώρηση του Αν. Βγενόπουλου οι αστυνομικές αρχές έκαναν εκτεταμένη χρήση δακρυγόνων, ενώ ολόκληρο το οικοδομικό τετράγωνο γύρω από την τράπεζα αποκλείστηκε.

Το πόρισμα που συνέταξε ο τεχνικός επιθεωρητής του Υπουργείου Εργασίας καταλογίζει στην τράπεζα παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση του προσωπικού. Αναφέρεται πως η έξοδος κινδύνου ήταν κλειδωμένη και πως για να ανοίξει ήταν απαραίτητη η χρήση τηλεχειριστήριου, το οποίο βρισκόταν σε άλλο χώρο.

“Ναι, αλλά για την Marfin δεν λέτε τίποτα”

Για τη δολοφονική επίθεση συνελήφθη ο Θοδωρής Σίψας και για τον εμπρησμό του καταστήματος ΙΑΝΟΣ, ο Παύλος Αντρέεβ. Η υπόθεση Σίψα “τράβηξε” σε βάθος χρόνου για πάνω από τρία χρόνια, με τον ίδιο να αρνείται κάθε κατηγορία, ενώ όπως αποδείχθηκε, δεν υπήρχαν ενοχοποιητικά στοιχεία εναντίον του. Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση Αντρέεβ.

Πάνω στην υπόθεση στήθηκε ολόκληρο επικοινωνιακό παιχνίδι με μεγάλα Μέσα Ενημέρωσης να προ-δικάζουν και να καταδικάζουν, στοχοποιώντας άτομα τα οποία όπως αποδείχθηκε, δεν ήταν οι πραγματικοί υπαίτιοι.

Η περίπτωση Σίψα εκθέτει επίσης τόσο την ΕΛ.ΑΣ. όσο και την ελληνική δικαιοσύνη η οποία απεφάνθη για την αθωώτητα του με χαρακτηριστική καθυστέρηση, με τον ίδιο να καταδικάζει επανειλημμένα τη δολοφονική επίθεση και να δηλώνει ανά διαστήματα ότι διασύρεται το όνομα του λόγω της ιδεολογίας του.

Μετά την ανακοίνωση της πρώτης αναβολής της δίκης Σίψα, οι συνάδελφοι του, εργαζόμενοι της Wind, εξέδιδαν ανακοίνωση με την οποία έσπευσαν να σταθούν στο πλευρό του.

Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΠΑΣΕΤΙΜ ανέφερε τότε ότι “εκφράζει την αμέριστη συμπαράσταση και αλληλεγγύη του στον διωκόμενο Θοδωρή Σίψα και την αντίθεσή του με την δίωξη που στηρίζεται σε αβάσιμες, ανυπόστατες και κατασκευασμένες κατηγορίες. Ο Θοδωρής Σίψας, ένας εργαζόμενος στις ταχυμεταφορές, ήταν ένας από τους χιλιάδες απεργούς – διαδηλωτές που συμμετείχαν στην πανεργατική απεργία και την συγκέντρωση ενάντια στην ψήφιση του Μνημονίου Ι στις 5/5/2010, η οποία ήταν η πολυπληθέστερη των τελευταίων χρόνων. Δεν έχει καμία σχέση με τις κατηγορίες που του αποδίδονται για τον εμπρησμό του υποκαταστήματος της Marfin στην οδό Σταδίου, που στοίχισε την ζωή σε τρεις ανθρώπους.

Η υπόθεση του Θοδωρή Σίψα είναι μια εξόφθαλμη περίπτωση κατασκευής ενόχων από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, προκειμένου να στοχοποιηθούν για τις πολιτικές τους ιδέες αγωνιζόμενοι άνθρωποι που αντιστέκονται στην εξαθλίωση και τον εκφασισμό της κοινωνίας”.

Όπως αποδείχθηκε μετά από χρόνια, οι συνάδελφοι του είχαν δίκιο.

η αξιοπρέπεια μου ως άνθρωπος αλλά και ως άτομο που μιλάει για ελευθερία και αντιεξουσία δεν θα μου επέτρεπε να κάνω αυτό για το οποίο κατηγορούμαι

Ο ίδιος ο κατηγορούμενος για τη Marfin, Θ. Σίψας, που εξ αρχής είχε αρνηθεί την εμπλοκή του, είχε αντιτείνει στις κατηγορίες ότι:

– “Σε καμία από τις φωτογραφίες που κατά την αστυνομία έχουν ληφθεί τη στιγμή του συμβάντος και εμφανίζουν τους δράστες δεν φαίνομαι εγώ ή έστω κάποιος που να μου προσομοιάζει”.

– “Από το σύνολο των φωτογραφιών αλλά και τις καταθέσεις των μαρτύρων που υποδεικνύουν τους φερόμενους ως δράστες περιγράφοντας τις ενδυμασίες τους προκύπτει πέραν πάσης αμφιβολίας το ότι δεν έχω καμία ανάμειξη”.

Σε συγκεκριμένες φωτογραφίες που βρίσκονται στη δικογραφία, εμφανίζεται ο ίδιος με τα ρούχα που περιέγραψε ότι φορούσε, και η λήψη είναι από κάμερα τράπεζας στην πλατεία Ομονοίας”.

Σημειώνεται ότι η αρμόδια υπηρεσία της Ασφάλειας απαντώντας σε σχετικό αίτημα του ανακριτή, ανέφερε ότι δεν υπήρχε δυνατότητα ταυτοποίησης της φωτογραφίας του δράστη (από κάμερα έξω από τη Μarfin) με φωτογραφία του κατηγορούμενου από κάμερα τράπεζας στην Ομόνοια (δηλαδή πολύ μακρύτερα από το σημείο του συμβάντος). Περισσότερα για αυτό, αναφέρουμε στη συνέχεια.

Με γραπτή ανακοίνωση του, ο κατηγορούμενος για δολοφονίες, Σίψας, δήλωνε:

“Ανήκω στον αναρχικό-αντιεξουσιαστικό χώρο και μέσα από ανοιχτά συλλογικά εγχειρήματα αγωνίζομαι στην κατεύθυνση της κοινωνικής απελευθέρωσης. Παλεύω για μια κοινωνία ελεύθερη, αταξική, χωρίς εξουσία, εκμετάλλευση, καταπίεση. Ως εργάτης, βιώνοντας στο πετσί μου το καθεστώς της μισθωτής σκλαβιάς, συμμετέχω στους κοινωνικούς-ταξικούς αγώνες, πλάι στους καταπιεσμένους.

Με βάση όλα αυτά, ήταν αυτονόητο για μένα να συμμετάσχω σε μια από τις πιο πολυπληθείς στα χρονικά απεργιακές διαδηλώσεις στις 5/5/2010 ενάντια στην υπογραφή του 1ου Μνημονίου, με τη συμμετοχή του κόσμου να αγγίζει τις 200.000 και με αγωνιστικό πνεύμα να πολιορκεί τη Βουλή επί ώρες, προσπαθώντας να εισβάλει και να ακυρώσει την ψήφιση του Μνημονίου.

Θα επαναλάβω ξανά πως η αξιοπρέπεια μου ως άνθρωπος αλλά και ως άτομο που μιλάει για ελευθερία και αντιεξουσία δεν θα μου επέτρεπε να κάνω αυτό για το οποίο κατηγορούμαι”.

Το ντοκιμαντέρ “Η τυχαία δίωξη ενός αναρχικού” από την ομάδα DiakoptesAthens:

Στο 7ο λεπτό του παραπάνω βίντεο (παραγωγή 2013), ο Θ. Σίψας δηλώνει: “Δεν έχω καμία σχέση με την επίθεση και τον εμπρησμό της τράπεζας Marfin που είχε σαν αποτέλεσμα το τραγικό γεγονός των τριών νεκρών και δεν θα μπορούσα ποτέ να συμμετέχω σε μια τέτοια πράξη που δεν μου αναλογεί ηθικά, πολιτικά και προσωπικά και επίσης, αυτές, δεν είναι πρακτικές του αναρχικού – αντιεξουσιαστικού χώρου. Ποτέ δεν θα έκανε κάποια επίθεση για να βλάψει εργαζόμενους όπως σε αυτή την περίπτωση.

Και στη συνέχεια τονίζει πως η απόλυση από την εργασία του ενδεχομένως σχετίζεται και με τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε.

Οι κατηγορίες

Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα ο κατηγορούμενος για τη Marfin θα δικαζόταν για “ανθρωποκτονία εκ προθέσεως τελεσθείσα σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, κατά συναυτουργία και κατά συρροή τετελεσμένη και εν απόπειρα, έκρηξη εκ της οποίας επήλθε θάνατος και κίνδυνος για ανθρώπους και ξένα πράγματα, κατασκευή και κατοχή εκρηκτικής βόμβας και για απρόκλητη φθορά ξένης περιουσίας διά εκρήξεως από πρόσωπο που είχε καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του”.

Αναφερόταν επίσης ότι ο κατηγορούμενος μαζί με τους δύο ακόμα άγνωστους δράστες, είχε πρόθεση όχι μόνο να σκοτώσει τους τρεις αλλά και τους “ευρισκόμενους εντός του εν λόγω διώροφου κτιρίου”, δηλαδή 24 άτομα. Το ότι δεν το πέτυχε, δεν οφείλεται, σημειώνεται, σε δική του βούληση αλλά σε εξωτερικά εμπόδια.

Έγινε ακόμα λόγος για ομάδα που “έσπασε” σε δύο κομμάτια, μία με τέσσερις δράστες οι οποίοι και επιτέθηκαν στον “ΙΑΝΟ” και μία ακόμα αποτελούμενη από τρεις, η οποία υπό τον προστατευτικό κλοιό άλλων, κινήθηκε κατά της Marfin.

Τόσο ο Θ. Σίψας όσο και ο Παύλος Αντρεεβ είχαν αφεθεί ελεύθεροι με την επιβολή περιοριστικών όρων (απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και εμφάνιση σε αστυνομικό τμήμα), μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεση.

όποιος δε δουλέψει να μην έρθει αύριο στο γραφείο

“Με δόλο έχασαν τη ζωή τους οι συνάδερφοί μου σήμερα. Δόλο της τράπεζας και του κ. Βγενόπουλου προσωπικά, που έδωσε εντολή, όποιος δε δουλέψει να μην έρθει αύριο στο γραφείο”, κατήγγειλε εργαζόμενη της Marfin σε επιστολή της. Τα στοιχεία της δεν δόθηκαν στη δημοσιότητα από τις αρχές.

3 Οκτωβρίου 2013. Ο κ. Κεδίκογλου, κυβερνητικός εκπρόσωπος εκείνη την περίοδο, ήταν σίγουρος για την ενοχή:

Η ανώνυμη επιστολή

Το ενδιαφέρον είναι πως για τον Θ. Σίψα, υπήρχε μάλιστα και διχογνωμία ανάμεσα σε ανακριτή και εισαγγελέα. Η εισαγγελέας προφυλακίσεως ζητούσε την προφυλάκιση του, ενώ ο ανακριτής που χειριζόταν την υπόθεση έκρινε πως δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για να διαταχθεί η προσωρινή κράτηση.

Ως στοιχεία υποστηρικτικά της γνωμοδότησής της η εισαγγελική λειτουργός ανέφερε δύο καταθέσεις αστυνομικών, οι οποίοι συσχετίζοντας φωτογραφικό υλικό και μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων, κατέληγαν πως ο κατηγορούμενος “προσομοιάζει” με εκείνον που έριξε τις μολότοφ μέσα στην τράπεζα. Βασική λεπτομέρεια: Η κύρια, γραπτή καταγγελία “αυτόπτη μάρτυρα” την οποία και επικαλέστηκε η εισαγγελέας και οδήγησε στις συλλήψεις, ήταν ανώνυμη!

Η περιβόητη ανώνυμη επιστολή έφτασε στην ΕΛ.ΑΣ. ανήμερα της πρώτης επετείου της τραγωδίας της Marfin. Το σημείωμα κατονόμαζε τρεις υπόπτους με αριθμούς κινητών τηλεφώνων, διευθύνσεις κατοικιών, ακόμη και πινακίδες κυκλοφορίας των οχημάτων τους.

Το ποιος έστειλε την επιστολή, δεν αποκαλύφθηκε ποτέ. Τρεις μέρες μετά, έγιναν οι συλλήψεις με πολλά media να ξεκινούν την ανθρωποφαγική τους λειτουργία. Οι ύποπτοι, ήταν και ένοχοι πριν καν δικαστούν.

Ο ένας εκ των τριών απαλλάχθηκε αμέσως από κάθε κατηγορία. Οι μάρτυρες, όπως είπαμε, αναγνώριζαν στο πρόσωπο του Σίψα, κάποιον που “έμοιαζε” με τον δράστη και περιέγραψαν και τα ρούχα που φορούσε: παντελόνι τζιν, σακίδιο στην πλάτη, φορούσε γάντια, καπέλο και κοντομάνικο. Στις φωτογραφίες του Σίψα που κατατέθηκαν από σημείο μακριά από την τράπεζα, ο ίδιος δεν είχε σακίδιο αλλά κράνος στο χέρι, φορούσε πουκάμισο και είχε άλλο χρώμα τζόκεϊ καπέλο σε σχέση με εκείνο που φορούσε ο δράστης. Επίσης ο Σίψας δεν φορούσε γυαλιά μυωπίας, όπως κατέθεσαν οι μάρτυρες, ούτε μπαντάνα, όπως είχε αναφερθεί, ενώ φορούσε διαφορετικά παπούτσια σε σχέση με την φωτογραφία του δράστη με τον οποίο είχε αρχικά ταυτοποιηθεί.

Αστυνομικός σε ένορκη κατάθεση του, είχε αναφέρει: “οι αναρχικοί συνηθίζουν να αλλάζουν ρούχα για να μην ταυτοποιούνται”. Επίσης, η κατάθεση του οργάνου της τάξης δεν εξηγούσε τις διαφορετικές ώρες κατά τις οποίες τραβήχτηκαν τα καρέ που κατατέθηκαν ως ενοχοποιητικά στοιχεία. Αν ο Σίψας άλλαξε ρούχα, θα πρέπει να είχε άλλα ρούχα πριν το χτύπημα, να άλλαξε στη μέση της πορείας για να κάνει τον εμπρησμό και στη συνέχεια να έβαλε πάλι τα παλιά του ρούχα, ακριβώς όπως τα φορούσε και χωρίς απολύτως καμία παραλλαγή.

Όταν ο ανακριτής έστειλε τις φωτογραφίες για δεύτερη ταυτοποίηση, είχαμε τη γνωμοδότηση ότι είναι “κακής ποιότητας” και πως δεν μπορεί να προχωρήσει η ανάλυση.

Οι εργαζόμενοι στο ΥΠΠΟ εξέδωσαν μια λεπτομερή ανακοίνωση για το περιστατικό και για το πώς εξελίχτηκε:

“Συγκεκριμένα, στις 2:10 μ.μ., ενώ από το κτίριο της τράπεζας Marfin έβγαιναν πυκνοί καπνοί για περίπου 15 λεπτά, και ενώ το μπλοκ μας διαδήλωνε στην οδό Σταδίου, είδαμε δύο πυροσβεστικά οχήματα να φτάνουν στην οδό Πεσματζόγλου και να σταματούν στην γωνία.

Αμέσως, οι διαδηλωτές από όλα τα μπλοκ που βρίσκονταν από την Πεσματζόγλου ως τη Σταδίου 23 άνοιξαν τον δρόμο για να μπορέσουν τα πυροσβεστικά οχήματα να περάσουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Όχι μόνο τα πυροσβεστικά οχήματα δεν ΄απειλήθηκαν΄ ή ΄παρεμποδίστηκαν΄ από τους διαδηλωτές, όπως ψευδώς αναφέρθηκε στα ΜΜΕ, αλλά επιπλέον πολλοί από τους διαδηλωτές προσπαθούσαν να βοηθήσουν με όποιο τρόπο μπορούσαν.

Με έκπληξή μας είδαμε, αντί για τα πυροσβεστικά οχήματα, να εμφανίζονται ξαφνικά μηχανοκίνητες αστυνομικές δυνάμεις της ομάδας Δ, οι οποίες επιχείρησαν να περάσουν μέσα στην πορεία από τον χώρο τον οποίο είχαμε ανοίξει για την Πυροσβεστική. Προσπάθησαν δηλαδή να εκμεταλλευτούν την τραγική κατάσταση για να επιτεθούν στην πορεία! Η επιχείρηση της ομάδας Δ ανακόπηκε από εμάς και άλλους διαδηλωτές, που μπήκαμε μπροστά, διαμαρτυρηθήκαμε και διώξαμε την ομάδα Δ προκειμένου να περάσει η Πυροσβεστική. Αυτή είναι η μοναδική αλήθεια, όπως επίσης και ότι όταν περάσαμε μπροστά από το κτίριο της Τράπεζας Marfin διαπιστώσαμε ότι δύο διμοιρίες ήταν παραταγμένες έξω από το κτίριο και οι διαδηλωτές άρχισαν να τους φωνάζουν γιατί κάθονταν άπρακτοι και δεν έκαναν απολύτως τίποτε για να βοηθήσουν τους εργαζόμενους της Marfin που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τα μπαλκόνια!”.

Λίγο πιο μπροστά από τους εργαζόμενους του ΥΠΠΟ, βρισκόταν το μπλοκ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΣΕΚ.

Ο Πέτρος Κωνσταντίνου της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είχε καταθέσει από τη δική του μεριά: 

“Όταν το μπλοκ της Ένωσης Μεταναστών Εργατών έφτασε μπροστά στο κτίριο της Marfin, η φωτιά φούντωνε.

Οι μετανάστες έτρεξαν πάνω στην πόρτα, προσπάθησαν να την ανοίξουν αλλά δε τα κατάφεραν. Τότε ο Κεϊτά που κατάγεται από τη Γουινέα, βρήκε έναν πυροσβεστήρα, συνεργάστηκε με τον θυρωρό της διπλανής πολυκατοικίας και ο ίδιος ήταν ο πρώτος που προσπάθησε να σβήσει τη φωτιά πριν έρθει η πυροσβεστική και ξεκινήσει η κατάσβεση.

Αυτή τη στιγμή έχει αρχίσει μια συκοφαντική εκστρατεία, την οποία το ΛΑΟΣ την ενορχηστρώνει με τον πιο συστηματικό τρόπο, που στοχοποιεί για άλλη μια φορά τους μετανάστες. Είναι χυδαία ρατσιστική αυτή η εκστρατεία και δε θα περάσει. Οι διαδηλωτές και ανάμεσά τους οι μετανάστες δώσανε μάχη για να σβήσει η φωτιά σε κόντρα με την αστυνομία και την ομάδα Δ που χρονοτριβούσαν θέτοντας σε θανάσιμο κίνδυνο τις ζωές των ανθρώπων. Είναι συνειδητή προσπάθεια να μην χρεωθούν οι ευθύνες εκεί που ανήκουν.

Στην κυβέρνηση και την αστυνομία που επιτέθηκαν στους διαδηλωτές και στην εργοδοσία της Marfin που έφτιαξε μια ανθρωπο-παγίδα που αποδείχτηκε δολοφονική για τους υπαλλήλους”.

Η απολογία Σίψα την 31η Οκτωβρίου 2016

Κατά την απολογία του, ο Θ. Σίψας, συναισθηματικά φορτισμένος, απευθύνθηκε στο δικαστήριο λέγοντας: “Δηλώνω αθώος. Έχω καταδικάσει την επίθεση στην τράπεζα Marfin από το 2011. Ως άνθρωπος που αγωνίζεται για τη αντιεξουσια και την ελευθερία δε θα μου επέτρεπα να κάνω αυτό για αυτό που κατηγορούμαι”.

Επανέλαβε ότι ο ίδιος βρέθηκε στην πορεία εκείνη τη μέρα αλλά βρισκόταν σε άλλο σημείο από την τράπεζα. Όπως περιέγραψε, “ξεκίνησα από το Πεδίο του Άρεως όπου άφησα και την μοτοσυκλέτα μου. Προχώρησα προς την οδό Πατησίων για να πάω στο Σύνταγμα. Σοκαρίστικα με τον όγκο του κόσμου που υπήρχε εκείνη ημέρα (…). Όταν αντιλήφθηκα καπνούς στην οδό Σταδίου, σταμάτησα να δω τι συμβαίνει στην τράπεζα Marfin. Κάποια στιγμή ανέβηκα στο πεζοδρόμιο.  Άκουσα να φωνάζουν και να ζητάνε βοήθεια και να βγαίνουν πυκνοί καπνοί από το κτίριο. Έβλεπα κόσμο με μπουκάλια νερού να προσπαθεί να σβήσει φωτιά και αργότερα άκουσα να πέφτουν δακρυγόνα. Και τότε επειδή κατάλαβα ότι θα έρθουν και θα πλησιάσουν τα ΜΑΤ κατέβηκα προς το πεζοδρόμιο και προχώρησα προς το Σύνταγμα”.

Ο έτερος κατηγορούμενος Π. Αντρέεβ ανέφερε στην απολογία του ότι δεν έχει καμία σχέση με την πορεία της 5ης Μαΐου 2011 αλλά και τα επεισόδια που διαδραματίστηκαν εκείνη την ημέρα.

Τόσο ο Θ. Σίψας όσο και ο Π. Αντρέεβ κρίθηκαν τελικά με ομόφωνη απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας.

Υπενθυμίζεται ότι τόσο ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας όσο και ο υπεύθυνος ασφαλείας του υποκαταστήματος καταδικάστηκαν σε συνολική ποινή φυλάκισης 22 ετών (σύμφωνα με τον Νόμο εκτιτέα είναι τα 10), ενώ το δικαστήριο επέβαλε ποινή φυλάκισης πέντε ετών και ενός μήνα στην διευθύντρια της τράπεζας. Οι δύο κατηγορούμενοι αφέθηκαν ελεύθεροι καθώς το δικαστήριο έκανε δεκτό το αίτημά τους να δοθεί αναστολή στην έφεση, ενώ δύο εξ αυτών κατέβαλαν χρηματική εγγύηση 30.000 ευρώ ο καθένας.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα