ΘΕΟΔΩΡΑ ΚΡΙΝΗ/ 24 MEDIA LAB

“ΟΤΑΝ ΑΚΟΥΣΑ ΤΙΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΜΠΕΟΥ, ΕΝΙΩΣΑ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΠΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ”

Δεν πρόκειται για γραφικότητες, ούτε μόνο για τους λόγους ενός τραμπούκου που στην τελική “Ποιος τον ακούει;”. Αρκεί ένας να μυηθεί στο μισαλλόδοξο κήρυγμά του.

Πώς γίνεται μέσα σε λίγες μέρες, οι Έλληνες ψηφοφόροι να αποδοκιμάζουν τον «πριγκιπισμό» (στον δήμο της Αθήνας) και να επιβραβεύουν τη χυδαιότητα ( Βόλος);

Αυτό το ερώτημα  τυράννησε το μυαλό μου μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της δεύτερης κάλπης των αυτοδιοικητικών εκλογών. Αναμφίβολα, η ανατροπή στην Αθήνα κι αλλού αποτελεί την πρώτη σημαντική ήττα της εγχώριας Δεξιάς, μετά το 2019. Ωστόσο, δεν είμαι σίγουρος αν αυτή η συνθήκη είναι ικανή ώστε να υπερκεράσει την ομοβροντία ρατσιστικών και ομοφοβικών δηλώσεων που κυριαρχούν τελευταία στον δημόσιο λόγο.

Ποιος  ψηφίζει τον Αχιλλέα Μπέο;

Με αυτά κατά νου, απευθύνθηκα στον δημοσιογράφο και συγγραφέα, Γιάννη Παντελάκη. Ποιος ψηφίζει τον Αχιλλέα Μπέο, ρωτώ τον έμπειρο συνάδελφο. «Ζούμε σε μια κοινωνία παρακμής και ελάχιστων προσδοκιών», εξηγεί στο Magazine, ενώ παράλληλα σημειώνει ότι ο πήχης μας έχει μπει πολύ χαμηλά και ανέμελα πορευόμαστε κάτω από αυτόν. Για τον ίδιο, γεγονότα όπως το ομοφοβικό κρεσέντο του επανεκλεγέντα δημάρχου Βόλου αποτελούν ένα είδος υπενθύμισης, ώστε «να κοιταζόμαστε στον καθρέφτη, να αποκτάμε ενός είδους αυτοσυνειδησία, να αντιλαμβανόμαστε ότι είμαστε ικανοί για όλα. Να ψηφίζουμε έναν Μπέο, πολλούς Μπέους με όσα αρνητικά φορτία μεταφέρουν, να αναδεικνύεται η χυδαιότητα ως συστατικό στοιχείο συλλογικής συμπεριφοράς που ξεπερνάει πολλά όρια ηθικής, να επικροτούμε τον λαϊκισμό και να τον αναγάγουμε ως κυρίαρχο χαρακτηριστικό μας. Και όλα αυτά, λες με έναν μαγικό τρόπο ξεπερνούν πολιτικές διαχωριστικές ταυτότητες όπως τουλάχιστον τις έχουμε ορίσει στη χώρα μας».

Ποιος ο αντίκτυπος αυτών των δηλώσεων;

Με όσα ήδη ανέφερε ο Γιάννης Παντελάκης, δεν είναι να απορεί κανείς πώς η κοινωνία που περιγράφει, σε ένα συντριπτικά μεγάλο της κομμάτι ελκύεται από Μπέους. Όταν βλέπει σε «αυτούς, δικούς της ανθρώπους που είναι μάτσο, τα λένε χύμα και χυδαία για τους διαφορετικούς, τους ανήσυχους, τους αδύναμους». Όταν γι’ αυτούς «η εξουσία και η διακυβέρνηση θέλουν λογικές τσαμπουκά και υποδόριου ρατσισμού». 

“H εξουσία και η διακυβέρνηση θέλουν λογικές τσαμπουκά και υποδόριου ρατσισμού”. 

 

Πραγματικά δε ξέρω πώς είναι να ζεις μέσα σε ένα τέτοιο κοινωνικό περιβάλλον, όντας διαφορετικός. Για τον λόγο αυτό μίλησα με τον Άρη Κ. Ο Άρης πριν λίγο καιρό άφησε την Κρήτη όπου γεννήθηκε, μεγάλωσε και έζησε τις τρεις πρώτες δεκαετίες της ζωής του και μαθαίνει τα νέα για την Ελλάδα πλέον από το εξωτερικό. Ο κύριος λόγος που έφυγε ήταν για να αποκτήσει όπως λέει, επιτέλους προσωπική ζωή. Να νιώθει ελεύθερος. Φυσικά, δεν το μετανιώνει. 

Αν ήσουν σήμερα 16 στην Κρήτη και άκουγες τον δήμαρχο της πόλης σου να μιλά κατά αυτόν τον τρόπο εναντίον των ομοφυλόφιλων, πώς θα ένιωθες;

Αυτό ρώτησα τον συνομιλητή μου στα πρώτα λεπτά της κουβέντας μας. Η απάντηση ήταν άμεση και σαφής. «Αν κρίνω από την δική μου περίπτωση που ως έφηβος δεν τολμούσα οριακά να πω ποιος ηθοποιός άντρας ή τραγουδιστής μ’ αρέσει, για να μην νομίζουν ότι με ελκύει ερωτικά, θεωρώ ότι θα μου δημιουργούσε ένα τόσο μεγάλο τραύμα, το οποίο δεν ξέρω αν ποτέ θα επουλωνόταν.  Βέβαια, τα πάντα εξαρτώνται κι από το πώς μπορεί ένας άνθρωπος να αντιμετωπίσει κάθε κατάσταση ξεχωριστά. Τώρα, μπορώ να πω ότι έχω το τσαγανό και λύνω τα θέματά μου μόνος μου. Αν ήμουν όμως ο Άρης των 16 χρονών, δεν νομίζω ότι θα ξέφευγα ποτέ αυτό. Δεν θα εκδήλωνα ποτέ την ταυτότητά μου και θα κατέληγα ένας μίζερος άνθρωπος, μόνος του πάνω στη γη. Πιθανότατα με βαριά κατάθλιψη».

Το «στίγμα» είναι μεγάλο για έναν ομοφυλόφιλο γενικά στη χώρα μας, πολλώ μάλλον στην επαρχία

Ο Άρης ευτυχώς δεν είχε έναν Μπέο στην πόλη του. Αυτό δεν σημαίνει ότι ζούσε ελεύθερα. Τον ρωτώ για τα παιδικά του χρόνια, τις αναμνήσεις του· αν ένιωσε ποτέ περιορισμένος από την οικογένειά του. Η απάντηση ήταν αρνητική. Ωστόσο, επισημαίνει ότι το πρόβλημα με τους γονείς αρχίζει κατά την εφηβεία. 

“Στη χώρα μας δυστυχώς πιστεύουν ότι η σεξουαλικότητα διαμορφώνεται κατά την εφηβεία.”

Με τα λόγια του ίδιου: «Γενικότερα, αυτό που έχω καταλάβει είναι ότι στην Ελλάδα οι γονείς δεν γνωρίζουν ότι  η σεξουαλικότητα κάθε ανθρώπου έχει διαμορφωθεί ήδη από την ηλικία των τεσσάρων- πέντε ετών, αν δεν κάνω λάθος. Στη χώρα μας δυστυχώς πιστεύουν ότι η σεξουαλικότητα διαμορφώνεται κατά την εφηβεία. Δεν είναι όμως έτσι, γι’ αυτό και πάντα λέω ότι θα έπρεπε να υπάρχει ενημέρωση.

Αντίστοιχα πιστεύω ότι λειτούργησε το όλο πράγμα και με εμένα γιατί ενώ δεν ένιωσα ποτέ περιορισμένος (ούτε τώρα νιώθω), ανέκαθεν περιόριζα τι δείχνω ή και τι λέω δημόσια. Κι αυτό γιατί ξέρω ότι οι γονείς μου δεν θα ήθελαν να το επικοινωνώ αυτό (σ.σ. την σεξουαλική μου ταυτότητα) τόσο ανοιχτά». 

“Θα ήταν διαφορετικά αν μεγάλωνα σε ένα αστικό κέντρο”

Αυτό σημαίνει όμως ότι υπήρχε, πιθανά ακόμη και τώρα να υφίσταται, το περιθώριο της αποδοχής από το σπίτι, επομένως, πού είναι το πρόβλημα, επανέρχομαι στο θέμα, ίσως με κάποια αφέλεια. 

Το ζήτημα για τον συνομιλητή μου, δεν ήταν μόνο η αποδοχή από την οικογένεια, η οποία με τον έναν ή τον άλλο θα ερχόταν, αλλά η διατάραξη του κοινωνικού «status» σε ένα αυστηρό κοινωνικό πλαίσιο. «Ξέρω πως όσο δύσκολη κι αν ήταν η αποδοχή στο σπίτι, στο τέλος της ημέρας θα έμπαιναν στο τριπάκι να με υπερασπιστούν. Όμως, αν το καλοσκεφτείς, στην τελική δεν υπάρχει τίποτα να υπερασπιστούν. Είναι όλα, απόλυτα φυσιολογικά. Απλά δεν ήθελα να νιώσουν ότι κοινωνικά είναι υποδεέστεροι. Δεν είναι, αλλά είμαι σίγουρος ότι έτσι θα το σκεφτόντουσαν».

Μήπως θα ήταν διαφορετικά αν μεγάλωνε στην Αθήνα ή την Θεσσαλονίκη;

«Εννοείται. Ας πάρουμε υπόψη τα ποσοτικά στοιχεία. Μεγάλωσα σε μια πόλη όπου όλος ο κόσμος γνωρίζει τους πάντες. Δεν υπάρχει περίπτωση να βγεις βόλτα έξω και να είσαι άγνωστος μεταξύ αγνώστων. Δεν μπορείς να κρυφτείς. Θα μου πεις εδώ, γιατί να κρυφτώ; Νομίζω όμως ότι καταλαβαίνει ο καθένας τι θέλω να πω. 

Το ‘’στίγμα’’ είναι μεγάλο για έναν ομοφυλόφιλο γενικά στη χώρα μας. Πολλώ μάλλον σε ένα νησί όπου, ειδικά οι προηγούμενες γενιές, έχουν ένα αναχρονιστικό σκεπτικό».

Ο Μπέος είναι το σύμπτωμα όχι η ασθένεια

Δεν ξέρω αν ο αναχρονισμός για τον οποίο μιλά ο Άρης αφορά μόνο τις παλαιότερες γενιές συμπολιτών μας. Μακάρι, ναι. Πάντως όταν η κουβέντα άρχισε να εμβαθύνει στην αποδοχή του από τον οικογενειακό και κοινωνικό του περίγυρο εκείνο που σκιαγραφήθηκε ήταν ένα μοτίβο σιωπής και ταμπού. Αλλά και αλληλεγγύης και μαχητικότητας ταυτόχρονα.

«Ο οικογενειακός μου περίγυρος δεν με βοήθησε καθόλου γιατί δεν γνωρίζει τίποτα ή και να γνωρίζουν κάνουν ότι δεν βλέπουν ή απλώς σιωπούν. Υπάρχουν στιγμές που λέω, μα τι γίνεται, τι δεν βλέπουν; Εν ολίγοις, ναι τα παιδικά μου χρόνια ήταν ευτυχισμένα. Ναι, μεγάλωσα και μοιράζομαι με τους γονείς μου κοινές αξίες και αντιλήψεις· παρόλα αυτά το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας παραμένει ως κάτι που δεν πρέπει να θίξουμε. Κάτι σαν τον ‘’κακό’’ στα βιβλία με τον Χάρι Πότερ, όπου όλοι ξέρουν ποιος είναι και τι έχει κάνει, αλλά κανείς δεν λέει το όνομά του. 

Από την άλλη, ο κοινωνικός μου περίγυρος με στήριζε απόλυτα. Μάλιστα, το πρώτο διάστημα ήταν μια σιωπηλή υποστήριξη. Έκαναν πράγματα για ‘μένα δηλαδή, με υπερασπίζονταν χωρίς να το γνωρίζω. Στη συνέχεια, στον πρώτο και μοναδικό ως τώρα άνθρωπο που έχω κάνει ‘’coming out’’, η στήριξη που είχα ήταν πολύ σημαντική».

Άνθρωποι κρυμμένοι σε ντουλάπες 

Ζούμε, μεγαλώνουμε και προσπαθήσουμε να περπατήσουμε στη ζωή, μέσα σε παπούτσια τα οποία τις περισσότερες φορές δεν είναι στο νούμερό μας. Σκέφτομαι σωστά; Δεν ξέρω. Δεν είμαι ο κατάλληλος να απαντήσω. Γνωρίζω όμως μετά από όσα συζητήσαμε με τον Άρη, πόσο ψυχοφθόρο και εν τέλει πόσο αχρείαστο είναι να προσπαθείς να «συμμορφωθείς» με τα πρότυπα της κανονικότητας που άλλοι έθεσαν για σένα. 

Σοφιστείες και λόγια του αέρα θα πει κάποιος. Εντάξει. Όμως, ας αναλογιστούμε: Πόσες ψυχές θα απελευθερώνονταν αν δεν έπρεπε συνεχώς να μπουν στα καλούπια του «φυσιολογικού»;

Ποιο είναι το πρότυπο του “σωστού” άντρα στον τόπο που μεγάλωσες;

 Έτσι αποφάσισα να εκφράσω τους προβληματισμούς μου στον Άρη, ο οποίος με την ίδια πάντα καθαρότητα σκέψης, χρωμάτισε τον καμβά της δυστυχίας της…φυσιολογικότητας.

«Μεγαλώνει, πάει σχολείο, τελειώνει, αν θέλει σπουδάζει, πιάνει δουλειά, είναι ‘’player’’ με τις γυναίκες μέχρι τα 30 και μετά παντρεύεται. Αυτό για την πόλη. Στα χώρια απ’ την άλλη παντρεύονται όσο πιο νωρίς μπορούν. Η δεύτερη περίπτωση δεν αφορά μόνο τους άντρες, μα και τις κοπέλες. Υπάρχει ακόμη το πρότυπο οικογένειας όπου ο άντρας είναι έξω και δουλεύει και η γυναίκα είναι στο σπίτι και περιποιείται το νοικοκυριό της. 

Στο σχολείο είχα έρθει αντιμέτωπος με «νταήδες» που με εκφόβιζαν. Παρόλα αυτά, δέκα χρόνια μετά, αφού είχα τελειώσει το σχολείο βρέθηκα μαζί τους ερωτικά.”

Ωστόσο, αυτή είναι η… φανερή πλευρά. Γιατί υπάρχει κι άλλη, πίσω από κλειστές πόρτες όπου εκεί γίνεται χαμός. Τι εννοώ; Στο σχολείο είχα έρθει αντιμέτωπος με «νταήδες» που με εκφόβιζαν. Παρόλα αυτά, δέκα χρόνια μετά, αφού είχα τελειώσει το σχολείο βρέθηκα μαζί τους ερωτικά. Μάλιστα, ο ένας μου ζήτησε συγγνώμη. Παραδέχθηκε ότι ήταν μαλάκας. Απλά αυτό που σκέφτηκα τότε είναι ότι εγώ είχα πάντα το μυαλό να σκεφτώ ότι αυτά που λέω, αυτά που κάνω έχουν αντίκτυπο στην ψυχή του άλλου. Αυτός γιατί όχι ρε γαμώτο»;

Τα… σχόλια που κουράζουν

Ήταν νομίζω δεδομένο μετά από όσα μου εκμυστηρεύτηκε, ότι η επόμενή μου ερώτηση θα αφορούσε τις κακοποιητικές συμπεριφορές. Του φέρθηκαν ποτέ άσχημα, λεκτικά ή σωματικά; Πώς ένιωσε μετά; ‘Ηταν μόνο μία φορά ή πρόκειται για κατάσταση που έπρεπε να υπομένει συνεχώς; 

Απ’ όσα ο ίδιος εξομολογείται στο NΕWS 24/7, δεν θυμάται κάποιο ακραίο ομοφοβικό περιστατικό. Υπήρχαν πάντα όμως εκείνα τα βλέμματα που γυρνούσαν και μετά, ο ένας σχολίαζε με τον άλλον. «Ο, τι λένε, το λένε μεταξύ τους. Κάτι που στην τελική μπορεί να είναι ακόμα χειρότερο, γιατί αν ο άλλος έρθει και σε βρίσει κατάμουτρα, τον διαολοστέλνεις και τελειώνει η υπόθεση. Μ’ αυτή τη συνεχή φθορά όμως, τι γίνεται;», μου ανταπαντά. 

 Ανοίγοντας περισσότερο τα χαρτιά του, επισημαίνει ότι είναι ελάχιστες οι φορές που βγήκε έξω και δεν έγινε αντικείμενο σχολιασμού. Αυτό βέβαια όπως παραδέχεται δεν σημαίνει ότι τον πείραζε πάντα, ωστόσο γινόταν ενοχλητικό, παραπάνω από το συνηθισμένο, ίσως όταν δεν ήταν εξίσου διατεθειμένους να το δεχθεί. 

«Υπήρχαν στιγμές που ήθελα να βγω και δεν είχα όρεξη για πολλά πολλά. Δεν ήθελα να γυρίσω το κεφάλι μου και να δω πάλι τα γνωστά βλέμματα. Είναι εκείνες οι μέρες που όλοι έχουμε. Έτσι δεν είναι;  Όμως, παρά το ότι ήθελα να περνώ απαρατήρητος δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι πήγαινα κόντρα. Έλεγα στον εαυτό μου: ‘’Βγες και συμπεριφέρσου όσο πιο διακριτικά μπορείς· μην χορέψεις όπως σ’ αρέσει· ντύσου πιο ουδέτερα, βάλε κάτι μαύρο’’. Ακόμη κι έτσι όμως πάλι άκουγα σχόλια. Αυτό έγινε ακόμη πιο έντονο τον τελευταίο χρόνο ή τουλάχιστον έτσι το ένιωθα εγώ πλέον. Ταυτόχρονα όμως αυτός ο χρόνος αποτέλεσε και το σημείο- τομή για εμένα. Δεν ήθελα να μένω πια σε μία πόλη όπου όλοι συνέχιζαν να μένουν κρυμμένοι στην ντουλάπα. Ανάμεσα σ’ αυτούς βέβαια κι εγώ». 

Ποιο είναι το πρόσωπο της “αδελφής”;

ΘΕΟΔΩΡΑ ΚΡΙΝΗ/ 24 MEDIA LAB

Τι είναι αυτό που πραγματικά τους πείραζε και σχολίαζαν έναν άνθρωπο που δεν γνώριζαν; Τι είναι αυτό που πειράζει τον Αχιλλέα Μπέο, όπως και τον Βασίλη Χιώτη και τον Γιώργο Αυτιά;

Στην παγίδα της αναπαραγωγής των χυδαιοτήτων του δημάρχου Βόλου, όπως και των άθλιων ομοφοβικών υπονοουμένων του μέχρι πρότινος διευθυντή του «ΣΚΑΪ 100, 3» και του παρουσιαστή- δημοσιογράφου του τηλεοπτικού «ΣΚΑΪ» δεν έπεσα μέχρι τώρα κι ούτε σκοπεύω να το κάνω. Ωστόσο, έχει σημασία να δούμε τη μεγάλη εικόνα πίσω από την ματσίλα του καιρού μας, είτε αυτή εκφράζεται με τον ωμό τρόπο του επανεκλεγέντα δημάρχου, είτε με τον ραφιναρισμένο του κυρίου διευθυντή και του… έγκυρου παρουσιαστή. 

Τι βλέπουμε μέσα σ’ αυτήν; Μα προφανώς ένα πρόσωπο που κρυσταλλοποιεί εντός του οτιδήποτε συντελεί παράγοντα απόρριψης.

Σύμφωνα με τον Ψυχίατρο- Ψυχαναλυτή, Σερζ Χέφεζ, πρόκειται για το πρόσωπο εκείνου «που δεν ενστερνίζεται την αντρική κυριαρχία καθώς και το ζήτημα των αντρών μες στην κοινωνία που είναι μία κυριαρχική θέση. Πάει όμως στο στρατόπεδο των αδύναμων, των υποταγμένων, των κοριτσιών. Στο στρατόπεδο αυτών που τις ‘’πηδάνε’’. Και όχι στο στρατόπεδο αυτών που έχουν τη διεισδυτική δύναμη, τη φαλλική και αρσενική δύναμη. Σε αυτή τη βρισιά της λέξης ‘’αδελφή’’, υπάρχει κάτι παραπάνω από το θέμα του σεξουαλικού προσανατολισμού. Τίθεται όλο το θέμα της αρχιτεκτονικής της κοινωνίας γύρω απ’ αυτό το θέμα της υπεροχής των αντρών επί των γυναικών».  

Ήθελα να καταλάβω πώς είναι να κυκλοφορείς ανοιχτά

Μιλώντας και πάλι με τον Άρη, προσπαθώ να καταλάβω, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το καταφέρνω, πώς είναι να νιώθεις άβολα για το πιο φυσιολογικό και ταυτόχρονα πιο όμορφο πράγμα στην απόλυτα θνητή ζωή μας.

Πώς ήταν η ερωτική του ζωή στην Κρήτη; Πώς ένιωθε; Πώς βίωναν τη διαφορετικότητά τους άλλοι ομοφυλόφιλοι με τους οποίους συναναστράφηκε;

«Η ερωτική μου ζωή ήταν περιορισμένη, γιατί δεν ένιωθα άνετα όταν ήμουν σπίτι μου. Δεν ήταν μόνο το γεγονός ότι δεν ζούσα μόνος μου, αλλά κι ότι δεν ένιωθα όμορφα να κάνω ό, τι κάνω στην πόλη που μεγάλωσα, πάντα υπό τον φόβο ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο μπορεί να μάθαιναν κάτι οι δικοί μου. 

Γενικά τα πράγματα είναι πολύ περιορισμένα σε μια κλειστή κοινωνία. Είναι πολλοί αυτοί που λειτουργούν εν κρυπτώ. Υπάρχουν βέβαια κι εκείνοι που έχουν επιλέξει να κάνουν μια διπλή ζωή, να παντρεύονται, να κάνουν παιδιά και, παρόλα αυτά, να επιχειρούν με μικρές στιγμές στη ζωή τους να ξεφεύγουν από τη μιζέρια τους, προκειμένου να μπορούν να συνεχίσουν να ζουν. Βρίσκονται δηλαδή με άλλους άνδρες ερωτικά για να μην τρελαθούν και αυτοκτονήσουν. Το πιστεύω πολύ σοβαρά αυτό που σου λέω. Και δεν το λέω έτσι στον αέρα: 9/10 από τους άνδρες  που μου έστελναν μηνύματα ήταν παντρεμένοι. Για να μην συνυπολογίσω και το ποσοστό εκείνων των ανδρών που μίλησαν μαζί μου και μου το έχουν κρύψει»

Κλειστά φώτα

 Αυτό το σκοτάδι της υποκρισίας δεν άντεχε άλλο. Ένα σκοτάδι που δεν σκεπάζει μόνο τον γενέθλιο τόπο του στην Κρήτη, αλλά όπως λέει και ο ίδιος, πιθανότατα το ίδιο συμβαίνει και με το σύγχρονο προπύργιο του «γνήσιου» ανδρισμού, όπως άγαρμπα επιχειρεί να χρήσει την πόλη του Παγασητικού, ο ομοφοβικός δήμαρχός της.

 Αυτό κατάλαβα όταν η συζήτηση μεταφέρθηκε στο πώς ένιωσε μετά τις χυδαιότητες που μεταδόθηκαν σε όλο το πανελλήνιο, κατά τα επινίκια του πρώτου γύρου των αυτοδιοικητικών εκλογών στον Βόλο. «Όσο άσχημο κι αν ακουστεί και παρότι με λυπεί, θα είμαι ειλικρινής: Ένιωσα τεράστια ανακούφιση που δεν είμαι πια στην Ελλάδα. Παράλληλα όμως και τόσο μεγάλη ντροπή. Και στο λέω αυτό γιατί οι πομπές μας μαθεύτηκαν και εδώ που βρίσκομαι. Ντράπηκα. Κυρίως, γιατί θεωρώ ότι δεν προέρχομαι από μία χώρα, η οποία εμπνέει τέτοια αισθήματα. Παρόλα αυτά, έτσι ένιωσα». 

Κι αυτοί που ήταν από κάτω και τον επευφημούσαν, αφού πρώτα τον είχαν ψηφίσει; «Τώρα, για αυτούς που τον επιβραβεύουν με την ψήφο τους, τι να σου πω; Μακάρι να μπορούσα να απαντήσω. Ίσως η αλήθεια βρίσκεται σε ένα βίντεο που είδα από έναν Βολιώτη, ο οποίος έλεγε ότι δεν τα έχει με εκείνους που επευφημούσαν τον Μπέο όταν εκστόμιζε τις χυδαιότητές του, αλλά με εκείνους που ήταν παρόντες, χαμογελούσαν και χειροκροτούσαν, ενώ εγώ, έλεγε, ‘’έχω πάει’’ με όλους αυτούς».

Αλήθεια, πόσο διαφορετικοί κόσμοι; Από τη μία ο Άρης που μετανάστευσε για να ζήσει ένα φυσιολογικό «ρομάντζο», όχι πίσω από κλειστές πόρτες, με σβησμένα φώτα, αλλά κυκλοφορώντας ελεύθερος, χωρίς να τον ενδιαφέρει τίποτα· από την άλλη, ο Μπέος και οι όψιμοι χειροκροτητές του…

Γιατί ορισμένοι δεν αντέχουν κάποιοι να είναι διαφορετικοί στην εμφάνισή τους, διαφορετικοί στη σεξουαλικότητά τους;

«Θέλουμε τ’ αγόρια να είναι αγόρια και τα κορίτσια, κορίτσια», απαντά με αφοπλιστική ειλικρίνεια στο ερώτημα ο κ. Χεφέζ. Στη συνέχεια, ξεκαθαρίζει πως αυτό συμβαίνει από την πρώτη κιόλας στιγμή, από τη στιγμή που ένα παιδί έρχεται στον κόσμο. «Από την γέννηση δεν ασχολούμαστε με τον ίδιο τρόπο με τ’ αγόρια και τα κορίτσια. Δεν θηλάζουμε αγόρια και κορίτσια με τον ίδιο τρόπο. Τους μιλάμε διαφορετικά, τους κουβαλάμε διαφορετικά. Προστάζουμε διαφορετικά. Ζητάμε από τα κορίτσια να είναι φρόνιμα και από τ’ αγόρια πιο θαρραλέα. Άρα καθοδηγούμε». 

Αυτή η νοοτροπία είναι που ταρακουνά το ομοφυλόφιλο παιδί ισχυρίζεται ο Γάλλος Ψυχίατρος- Ψυχαναλυτής, μιλώντας για εκείνα τα πεδία κοινωνικής αντίληψης που δεν «επιτρέπουν» σε αρκετούς γονείς να αποδεχθούν τον διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό των παιδιών τους. 

“Από την γέννηση δεν ασχολούμαστε με τον ίδιο τρόπο με τ’ αγόρια και τα κορίτσια.”

Μιλώντας στην κάμερα για τις ανάγκες του ντοκιμαντέρ: «Οι Ομοφοβικοί Γονείς Μου», διευκρινίζει επίσης ότι «οι γονείς περιμένουν από τα παιδιά ν’ αναπαράγουν τις αξίες τους -και- συνεπώς θέλουν, αυτά να βιώσουν παρόμοιες ιστορίες αγάπης και τα ίδια αισθήματα σε σεξουαλικό επίπεδο». Έτσι, όταν «το παιδί αποδεικνύεται ομοφυλόφιλο τότε είναι κάτι σχεδόν σκανδαλώδες για τους γονείς, ανεξάρτητα από το αν είναι ανοιχτόμυαλοι. Το γεγονός αυτό δημιουργεί μία εικόνα της κακής οικογένειας, της μη ιδανικής οικογένειας. Δεν ξέρουμε τι έκαναν σ’ αυτήν την οικογένεια, μήπως η μάνα υπερπροστάτεψε αυτό το αγόρι; (…) Τι ακριβώς συνέβη για να παρεκκλίνει αυτό το παιδί από το σύνηθες; Οι γονείς επωμίζονται αυτά τα ερωτήματα και είναι οδυνηρό ενίοτε». 

Η ομοφοβία σκοτώνει

Είναι τόσο οδυνηρή η «ρετσινιά» του μη φυσιολογικού που μερικές φορές οδηγεί ακόμη και στην αυτοκτονία. Ποιος θυμάται άραγε σήμερα το περιστατικό αυτοχειρίας προ διετίας στην Κάρπαθο, όταν ένας πατέρας έβαλε τέλος στη ζωή του, έπειτα από διαρροή ερωτικού βίντεο του παιδιού του με άλλον άνδρα; 

Τον σκότωσε με τις πομπές του, έγραφαν τότε κάποια σχόλια κάτω από την ανάρτηση της είδησης.

Όπως όμως επεσήμαινε εκείνες τις ημέρες η ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια και συνιδρύτρια της οργάνωσης «Orlando LGBT+», Έλενα-Όλγα Χρηστίδη: «Κάποιοι πεθαίνουν βιολογικά, κάποιοι μεταφορικά (“για μένα είσαι νεκρός” ή “αν δεν κάνω σαν να πέθανες δεν θα ζω”), κάποιοι μένουν εκεί ως σύμβολα, να τους φροντίζουμε και να διατηρούμε την εικόνα τους όσο μπορούμε, να ξεσκονίζουμε το προφίλ τους και τις αναμνήσεις μας για να αποφύγουμε το αίσθημα εγκατάλειψης. Μην λέμε ότι δεν πεθαίνουν. Να λέμε όμως από τι πεθαίνουν. Από ομοφοβία κολλητική και κυρίαρχη, γύρω τους και μέσα τους».

Η ίδια «αρρώστια» σκότωσε το 2018 και τον δωδεκάχρονο Άντριου Λιτς, στο Μισισίπι των ΗΠΑ. Ο Άντριου αυτοκτόνησε, έπειτα από το «bullying» που δέχθηκε από συμμαθητές του, αφού ανακοίνωσε ότι ήταν ομοφυλόφιλος. Κι όχι, δεν ήταν «πειράγματα» στο σχολείο, όπως έσπευσαν διάφορα Μέσα να γράψουν τότε και στην Ελλάδα. Ήταν η καταστροφική κατάληξη μιας κακοποιητικής συμπεριφοράς προς ένα έφηβο παιδί απλώς και μόνο επειδή ξέφευγε από τις «αποδεχτές» κοινωνικές νόρμες. Φυσικά, δεν είναι μόνο ο Άντριου. Σύμφωνα με τον κ. Χεφέζ, «οι ομοφυλόφιλοι έφηβοι αυτοκτονούν συχνότερα από τους άλλους. Επτά με δέκα φορές πιο συχνά. Ήδη η αυτοκτονία αποτελεί μείζων κίνδυνος για τους εφήβους. Συνεπώς, μιλάμε για μεγάλα ποσοστά».

Κομμένα τ’ αστεία

Βλέπουμε λοιπόν ότι δεν πρόκειται για γραφικότητες, ούτε μόνο για τους λόγους ενός τραμπούκου που στην τελική: «Ποιος τον ακούει;». Αρκεί ένας να μυηθεί στο μισαλλόδοξο  κήρυγμά του·  είναι αρκετός για να προκαλέσει μεγάλο πόνο.  Για αυτό τον λόγο, έχει τεράστια η σημασία να ακουστεί το κάλεσμα νομικών όπως ο κύριος Σωτηρόπουλος, ο οποίος στο πλαίσιο της εξέτασης από τον Άρειο Πάγο κατά πόσο οι δηλώσεις Μπέου εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του αντιρατσιστικού νόμου, ο οποίος εφαρμόζεται αυτεπάγγελτα, καλούσε με άρθρο του στην Αυγή σε σημαντική κινητοποίηση μαρτύρων ώστε να εμφανιστούν στην εισαγγελία και να καταθέσουν κατά πόσον πράγματι οι δηλώσεις υποκινούν σε μίσος ή βία ή διακρίσεις εις βάρος των ΛΟΑΤΚΙ+ της τοπικής κοινωνίας, αλλά και ευρύτερα σε όλη τη χώρα. 

Είναι ίσως ο οργανωμένος αντίλογος απέναντι στους ομοφοβικούς, την ανάγκη του οποίου μου επισήμανε και ο Άρης, όταν ολοκληρώναμε τη συνέντευξη. «Όταν ακούς κάποια σχόλια, τα οποία σε προσβάλλουν πιστεύω ότι πρέπει επιτέλους να μάθουμε να μιλάμε. Με επιχειρήματα πάντα. Να τον ρωτήσεις στα ίσα: Εσένα, τι σε νοιάζει; Σε τι σε εμπόδισε στη ζωή σου; Σε επιβάρυνε στη φορολογία; Σου στέρησε το ψωμί που πας στο σπίτι σου; Σε αυτό φυσικά θα βοηθούσε η παιδεία. Είναι αδιανόητο εν έτει 2023 να μην υπάρχει η Σεξουαλική Αγωγή στα σχολεία. Αλλά, ας είναι καλά η Εκκλησία».

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα