Γιατί ο Μητσοτακισμός μισεί το Θέατρο

Γιατί ο Μητσοτακισμός μισεί το Θέατρο
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης Aris Oikonomou/SOOC

Εμείς οι θεατές θα είμαστε στο πλάι των ηθοποιών, που μισεί η κυβέρνηση. Θα διασχίσουμε στο πλευρό τους τους δρόμους της διαμαρτυρίας και της διεκδίκησης.

Και τί δεν κάνατε για να με θάψετε,

Όμως ξεχάσατε πως ήμουν σπόρος.

Αφιερωμένο στους Έλληνες ηθοποιούς που, με αφορμή το κατάπτυστο Προεδρικό Διάταγμα 85 που εξισώνει τον κλάδο τους με τους απόφοιτους Λυκείου, δίνουν τον αγώνα τον καλό.

Ο Μητσοτακισμός – και ο κάθε Μητσοτακισμός – μισεί το Θέατρο.

Γιατί το Θέατρο αφυπνίζει.

Μια καλή παράσταση επιταχύνει τα αντανακλαστικά μας. Κρατάει σε εγρήγορση το συναίσθημα που διαχρονικά πασχίζουν να ναρκώσουν οι πολιτικοί καιροσκόποι. Τι πιο βολικό από μια πλαδαρή συνείδηση που βυθίζεται στον καναπέ της απάθειας;

Γιατί θέτει ερωτήματα.

Και τα ερωτήματα είναι επικίνδυνα. Πίστευε και μη ερεύνα, αποδέξου την ανομία, υπερασπίσου την παρανομία, γίνε ο χρήσιμος ηλίθιος που θα κουκουλώσει σκάνδαλα, υποκλοπές, βιασμούς, χρηματισμούς.

Και δεν εννοούμε μόνο το στρατευμένο θέατρο. Διότι τί να σού κάνει κι ο έρμος ο Μπρέχτ ένα μυαλό χειμώνα καλοκαίρι;

Εννοούμε το καλό θέατρο. Την καλή κωμωδία, το καλό δράμα, την καλή μουσική παράσταση, τον θίασο της κεντρικής οδού, το θεατράκι της μικρής συνοικίας. Το καλό θέατρο – σε όποια μορφή το συναντάμε – είναι ο εχθρός του ρατσισμού, ο εχθρός του φασισμού, ο εχθρός της ομοφοβίας, ο εχθρός της εργαλειοποίησης των ευπαθών κοινωνικών ομάδων.

Γιατί μάς σηκώνει από τον καναπέ.

Καθιστούς μάς θέλουν, ομορφιά μου. Με τη μαξιλάρα να βουλιάζει απ’ το κώλο μας, αραχτούς, τσιμεντωμένους στην πολυθρόνα τη φλοράλ, με το τηλεκοντρόλ στο χέρι, με τις ειδήσεις τις πετσωμένες, με την πίτσα και τη μπίρα στο τραπεζάκι, με το άδειο το μάτι, με τη βαριά σιωπή.

Σαν τα λευκά σεντόνια που σκέπαζαν κάποτε τα έπιπλα στο πεθαμένο σαλόνι, έτσι η φωνή της μικρής οθόνης μάς αποκοιμίζει. Μέτρα από το ένα έως το δέκα…ένα…δύο…τρία…τέ-σσε-ρα…πέ….

Σόρι που σάς το χαλάμε κυρία Πρόεδρε, κυρία Υπουργέ, αλλά εμείς τους αγαπάμε τους ηθοποιούς μας.

Τούς αγαπάμε και είμαστε ευγνώμονες στο έργο τους. Αν πάτε στο εξωτερικό και συγκρίνετε παραστάσεις, θα διαπιστώσετε ότι οι Έλληνες ηθοποιοί είναι πολύ πιο ταλαντούχοι από τους ξένους. Στο Λονδίνο που φημίζεται για το καλό του θέατρο, συνήθως βλέπεις έναν χαρισματικό πρωταγωνιστή να πλαισιώνεται από μέτριους ηθοποιούς – καμία σχέση με τους δικούς μας.

Εμείς τους αγαπάμε τους ηθοποιούς μας. Μάς ανοίγουν την αγκαλιά της Τέχνης τους, μάς ψυχαγωγούν, μάς παρηγορούν, μάς ψυχαναλύουν, μάς προβληματίζουν, μάς συντροφεύουν στη μοναξιά, μάς δίνουν βήμα διαλόγου κι επικοινωνίας μεταξύ μας.

Εμείς τους αγαπάμε τους ηθοποιούς μας – κι ας τους μισούν τα ανελεύθερα καθεστώτα.

Ξέρεις τί είναι να διανύεις ένα δρόμο κακοτράχαλο, μόνο και μόνο για να υπηρετήσεις το Θέατρο;

Ξέρεις τι είναι να κάνεις δυο άλλες δουλειές για να επιβιώσεις;

Ξέρεις τί είναι να υφίστασαι εξευτελισμούς, ταπεινώσεις από παραγωγούς και καναλάρχες που σε θεωρούν ‘ψωνάρα’;

Ξέρεις πόσοι εγκαταλείπουν στα μισά του δρόμου γιατί στην κυριολεξία δεν έχουν να φάνε;

Ξέρεις πόσο γαμημένο είναι το σανίδι που πρέπει να ποτίσεις με το αίμα σου;

Ξέρεις;

Διερωτάται κανείς αν, μετά από το Προεδρικό Διάταγμα, θα τολμήσουν να πατήσουν στο θέατρο η Σακελλαροπούλου, η Μενδώνη και η παρέα τους.

Θα τολμήσουν να κοιτάξουν τους ηθοποιούς στα μάτια;

Θα τολμήσουν να φωτογραφηθούν μαζί τους;

Ή μόνο στου Λιγνάδη τις παραστάσεις πάνε και ποζάρουν στο φακό;

Του Λιγνάδη που την υπουργό την ξεγέλασε λέει η υποκριτική του τέχνη;

Του Λιγνάδη που οι ιθύνοντες, αντί να ερευνήσουν τις καταγγελίες, επιτέθηκαν στους καταγγέλλοντες και στους δημοσιογράφους;

Αλήθειες να λέμε. Γι’ αυτό το χάλι φταίνε και οι ηθοποιοί εκείνοι που, δια της σιωπής τους, επικυρώνουν αυτές τις πολιτικές αθλιότητες. Είναι οι λιγότεροι, αλλά υπάρχουν.

Είναι αυτοί/ες που αποκαλούν “βίζιτες”, τα θύματα του Λιγνάδη.

Είναι οι ναιμεναλλάδες, είναι οι δεν ακούω-δε βλεπω-δε μιλάω.

Είναι οι μη χάσουμε τα πελατάκια από το θέατρο, είναι οι να τα ‘χουμε καλά με όλους.

Είναι οι γλείφτες, οι κόλακες.

Είναι οι πρωταγωνιστές που – ενώ έχουν βήμα να ακουστούν – το μόνο που τούς καίει είναι η παρτη τους κι ας πάει στα τσακίδια ο κλάδος.

Είναι η άλλη η απερίγραπτη ξεχνάω και πωστηλένε στη δίκη Φιλιππίδη που είπε ότι στα καμαρίνια, το 90% των ηθοποιών δείχνει το πουλί τους.

Είναι οι παντός καιρού.

Είναι τα καλά παιδιά που κάνουν γαργάρα κακοποιητικές συμπεριφορές και κατάπτυστα διατάγματα.

Κανένας πιο επικίνδυνος από αυτόν που τα έχει καλά με όλους. Να τον φοβάσαι, να τον τρέμει το μάτι σου. Είναι εκείνος που μόλις σηκωθείς από την καρέκλα, πάει και κάθεται.

Τον πολεμάνε τον Σπύρο τον Μπιμπίλα.

Τον πολεμάνε γιατί κάνει εξαιρετική δουλειά στο ΣΕΗ κι έχει την αμέριστη εμπιστοσύνη του κλάδου του. Μαζί με συναδέλφους του αγωνιστές που δεν σηκώνουν το άδικο, όλοι μαζί ΔΣ και μέλη βάζουν πλάτη για να περιφρουρήσουν το ξέφραγο αμπέλι του Σωματείου τους.

Εμείς οι θεατές θα είμαστε πλάι τους. Θα ενώσουμε τη φωνή μας με την δική τους. Θα διασχίσουμε στο πλευρό τους τους δρόμους της διαμαρτυρίας και της διεκδίκησης.

Γιατί εμείς οι θεατές τους χρωστάμε πολλά.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα