Μπομπ Ντίλαν: Γιατί στον πρώτο του δίσκο είχε μόνο δύο δικά του τραγούδια

Μπομπ Ντίλαν: Γιατί στον πρώτο του δίσκο είχε μόνο δύο δικά του τραγούδια
O Bob Dylan το 1966 AP

Σαν σήμερα κυκλοφόρησε πριν από 60 χρόνια το Bob Dylan, ο πρώτος ιστορικός δίσκος που άνοιγε τον δρόμο για τη συνέχεια.

Επιρροές, αναφορές, φόρος τιμής στις καταβολές και προσωπικές προβολές. Κάπως έτσι μπορεί να χαρακτηριστεί ο πρώτος δίσκος του Μπομπ Ντίλαν που κυκλοφόρησε σαν σήμερα πριν από 60 χρόνια και περιείχε μόλις δύο δικά του κομμάτια. Όλα τα άλλα ήταν επανεκτελέσεις σε αγαπημένες του δημιουργίες.

Οι μοναδικές δικές του συνθέσεις ήταν τα Talking New York, Song for Woody, ενώ όλα τα άλλα ήταν διασκευές, μεταξύ των οποίων και το The House of the Rising Sun.

Είναι χαρακτηριστικό πως το ομώνυμο πρώτο άλμπουμ του 20χρονου τότε Ντίλαν, πούλησε μετά βίας 5.000 αντίτυπα. Ακολούθως, στελέχη της Columbia ζήτησαν τη διακοπή του συμβολαίου του, αλλά μεταπείστηκαν από τον Τζον Χάμοντ που είχε κάνει την παραγωγή και τον Τζόνι Κας, του οποίου το όνομα είχε ειδική βαρύτητα. Το κομμάτι Song for Woody, αφιερωμένο στον Γούντι Γκάθρι, περισσότερο μπέρδεψε τους κριτικούς, παρότι από πλευράς Ντίλαν ήταν ένας ύμνος στον θρυλικό Αμερικανό κομμουνιστή τραγουδοποιό που αποτελούσε και ίνδαλμά του.

Η επιμονή του Χάμοντ που είχε αναδείξει μεταξύ άλλων τους Billie Holiday, Aretha Franklin και αργότερα τον Stevie Ray Vaughan, ήταν ο λόγος που ο Ντίλαν έμεινε τελικά στη Columbia. Ο Χάμοντ άλλωστε είχε ακούσει τον νεαρό Ντίλαν στη Νέα Υόρκη, εκεί όπου εγκαταστάθηκε το 1961 προσπαθώντας να ξεκινήσει τη καριέρα του, παίζοντας μουσική για τον Χάρι Μπελαφόντε.

Αυτό που φαινόταν ως αντιφατικό ήταν το πώς γίνεται ένας πιτσιρικάς που σύμφωνα με τον Robert Shelton των New York Times ήταν το πιο “ασύνηθες και πολύπλευρο ταλέντο στην Αμερικανική φολκ”, να παρουσιάζει ένα πρώτο δίσκο που εμπνεόταν από τη συλλογή “Anthology Of American Folk Music” του Harry Smith που περιείχε εν πολλοίς συνθέσεις της “παλιάς γενιάς”. Ωστόσο, ο δίσκος στον οποίο ακούγεται ο Ντίλαν μόνος με τη κιθάρα και τη φυσαρμόνικά του, λειτούργησε περισσότερο σαν ένα “όχημα ασφαλείας” για τον συνθέτη, ο οποίος φαίνεται πως δίστασε να παρουσιάσει όλα τα δικά του έργα με το “καλημέρα” της δισκογραφικής του παρουσίας. Ήταν σαν να βαδίζει λίγο πιο δειλά στα πρώτα του βήματα.

Σύμφωνα με τον κριτικό μουσικής Dave Marsh, το ντεμπούτο του Ντίλαν σκιαγραφεί το ενδιαφέρον του τραγουδιστή για τον θάνατο και τη θεματολογία γύρω από αυτόν, όπως αποδεικνύεται από επιλογές τραγουδιών όπως το “See That My Grave Is Kept Clean” του Blind Lemon Jefferson και το “Fixin’ To Die” του Bukka White, καθώς και τα “Man Of Constant Sorrow” και το “In My Time Of Dyin”.

Τα κομμάτια αυτά άλλωστε παρουσίαζε και στα καφέ του Dinkytown στη Μινεάπολη, εκεί όπου από το 1959 υιοθέτησε το επώνυμο Ντίλαν, από τον ουαλό ποιητή Ντίλαν Τόμας, του οποίου ήταν θαυμαστής (στο Dinkytown δημιούργησε και το πρώτο του fan base).

Έτσι, το άλμπουμ, Bob Dylan, λειτουργεί τελικά σαν ένα αντιπροσωπευτικό καλειδοσκόπιο των αγαπημένων ήχων και θεμάτων του τραγουδιστή, παρότι συνθετικά είναι εμφανώς συγκρατημένο.

Η επανεξέταση του δίσκου από πλευράς κριτικών ήταν πολύ πιο θερμή, καθώς με τα χρόνια ανίχνευσαν σε αυτόν “έναν νεαρό άνδρα που ήθελε όσο τίποτα να ακούγεται σαν ένας ηλικιώμένος τροβαδούρος που οδεύει προς το τέλος της ζωής του”. Κάτι που ερχόταν σε αντίθεση με τις σκηνικές του παρουσίες, εκεί που συνήθιζε να κάνει χιούμορ και να στέκεται σαν τον Τσάρλι Τσάπλιν, που επίσης αποτελούσε βασική του αναφορά, όπως ο ίδιος είχε δηλώσει σε συνεντεύξεις του εκείνη την εποχή.

Ήταν τέτοια δε η διάθεσή του να αποτίσει φόρο τιμής στους ήρωές του, που σε πολλά σημεία παίζει τη κιθάρα του με τη “πλάτη” ενός κουζινομάχαιρου ή ακόμα και μιας μεταλλικής θήκης κραγιόν, όπως δηλαδή έκαναν οι πρώτοι μπλουζίστες. Η φυσαρμόνικά του από την άλλη, ακούγεται σαν εκείνη του Little Walter, ή του Sonny Terry.

Αξίζει να σημειωθεί πως στο πρώτο άλμπουμ του Ντίλαν, υπάρχει το Highway 51 Blues, του Curtis Jones, ένα κομμάτι για τον θρυλικό δρόμο που έδωσε το όνομά του και στον έκτο δίσκο του συνθέτη, “Highway 61 Revisited”. Ο ίδιος ο Ντίλαν έγραφε στα απομνημονεύματά του, Chronicles: Volume One: “Πάντα ένοιωθα πως γεννήθηκα σε αυτό τον δρόμο. Ότι πάντα πάνω του πορευόμουν και ότι μπορούσε να με πάει οπουδήποτε, ακόμα κι ως κάτω βαθιά στην ύπαιθρο του Δέλτα. Ήταν πάντοτε ο ίδιος δρόμος, γεμάτος με τις ίδιες αντιθέσεις, τις ίδιες ερημικές πόλεις, τους ίδιους πνευματικούς προγόνους. Ήταν η δική μου θέση στο σύμπαν, και πάντα ένιωθα πως τον είχα μες στο αίμα μου”.

Το 1963 κυκλοφόρησε ο δεύτερος δίσκος του Ντίλαν, το The Freewheelin’ Bob Dylan, ο οποίος περιείχε και το πολύ δημοφιλές τραγούδι Blowin’ in the wind. Ήταν το άλμπουμ που άρχισε να εδραιώνει τη φήμη του, πέρα από τα στενά όρια της φολκ κοινότητας της Νέας Υόρκης, ενώ από το ’65 και μετά έβαλε και την ηλεκτρική κιθάρα στο ρεπορτόριό του, δυσαρεστώντας πολλούς “φανατικούς” της φολκ σκηνής του ’60.

Σε αντίθεση με το πρώτο του άλμπουμ, το δεύτερο περιείχε 11 δικά του κομμάτια και μόνο δύο διασκευές. Τα τραγούδια που ξεχώρισαν, εκτός από το “Blowin’ in the Wind”, ήταν τα “Girl from the North Country”, “Masters of War”, “A Hard Rain’s a-Gonna Fall” και “Don’t Think Twice, It’s All Right”.

Σημειώνεται πως ο Ντίλαν είναι ο μοναδικός τραγουδοποιός που έχει τιμηθεί με Νόμπελ Λογοτεχνίας, το 2016, “για τη δημιουργία νέων ποιητικών εκφράσεων στο πλαίσιο της σπουδαίας παράδοσης του αμερικανικού τραγουδιού”.

Το tracklist του πρώτου δίσκου:

1. You’re No Good

2. Talkin’ New York

3. In My Time of Dyin’

4. Man of Constant Sorrow

5. Fixin’ to Die

6. Pretty Peggy-O

7. Highway 51

8. Gospel Plow

9. Baby, Let Me Follow You Down

10. House of the Risin’ Sun

11. Freight Train Blues

12. Song to Woody

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα