Τράπεζες: Τόνωση των στεγαστικών μέσω νέου “Σπίτι μου”

Διαβάζεται σε 5'
Υπολογισμός λογαριασμών
Υπολογισμός λογαριασμών ISTOCK

Σε συζητήσεις οι τράπεζες με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης για την εξεύρεση πόρων που θα χρηματοδοτήσουν ένα δεύτερο πρόγραμμα “Σπίτι μου”. Μεγάλα οφέλη για τράπεζες, κυβέρνηση, δανειολήπτες.

«Σανίδα σωτηρίας» για να «ξεπαγώσει» η στεγαστική πίστη αναζητούν σε ένα δεύτερο πρόγραμμα «Σπίτι μου» οι διοικήσεις των τεσσάρων συστιμικών τραπεζών.

Στην προσπάθεια αυτή τα τραπεζικά επιτελεία βρίσκονται τις τελευταίες εβδομάδες σε ανοικτή γραμμή επικοινωνίας με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, αναζητώντας ουσιαστικά τους πόρους για τη χρηματοδότηση ενός δεύτερου προγράμματος «Σπίτι μου».

Ως γνωστόν το πρώτο πρόγραμμα ολοκληρώθηκε το Σεπτέμβριο και γνώρισε απήχηση από τα νέα ζευγάρια, με αποτέλεσμα να διοχετευτεί στην αγορά 1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 750 εκατ. ευρώ προέρχονται από τα ταμειακά διαθέσιμα της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης και το υπόλοιπο από τις τράπεζες.

Όπως τονίζει έμπειρη τραπεζική πηγή «τα οφέλη του συγκεκριμένο προγράμματος ήταν πολλά καθώς από τη μία νέα ζευγάρια απέκτησαν τη δική τους κατοικία με εξαιρετικά προνομιακούς όρους και από την άλλη τα εγχώρια τραπεζικά ιδρύματα ενίσχυσαν τις νέες χορηγήσεις στεγαστικών δανείων σε μα περίοδο που η ζήτηση ήταν στο «ψυγείο», λόγω της έκρηξης των επιτοκίων του ευρώ. Ταυτόχρονα, τονώθηκε και ο κατασκευαστικός κλάδος λόγω των ανακαινίσεων που απαιτήθηκαν για τα περισσότερα από το εν λόγω ακίνητα». Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, οι τράπεζες έχουν ήδη εκταμιεύσει σε νέους 3.198 δάνεια και έχουν ήδη διατεθεί 310 από τα 750 εκατ. ευρώ για την αγορά κατοικιών.

Υπάρχουν οι πόροι

Στα τραπεζικά επιτελεία βλέποντας από την μία την αναιμική ζήτηση για νέα στεγαστικά και την επιτυχία του προγράμματος «Σπίτι μου» από την άλλη πιέζουν τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη για την έναρξη νέου προγράμματος και μάλιστα άμεσα. Παρά το γεγονός ότι ο κ. Χατζηδάκης ξεκαθαρίζει ότι για την συνέχιση του συγκεκριμένου προγράμματος δεν υπάρχουν επιπλέον πόροι, διευκρινίζει ότι υπάρχει ένας «κουμπαράς» ακόμη 1,5 δισ. ευρώ που μπορούν να διατεθούν για τον ίδιο στόχο αλλά μέσω άλλων προγραμμάτων.

Συγκεκριμένα, το 1,5 δισ. ευρώ θα διατεθεί για την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου αλλά και για προγράμματα και συμπράξεις Δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Επίσης ενισχύεται με 200 εκατ. ευρώ το πρόγραμμα «Ανακαινίζω – Νοικιάζω» που δίνει κίνητρα για βελτιώσεις σε συγκεκριμένες ενοικιαζόμενες κατοικίες. Σύμφωνα με πληροφορίες, το πρώτο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου αναμένεται να ξεκινήσει η υποβολή αιτήσεων ένταξης στο πρόγραμμα «Ανακαινίζω – Ενοικιάζω» για τον εκσυγχρονισμό περίπου 12.500 κατοικιών και την επιδότηση θα την λάβουν νέοι έως 39 ετών.

Όσοι νέοι επιλεγούν θα μπορούν να λάβουν επιδότηση έως 10.000 ευρώ ή έως 40% των δαπανών, εφόσον δηλωθούν ηλεκτρονικά, για να φτιάξουν το παλιό τους σπίτι και να το αξιοποιήσουν είτε οι ίδιοι, καλύπτοντας τις στεγαστικές τους ανάγκες, είτε να το διαθέσουν προς ενοικίαση. Οι ιδιοκτήτες θα λαμβάνουν την κρατική επιχορήγηση για τις εργασίες ανακαίνισης αφότου αναρτούν ηλεκτρονικά το μισθωτήριο συμβόλαιο διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών.

Στο ψυγείο η ζήτηση

«Θέλουμε να δώσουμε δάνεια, αλλά δεν υπάρχει ζήτηση», σημειώνουν χαρακτηριστικά πηγές των τραπεζών, αποδίδοντας το «χλιαρό» ενδιαφέρον από πλευράς των νοικοκυριών σε δύο λόγους:

1) Ο πρώτος έχει να κάνει με την αύξηση του κόστους των στεγαστικών δανείων. Ακόμη και στην περίπτωση που κάποιος επιλέξει σταθερό επιτόκιο, αυτό είναι υψηλότερο εν συγκρίσει με παλαιότερα. Συγκεκριμένα το κόστος για ένα στεγαστικό δάνειο με σταθερό επιτόκιο κυμαίνεται σήμερα από 3,50% για διάρκεια τριών ετών έως και 5,05% για 30 έτη, όταν το ίδιο διάστημα πέρυσι τα συγκεκριμένα επιτόκια είχαν διαμορφωθεί σε 2,70% και 4,85% αντίστοιχα.

2) Ο δεύτερος λόγος αφορά στα εισοδήματα των εγχώριων νοικοκυριών. «Κάποια από αυτά δηλώνονται επίσημα και κάποια όχι. Κατά τη χορήγηση ενός δανείου, ωστόσο, η τράπεζα οφείλει να ελέγξει το δηλωθέν εισόδημα, προκειμένου να προχωρήσει στην έγκριση και κατ’ επέκταση, στην εκταμίευση», επισημαίνουν οι ίδιες πηγές.

Την περασμένη εβδομάδα η ΤτΕ, σε σχετική της έκθεση, επεσήμανε ότι το πρώτο τρίμηνο του 2024, η συνολική ζήτηση δανείων αναμένεται να παραμείνει σχεδόν αμετάβλητη, αν και αναμένεται να αυξηθεί ως ένα βαθμό η ζήτηση μακροπρόθεσμων δανείων μόνο από μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Την ίδια στιγμή, οι διοικήσεις των συστιμικών τραπεζών εμφανίζονται ιδιαίτερα επιφυλακτικές αναφορικά με τους στόχους πιστωτικής επέκτασης για τη νέα χρονιά καθώς οι εκτιμήσεις τους για το 2023 στην αρχή της περυσινής χρονιάς διαψεύστηκαν.

Η ΤτΕ, από την πλευρά της, σημειώνει ότι οι νέες πιστώσεις προς τα νοικοκυριά παραμένουν καθηλωμένες σε αρνητικά επίπεδα εδώ και περισσότερο από 10 χρόνια, παρά την αύξηση των εισοδημάτων και την άνθιση της αγοράς ακινήτων τα τελευταία χρόνια. Η εικόνα αυτή δεν αναμένεται να αλλάξει ριζικά ούτε τη φετινή χρονιά.

Η κεντρική τράπεζα επισημαίνει επίσης ότι η εικόνα θα ήταν δυσμενέστερη εάν δεν υπήρχε η στήριξη από τα προγράμματα συγχρηματοδότησης και εγγυοδοσίας του Ομίλου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΑΤ).

Πιο ξεκάθαρη εικόνα οι τράπεζες πάντως αναμένεται να δώσουν με την παρουσίαση των ετήσιων οικονομικών αποτελεσμάτων για το 2023. Η Τράπεζα Πειραιώς θα ανακοινώσει τις επιδόσεις του 2023 την Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου, ενώ η Alpha Bank και η Eurobank την Πέμπτη 7 Μαρτίου. Σε ότι αφορά thn Εθνική Τράπεζα αναμένεται να προχωρήσουν στην σχετική δημοσίευση το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα