Καναδάς: Περνά στην αντεπίθεση ο πρώην σύμβουλος του Τριντό
Το πρώην «δεξί χέρι» του Καναδού πρωθυπουργού απορρίπτει τις καταγγελίες της πρώην υπουργού Δικαιοσύνης.
- 07 Μαρτίου 2019 08:56
Τον πρωθυπουργό του Καναδά υπερασπίστηκε χθες με σθένος ο Τζέραλντ Μπατς, μέχρι πρότινος το δεξί χέρι του Τζάστιν Τριντό, διαψεύδοντας ότι ασκήθηκε οποιαδήποτε πίεση στην πρώην υπουργό Δικαιοσύνης προκειμένου να επέμβει ώστε να αποφευχθεί η προσαγωγή της κατασκευαστικής εταιρείας SNC-Lavalin σε δίκη για υπόθεση διαφθοράς.
Ο Τζέραλντ Μπατς παραιτήθηκε τη 18η Φεβρουαρίου, για να μπορέσει – όπως είπε – να δώσει απάντηση στις κατηγορίες της πρώην υπουργού Δικαιοσύνης Τζόντι Ουίλσον-Ρέιμπουλντ, η οποία παραιτήθηκε έξι ημέρες νωρίτερα.
Σε μια κατάθεση που προκάλεσε πολιτική θύελλα, ενώπιον επιτροπής του κοινοβουλίου στα τέλη Φεβρουαρίου, η Ουίλσον-Ρέιμπουλντ αποκάλυψε πως δέχθηκε επανειλημμένα «ανάρμοστες πιέσεις» και «συγκαλυμμένες απειλές» από το περιβάλλον του πρωθυπουργού, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Μπατς. Σύμφωνα με την ίδια, σκοπός ήταν να πειστεί να επέμβει ώστε οι εισαγγελείς να κλείσουν εξωδικαστικό συμβιβασμό με την κατασκευαστική εταιρεία-κολοσσό SNC-Lavalin, που είναι αντιμέτωπη με προσαγωγή στη δικαιοσύνη για μια υπόθεση διαφθοράς στη Λιβύη.
Ένας εξωδικαστικός συμβιβασμός, νέα διαδικασία που προβλέπει η καναδική νομοθεσία, θα επέτρεπε στην εταιρεία να αποφύγει τη δίκη, με αντάλλαγμα την καταβολή προστίμου. Σε περίπτωση που καταδικαστεί για διαφθορά, η SNC-Lavalin θα αποκλειστεί από κάθε συμμετοχή στους διαγωνισμούς για δημόσιες συμβάσεις για 10 χρόνια, κάτι που ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο το ίδιο το μέλλον της.
Σύμφωνα με τον Μπατς, οι συζητήσεις ανάμεσα στον Τριντό και το περιβάλλον του δεν είχαν στόχο να ασκηθεί πίεση στην υπουργό, αλλά να της επισημανθεί η δυνατότητα να ακολουθηθεί άλλος δρόμος στην συγκεκριμένη υπόθεση, λόγω των κρίσιμων οικονομικών και κοινωνικών διακυβευόμενων σε περίπτωση καταδίκης της εταιρείας. «Διακυβεύονται 9.000 θέσεις εργασίας, πρόκειται για ένα πολιτικό πρόβλημα τεράστιας σημασίας», επέμεινε ο πρώην προσωπικός γραμματέας του πρωθυπουργού καταθέτοντας ενώπιον της επιτροπής Δικαιοσύνης της Βουλής των Αντιπροσώπων. «Θεωρούσαμε ότι θα ήταν προσήκον (η υπουργός Δικαιοσύνης) να ζητήσει την ανεξάρτητη γνωμοδότηση ενός εξέχοντος νομικού ή μιας ομάδας νομικών», εξήγησε.
Ο πρώην σύμβουλος του Τριντό δήλωσε επίσης «κατάπληκτος» για την υπόθεση, διότι η πρώην υπουργός Δικαιοσύνης δεν είχε διαμαρτυρηθεί ποτέ για τις κατ’ αυτόν υποτιθέμενες «πιέσεις» που της ασκούνταν στις συζητήσεις για την SNC-Lavalin, που διήρκεσαν μήνες. Ιδίως όταν πήγαν να γευματίσουν στις αρχές του Δεκεμβρίου, σε κλίμα φιλικό και χαλαρό, σύμφωνα πάντα με τον ίδιο. «Δεν βλέπω πως αυτή η σύντομη συζήτηση για την υπόθεση θα μπορούσε να θεωρηθεί πίεση», επέμεινε.
Η «υπόθεση SNC-Lavalin» ήρθε στην επιφάνεια στις αρχές του Φεβρουαρίου, όταν δημοσιεύθηκε εκτενές άρθρο στην Globe & Mail, στο οποίο η εφημερίδα έκανε λόγο για ισχυρές πιέσεις από το περιβάλλον του Τριντό στην Ουίλσον-Ρέιμπουλντ, κάτι που ο πρωθυπουργός και το γραφείο του συνεχίζουν να διαψεύδουν. Οι αποκαλύψεις έγιναν μερικές εβδομάδες έπειτα από τον μίνι-ανασχηματισμό που προκάλεσε η παραίτηση ενός υπουργού. Στην Ουίλσον-Ρέιμπουλντ ανατέθηκε το υπουργείο αρμόδιο για τις Υποθέσεις των Βετεράνων. Στην κατάθεση της, η πρώην υπουργός υποστήριξε πως επρόκειτο για την τιμωρία της διότι δεν υπέκυψε στις «πιέσεις» στην υπόθεση SNC-Lavalin.
Ο Μπατς από την πλευρά του αντέτεινε πως ο Τριντό επαναλάμβανε πως εάν δεν είχε γίνει αυτός ο ανασχηματισμός, η Ουίλσον-Ρέιμπουλντ θα ήταν ακόμα υπουργός Δικαιοσύνης.
Μετά την κατάθεση του Μπατς, τα βλέμματα στρέφονται πλέον στον ίδιο τον Τριντό: ο ηγέτης των Φιλελεύθερων είναι αντιμέτωπος με τη σοβαρότερη κρίση μετά την ανάδειξη του στην εξουσία, το 2015. Δύο διαπρεπείς υπουργοί της κυβέρνησής του παραιτήθηκαν, μια έρευνα του κοινοβουλίου βρίσκεται σε εξέλιξη και η συντηρητική αντιπολίτευση δεν σταματά να απαιτεί την παραίτησή του, υποστηρίζοντας ότι έχει απολέσει πλήρως κάθε νομιμοποίηση. Μερικούς μήνες πριν από τις βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου, οι δημοσκοπήσεις φέρουν τη συντηρητική αντιπολίτευση να προηγείται καθαρά στην πρόθεση ψήφου.