Νέες ταινίες: Κλιντ Ίστγουντ και Μέριλ Στριπ στις σαρωτικές “Γέφυρες του Μάντισον”, ξανά στις αίθουσες

Νέες ταινίες: Κλιντ Ίστγουντ και Μέριλ Στριπ στις σαρωτικές “Γέφυρες του Μάντισον”, ξανά στις αίθουσες

Κάθε Πέμπτη ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες.

Σε μια εβδομάδα με 5 νέες ταινίες και 6 επανεκδόσεις (!), ξεχωρίζουμε την επανακυκλοφορία ενός αριστουργήματος του Κλιντ Ίστγουντ, με την Μέριλ Στριπ υποψήφια για Όσκαρ.

Οι ταινίες της εβδομάδας:

Οι Γέφυρες του Μάντισον

5 / 5

(“The Bridges of Madison County”, Κλιντ Ίστγουντ, 2ω15λ)

Σε επανέκδοση, ίσως η σημαντικότερη ταινία στην καριέρα του Κλιντ Ίστγουντ, εκείνη που τον θεμελίωσε ως έναν σπουδαίο ακαδημαϊκό σκηνοθέτη ικανό να μεγαλουργήσει –και– μακριά από τα είδη που καθόρισαν το ίματζ του, και τα οποία ανέτρεπε σε επίπεδο μοτίβου με αριστουργήματα σαν τους “Ασυγχώρητους”– ή ακόμα και πρωταγωνιστώντας σε κάτι σαν τη “Γραμμή του Πυρός” του Βόλφγκανγκ Πίτερσεν.

Στις “Γέφυρες” μπορεί να μην υπάρχει παιχνίδι με την φιλμική Ιστορία, όμως μέσα από την τελειοποίηση του φορμαλιστικού ακαδημαϊσμού, ο Ίστγουντ καταφέρνει να ψυχαναλύσει και συντρίψει συναισθηματικά όχι απλά ένα είδος (του αισθηματικού δράματος) αλλά και μιας ολόκληρης εποχής. Διασκευή πετυχημένου μπεστ σέλερ που είχε μόλις κυκλοφορήσει πριν δυο χρόνια, η ταινία είχε εξαρχής ως πρωταγωνιστή τον Ίστγουντ, που όμως ποτέ δεν επρόκειτο να την γυρίσει κιόλας.

Μετά από όμως από ένα διάστημα αποχωρήσεων, αρχικά του Στίβεν Σπίλμπεργκ που είχε κλειδώσει τα δικαιώματα, κι έπειτα του απείρως πιο συμβατικά μελιστάλαχτου Μπρους Μπέρεσφορντ του “Σοφέρ της Κυρίας Ντέιζι”, οι παραγωγοί ζήτησαν από τον Ίστγουντ να γυρίσει ο ίδιος την ταινία προκειμένου να μην αποσυντεθεί το πρότζεκτ. Σε αυτό λοιπόν το θεματικά απρόσμενο τερέν, ο Ίστγουντ ανακαλύπτει νέους τρόπους να εμβαθύνει στην αμερικανική ψυχοσύνθεση, καταφέρνοντας την ίδια στιγμή να αφηγηθεί ένα συγκλονιστικό σε όλα τα επίπεδα αισθηματικό δράμα δύο ώριμων ανθρώπων που ξεκλέβουν λίγα 24ωρα ελευθερίας.

Η οπτική του φιλμ ανήκει εξ ολοκλήρου στην Φραντσέσκα, μια ιταλίδα που παντρεύτηκε στρατιωτικό στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κι η οποία έζησε μια αναμενόμενα συμβατική ζωή σε μια μεταπολεμική Αμερική της ‘50s και ‘60s συντήρησης καθώς η πυρηνική οικογένεια θεμελιώνεται. Στο άνοιγμα του φιλμ η Φραντσέσκα έχει μόλις πεθάνει και τα παιδιά της διαβάζουν το γράμμα που τους άφησε, εξηγώντας τους την επιθυμία της για καύση της σωρού της, με τις στάχτες να θέλει να σκορπιστούν από μια γέφυρα της περιοχής. Τα παιδιά αντιδρούν ανήμπορα να καταλάβουν γιατί η παραδοσιακή μητέρα τους θα είχε μια τέτοια παράλογη τελευταία επιθυμία– το γράμμα τους εξηγεί τα πάντα, αποτελώντας τη δική μας εισαγωγή στην ιστορία της.

Η Φραντσέσκα είναι μια απλή γυναίκα πίσω από το πράο προσωπείο της οποίας μπορείς να δεις όμως κάτι το ανήσυχο και το άσβεστο. Επιθυμία. Η Φραντσέσκα με το παρουσιαστικό και με την αύρα της Μέριλ Στριπ (μια επιλογή για την οποία πάλεψε ο Ίστγουντ κόντρα σε στούντιο και στον συγγραφέα του βιβλίου) μοιάζει έτοιμη να ξεχυθεί– κάθε στιγμή που δεν το κάνει, ξέρεις ότι είναι μια συνειδητή της επιλογή. Γνωρίζει τον Ρόμπερτ Κινκέιντ (Κλιντ Ίστγουντ), έναν φωτογράφο του National Geographic που βρίσκεται εκεί για ένα θέμα, να φωτογραφίσει τις ιστορικές γέφυρες της περιοχής. Με την οικογένειά της να λείπει για όλη την εβδομάδα, η Φραντσέσκα αποφασίζει να ξεναγήσει τον Ρόμπερτ αυτοπροσώπως και να εκκινήσει έτσι ένα θυελλώδες ρομάντσο βασισμένο σε τίποτα παραπάνω από μια ενστικτώδη έλξη, μια επιθυμία για απόδραση. Για κάτι παραπάνω μπορεί να βρίσκεται –και που σίγουρα βρίσκεται– εκεί έξω.

Αυτό που ακολουθεί είναι ένας σταδιακός σεισμός, με τον Ρόμπερτ να εκπροσωπεί όλα όσα η Φραντσέσκα ήξερε πως θα ήθελε σε μια άλλη ζωή, αλλά η ασφυκτική κοινωνική πραγματικότητα δε θα της επέτρεπε ποτέ να κυνηγήσει σε ετούτη. (Μια γειτόνισσα λοιδωρείται ανοιχτά από το σύνολο της κοινότητας επειδή τόλμησε να μην υπακούσει στα στάνταρ του δυτικού οικογενειακού συντηρητισμού.) Οι λίγες μέρες που έχουν μαζί θα μοιάζουν με δώρο αλλά και κατάρα, καθώς η συναισθηματική γιγάντωση που βιώνουν εντείνεται μπροστά στο φάσμα του απαγορευτικού που καταφθάνει. «Μου ζητάς να χωρέσω μια ζωή μέσα σε λίγες μέρες», όπως της λέει κι εκείνος.

Μέσα από το σαρωτικό ρομάντζο που ο Ίστγουντ απεικονίζει με θαυμαστή αφηγηματική και στιλιστική απλότητα, με ψύχραιμα καδραρίσματα και καθαρές γραμμές, αναπτύσσεται παράλληλα κι ένας στοχασμός πάνω στις επιλογές, στα όνειρα, στις επιθυμίες. Ο Ρόμπερτ λέει πως «τα παλιά όνειρα δεν λειτούργησαν, αλλά χαίρομα που τα είχα», έχοντας πλέον προχωρήσει στη ζωή του. Η Φραντσέσκα όμως γνωρίζει με πολύ πιο επίπονο τρόπο πως «είμαστε οι επιλογές που έχουμε κάνει, Ρόμπερτ» μιας και παραμένει δέσμιά τους. Ναι, είναι επιλογή της να θυσιάζει τα όνειρα και τα συναισθήματά της για την ιδέα μιας Σωστής Οικογένειας, όμως υπάρχει κάτι τραγικά συστημικό στον τρόπο με τον οποίο οι ζωές τους κινούνται με τόσο διαφορετικούς τρόπους.

Το μοτίβο αυτό, των διαδρομών και των επιλογών, εξαπολύεται στην οθόνη από τον Ίστγουντ με όλο και πιο στιβαρά συναισθηματικούς τρόπους, με αποκορύφωμα το καθηλωτικό τελευταίο 20λεπτο. Σπαρακτικό σαν ‘50s μελόδραμα και αγωνιώδες σαν χιτσκοκικό τρενάκι σασπένς, αυτό το επιλογικό κεφάλαιο στηρίζεται πάνω στην ψευδαίσθηση της επιλογής και στην αποτελεσματικότητα των απλούστερων αφηγηματικών εργαλείων. Ένα χέρι σε ένα χερούλι, η βροχή ως καταρράκτης συναισθημάτων και επιθυμιών, μια διασταύρωση, ένα φανάρι που αναβοσβήνει, μια ζωή να κρέμεται σε μια στιγμή. (Αλλά όχι στα αλήθεια.)

Οι πολλαπλές συναισθηματικές κορυφώσεις αυτού του επιλόγου: τα παιδιά που καταλαβαίνουν την αλήθεια, ο σύζυγος που… ίσως;… πάντα την ήξερε, το φόρεμα που δεν φορέθηκε, το «έδωσα τη ζωή μου σε αυτή την οικογένεια, επιθυμώ να δώσω στον Ρόμπερτ ό,τι απέμεινε από εμένα» (θεέ μου!), όλα συγκλίνουν και εν τέλει γιγαντώνουν αυτό που θα έμοιαζε με ασήμαντη υποσημείωση, κάνοντάς το μεγαλύτερο από την ίδια τη ζωή. Εν τέλει, δεν μπορείς να βάλεις όρια στο άπειρο, όσα κάγκελα κι αν ρίξεις τριγύρω για να το περιφράξεις.

Και κάπως έτσι, ο Ίστγουντ με τις πιο αδιόρατες, απλές μαεστρικές κινήσεις, πλάθει μια μετα-αφηγηματική ανάγνωση πάνω σε ένα είδος που δεν του ανήκει καν (όχι όπως τους ανήκε, τρόπος του λέγειν, το γουέστερν ή το αστυνομικό θρίλερ) κι αφού πρωτίστως έχει βάλει τα θεμέλια μιας εντυπωσιακά μεστής, κλασικής υφής, δραματικής αφήγησης. Είναι κάτι που δεν σταμάτησε να κάνει ποτέ στην υπόλοιπη καριέρα του, πάντα στην αιχμή ενός ακόμα εν εξελίξει αμερικάνικου σινεμά, και καθώς έφτασε να φλερτάρει και με τα όρια του μεταμοντερνισμού (βλέπε και “Αναχώρηση για Παρίσι 15:17”) διερευνώντας μέσα από το σινεμά του, πολιτικές και ιδέες που ποτέ δε θα τους έβαζε λόγια.

Αυτή είναι η δύναμη της τέχνης, και του σινεμά, και ενός σινεμά που κατέχει σε τέτοιο απόλυτο βαθμό τους κανόνες και τις τεχνικές μιας κλασικής αφήγησης, που κατορθώνει μέσα από μια τέτοια να διεμβολίσει τις αγκυλώσεις μιας ολόκληρης χώρας και εποχής, να αντιστρέψει την συστολή του χρόνου και να χωρέσει μια ζωή μέσα σε λίγες μέρες. Για την ακρίβεια, μέσα σε δυο μόλις ώρες.

Νέες κυκλοφορίες

Οι Έρωτες της Αναϊς

3 / 5

(“Les amours d’Anaïs / Anaïs in Love“, Σαρλίν Μπουρζουά-Τακέ, 1ω38λ)

Καθώς ωριμάζει, η Αναϊς παραμένει αβέβαιη για το τι θέλει από τον έρωτα– και από τη ζωή. Δεν πιστεύει πως αγαπάει τον σύντροφό της και καθώς ανοίγει τον εαυτό της, γνωρίζει τον μεγαλύτερό της σε ηλικία Ντάνιελ ο οποίος την ερωτεύεται. Η Αναϊς όμως θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί με την σύζυγό του, Εμιλί. Σέξι και καλοκαιρινή δραμεντί συναισθηματικής, ερωτικής και ατομικής αφύπνισης, που καταφέρνει να βρίσκει φρέσκες ματιές ακόμα και για τις γνώριμες ιδέες που διαχειρίζεται. Εξαιρετική η Βαλέρια Μπρούνι-Τεντέσκι, δίνει βάρος και μια αέρινα μελαγχολική ελαφρότητα σε έναν χαρακτήρα που κάνει την ταινία να λειτουργεί.

Εραστές: Γαλλικό ερωτικό τρίγωνο με δόση από νουάρ και τη Στέισι Μάρτιν (“Nymphomaniac”) στο επίκεντρο. Άντρας εξαφανίζεται από τη ζωή της αγαπημένης του ύστερα από ένα τραγικό συμβάν, κι όταν χρόνια αργότερα τη συναντήσει ξανά, εκείνη είναι πια παντρεμένη. Πού να αρχίσουν να αποκαλύπτονται και τα μυστικά…

Minions 2: Η Άνοδος του Γκρου: Σίκουελ της υπερ-επιτυχημένης ταινίας κινουμένων σχεδίων, με τους Μίνιονς να επιστρέφουν στα ’70s. Η ταινία κυκλοφορεί με υπότιτλους, και από την επόμενη εβδομάδα και μεταγλωττισμένη.

Οδηγός για Ζευγάρια: Έξι ζευγάρια προσπαθούν να εξερευνήσουν τις κρυμμένες πλευρές της ερωτικής τους ζωής κι έρχονται αντιμέτωπα με τις φαντασιώσεις τους. Έξι ξεχωριστές ιστορίες πάνω στην σεξουαλική επιθυμία, όπου πρωταγωνιστούν Μόνικα Μπελούτσι, Καρόλ Μπουκέ, Νικολά Μπενός, και άλλοι.

Που Πάω Πάλι ο Άνθρωπος;: Γαλλική κωμωδία από τον σκηνοθέτη του “Κάτι Τρέχει στο Σεν Τροπέ”, για έναν δημόσιο υπάλληλο που αρνείται να σπρωχτεί εκτός εταιρείες κι αντ’αυτού αποδέχεται κάθε πιθανή δυσμενή μετάθεση που του τυχαίνει, ταξιδεύοντας έτσι τον κόσμο.

Επανεκδόσεις

Έχω Δικαίωμα να Ζήσω: Ο μετρ του γερμανικού εξπρεσιονισμού Φριτζ Λανγκ έχοντας μετακομίσει στο Χόλιγουντ, σκηνοθετεί μια σκοτεινή περιπέτεια ηθικής για έναν αποφυλακισμένο κατάδικο (Χένρι Φόντα) που βρίσκει όλες τις πόρτες κλειστές παντού κι επιπλέον κατηγορείται εκ νέου για ένα έγκλημα. Ο Λανγκ βουτά βαθιά στο σκοτάδι μιας σκληρής προπολεμικής κοινωνίας που οσμίζεται τον φόβο και την αδυναμία στον αέρα και δεν συγχωρεί. (4*)

Άνοιξη, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο, Χειμώνας…. και Άνοιξη: Χρόνια και εποχές κυλάνε σε μια απομονωμένη λίμνη όπου ένας γηρασμένος μοναχός διδάσκει στον νεότερο προστατευόμενό του τα μυστικά και την αλήθεια αυτής της ζωής. Η ζωή ως μια αλληλουχία στιγμών και μαθημάτων δια χειρός Κιμ Κι-ντουκ, σε μια από τις μεγαλύτερες arthouse επιτυχίες της 20ετίας. (3.5*)

Το Δείπνο μου με τον Άντρε: Ο ηθοποιός Γουάλας Σον και ο θεατρικός σκηνοθέτης Αντρέ Γκρέγκορι συζητούν παίρνοντας δείπνο, για την τέχνη, τη ζωή, τη φιλοσοφία. Ένα θαυμαστά σκηνοθετημένο δείγμα σινεμά του διαλόγου δια χειρός Λούι Μαλ, ο οποίος έχει την τιμητική του αυτό το καλοκαίρι. (4*)

Ο Κακός Μπελάς: Ένα συμβόλαιο θανάτου, ένας νευρωτικός σύζυγος κι ένας σπασμένος σωλήνας. Ο Λίνο Βεντούρα πρωταγωνιστεί στον ρόλο ενός κυνικού αλλά άτυχου επαγγελματία δολοφόνου που βρίσκει τον μπελά του στο πρόσωπο του Ζακ Μπρελ, ενός απελπισμένου συζύγου σε νευρική κρίση. Σε σκηνοθεσία Εντουάρντ Μολιναρό (“Το Κλουβί με τις Τρελές”).

Υποψίες: Μια μοναχική κληρονόμος συνεπαίρνεται από έναν γόη που οι πάντες την προειδοποιούν πως είναι επικίνδυνος, και πως την θέλει μόνο για την κληρονομιά της. Όταν οι ενδείξεις αρχίσουν να συγκενρώνεται, η κληρονόμος πείθεται πως εκείνος θέλει απλά να τη σκοτώσει για να εισπράξει τα λεφτά. Απολαυστικής ψυχολογικής ίντριγκας Χίτσκοκ των αρχών των ’40ς με Κάρι Γκραντ και Τζονάν Φοντέιν, αλλά κι ένα συμβιβαστικό φινάλε που δεν ανυψώνει την ταινία. (3.5*)

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα