Θα κριθούν στις Πρέσπες οι εκλογές;

Θα κριθούν στις Πρέσπες οι εκλογές;
Υπογραφή της συμφωνίας για την ονομασία της πΓΔΜ Eurokinissi

Ακούγοντας τις ομιλίες του Αλέξη Τσίπρα (Θεσσαλονίκη) και του Κυριάκου Μητσοτάκη (Συνέδριο Ν.Δ) αντιλαμβάνεται κανείς πως η Συμφωνία των Πρεσπών μετατρέπεται σε καταλύτη πολιτικών εξελίξεων και κεντρικό ζήτημα- διακύβευμα των επόμενων εκλογών. Από τη μία το "μέτωπο της λογικής" και από την άλλη η "μυθολογία της ήττας". Ωστόσο, αυτό που σε κάποιους φαίνεται παράλογο, εξηγείται από τα στοιχεία των τελευταίων Τάσεων της MRB. Τα στερεότυπα είναι πολύ ισχυρά και διατρέχουν την κοινωνία και το πολιτικό σύστημα.

Περίπου 120 μέρες μετά το τέλος των μνημονίων -αλλά όχι και της οικονομικής κρίσης- οι ομιλίες του Αλέξη Τσίπρα από το Παλαί ντε Σπορ της Θεσσαλονίκης και του Κυριάκου Μητσοτάκη από το 12ο συνέδριο της Ν.Δ μας εισήγαγαν και τυπικά σε μια μακρά προεκλογική περίοδο με κεντρικά στοιχεία την πόλωση, την έντονη και διχαστική ρητορική και ισχυρά στοιχεία ενός ιδιότυπου πολιτικού μανιχαϊσμού.

Κεντρικό στοιχείο και στις δύο εμφανίσεις η Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία τείνει να εξελιχθεί σε καταλύτη πολιτικών εξελίξεων και να μεταβληθεί σε κεντρικό θέμα της προεκλογικής αντιπαράθεσης.

Κερδίζονται ή χάνονται οι επόμενες εκλογές στις Πρέσπες; Πρόκειται για το μείζον ερώτημα που συζητείται στα επιτελεία του ΣΥΡΙΖΑ και της Ν.Δ και, όπως προκύπτει από την τακτική των δύο κομμάτων, οι σχετικές απαντήσεις έχουν ήδη δοθεί.

Εάν παρατηρήσει κανείς την ιεράρχηση των προβλημάτων που ενδιαφέρουν την κοινή γνώμη στην τελευταία έρευνα- βαρόμετρο (Τάσεις) της MRB διαπιστώνει μία ενδιαφέρουσα “αντιστροφή της πραγματικότητας“.

Έξι στους δέκα πολίτες αξιολογούν ως σοβαρότερο το πρόβλημα της ανεργίας (δουλειές και όσο το δυνατόν καλύτερα αμειβόμενες), τέσσερις στους δέκα ανησυχούν για την υψηλή φορολογία, τρεις στους δέκα διερωτώνται πως θα υπάρξει οικονομική ανάπτυξη και άλλοι τόσοι προβληματίζονται για την κατάσταση του εθνικού συστήματος υγείας. Ακολουθούν, η ακρίβεια, το προσφυγικό και η Παιδεία. Το ονοματολογικό της ΠΓΔΜ, ως θέμα εξωτερικής πολιτικής, βρίσκεται μόλις στην 13η θέση της κλίμακας ιεράρχησης της κοινής γνώμης και φαίνεται να απασχολεί ιδιαιτέρως μόλις το 5,3% των πολιτών.

Με βάση όλα αυτά, θα περίμενε κανείς η πολιτική σύγκρουση να εστιάζεται στα θέματα της οικονομίας και της καθημερινότητας, στην οικονομική επιβίωση φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων, στην απασχόληση και σε όλα τα υπόλοιπα που καταλαμβάνουν τις πρώτες δέκα θέσεις στην ίδια κλίμακα.

Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, με το πρόσφατο μπαράζ ψήφισης θετικών μέτρων στη Βουλή, τη μη περικοπή των συντάξεων, τις πολιτικές εργασίας που προωθεί το αρμόδιο υπουργείο, την εξαγγελία προσλήψεων στο Δημόσιο στη βάση του νέου κανόνα 1:1, τις ρυθμίσεις και τους διακανονισμούς για οφειλές και άλλα πολλά επιχειρεί να μετατοπίσει το βάρος της πολιτικής αντιπαράθεσης σε αυτά ακριβώς τα ζητήματα. Που, μεταξύ μας, είναι πολλαπλώς σημαντικότερα για το μέλλον της χώρας.

Για να κάνεις, ωστόσο, αντιπαράθεση χρειάζονται δύο. Και είναι προφανές πως η Ν.Δ δεν επιθυμεί να “παίξει” σε αυτό το “γήπεδο”.

Παρά το γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγγειλε βοήθημα 2.000 ευρώ για κάθε νέο παιδί που θα γεννηθεί …επί κυβερνήσεώς του και αύξηση του κατώτατου μισθού, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει το κοινωνικό του προφίλ και να αντιμετωπίσει τις κατηγορίες περί νεοφιλελευθερισμού, το συνεδριακό κέντρο του “Ελ. Βενιζέλος”, όπου πραγματοποιείται το συνέδριο- “σείστηκε” μόνο όταν ανέβασε τους τόνους σχετικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Ιδιαίτερα όταν επέμεινε έτι περαιτέρω στην κατηγορία περί συναλλαγής της κυβέρνησης με τους εταίρους για την μη περικοπή των συντάξεων με αντάλλαγμα την “επαίσχυντη” -κατά τη Ν.Δ- συμφωνία με τον Ζόραν Ζάεφ. Και τότε ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε την μεγάλη ικανοποίηση να βλέπει να τον καταχειροκροτούν ομού όλες οι πτέρυγες του κόμματος, από τον Αντώνη Σαμαρά -και μάλιστα όρθιος- μέχρι τον Κώστα Καραμανλή, και από το δίδυμο Άδωνις-Βορίδης μέχρι τον μετριοπαθή ευρωπαίο επίτροπο Δημήτρη Αβραμόπουλο( ο οποίος ως μέλος της Κομισιόν έχει χαιρετίσει τη Συμφωνία με την ΠΓΔΜ!).

Έχει χτυπήσει εκλογική “φλέβα” η Ν.Δ με το Μακεδονικό, ή πρόκειται, απλώς, για την ανάγκη της να μεταφέρει το παιγνίδι σε ένα μη προνομιακό για την κυβέρνηση πεδίο αντιπαράθεσης; Συμβαίνουν και τα δύο και επ΄ αυτού τα στοιχεία των Τάσεων της MRB είναι εξόχως αποκαλυπτικά.

Οι ίδιοι πολίτες που ιεραρχούν μόλις κατά το 5,3% ως σοβαρά τα προβλήματα εξωτερικής πολιτικής φαίνεται ότι συγκροτούν ένα σκληρό μέτωπο κατά της Συμφωνίας.

[ Επ΄ αυτού οφείλει κανείς να σημειώσει πως οι επικοινωνιακοί χειρισμοί της κυβέρνησης υπήρξαν μάλλον ελλιπείς και καθυστερημένοι. Ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε στη Θεσσαλονίκη για να μιλήσει για το Μακεδονικό περίπου έξι μήνες μετά την υπογραφή της συμφωνίας στις Πρέσπες κι ενώ αντιμετώπισε μάλλον ασθενικά έως τώρα την εσωτερική εθνικιστική προπαγάνδα από τη μία, και τις προκλητικές κορώνες του Ζόραν Ζάεφ από την άλλη. Οι γνωρίζοντες επισημαίνουν πως ο επικοινωνιακός σχεδιασμός ήταν αρχικά διαφορετικός αλλά επικράτησαν αντίθετες απόψεις με αποτέλεσμα αρκετά σημεία της συμφωνίας να διαστρεβλωθούν και να καλλιεργηθεί σε μερίδα του πληθυσμού μυθολογία ήττας, ενώ μάλλον το αντίθετο συμβαίνει.]

Επιστρέφουμε στα στοιχεία της έρευνας:

– Το 70,2% των ερωτηθέντων αξιολογούν αρνητικά ή μάλλον αρνητικά τη συμφωνία και μόνο το 12,1% την αξιολογούν θετικά ή μάλλον θετικά.

– Μόνο το 20,7% θεωρούν πως διασφαλίζει τα συμφέροντα της Ελλάδας, ενώ το 74,7% θεωρούν πως είναι ετεροβαρής υπέρ της ΠΓΔΜ.

– Στην ιεράρχηση των χωρών που απειλούν την Ελλάδα, η Τουρκία είναι πρώτη με 84,5%, έχει μεγάλο ενδιαφέρον, ωστόσο, ότι το 42,8% και το 26% αντίστοιχα αξιολογούν ως χώρες που μας απειλούν την Αλβανία και την ΠΓΔΜ! Εάν οι πολίτες αυτοί θεωρούν πως η Αλβανία και η ΠΓΔΜ μας απειλούν “στρατιωτικά” πρόκειται περί παραφροσύνης, εάν -το πιθανότερο- θεωρούν πως απειλούν την ιστορία μας, την κληρονομιά μας και την κυριαρχία μας, τότε το “μέτωπο της λογικής” έχει αποτύχει επικοινωνιακά να αντιμετωπίσει τον υφέρποντα εθνικισμό και τα στερεότυπα.

Τα πράγματα γίνονται χειρότερα στην Βόρεια Ελλάδα αλλά από την άλλη εξηγούν ακόμα περισσότερο την επιμονή της Ν.Δ και άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης να κρατούν ψηλά τη σημαία του Μακεδονικού και να υποβαθμίζουν τα θέματα της οικονομίας, του κοινωνικού κράτους και της καθημερινότητας.

– Μόλις το 5,9% των πολιτών στη Βόρεια Ελλάξα αξιολογούν θετικά τη Συμφωνία των Πρεσπών, ενώ το 79% την αξιολογούν αρνητικά. Προσέξτε, μπορεί οι συμμετέχοντες στα μίνι συλλαλητήρια και τις αντισυγκεντρώσεις να βαίνουν μειούμενοι και να αφήνουν χώρο σε γραφικούς και, κυρίως, εθνικιστές και νεοναζί (όλοι είδαμε τους χιτλερικούς χαιρετισμούς αρκετών διαμαρτυρόμενων στο Λευκό Πύργο), υπάρχει, ωστόσο, κατά την μέτρηση, ένα βουβό πλήθος που “τρέφεται” από τη διχαστική ρητορική και τη μυθολογία της ήττας σχετικά με τη συμφωνία. Πολίτες που υιοθετούν άκριτα ή έστω ανέχονται (για να είμαστε δίκαιοι είναι οι περισσότεροι) το “η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική”, δεν αντιδρούν στα ακραία εμφυλιοπολεμικά συνθήματα, δεν εξοργίζονται με το φασιστικό “η Δημοκρατία πούλησε τη Μακεδονία” και έχουν μπολιαστεί με την ψευδαίσθηση ότι υπάρχει λύση στο ονοματολογικό χωρίς τον όρο “Μακεδονία”.

– Στην ιεράρχηση, δε, των χωρών που απειλούν την Ελλάδα, τα ποσοστά που αφορούν την Αλβανία και την ΠΓΔΜ αυξάνουν σε περίπου 50% και 31% αντίστοιχα!

Τούτων δοθέντων, υπάρχει χώρος και χρόνος επιστροφής στην πραγματικότητα και στις λογικές παραμέτρους της εθνικής και γεωπολιτικής ανάγκης να κλείσει η πληγή του Μακεδονικού;

Δυστυχώς, με κομματικούς όρους και σε (προ)εκλογικό χρόνο κάτι τέτοιο μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο.

Η κυβέρνηση και όσοι έχουν την άποψη πως η Συμφωνία των Πρεσπών είναι ένας αναγκαίος και έντιμος συμβιβασμός (που θα επιβεβαιωθεί σε κοντινό και όχι -μόνο- στον ιστορικό χρόνο) πρέπει να προσπαθήσουν εντονότερα. Όμως, όσο σύμπασα η αντιπολίτευση -αν και με διαφορετικές αφετηρίες- θεωρεί πως το Μακεδονικό μπορεί να κρίνει τις επόμενες εκλογές, τα περιθώρια μεταστροφής του κλίματος είναι περιορισμένα.

Η Συμφωνία των Πρεσπών, υπό άλλες προϋποθέσεις και σε ένα πολιτικό περιβάλλον που όλοι θα σκέφτονταν λογικά και με όρους πραγματικού εθνικού συμφέροντος, θα μπορούσε να ενταχθεί στην πρώτη ομάδα των σημαντικών θεμάτων όπως ιεραρχούνται στις Τάσεις της MRB. Και να ταυτιστεί, για παράδειγμα, με το ζητούμενο της οικονομικής ανάπτυξης, δεδομένου ότι κάτι τέτοιο απαιτεί έναν σχετικά “ήπιο” γεωπολιτικό περίγυρο με ενισχυμένη τη θέση της Ελλάδας.

Τώρα, η συμφωνία μετατρέπεται σε εμβρυουλκό πολιτικών εξελίξεων, γίνεται στοιχείο της επιδιωκόμενης πόλωσης και “εργαλείο” για τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης με εκλογικούς όρους. Τρία, μπορεί και τέσσερα, κόμματα (Ποτάμι, ΑΝΕΛ, Ε.Κ, ΚΙΝ.ΑΛ) θα πιεσθούν πολύ -κάποια μέχρις αφανισμού- ενόψει της ψηφοφορίας κύρωσης της συμφωνίας στη Βουλή, και οι “παίκτες” του διπολισμού θα οχυρωθούν στα στρατόπεδα τους. Η μεν Ν.Δ θα ενισχύει τη μυθολογία της ήττας και της μειοδοσίας (“επιζήμια για τα εθνικά συμφέροντα η συμφωνία”), ο δε ΣΥΡΙΖΑ θα προσπαθεί να συσπειρώσει τους οπαδούς της ψυχραιμίας και της άλλης αντίληψης για το τι είναι πραγματικά εθνικά συμφέρον.

Οι απαισιόδοξοι θα αναρωτηθούν “τι τύχη μπορεί να έχει η λογική μέσα σε έναν γενικευμένο παραλογισμό”; Οι μετριοπαθείς, από την άλλη, θα πουν πως αυτή η μάχη πρέπει, ούτως ή άλλως, να δοθεί. Ακόμα κι αν υπάρξουν πολιτικά και εκλογικά θύματα…

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα