Ανατρέποντας την από Θεού τεταγμένη βασιλεία

Ανατρέποντας την από Θεού τεταγμένη βασιλεία
2CBWNXR The caption for this illustrations dating to around 1900 reads: Final Assault and Massacre at Missolonghi. This occurred in 1826, during the Greek war of independence. The people of Missolonghi withstood a siege of twelve months. They were reduced to eating rats, hides, and sea-weed. Finally, sooner than surrender, the men made a desperate night attack on the Turks, and such of the women and children, as were able rushed out of the city behind them. Many cut their way through their foes and escaped. The remnant, bewildered in the confusion and uproar, fell back into the city, the Turks enterin ALAMY/VISUALHELLAS.GR

Στο σημείωμα αυτό σχολιάζονται ορισμένες όψεις των τρόπων με τους οποίους προσλαμβάνεται και αποδίδεται το Εικοσιένα στους κόλπους των Οθωμανών καθώς και κάποιες ομοιότροπες και ομόλογες εγγραφές αυτής της «κοσμογονίας» στα παραδοσιακά ρωμαίικα περιβάλλοντα που αντιτάσσονται, ταλαντεύονται ή συμμετέχουν στην επανάσταση.

*Συγγραφείς του κειμένου είναι οι: Νίκος Θεοτοκάς (Καθηγητής Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας
«Ιστορική και Θεωρητική Κοινωνιολογία») και Νικόλαος Κοταρίδης (Καθηγητής Τμήματος Κοινωνιολογίας, «Κοινωνική Ιστορία»).

Τα ερωτήματα αυτής της προσέγγισης εστιάζονται, εν προκειμένω, στην αναζήτηση των όρων υπό τους οποίους είναι δυνατή η ανάδειξη και η κατανόηση του κοινού τόπου που προκαταλαμβάνει τις παραδοσιακές προσλήψεις της επανάστασης και που, υπό διαφορετικές εκδοχές, εγγράφει στο νοητικό σύμπαν των Ρωμιών τις σχισματικές πολιτικές προοπτικές, οι οποίες ενσωματώνονται στον αγώνα και το πρόταγμα της Ανεξαρτησίας.

Κατά τη μακρά τους συμβίωση, κατακτητές και κατακτημένοι συμμερίζονται μια κοινή αντίληψη για την ιστορία, που θέλει την «κραταιά και αήττητο» βασιλεία των Οθωμανών να είναι προϊόν της Πρόνοιας και της δικαιοσύνης του Θεού. Σ’ αυτό το ιδίωμα αποδίδεται η θέση του καθενός στην ιστορία αλλά και, στην εκάστοτε συγκυρία, εκλογικεύονται και νομιμοποιούνται οι στάσεις και οι συμπεριφορές των ανθρώπων αλλά και τόσο οι πρακτικές της ενσωμάτωσης και της μακράς κανονικότητας όσο κι εκείνες της εξέγερσης και της καταστολής.

Μόνο που, κατά το ξέσπασμα της Επανάστασης, οι παραδοσιακές αρχές στις οποίες αναφέρεται και τις οποίες προϋποθέτει η συμβίωση μουσουλμάνων και χριστιανών έχουν μετατοπιστεί. Τώρα, η επαγγελία της Θείας Πρόνοιας έχει ήδη μπολιαστεί με τα προτάγματα μιας αδιανόητης, ως τότε, χειραφέτησης ενός αδιανόητου, ως τότε, υποκειμένου, του έθνους.

Στο πλαίσιο του οθωμανικού συστήματος, η επανάσταση φέρεται να καταλύει την τάξη του Θεού. Η διαβολική συνωμοσία και η εναντίωση στην «από Θεού τεταγμένη βασιλεία» αποτελούν την κοινή αναφορά στον τρόπο με τον οποίον ο Πατριάρχης και ο Σουλτάνος αναφέρονται στους επαναστάτες. Ας δούμε το κείμενο του πρώτου:

[Οι συνωμότες] επεχείρησαν εις έργον μιαρόν […] και ασύνετον, θέλοντες να διαταράξωσιν την άνεσιν και ησυχίαν των ομογενών μας πιστών ραγιάδων των κραταιάς βασιλείας, την οποίαν απολαμβάνουσιν […] με τόσα της ελευθερίας προνόμια, όσα δεν απολαμβάνει άλλο έθνος υποτελές και υποκείμενον, ζώντες ανενόχλητοι με τας γυναίκας και τα τέκνα των, με τας περιουσίας και τας καταστάσεις, και με την ύπαρξιν της τιμής των, και κατ’εξοχήν με τα προνόμια της θρησκείας, ήτις διεφυλάχθη και διατηρείται ασκανδάλιστος μέχρι της σήμερον επί ψυχική ημών σωτηρία.

Ο Πατριάρχης ορίζει ως κανόνα εκείνο το οποίο αποτελεί διακύβευμα για τους επαναστάτες. Παρουσιάζει, δηλαδή, την εκ Θεού τεταγμένη βασιλεία ως κραταιά και τον Σουλτάνο ως ευεργέτη, καταδικάζοντας κάθε νύξη που παραπέμπει σε «αταξία στο βασίλειο» ή «τυραννία των αξιωματούχων», κάθε σημασία που θα νομιμοποιούσε και θα εκλογίκευε την εξέγερση στο ποίμνιό του. Όλα ετούτα είναι έργα του διαβόλου Και πάντως απειλούν το ποίμνιο.

«Επειδή, εάν, ό μη γένοιτο, δεν ήθελεν καθαρισθή η θανατηφόρος αύτη λύμη και φωραθώσιν τινες τολμώντες εις επιχειρήματα εναντία των καθηκόντων του ρεαγιαλικίου, κοντά όπού οι τοιούτοι έχουσι να παιδευθώσι χωρίς ελέους και οικτιρμών, (μη γένοιτο Χριστέ βασιλεύ!) αμέσως θέλει εξαφθεί η δικαία οργή του κράτους του καθ’ημών, και ο θυμός της εκδικήσεως […] και θέλουν εκχυθή τόσων αθώων αίματα αδίκως και παραλόγως, καθώς απροκριματίστως ταύτα πάντα διεσάλπισεν η κραταιά και αήττητος βασιλεία δια του εκδοθέντως και επ’ακροάσει κοινή ημών αναγνωσθέντος υψηλού βασιλικού προσκυνητού ορισμού». [..] Και αγκαλά είναι γνωστόν, ότι, όσοι είναι κατηρτισμένοι των όντι εις την ευσέβειαν, όσοι νουνεχείς και τίμιοι και των ιερών κανόνων και θείων νόμων ακριβείς φύλακες δεν θέλουν δώσει ευηκοίαν εις τας ψευδολογίας των αχρείων εκείνων και κακοβούλων ˙ επειδή όμως είν’ ενδεχόμενον να συνηρπάσθησαν τινές και παρασυρθώσι και άλλοι, δια΄ τούτο προκαταλαμβάνοντες εκ προνοίας εκκλησιαστικής υπαγορεύομεν πάσιν υμίν τα σωτήρια […] καθότι οι τοιούτοι διαταράττουσι την γενική ησυχίαν , και κατακρημνίζουσι τους αδυνάτους και αθώους ομογενείας μας εις της απωλείας τον βάραθρον.

Αλλά και από την πλευρά της Υψηλής Πύλης η επανάσταση δεν αποδίδεται μόνο ή κυρίως στην «αχαριστία του γένους των Ελλήνων», στη «συνωμοσία» και στη «μυστικήν ή την φανεράν προτροπήν των προκρίτων αυτού». Όταν εκδηλώθηκε η «στάσις των απίστων», ο Σουλτάνος, απευθυνόμενος στους αξιωματούχους του, απέδωσε την εξέλιξη αυτή στην έκπτωση της μουσουλμανικής αλληλεγγύης και την κατάλυση των στρατιωτικών ηθών.

«Οι άπιστοι, μάρτυρες των ακολασιών των υπουργών και των υπαλλήλων του κράτους μου, και προβλέποντες ότι ούτοι δεν ήσαν ικανοί ν’ αντισταθώσιν, ετόλμησαν να κινήσωσιν ένοπλον χείρα. Ηξεύρουν τούτοι όλοι […], και όμως ουδείς δεικνύει τον πρέποντα ζήλον, […] όλαι αι ώραι δεν είναι ώραι τρυφής. Ιδού τα ελεεινά αποτελέσματα της τοιαύτης ζωής. Εψυχράνθησαν οι Μουσουλμάνοι. Τινές κακεντρεχείς δεν παύουν χλευάζοντες και κατηγορούντες τους άλλους· δια τούτο δεν θα συμβουλεύω εις το εξής, αλλά θα παραδίδω εις τας χείρας του δημίου τους ζώντας ταύτην την ζωήν. […] Αι σημερινοί περιστάσεις δεν είναι ως αι παρελθούσαι. Πρόκειται περί θρησκείας».

Η αδιανόητη εξέλιξη της «αποστασίας» φέρεται να μαρτυρεί όχι για την «αχαριστία» των Χριστιανών αλλά για την κακή κατάσταση του βασιλείου, η οποία εικονογραφείται με άνομες συμπεριφορές και πρακτικές των Οθωμανών αξιωματούχων. Η επανάσταση των Ελλήνων είναι εκδήλωση της δυσφορίας του Θεού για τα ήθη των πιστών. Πιστοποιεί, δηλαδή, και βεβαιώνει την κατάλυση των επιταγών του Προφήτη από τους μουσουλμάνους και, εξ αποτελέσματος, επιτάσσει την επαναφορά της προνεννοημένης τάξης του κόσμου : Διότι, καθώς λέχθηκε, «πρόκειται περί θρησκείας».

«[Ο] Σαΐδ-Αλήπασας δεν έδειξεν την αναγκαίαν σταθερότητα· ηγάπα τας αναπαύσεις και τας τρυφάς και δεν ήτον ο άνθρωπος των σημερινών περιστάσεων, δια τούτο τον έξωσα […] οι υπουργοί, οι μεγιστάνες, οι αγάδες των γενιτσάρων, οι υπηρέται μου εν γένει οφείλουν να αφήσωσιν εις το εξής πάσαν ηδυπάθειαν και πολυτέλειαν και εν γένει τον συνήθη τρόπον του ζην, μόνον ανεκτόν εν καιρώ ειρήνης, μήτε δε ν’ ασωτεύωσιν πρέπει ή ν’ αργώσιν· αλλά, καθώς διατάττει ο νόμος του προφήτου, να προσεύχωνται οι μεν μεγιστάνες της αυτοκρατορίας μου ιδία και δημοσία, ο δε κοινός λαός εν τοις ζαμίοις και τοις ευκτηρίοις. […] «Διάταξε δε όλους τους Μουσουλμάνους ν’ απαρνηθώσι την ηδυπάθειαν, την πολυτέλειαν και την ασωτίαν, μεταβάλλοντες την κατάστασιν της ειρήνης εις κατάστασιν πολέμου και πράττοντες κατά τους νόμους του προφήτου. Φρόντισε να ενεργηθώσι τα διαταττόμενα».

Η έκπτωση του πολεμικού ήθους και η κατάσταση της «τρυφής και των απολαύσεων» στους φορείς της οθωμανικής εξουσίας αποδίδουν την αταξία η οποία απειλεί την ίδια την υπόσταση του βασιλείου. Έτσι ο ηγεμόνας, για να υπηρετήσει τη δικαιοσύνη, επισείει την απειλή της τιμωρίας επί των κεφαλών των «κακότροπων» αξιωματούχων «κατά τους νόμους του προφήτου».

2CNPD3P Scene from the Greek War of Independence, 1841. Private Collection. ALAMY/VISUALHELLAS.GR

Καθώς είδαμε, ο Σουλτάνος συναρτά την εξέγερση των «απίστων» στην εγνωσμένη έκπτωση του μουσουλμανικού, αλλά και του πολεμικού ήθους. Η διασάλευση της τάξης είναι σημάδι της παρέμβασης της Πρόνοιας στην ιστορία, αποτελεί, δηλαδή, προϊόν της βούλησης του ίδιου του Θεού, ο οποίος, δια του ηγεμόνος, απαιτεί την τιμωρία των ανάξιων και την υποταγή των απίστων. Ο ιερός πόλεμος απαιτεί την επιστροφή στις επιταγές της θρησκείας.

Μόνο που στο Εικοσιένα ο κόσμος έχει μετατοπιστεί. Στα συμβατά διανοητικά πλαίσια κατακτητών και κατακτημένων έχουν εγγραφεί πλέον νέα προτάγματα που εμπνέονται από τον νεοτερικό λόγο της επανάστασης. Έτσι οι επαναστάτες, λόγιοι και ιερωμένοι, κλέφτες και αρματολοί, πρόκριτοι και κάποι, έμποροι και πειρατές, μισθοφόροι της ευκαιρίας και φιλελεύθεροι ευρωπαίοι διανοούμενοι, όλοι αυτοί μαζί δημιουργούν ένα νέο πεδίο όσμωσης, τα αποτελέσματα της οποίας δεν είναι ενσωματώσιμα στους παραδοσιακούς κόσμους αναφοράς των αγροτοποιμένων που πήραν τα όπλα. Σ’ αυτήν τη διαδικασία, οι άνθρωποι που ανήκουν στα παραδοσιακά περιβάλλοντα, με τη συμμετοχή τους στην επανάσταση γκρεμίζουν πίσω τους τις γέφυρες, καταστρέφουν τις πραγματικότητες που είναι οι μόνες μέσα στις οποίες μπορούν να υπάρχουν. Το παλιό σχήμα δεν χωράει πια τη νέα πραγματικότητα. Κι εδώ δεν μπορεί πλέον να ανακτηθεί ο «παλιός καλός καιρός» της δικαιοσύνης και της κραταιάς βασιλείας που υπόσχονται ο Σουλτάνος και ο Πατριάρχης στους επαναστάτες που θα μεταμεληθούν. Η πράξη έχει παραγάγει στην κοινή συνείδηση μια θεμελιώδη διαφορά ανάμεσα στην «εθνική», τη νεοτερική και την παραδοσιακή σύλληψη του χρόνου. Κι εδώ είναι το σημείο όπου δεν υπάρχει πλέον επιστροφή: «Ελευθερία ή Θάνατος». Ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για τον καθένα που το λέει και το πράττει.

Βεβαίως, το υποκείμενο της επανάστασης και τα «πολιτικά σχέδια» που σκιαγραφούνται σε αυτού του τύπου τις προσλήψεις είναι εντελώς διαφορετικό από εκείνα που εμφανίζονται στα κείμενα του Υψηλάντη ή, αργότερα, των Συνελεύσεων και των Διοικήσεων του Αγώνα. Το έθνος επαναστατεί κυριολεκτικά, στον βαθμό που εγκολπώνεται το σχέδιο της πολιτικής του αυτονομίας. Και έτσι, οι άνθρωποι του πολέμου της Ανεξαρτησίας, ως συλλογικό σώμα κι όχι ως άτομα, συνιστούν μια πραγματικότητα που δεν μπορεί να είναι συμβατή με το διανοητικό σύμπαν της κατάκτησης. Ακόμα κι όταν τα λόγια τους μένουν τα ίδια με πριν. Οι δεσπόζουσες ορίζουσες προνοιακών αντιλήψεων για την τάξη και τη δικαιοσύνη, οι στοχεύσεις που υπηρετούν τη σταθερότητα και την, κάθε φορά, «από Θεού τεταγμένη βασιλεία» εγγράφονται πλέον στους κώδικες της νεοτερικότητας και στην προοπτική του Έθνους που ηγεμονεύει πολιτικά στους θεσμούς της επανάστασης. Και τούτες οι «διαβολικές» ιδέες και οι μοιραίες συνέπειές τους στο πλαίσιο της αυτοκρατορίας, δεν μπορούν παρά να απορροφηθούν και από την ίδια την «αιώνιο και κραταιά βασιλεία». Πολύ σύντομα, οι δύνες του Εικοσιένα θα τροφοδοτήσουν και θα επιταχύνουν δυναμικές εκσυγχρονισμού και στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας. Διαρκούσης της επανάστασης βλέπουμε ίχνη τέτοιων αλλαγών στην ίδια την διαχείριση του πολέμου, στις ανακατατάξεις στον οθωμανικό στρατό, στις πολιτικές εξελίξεις που σημειώνονται στο Κάιρο αλλά και στην Ισταμπούλ. Η σύγχρονη Τουρκική ιστοριογραφία φαίνεται να στρέφει το ενδιαφέρον της και προς αυτές τις κατευθύνσεις. Τούτα, όμως, δεν χωράνε σ’ ένα σύντομο επετειακό σημείωμα όπως το ανά χείρας.



Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα