Σταύρος Ξαρχάκος: Η γνωριμία με τον Τσαρούχη και το πρώτο εξώφυλλο του “Ρεμπέτικου” που δεν χρησιμοποιήθηκε

Διαβάζεται σε 9'
Σταύρος Ξαρχάκος: Η γνωριμία με τον Τσαρούχη και το πρώτο εξώφυλλο του “Ρεμπέτικου” που δεν χρησιμοποιήθηκε
Το πρώτο εξώφυλλο που έφτιαξε ο Τσαρούχης για το Ρεμπέτικο και τελικά δε χρησιμοποιήθηκε. Από τη συλλογή του Ξαρχάκου

Σταύρος Ξαρχάκος – Γιάννης Τσαρούχης και τα εξώφυλλα για τους δίσκους “Θεμιστοκλέους 43” και “Ρεμπέτικο”.

Δύο μεγαθήρια της ελληνικής τέχνης και μουσικής, ανήσυχες προσωπικότητες που ποτέ δεν σταμάτησαν να εργάζονται και να εμβαθύνουν στην ουσία της τέχνης τους.

Ο ανεπανάληπτος καλλιτέχνης Γιάννης Τσαρούχης και ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης Σταύρος Ξαρχάκος γνωρίστηκαν το 1963 και όσες φορές – όχι λίγες – οι δρόμοι τους διασταυρώθηκαν μας πρόσφεραν καλλιτεχνικά “διαμάντια”, τα οποία συγκινούν μέχρι και σήμερα.

Δύο δημιουργοί με σαρωτικές προσωπικότητες, απόλυτα καθορισμένοι από το πάθος για την τέχνη τους, βρήκαν αυτόματα – από την πρώτη ίσως στιγμή της γνωριμίας τους – μια μυστική συνεννόηση.

Τσαρούχης – Ξαρχάκος: Τους έφερε κοντά η… Πάπισσα Ιωάννα

Ο Σταύρος Ξαρχάκος γνώρισε τον Τσαρούχη το 1963 στο πλαίσιο της παράστασης “Πάπισσα Ιωάννα” του Εμμανουήλ Ροΐδη, που ανέβηκε σε σκηνοθεσία του Νίκου Χατζίσκου, στο Υπαίθριο θέατρο Χατζίσκου, στη Μαυρομματαίων 26 (Πεδίον του Άρεως).

Στο έργο “Πάπισσα Ιωάννα”, το οποίο δημοσιεύτηκε το 1866 με υπότιτλο “μεσαιωνική μελέτη”, εξιστορείται ο βίος της Ιωάννας, μιας γυναίκας, η οποία προσποιούμενη ότι ήταν άντρας, κατάφερε να αναρριχηθεί στην ιεραρχία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και να φτάσει μέχρι και το αξίωμα του Πάπα. Η δημοσίευση του έργου είχε αντιμετωπίσει αρνητικές κριτικές από εκπροσώπους της Εκκλησίας, εξαιτίας της τολμηρότητας κάποιων σκηνών και κυρίως της κριτικής ματιάς του Ροΐδη σε συγκεκριμένες πρακτικές της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ο Γιάννης Τσαρούχης τον Απρίλιο του 1989, λίγους μήνες πριν τον θάνατό του. INTIME

Το 1963 ήταν η χρονιά που ο Σταύρος Ξαρχάκος, σε ηλικία μόλις 24 ετών, ανέλαβε τη μουσική σύνθεση για την εμβληματική ταινία “Τα κόκκινα Φανάρια”, σε σκηνοθεσία Βασίλη Γεωργιάδη. Η ταινία έλαβε διθυραμβικές κριτικές και τέθηκε υποψήφια για βραβείο Όσκαρ στην κατηγορία καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 1964, ενώ προτάθηκε να διαγωνιστεί για το βραβείο του Χρυσού Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών. Ο ομότιτλος δίσκος κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά και εμπλουτίστηκε με νέα τραγούδια. Λίγο αργότερα ο Ξαρχάκος συνέθεσε μουσική για την ταινία “Λόλα” σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, με το “Χάθηκε το Φεγγάρι” και τη φωνή της Βίκυς Μοσχολιού να ξεχωρίζουν.

Το ίδιο ακριβώς διάστημα ο αεικίνητος Τσαρούχης στα 53 του εργαζόταν πυρετωδώς ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος σε θεατρικές παραστάσεις. Το 1962-63 συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο και τον Αλέξη Μινωτή στην παράσταση “Το σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα” και το 1964-65 με τον Σπύρο Ευαγγελάτο στην “Κυρά της Θάλασσας”, αλλά και με τον Λεωνίδα Τριβιζά και τον θίασο του Τίτου Βανδή στην παράσταση “Ένας Όμηρος”.

Λίγο διάστημα μετά από τη γνωριμία τους (1964) ο Ξαρχάκος θα κυκλοφορούσε τον δίσκο “Θεμιστοκλέους 43” και θα ζητούσε από τον Τσαρούχη να ζωγραφίσει το εξώφυλλο.

Σταύρος Ξαρχάκος "Θεμιστοκλέους 43" /Η εικόνα είναι ζωγραφισμένη από τον Γιάννη Τσαρούχη - Είναι το σπίτι που γεννήθηκε και έγραψε τη μουσική αυτή ο Σταύρος Ξαρχάκος.

Αναμνήσεις από τη “Θεμιστοκλέους 43”

Εκτός από το ασίγαστο πάθος που είχαν ο καθένας για την τέχνη του, Τσαρούχης και Ξαρχάκος μοιράζονταν άλλο ένα κοινό στοιχείο, που ίσως ούτε οι ίδιοι δεν είχαν συνειδητοποιήσει. Είχαν τεράστια αγάπη για το σπίτι και τη γειτονιά στην οποία γεννήθηκαν και μεγάλωσαν.

Ο Γιάννης Τσαρούχης γεννήθηκε το 1910 σε ένα νεοκλασικό στον Πειραιά και εκεί πέρασε τα παιδικά του χρόνια, κρατώντας μέσα του τις πρώτες εικόνες που αργότερα διαμόρφωσαν την αισθητική του. Σύμφωνα με τα δικά του λόγια: “Το να βγεις περίπατο στον Πειραιά εκείνη την εποχή, ήταν σαν να σεργιανίζεις σε μια γιγαντιαία σκηνογραφία με βράχια και ωραία σπίτια με αγάλματα και αετώματα“.

Ο Σταύρος Ξαρχάκος από την άλλη πλευρά μιλάει πάντοτε με θέρμη για το σπίτι στο οποίο γεννήθηκε το 1939 στα Εξάρχεια, στην περίφημη οδό Θεμιστοκλέους. Τότε τα Εξάρχεια ήταν η “φωλιά” των καλλιτεχνών και η αριστοκρατική πλατεία των Αθηνών.

O Σταύρος Ξαρχάκος VaGGinet

Ήταν ένα ιστορικό σπίτι, φορτωμένο με πολλές μνήμες για τον μουσικοσυνθέτη – μνήμες από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τον εμφύλιο. Σε αυτό βρήκε στέγη η προγιαγιά του όταν ήρθε από τη Ζάκυνθο. Σε αυτό γεννήθηκε η γιαγιά του, η μητέρα του και ο ίδιος. Ήταν ένα από τα πολύ ωραία διώροφα νεοκλασικά σπίτια της εποχής, με εσωτερικές σκάλες, 13 δωμάτια και διαδρόμους. Σε ένα από τα δωμάτια έμενε -νοικάρισσα- η κυρία Αλεξάνδρα, με καταγωγή από το Άργος. Μια γηραιά κυρία, που ο νεαρός Ξαρχάκος της είχε κάνει τον βίο αβίωτο με τις σκανταλιές του.

Στον δίσκο του “Θεμιστοκλέους 43” ο συνθέτης έκλεισε όλες τις αναμνήσεις που είχε από εκείνο το σπίτι, γι αυτό και οι μουσικές που ακούμε σε αυτόν είναι “σαν βγαλμένες μέσα από παλιά συρτάρια”. Έχουν αυτή την ανάμνηση – αυτή τη “μνήμη”. Ήταν μια απόπειρα ενός έφηβου να μιλήσει για το παράξενο φως που έπαιρνε ο ήλιος κάθε σούρουπο, σ’ αυτό το παλιό διώροφο των Εξαρχείων, για κάποιες φυσαρμόνικες που ακούγονταν τα βράδια από τη Σόλωνος, για κάποια παιδιά που κύλαγαν το τσέρκι τους στην οδό Σουλτάνη.

Σταύρος Ξαρχάκος / Ρεμπέτικο

Όταν ο Ξαρχάκος ολοκλήρωσε τον δίσκο “Θεμιστοκλέους 43” ήθελε διακαώς το εξώφυλλο να απεικονίζει το ίδιο του το σπίτι. Ζήτησε λοιπόν από τον Τσαρούχη να το ζωγραφίσει. Εκείνος, χωρίς να ζητήσει τίποτα – ούτε καν χρήματα – πήγε στη γειτονιά των Εξαρχείων, κάθισε στο απέναντι πεζοδρόμιο και άρχισε να σχεδιάζει πυρετωδώς. Το έργο “κύλησε σαν νερό” και τελικά κόσμησε το εξώφυλλο του δίσκου “Θεμιστοκλέους 43” – ενός έργου με 17 σύντομες οργανικές συνθέσεις για εκκλησιαστικό όργανο και πιάνο. Δυστυχώς το πρωτότυπο έργο από τα χέρια του Τσαρούχη έχει χαθεί.

Στο σπίτι αυτό ο Ξαρχάκος έζησε με τη γιαγιά και τη μητέρα του μέχρι το 1964, περίοδο κατά την οποία συνέθεσε τη μουσική για τη σειρά ντοκιμαντέρ, με τίτλο “Η Ελλάδα της Μελίνας”, με τη Μελίνα να ερμηνεύει τα: “Τι έχει και κλαίει το παιδί” και “Να με θυμάσαι” σε στίχους Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου και Βαγγέλη Γκούφα.

Το πρώτο εξώφυλλο για το “Ρεμπέτικο”

Λίγο πριν από τη δεύτερη μεγάλη συναυλία του Σταύρου Ξαρχάκου στις 12 Οκτωβρίου στο Ηρώδειο, όπου θα ακούσουμε 40 χρόνια μετά τη δημιουργία του το εμβληματικό έργο “Ρεμπέτικο” δεν μπορούμε παρά να θυμηθούμε και το χαρακτηριστικό εξώφυλλο του δίσκου δια χειρός Γιάννη Τσαρούχη.

Το πρώτο εξώφυλλο που έφτιαξε ο Τσαρούχης για το Ρεμπέτικο και τελικά δε χρησιμοποιήθηκε. Από τη συλλογή του Ξαρχάκου

Ήταν το 1983 όταν o Κώστας Φέρρης σκηνοθέτησε και παρουσίασε, σε σενάριο του ίδιου και της Σωτηρίας Λεονάρδου, την ταινία “Ρεμπέτικο”, μια ταινία ορόσημο, η οποία με αφορμή την πορεία μιας τραγουδίστριας του ρεμπέτικου (υπονοείται η Μαρίκα Νίνου), κατέγραψε την Ελλάδα του μεσοπολέμου, τα ρεμπέτικα, τη ζωή των καλλιτεχνών, τη ζωή στα προσφυγικά.

Ο Σταύρος Ξαρχάκος δημιούργησε νέα τραγούδια φτιαγμένα με παλιά συνταγή που έδιναν την αίσθηση ότι πρόκειται για παλιά ρεμπέτικα. Τα τραγούδια “Καίγομαι”, “Μάνα Μου Ελλάς”, “Το Δίχτυ”, “Το Πρακτορείο”, “Στου Θώμα”, “Στης Πίκρας Τα Ξερόνησα”, “Μπουρνοβολιά”, “Στην Αμφιάλη”, γνώρισαν ευρύτατη αποδοχή, κηρύχθηκαν διαχρονικά και έγραψαν τη δική τους αυτόνομη ιστορία.

Τη δική του ιστορία έχει και το εξώφυλλο του δίσκου. Θυμίζουμε ότι στα χρόνια του βινυλίου το εξώφυλλο ήταν πολύ σοβαρή υπόθεση για τη συνολική έκδοση και τις ιδέες που ήθελε να “περάσει” στο κοινό ο δημιουργός. Τα έργα τέχνης του Τσαρούχη, του Σταθόπουλου, του Μυταρά, του Φασιανού κι άλλων σημαντικών ζωγράφων έρχονταν να συμπληρώσουν με ιδιαίτερο τρόπο το μουσικό περιεχόμενο δίνοντας μια “ταυτότητα”. Στην περίπτωση του Ρεμπέτικου, ο συνθέτης για άλλη μία φορά ήθελε ένα έργο του Τσαρούχη.

Διπλός δίσκος που κυκλοφόρησε από τη CBS το 1983, με τη μουσική και τα τραγούδια από την ομώνυμη ταινία του Κώστα Φέρρη. Εξώφυλλο Τσαρούχης

Τα εξώφυλλα του Ρεμπέτικου ήταν … δύο, με την έννοια ότι αρχικά είχε συμφωνηθεί να χρησιμοποιήσουν ένα άλλο πορτρέτο, ζωγραφισμένο από τον Τσαρούχη – μια κλασική προσωπογραφία ενός νέου με μουστάκι και ένα σταυρουδάκι στο λαιμό.

Τότε έλαβε χώρα μία μεγάλη συζήτηση – με την καλή έννοια – για το αν θα έπρεπε ίσως να διαλέξουν για εξώφυλλο κάποιον άλλον πίνακα που να “συνδέεται” περισσότερο με τη μουσική. Και έτσι πήγαν πάλι στο ατελιέ του Τσαρούχη, όπου μαζί επέλεξαν το τελικό εξώφυλλο – μια ανδρόγυνη μορφή, χαρακτηριστική της αισθητικής του καλλιτέχνη, που κρατάει ένα λαούτο (ή μαντολίνο).

Γιάννης Τσαρούχης και η Λίλα ντε Νόμπιλι (Ιταλίδα σκηνογράφος, ενδυματολόγος και ζωγράφος) σε φωτογραφία του 1985. Από την έκθεση του Μουσείου Μπενάκη με τίτλο ''Lila de Nobili - Γιάννης Τσαρούχης - Μια Συνάντηση'' (2002). 2002 ΑΠΕ-ΜΠΕ

Η εμβληματική φωτογραφία των δύο ανδρών στο ατελιέ του Τσαρούχη, με τον Ξαρχάκο σκεπτικό και τον ζωγράφο να βάζει με στοχοπροσήλωση τις τελευταίες πινελιές στον καμβά, τραβήχτηκε από τη δημιουργία του πρώτου εξωφύλλου για το “Ρεμπέτικο“, αυτό το οποίο τελικά δεν χρησιμοποιήθηκε.

Το 1989 και ενώ ετοιμαζόταν να ανεβάσει τον “Ορέστη” του Ευριπίδη σε δική του μετάφραση, σκηνοθεσία, σκηνικά και κοστούμια, ο Γιάννης Τσαρούχης νοσηλεύτηκε στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο, όπου και απεβίωσε τελικά στις 20 Ιουλίου από σηπτικό σοκ, σε ηλικία 79 ετών.

Info:

Σταύρος Ξαρχάκος, Ρεμπέτικο 40 χρόνια μετά, Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2023, Ωδείο Ηρώδου Αττικού, Προπώληση: ticketservices.gr.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα