Ο Ναζί “Nail Bomber” του Λονδίνου ασπάστηκε το Ισλάμ και αποκαλύπτεται στο Netflix

Ο Ναζί “Nail Bomber” του Λονδίνου ασπάστηκε το Ισλάμ και αποκαλύπτεται στο Netflix
Ο Ντέιβιντ Κόπλαντ τρομοκράτησε για τρεις εβδομάδες το Λονδίνο, το 1999. Τo Netflix παρουσιάζει σήμερα την ιστορία του, στο ντοκιμαντέρ που θα βρείτε στην πλατφόρμα. Netflix

Το Netflix παρουσιάζει σήμερα, Τετάρτη 25/5 το ντοκιμαντέρ για τον Ντέιβιντ Κόπλαντ, ο οποίος τρομοκράτησε το Λονδίνο για τρεις εβδομάδες το 1999, με βομβιστικές επιθέσεις. Μολονότι είχε υπάρξει μέλος δυο ακροδεξιών οργανώσεων, η Scotland Yard αγνοούσε την ύπαρξη του.

Τον Αύγουστο του 2020 το Netflix ανακοίνωσε πως είχε εξασφαλίσει τα δικαιώματα για τη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ για τον Ντέιβιντ Κόπλαντ. Ο Ντέιβιντ Κόπλαντ είναι ο άνδρας που τρομοκράτησε το Λονδίνο για τρεις εβδομάδες, το 1999 και λίγο έλειψε να προκαλέσει φυλετικό πόλεμο. Πέρασε στην ιστορία ως ο ‘nail bomber’. Το προϊόν της έρευνας που έγινε θα το βρείτε από σήμερα, Τετάρτη 26/5 στην πλατφόρμα. Περιλαμβάνει και συνέντευξη του ανθρώπου που αναγνώρισε τον Κόπλαντ, ενός μυστικού συνεργάτη της αστυνομίας που έως σήμερα φοβάται για τη ζωή του.

Το χρονικό των εκρήξεων

Από το Σάββατο 17/4 του 1999 και για 13 ημέρες ο το Λονδίνο ζούσε υπό το καθεστώς τρόμου που είχε δημιουργήσει ο Κόπλαντ. Oυδείς ήξερε πού θα εκραγεί η επόμενη βόμβα του ‘μανιακού’ που παρατούσε σάκους με εκρηκτικούς μηχανισμούς με καρφιά.

Το πρώτο χτύπημα έγινε στις 17/4, στο Brixton Market, αγορά του Μπρίξτον όπου ζούσαν κατά πλειοψηφία μετανάστες από την Αφρική και την Καραϊβική -με την ανεργία με την εγκληματικότητα να είναι στο πικ. Η βόμβα από εκρηκτικά πυροτεχνημάτων, που ήταν δεμένα με tape μέσα σε έναν αθλητικό σάκο, τραυμάτισε 48 ανθρώπους. Η εξέλιξη θα ήταν πολύ χειρότερη, αν ένας πωλητής δεν είχε κρίνει ως ύποπτες τις κινήσεις άνδρα που είχε παρατήσει, μέσα στον κόσμο, έναν σάκο πριν εξαφανιστεί. Πήρε την τσάντα και την μετακίνησε κάπου όπου δεν είχε πολλούς ανθρώπους. Ακολούθως άλλος πωλητής την άνοιξε, είδε τον εκρηκτικό μηχανισμό και ειδοποίησε την αστυνομία. Η βόμβα εξερράγη στης 17.25. Με την έκρηξη εκτοξεύθηκαν πολλά καρφιά 100mm, τα οποία είχε ‘κολλήσει’ (με ειδική ταινία) ο δράστης γύρω από το μηχανισμό. Αυτά ήταν που προκάλεσαν σοβαρά τραύματα και πολλές υλικές ζημιές -σε παράθυρα σπιτιών και ένα αυτοκίνητο.

✍ Η δεύτερη επίθεση έγινε επίσης Σάββατο, στις 24/4 στην Βrick Lane στο East End του Λονδίνου, όπου ζούσε η μεγαλύτερη κοινότητα μεταναστών από τον Μπαγκλαντές, στην πόλη. Στην εν λόγω περιοχή ‘στηνόταν’ μια μεγάλη αγορά τις Κυριακές. Ο δράστης μπερδεύτηκε και εναπόθεσε το σάκο με τη βόμβα και τα καρφιά μια μέρα νωρίτερα, όταν οι δρόμοι δεν ήταν γεμάτοι. Όταν ενημερώθηκε για το λάθος του, αποφάσισε να μην αλλάξει τα πλάνα του. Το μόνο που έκανε ήταν να πάρει το σάκο και να τον πάει στη Hanbury Street. Εκεί τη βρήκε ένας περαστικός, την πήρε και πήγε να την παραδώσει στην αστυνομία. Δεν βρήκε κανέναν. Την έβαλε στο πορτ μπαγκάζ του σταθμευμένου αυτοκινήτου του και εκεί έγινε η έκρηξη. Δεκατρείς άνθρωποι τραυματίστηκαν, ενώ προκλήθηκαν ζημιές σε αυτοκίνητα και κτίρια που υπήρχαν τριγύρω. Ήταν η ώρα προσευχής των Μουσουλμάνων, που είχαν συγκεντρωθεί έξω από το τζαμί, στο ανατολικό Λονδίνο.

✍ Η τρίτη δολοφονική απόπειρα του άγνωστου, έως τότε, δράστη έγινε ημέρα Παρασκευή, στις 30/4 στην παμπ Admiral Duncan, στο Soho. Δηλαδή, στο κέντρο της πόλης και ‘καρδιά’ της ομοφυλοφιλικής κοινότητας. Η βόμβα εξερράγη στις 18.37 (τοπική ώρα), ώρα αιχμής για το εκ των παλαιότερων gay pubs που εκείνο το απόγευμα φιλοξενούσε και ένα event: μια γυναίκα είχε καλέσει τους φίλους της για να γιορτάσουν την εγκυμοσύνη της. Η 27χρονη Άντρια ήταν μεταξύ των θυμάτων. Οι άνθρωποι στην πόρτα του καταστήματος παρατήρησαν την παρατημένη τσάντα, αλλά πριν προλάβουν να κάνουν κάτι ο μηχανισμός πυροδοτήθηκε. Τρεις άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και 79 τραυματίστηκαν -αρκετοί πολύ σοβαρά. Τέσσερις εκ των επιζησάντων χρειάστηκε να ακρωτηριάσουν άκρα τους.  

Η έρευνα της αστυνομίας

Μετά το Μπρίξτον οι αρχές ερευνούσαν το ενδεχόμενο ανάμειξης του IRA, χωρίς να βρουν στοιχεία να συναινούν με αυτήν τη θεωρία. Βρήκαν κάποια που έδειχναν πως πιθανότατα επρόκειτο για τρομοκρατική επίθεση ακροδεξιών, ως συνέπεια της δημοσίευσης της έρευνας που είχε γίνει για τη δολοφονία του Στίβεν Λόρενς, 18χρονου Βρετανού φοιτητή αρχιτεκτονικής, αφρικανικής καταγωγής που δολοφονήθηκε ενώ περίμενε το λεωφορείο, στις 22/4 του 1993. Ήταν η υπόθεση που αποκάλυψε το μέγεθος των φυλετικών διακρίσεων που γίνονταν στη Μεγάλη Βρετανία. Ο Λόρενς είχε δεχθεί απρόκλητη επίθεση από πέντε λευκούς που τον μαχαίρωσαν. Η αστυνομία είχε ταυτοποιήσει τους υπόπτους, αλλά ακολούθησε σειρά λαθών και η καταδίκη μόλις των δυο.

Οι γονείς του θύματος κίνησαν διαδικασίες που αποκάλυψαν πόσο πρόχειρα είχαν κάνει τη δουλειά τους οι αρχές. Το Φεβρουάριο του 1999 δημοσιεύτηκαν τα αποτελέσματα της έρευνας που έθεσαν προ των ευθυνών τους την Scotland Yard. Η Μητροπολιτική Αστυνομία χαρακτηρίστηκε ως ‘θεσμικά ρατσιστική’. Η προσπάθεια των γονιών του Λόρενς είχε ως συνέπεια να γίνουν 70 μεταρρυθμίσεις, ώστε να ‘νικηθεί’ ο ρατσισμός. Έγινε και ο λόγος να καταργηθεί το double jeopardy, δηλαδή η νομική αρχή του δεδικασμένου (βλ. ένας ύποπτος δεν μπορεί να δικαστεί δυο φορές για το ίδιο αδίκημα) και το 2013 άνοιξε ξανά ο φάκελος, για τους 3 υπόπτους που δεν είχαν καν συλληφθεί. Ελλείψει νέων στοιχείων η έρευνα σταμάτησε τον Αύγουστο του 2020.

Πίσω στις επιθέσεις του 1999, στις 19/4 έλαβε την ευθύνη η Combat 18, ακροδεξιά οργάνωση. Μετά τη δεύτερη επίθεση ήταν ξεκάθαρο πως οι βομβιστικές επιθέσεις είχαν ρατσιστικά κίνητρα. Φοβούμενοι κοινωνικές αναταραχές, καθώς είχε προκύψει και το πόρισμα για τα λάθη της αστυνομίας στην υπόθεση του Λόρενς, οι αστυνομικοί ενέτειναν τις προσπάθειες τους. Είχαν ειδοποιήσει πως επόμενος στόχος ενδέχεται να είναι κάποιο gay bar.

Στις 29/4 δημοσιεύτηκε στα media το υλικό που είχε καταγράψει η κάμερα ασφαλείας (CCTV) στην επίθεση του Μπρίξτον, με την εικόνα του υπόπτου. Αυτό ώθησε τον δράστη να κάνει νωρίτερα του προγραμματισμένου την τρίτη επίθεση. Είκοσι λεπτά πριν την έκρηξη στην παμπ Admiral Duncan, μυστικός πληροφοριοδότης της αστυνομίας ενημέρωσε για την ταυτότητα του υπευθύνου των τρομοκρατικών ενεργειών.

Το υλικό από τις κάμερες CCTV που δημοσίευσε η Μητροπολιτική Αστυνομία, με τον Κόπλαντ να περπατάει στο σταθμό Waterloo του μετρό, πριν αφήσει τη βόμβα στο Brick Lane, στις 24/4 του 1999. ALAMY/VISUALHELLAS.GR

 

Η ταυτοποίηση -και η προειδοποίηση πως θα υπάρξει και άλλος Κόπλαντ

Ο Πολ Μίφσαντ ζούσε για μια δεκαετία ως μέλος ακροδεξιών οργανώσεων. Ο άνδρας με το κωδικό όνομα ‘Άρθουρ’ ενημέρωσε για την ταυτότητα του δράστη τον ‘χειριστή’ του στην αστυνομία που δεν πρόλαβε να δημοσιεύσει τη φωτογραφία του 22χρονου τότε, Ντέιβιντ Κόπλαντ εγκαίρως. Πριν δηλαδή, την τρίτη και πιο θανατηφόρα έκρηξη.

Σε δηλώσεις του στην Observer, ο Μίφσαντ είχε πει “σοκαρίστηκα όταν συνειδητοποίησα ποιος ήταν ο υπεύθυνος. Δεν έδειχνε πιο επικίνδυνος. Δεν συμπεριφερόταν ως πρωταγωνιστής. Ήταν ένας νέος άνθρωπος που έδειχνε να είναι συγκεντρωμένος στη δουλειά του στην επέκταση της γραμμής Jubilee του μετρό -ως βοηθός μηχανικού”. Παρεμπιπτόντως, ο ίδιος άνθρωπος είπε το Μάιο του 2021 στη Guardian ότι “θα δούμε και άλλον Ντέιβιντ Κόπλαντ, στη χώρα, γιατί οι αστυνομικές αρχές δεν μπορούν να παρακολουθήσουν το ρυθμό με τον οποίον διαδίδεται online η εξτρεμιστική αυτή ιδεολογία. Ο Κόπλαντ Είχε τρεις εβδομάδες ενθουσιασμού και για αυτές θα περάσει το υπόλοιπο της ζωής του στη φυλακή. Δεν ήταν κακή η απόφαση του. Ήταν ηλίθια”.

Γιατί έκανε ό,τι έκανε

Συνελήφθη ανήμερα της τρίτης βομβιστικής επίθεσης, στο διαμέρισμα του. Ομολόγησε μόλις άνοιξε την πόρτα του σπιτιού του, λέγοντας “ναι, εγώ τα έκανα όλα. Και τα έκανα μόνος”. Στους τοίχους είχε ναζιστικά σύμβολα και συλλογή φωτογραφιών και αποκομμάτων εφημερίδων για τη δράση του. Στο χώρο βρέθηκαν κυνηγετικά μαχαίρια και πιστόλι με θανατηφόρο αέριο. Αργότερα διαπιστώθηκε πως ήταν μέλος του νεοναζιστικού κινήματος της Μεγάλης Βρετανίας, με όνομα National Socialist.

Fact: μολονότι ο Κόπλαντ υπήρξε μέλος δυο ακροδεξιών οργανώσεων -με έντονη δράση- η Scotland Yard και η ΜΙ5 δεν τον είχαν στα αρχεία τους.

Όπως είχε ενημερώσει το BBC, στην ερώτηση “γιατί επιτέθηκες σε Ασιάτες και μαύρους;” απάντησε “γιατί δεν μου αρέσουν και θέλω να φύγουν από αυτήν τη χώρα. Είναι εθνικοσοσιαλιστής, Ναζί ή όπως αλλιώς θέλετε να με πείτε. Πιστεύω στην άρια φυλή. Ο κύριος σκοπός μου ήταν να διαδώσω το φόβο, τη δυσαρέσκεια και το μίσος σε όλη τη χώρα. Να προκαλέσω φυλετικό πόλεμο”.

Αρνήθηκε πως ήταν σχιζοφρενής, διάγνωση που έκαναν οι πέντε διαφορετικοί ψυχίατροι που τον εξέτασαν. Για την ακρίβεια είπαν πως έχει παρανοϊκή σχιζοφρένεια. Ένας ‘βρήκε’ και διαταραχή προσωπικότητας. 

Σε επιστολή που έστειλε στο BBC έγραψε πως “είναι ο νόμος του Θεού και πρέπει να υπακούσουμε. Βομβάρδισα τους μαύρους, τους ‘pakkies’ και τους έκφυλους. Θα βομβάρδιζα και Εβραίους, αν είχα τη δυνατότητα. Οι Εβραίοι είναι οι μαθητές του διαβόλου, άνθρωποι της λάσπης που πρέπει να απομακρυνθούν από τη γη μας”.

O Nτέιβιντ Κόπλαντ, την ημέρα της σύλληψης του. ALAMY/VISUALHELLAS.GR

Καταδικάστηκε σε έξι φορές ισόβια. Το Μάρτιο του 2007 το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε πως θα περάσει στη φυλακή για τουλάχιστον 50 χρόνια -μπορεί να αποφυλακιστεί το 2049 όταν θα είναι 73. Τον Ιούνιο του 2014 επιτέθηκε σε συγκρατούμενο του, με όπλο που έφτιαξε από ξυράφια, τα οποία είχε κολλήσει στη βάση οδοντόβουρτσας. Ομολόγησε πως είχε δόλο. Προστέθηκαν άλλοι 18 μήνες στην ζωή του ως φυλακισμένου.

Παρεμπιπτόντως, τα τελευταία χρόνια έχει ασπαστεί το Ισλάμ, έχει ζητήσει να τον αποκαλούν Σαντάμ (διάλεξε αυτό το όνομα γιατί, όπως είπε, θαυμάζει τον δικτάτορα) και λέει πως θέλει να ξαναγεννηθεί, ως τελείως διαφορετικός άνθρωπος. Προσεύχεται κάθε μέρα για να συγχωρεθούν τα κρίματα του -και για να καταφέρει να αλλάξει. Συγκρατούμενοι του έχουν σχολιάσει πως “το μυαλό του παραμένει περίεργο”.

Ποιο ήταν το γενικότερο πρόβλημα του Κόπλαντ 

Ο David James Copeland γεννήθηκε στις 15/4 του 1976 στο Χάμσαϊρ, ως μέλος μεσοαστικής οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν μηχανικός και η μητέρα του εργαζόταν σε κέντρο για άτομα με αναπηρία. Είχε και δυο αδελφούς. Ως μαθητής λυκείου ‘κόπηκε’ σε επτά διαφορετικά μαθήματα και παράτησε το σχολείο πριν πάρει απολυτήριο, στα 16.

Ο δημοσιογράφος Νικ Ράιαν είχε γράψει στο προφίλ του Κόπλαντ πως “ως έφηβος φοβόταν πως ήταν ομοφυλόφιλος, γιατί δεν είχε καταφέρει να αποκτήσει κάποια σύντροφο. Για αυτό το λόγο φοβόταν και ότι όσοι ήταν γύρω του πίστευαν πως είναι ομοφυλόφιλος. Επίσης, όταν οι γονείς του τραγουδούσαν το τραγούδι τίτλων των Flintstones -που έχει ως στίχο το ‘we will have a gay old time’ πίστευε πως του στέλνουν μήνυμα” πως ξέρουν. Αντιδραστικά άρχισε να ακούει heavy metal. Την υιοθέτησε στο βαθμό που όλοι τον φώναζαν ‘Mr Angry’, γιατί πάντα ήταν θυμωμένος. Aπό το σχολείο του δεν τον θυμάται κάποιος καθηγητής, γιατί έκανε ό,τι μπορούσε ώστε να περνάει απαρατήρητος.

Μετά τη σύλληψη του αποκάλυψε πως είχε σαδομαζοχιστικά όνειρα από όταν ήταν 12 χρόνων. Έβλεπε πως ήταν πράκτορας των SS, ο οποίος συμπεριφερόταν στις γυναίκες σαν σκλάβες. Από έφηβος άρχισε να καταναλώνει αλκοόλ και ναρκωτικές ουσίες, ενώ ενεπλάκη και σε μικροκλοπές. Έγινε και μέλος των περιβόητων χούλιγκαν της Portsmouth Football Club, με όνομα ‘657 Crew’.

Μετά πολλές αποτυχημένες απόπειρες να βρει δουλειά, άρχισε να κατηγορεί τους μετανάστες πως έκλεβαν τις δουλειές των γηγενών. Το 1997 μετακόμισε στο Λονδίνο και εργάστηκε στην επέκταση γραμμής του μετρό. Ήταν ήδη ομοφοβικός και ρατσιστής. Έγινε μέλος του British National Party και ο επιμελητής των συναντήσεων ηγετικών στελεχών. Εκεί αναζήτησε και έλαβε πληροφορίες για το πώς μπορεί να φτιάξει βόμβες με πυροτεχνήματα και ξυπνητήρια για χρονόμετρα. Βοήθησε και το download του ‘εγχειριδίου ενός τρομοκράτη’ που είχε βρει στο Internet.

Το 1998 έφυγε από το ΒΝΡ γιατί δεν συμφωνούσε με την άρνηση τους να εμπλακούν σε πολιτική βία. Επέστρεψε στο Χάμσαϊρ και έγινε μέλος της τοπικής ναζιστικής οργάνωσης (National Socialist Movement). Έφτασε έως το πόστο του ηγέτη, λίγες εβδομάδες πριν αρχίσει τη δράση του. Όπως είπε εμπνεύστηκε όσα έκανε, όταν είδε το βομβαρδισμό στο Ολυμπιακό Χωριό της Ατλάντα, το 1996. Λίγες ημέρες πριν περάσει στην εκτέλεση του πλάνου του, είχε επισκεφτεί τον οικογενειακό γιατρό και είχε ζητήσει να του ‘γράψει’ αντικαταθλιπτικά. Είχε πει πως ένιωθε ότι χάνει το μυαλό του.

Ο πατέρας του είχε πει στο δικαστήριο ότι “οφείλουμε να στηρίζουμε τα παιδιά μας, ό,τι και αν έχουν κάνει. Όσο λάθος και αν είναι αυτά που έχουν κάνει. Ο Ντέιβιντ επηρεάστηκε από άλλους και ‘τράβηξε’ αυτόν το δρόμο. Από παιδί επηρεαζόταν εύκολα. Δεν πιστεύω πως αναζήτησε μόνος αυτήν τη ζωή”. Το αποτέλεσμα, σε κάθε περίπτωση ήταν το ίδιο.

Τον Απρίλιο του 2019 το BBC μετέδωσε μια εκπομπή με πρωταγωνιστές ανθρώπους που έζησαν τις επιθέσεις του Kόπλαντ και πώς ζουν 20 χρόνια μετά. Όπως ομολογούν, ακόμα δεν έχουν ξεχάσει/ξεπεράσει την εμπειρία.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα